ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Απαντήσεις από την ΚΔ αναμένει το ΕΔΑΔ στην υπόθεση Ππασιά

Πρόκειται για την πρώτη υπόθεση πεσόντα του οποίου οι συγγενείς προσφεύγουν στο ΕΔΑΔ κατά της Δημοκρατίας

ΚΥΠΕ

Περιθώριο μέχρι τα τέλη Μαρτίου έχει η Κυπριακή Δημοκρατία για να απαντήσει σε σειρά ερωτημάτων που έθεσε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) αναφορικά με την υπόθεση του Χριστοφή Βασιλείου Ππασιά, από την Ξυλοφάγου.

Ο Ππασιάς, τον οποίο οι συγγενείς του και η Πολιτεία θεωρούσαν για δεκαετίες αγνοούμενο, είχε στην πραγματικότητα σκοτωθεί κατά την τουρκική εισβολή του 1974 με μια σφαίρα στο στόμα. Η σορός του περισυλλέχθηκε και ενταφιάστηκε από όργανα της Κυπριακής Δημοκρατίας σε χώρο που βρισκόταν κάτω από τον έλεγχό της, στο Στρατιωτικό Κοιμητήριο Λακατάμιας. Μια εξέλιξη, για την οποία οι συγγενείς του ενημερώθηκαν 26 χρόνια αργότερα.

Ενάγοντες στην υπόθεση είναι η σύζυγός του, Γεωργία Βασιλείου, και τα παιδιά τους, Μαρία Βασιλείου, Βασίλης Βασιλείου και Αντωνία Κυριάκου, τα οποία το 1974 ήταν επτά και έξι ετών και 10 μηνών αντίστοιχα.

Πρόκειται για την πρώτη υπόθεση πεσόντα από όλους όοσι τάφηκαν ως «άγνωστοι» στο Στρατιωτικό Κοιμητήριο Λακατάμιας, του οποίου οι συγγενείς προσφεύγουν στο ΕΔΑΔ κατά της Δημοκρατίας, αποδίδοντάς της παραλείψεις σε ό,τι αφορά τις διαδικαστικές της υποχρεώσεις.

Είχε προηγηθεί η δικαίωσή τους από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, το Νοέμβριο του 2010, για παράλειψη της Δημοκρατίας να διεξάγει αποτελεσματική έρευνα, σύμφωνα με το άρθρο 2 της Σύμβασης για το δικαίωμα στη ζωή. Η παρατεταμένη αβεβαιότητα και η ψυχολογική ταλαιπωρία που υπέστησαν ισοδυναμούσε, κατά το δικαστήριο, με απάνθρωπη και απαξιωτική συμπεριφορά, ενάντια στο άρθρο 3 της Σύμβασης και το αντίστοιχο άρθρο 8 του Συντάγματος.

Ωστόσο η Δημοκρατία προχώρησε σε έφεση στο Ανώτατο, το οποίο αποφάνθηκε ότι το κράτος στην περίπτωση αυτή είχε εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του. Μεταξύ άλλων, το Ανώτατο αποφάνθηκε ότι η Δημοκρατία ουδέποτε έπαψε να αναζητά μαρτυρία για την τύχη του Ππασιά και ανταποκρίθηκε στην υποχρέωσή της, στη βάση του άρθρου 2, με τον εντοπισμό του σημείου ταφής, την εκταφή, την ταυτοποίηση της σορού και την ενημέρωση των συγγενών.

Μετά την εξάντληση των εσωτερικών ένδικων μέσων, η προσφυγή στο ΕΔΑΔ καταχωρήθηκε στις 24 Νοεμβρίου 2015 και η υπόθεση κοινοποιήθηκε στα ενδιαφερόμενα μέρη δύο χρόνια μετά, το Νοέμβριο του 2017. Η Κυπριακή Δημοκρατία έχει περιθώριο μέχρι το τέλος Μαρτίου 2018 για να υποβάλει τις θέσεις της, ενώ δεν αποκλείεται η απόφαση να εκδοθεί μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους.

Το σημείωμα που παρέμεινε εμπιστευτικό για 26 χρόνια

Σύμφωνα με το ιστορικό της υπόθεσης, όπως καταγράφεται στη δικογραφία, τον Αύγουστο του 1974 η μονάδα του Ππασιά βρέθηκε απέναντι από τον Τούρκο εισβολέα στην ευρύτερη περιοχή του αεροδρομίου Λευκωσίας και συγκεκριμένα στον Άγιο Παύλο.

Για τον Ππασιά υπήρχε μαρτυρία, σύμφωνα με την οποία είχε συλληφθεί, όταν καταλήφθηκε η θέση της μονάδας του από τους Τούρκους και με τα δεδομένα αυτά θεωρήθηκε αγνοούμενος.

Στις 17 Αυγούστου, μετά την κατάπαυση του πυρός, η Εθνική Φρουρά προέβη σε περισυλλογές νεκρών υπό την επίβλεψη των Ηνωμένων Εθνών, μεταξύ άλλων και στην περιοχή του Αγίου Παύλου.

Αρκετά χρόνια αργότερα, το 1993, σε σημείωμα που συντάχθηκε κατόπιν αιτήματος του Ε/κ Εκπροσώπου στη Διερευνητική Επιτροπή για τους Αγνοούμενους (ΔΕΑ), επιβεβαιώνονταν οι περισυλλογές στην περιοχή, στη βάση πληροφοριών που έδωσαν άλλοι στρατιώτες. Σε αυτό γινόταν επίσης αναφορά σε αριθμό πεσόντων που είχαν ταφεί από τις Αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας στο Στρατιωτικό Κοιμητήριο Λακατάμιας, πολλοί από αυτούς χωρίς καν να αναγνωρισθούν.

Σύμφωνα με το σημείωμα, στο Στρατιωτικό Κοιμητήριο Λακατάμιας υπήρχαν 41 τάφοι Ε/κ εθνοφρουρών, που τάφηκαν ως «άγνωστοι». Επίσης, υπήρχε λίστα με 23 εθνοφρουρούς που βρέθηκαν στην περιοχή του Αγίου Παύλου και οι οποίοι πιθανώς να είχαν φυλακιστεί ή σκοτωθεί από τους Τούρκους κατά τη δεύτερη φάση της εισβολής.

Κατέληγε, λέγοντας ότι πρέπει να γίνει έρευνα στο Στρατιωτικό Κοιμητήριο Λακατάμιας για άτομα που τάφηκαν ως «άγνωστοι», εξέλιξη για την οποία δεν ενημερώθηκαν οι συγγενείς του Ππασία, καθώς το σημείωμα παρέμεινε εμπιστευτικό.

Τελικά οι εκταφές στο Στρατιωτικό Κοιμητήριο ξεκίνησαν το 1999, γεγονός που οδήγησε στην ταυτοποίηση της σορού του Ππασιά. Μαζί του βρέθηκε ο βαφτιστικός σταυρός του γιου του και το ρολόι του. Το Σεπτέμβριο του 2000, οι Αρχές πιστοποίησαν ότι ο Ππασιάς σκοτώθηκε τον Αύγουστο του 1974, ενώ από τις εξετάσεις προέκυψε ότι βασανίστηκε. Η χαριστική βολή ήρθε όταν του έβαλαν το όπλο στο στόμα και τον πυροβόλησαν.

Στο ενδιάμεσο, τον Ιούλιο του 2000, ο Ππασιάς καταχωρήθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ως ο υπ’ αριθμόν 132 αγνοούμενος της κυπριακής τραγωδίας.

Τα παράπονα των συγγενών και τα ερωτήματα του Δικαστηρίου

Στην προσφυγή τους στο ΕΔΑΔ, οι συγγενείς του Ππασιά παραπονιούνται ότι παραβιάστηκε η διαδικαστική υποχρέωση της Δημοκρατίας να διεξάγει αποτελεσματική έρευνα για την τύχη του συγγενή τους.

Υποστηρίζουν ότι αν και οι αρχές γνώριζαν ή έπρεπε να γνωρίζουν ότι οι σοροί των στρατιωτών που σκοτώθηκαν μαχόμενοι στην περιοχή του Αγίου Παύλου είχαν ταφεί σε ανώνυμους τάφους στο Στρατιωτικό Κοιμητήριο Λακατάμιας, ωστόσο δεν έλαβαν άμεσα μέτρα για να προχωρήσουν στην εκταφή των οστών, με στόχο την ταυτοποίησή τους και το έπραξαν 26 χρόνια αργότερα.

Λένε παράλληλα ότι ο συγγενής τους θα μπορούσε να έχει ταυτοποιηθεί από τα προσωπικά του αντικείμενα και/ή από μεθόδους άλλες, πέραν της εξέτασης DNA. Μέχρι το 2000 οι αιτητές δεν είχαν ενημερωθεί ποτέ για καμία έρευνα για την τύχη του συγγενή τους, περιλαμβανομένης αυτής που διεξήχθη το 1993.

Επικαλούμενοι το άρθρο 3 της Σύμβασης (απαγόρευση των βασανιστηρίων) και εναλλακτικά το άρθρο 8 (σεβασμός της ιδιωτικής ζωής), οι αιτητές παραπονούνται για την αποτυχία της Κυβέρνησης να διερευνήσει την τύχη του συγγενή τους, να προχωρήσει στην εκταφή της σορού με στόχο την ταυτοποίησή του, ενώ υποστηρίζουν ότι η αδυναμία της Κυβέρνησης να τους παράσχει οποιαδήποτε πληροφόρηση τους προκάλεσε παρατεταμένη αγωνία, αδικαιολόγητη ταλαιπωρία, φρούδες ελπίδες, ταπείνωση και στο τέλος απογοήτευση. Επίσης του στέρησε τη δυνατότητα να ξαναχτίσουν τη ζωή τους.

Τέλος, οι αιτητές παραπονούνται στη βάση του άρθρου 13 (για το δικαίωμα σε αποτελεσματική θεραπεία) για την απουσία εγχώριων ένδικων μέσων για επανόρθωση των παραβιάσεων των δικαιωμάτων τους που απορρέουν από τη Σύμβαση.

Η Δημοκρατία καλείται να απαντήσει κατά πόσο υπήρξε από την πλευρά της διαδικαστική υποχρέωση να διερευνήσει την τύχη του Ππασιά από το 1989 – όταν αναγνωρίστηκε το δικαίωμα της ατομικής προσφυγής – και εντεύθεν και να προχωρήσει στην εκταφή των «αγνώστων» σορών στη Λακατάμια, με στόχο την ταυτοποίησή τους.

Αν υφίσταται αυτή η υποχρέωση, το Δικαστήριο ρωτά επίσης τη Δημοκρατία κατά πόσο συμμορφώθηκε με αυτή, ενόψει και του παραπόνου που υπέβαλαν οι αιτητές.

Ακόμη, το ΕΔΑΔ αναμένει απαντήσεις αναφορικά με την παραβίαση ή μη του άρθρου 3 και/ ή του άρθρου 8, σχετικά με την κατ’ ισχυρισμό καθυστέρηση στην εκταφή και ταυτοποίηση της σορού και την παροχή πληροφόρησης, αλλά και σε ό,τι αφορά την κατ’ ισχυρισμό ταλαιπωρία των αιτητών μέχρι το 2000.

Τέλος το Δικαστήριο στο Στρασβούργο αναμένει από τη Δημοκρατία να τοποθετηθεί και στο κατά πόσο υπάρχουν αποτελεσματικά ένδικα μέσα για επανόρθωση των εν λόγω παραβιάσεων.

Να σημειωθεί ότι παρόμοια με την υπόθεση Ππασιά είναι η υπόθεση του έφεδρου στρατιώτη Χαράλαμπου Πάλμα, όμως σε εκείνη την περίπτωση οι συγγενείς δικαιώθηκαν στην Κύπρο, χωρίς να χρειαστεί να προσφύγουν στο ΕΔΑΔ.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

ΚΥΠΕ

Κύπρος: Τελευταία Ενημέρωση

X