ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Η υποψηφιότητα Τραμπ επηρεάζει την πολιτική της Fed

Επιπτώσεις στην οικονομία και τα σχέδια της Fed για αύξηση επιτοκίων

Kathimerini.gr

Ασυνήθιστα μεγάλη αβεβαιότητα διακατέχει επενδυτές και επιχειρήσεις μετά την ανάδειξη του Ντόναλντ Τραμπ στον ντε φάκτο υποψήφιο των Ρεπουμπλικανών για την προεδρία των ΗΠΑ στις προσεχείς εκλογές του Νοεμβρίου. Το κλίμα αυτό έχει επιπτώσεις στην οικονομία και τα σχέδια της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed) για αύξηση επιτοκίων εντός του τρέχοντος έτους.

Εντούτοις, η πιθανότητα να αναλάβει την προεδρία εντείνει τον κίνδυνο, επειδή έχει προτείνει μη συμβατικές πολιτικές, χωρίς ταυτόχρονα να τις έχει αναπτύξει λεπτομερώς, όπως παρατηρούν οικονομολόγοι. Υποσχόμενος «να κάνει ξανά μεγάλη την Αμερική», ο Ντόναλντ Τραμπ αναθέρμανε τους φόβους ενός εμπορικού πολέμου, ισχυριζόμενος ότι θα επιβάλει υψηλούς δασμούς σε κινεζικές και μεξικανικές εισαγωγές. Επιπροσθέτως, ορκίστηκε να απελάσει 11 εκατομμύρια παράτυπους μετανάστες και υπαινίχθηκε μια μερική μη εξυπηρέτηση του αμερικανικού χρέους, αν και αργότερα άλλαξε γραμμή πλεύσης. Αξιωματούχοι της Ομοσπονδιακής Τράπεζας επισημαίνουν πως στις συνεδριάσεις για τα επιτόκια δεν εμπλέκονται σε πολιτικές συζητήσεις.

Σε πρακτικά συνεδριάσεων του χρηματοπιστωτικού ιδρύματος από προηγούμενες εκλογικές χρονιές φαίνεται ότι η πολιτική αβεβαιότητα εξετάζεται από τα στελέχη του, αλλά δεν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ως προς τις αντιδράσεις τους είτε για χαλάρωση είτε για σκλήρυνση της νομισματικής πολιτικής. Πρόσφατα, πάντως, ο πρόεδρος της Fed Ντάλας, Ρόμπερτ Κάπλαν, δήλωσε στο «Ρόιτερς»: «Εάν οι καταναλωτές λόγω των διακηρύξεων των υποψηφίων καθυστερούν τις καταναλωτικές τους δαπάνες ή απλά τις σταματούν για λίγο ή οι επιχειρήσεις επιβραδύνουν τις κεφαλαιακές τους δαπάνες, αυτό είναι κάτι, που πρέπει να το συνεκτιμήσω». Από τη δική του πλευρά, ο πρόεδρος της Fed Ατλάντας, Ντένις Λόκχαρτ, υπογραμμίζει πως «θα ήταν ορθό να ισχυριστεί κανείς ότι οι προεδρικές εκλογές συνιστούν έναν παράγοντα υπολογίσιμο για την αμερικανική οικονομία το τρέχον έτος». Στην τελευταία της συνεδρίαση του Απριλίου η Fed αποφάσισε να διατηρήσει αμετάβλητα τα επιτόκιά της στο 0,25%-0,5%, υποδηλώνοντας πως δεν βιάζεται να τα αυξήσει και πάλι συντόμως. Επικαλέστηκε την επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας παρά τη βελτίωση της αγοράς εργασίας. Η δε πρόεδρός της Τζάνετ Γέλεν, όπως και άλλοι αξιωματούχοι, συχνά αναφέρονται στην αβεβαιότητα σχετικά με τις οικονομικές, πολιτικές και χρηματοπιστωτικές προοπτικές ως έναν παράγοντα στις αποφάσεις τους για τα επιτόκια.

Επιπλέον, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ εξετάζει και τον Δείκτη Αβεβαιότητας της Οικονομικής Πολιτικής, τον οποίον καταρτίζει ο καθηγητής του πανεπιστημίου του Στάνφορντ, Νικ Μπλουμ. Τον είχε παρουσιάσει στην κ. Γέλεν και τους οικονομολόγους της Fed τον Απρίλιο του 2015. Ο εν λόγω δείκτης -μεταξύ άλλων- αναλύει την κάλυψη από πλευράς εφημερίδων της οικονομικής αβεβαιότητας, η οποία σχετίζεται με θέματα πολιτικής, καθώς και της απόκλισης στις προβλέψεις για τις οικονομικές προοπτικές των ΗΠΑ. Σε συνέντευξή του ο Νικ Μπλουμ επισημαίνει ότι «όταν επιτείνεται η αβεβαιότητα, οι επιχειρήσεις διακόπτουν προσωρινά τις προσλήψεις και δεν λαμβάνουν αποφάσεις για επενδύσεις». Επιπλέον, ανέφερε πως «εάν ο Ντόναλντ Τραμπ εμφανίζεται πλέον ως σοβαρός διεκδικητής και εξακολουθεί να κάνει σχόλια για “Μεξικανικό Τείχος” και “Εμπορικό Βιασμό”, τότε θα έχουμε μέγιστη επίταση της πολιτικής αβεβαιότητας εν όψει εκλογών». Ο κ. Τραμπ είχε δηλώσει πως θα κτίσει τείχος στα σύνορα Μεξικού - Ηνωμένων Πολιτειών, ενώ επιπλέον είχε κατηγορήσει την Κίνα ότι «βιάζει» τις ΗΠΑ με τις αθέμιτες εμπορικές της πολιτικές. Μία άνοδος του δείκτη αβεβαιότητας, κατά τα λεγόμενα του πανεπιστημιακού του Στάνφορντ, προοιωνίζεται κάμψη στην παραγωγή, τις εταιρικές επενδύσεις, αλλά και στην απασχόληση. Τέλος, επί του θέματος της απόφασης για τα επιτόκια, θα πρέπει να επισημανθεί ότι οι αξιωματούχοι της Ομοσπονδιακής Τράπεζας παρακολουθούν στενά τόσο την αστάθεια στις διεθνείς κεφαλαιαγορές όσο και τα οικονομικά στοιχεία, όπως, λόγου χάριν, αυτά, τα οποία αφορούν την οικονομική πορεία της Κίνας.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση

X