ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Στροφή προς τις αναδυόμενες οικονομίες βλέπει η PwC

Mετατόπιση της παγκόσμιας οικονομικής ισχύος μέχρι και το 2050

Kathimerini.com.cy

info@kathimerini.com.cy

Η μετατόπιση της παγκόσμιας οικονομικής ισχύος από τις καθιερωμένες προηγμένες οικονομίες αναμένεται να συνεχιστεί μέχρι και το 2050, καθώς οι χώρες που συνιστούν τις αναδυόμενες αγορές συνεχίζουν να αυξάνουν το μερίδιό τους στο παγκόσμιο ΑΕΠ σε μακροπρόθεσμη βάση, παρά τις πρόσφατες ασταθείς επιδόσεις μερικών από αυτές.

Η πιο πάνω διαπίστωση αποτελεί ένα από τα βασικότερα ευρήματα πρόσφατης έκθεσης των οικονομολόγων της PwC με θέμα «The longview: howwill the globaleconomicorderchangeby 2050?».Η έκθεση παρουσιάζει προβλέψεις αναφορικά με την ενδεχόμενη αύξηση του ΑΕΠ σε 32 από τις μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη, που αντιπροσωπεύουν συνολικά το 85% περίπου του παγκόσμιου ΑΕΠ. Οι προβλέψεις βασίζονται στα πιο πρόσφατα στοιχεία ενός εμπεριστατωμένου μοντέλου για τη μακροπρόθεσμη παγκόσμια ανάπτυξη που εκπόνησε η PwCγια πρώτη φορά το 2006.

Η έκθεση προβλέπει ότι η παγκόσμια οικονομία ενδέχεται να διπλασιαστεί σε μέγεθος μέχρι το 2042, καταγράφοντας ετήσια πραγματική αύξηση της τάξης του 2,5% μεταξύ 2016 και 2050. Κινητήριος δύναμη της ανάπτυξης αυτής θα είναι, κατά κύριο λόγο, οι αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες χώρες, με τις οικονομίες της Ομάδας των Ε7 (Βραζιλία, Κίνα, Ινδία, Ινδονησία, Μεξικό, Ρωσία και Τουρκία) να αναπτύσσονται με μέσο ετήσιο ποσοστό περίπου 3,5% τα επόμενα 34 χρόνια, σε σύγκριση με μόλις 1,6% για τα προηγμένα έθνη της ομάδας των G7 (Καναδάς, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Ιαπωνία, Ηνωμένο Βασίλειο και ΗΠΑ).

Αν λάβει κανείς υπόψη το ΑΕΠ σε αγοραίες συναλλαγματικές ισοτιμίες, η μετατόπιση της παγκόσμιας οικονομικής ισχύος δεν είναι τόσο απόλυτη. Παρ’ όλ’αυτά, η Κίνα και πάλι αναδεικνύεται η μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο μέχρι το 2030, ενώ η Ινδία θα αποτελεί χωρίς αμφιβολία την τρίτη μεγαλύτερη οικονομία μέχρι το 2050.

Ωστόσο, οι προβολείς πέφτουν στις νεότερες αναδυόμενες αγορές που έρχονται στο προσκήνιο. Μέχρι το 2050, οι οικονομίες της Ινδονησίας και του Μεξικού προβλέπεται να είναι μεγαλύτερες από αυτές της Ιαπωνίας, της Γερμανίας, του Ηνωμένου Βασιλείου και της Γαλλίας, ενώ η οικονομία της Τουρκίας μπορεί να ξεπεράσει αυτήν της Ιταλίας. Σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη, το Βιετνάμ, η Ινδία και το Μπαγκλαντές πιθανόν να καταγράψουν τους γρηγορότερους ρυθμούς ανάπτυξης μέχρι το 2050, με μέσο όρο της τάξης του 5%.

Η Νιγηρία έχει κάθε δυνατότητα να μετακινηθεί οκτώ θέσεις προς τα πάνω στην κατάταξη του ΑΕΠ, φθάνοντας μέχρι το 2050 στη 14η θέση. Θα μπορέσει ωστόσο να το επιτύχει μόνο αν διαφοροποιήσει την οικονομία της, επιλέγοντας άλλες κατευθύνσεις πέραν του πετρελαίου και ενισχύοντας παράλληλα τους θεσμούς και τις υποδομές της.

Μεγάλες δυνατότητες παρουσιάζουν επίσης η Κολομβία και η Πολωνία, η οποίεςπροβλέπεται να αναδειχθούν ως οι μεγάλες οικονομίες με τη γρηγορότερη ανάπτυξη στις αντίστοιχες περιφέρειές τους, τη Λατινική Αμερική και την Ευρωπαϊκή Ένωση (παρά το ότι η Τουρκία αναμένεται να αναπτυχθεί με ακόμη γρηγορότερους ρυθμούς, αν θεωρήσει κανείς ότι υπάγεται στην Ευρώπη υπό την ευρύτερή της έννοια).

Μέσα εισοδήματα

Τα ευχάριστα νέα για τις προηγμένες οικονομίες του σήμερα είναι πως θα συνεχίσουν να απολαμβάνουν υψηλότερα μέσα εισοδήματα. Με πιθανή εξαίρεση την Ιταλία, όλες οι χώρες της ομάδας των G7 θα εξακολουθήσουν να έχουν το 2050 υψηλότερο κατά κεφαλή ΑΕΠ από την ομάδα των Ε7. Οι αναδυόμενες οικονομίες αναμένεται να μειώσουν σταδιακά τη διαφορά, ωστόσο η πλήρης σύγκλιση στα επίπεδα εισοδημάτων παγκοσμίως πιθανόν να επέλθει πολύ αργότερα από το 2050.

Η παγκόσμια ανάπτυξη προβλέπεται να επιβραδυνθεί

Οι οικονομολόγοι της PwC προβλέπουν ότι η παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη θα κυμανθεί κατά μέσο όρο στο 3,5% ετησίως μέχρι το 2020, ενώ θα καταγράψει επιβράδυνση της τάξης του 2,7% περίπου κατά τη δεκαετία του 2020, 2,5% τη δεκαετία του 2030 και 2,4% τη δεκαετία του 2040. Αυτό θα οφείλεται στη σημαντική μείωση του οικονομικά ενεργού πληθυσμού σε πολλές προηγμένες οικονομίες (και ενδεχομένως και σε κάποιες αναδυόμενες αγορές όπως η Κίνα). Ταυτόχρονα, οι ρυθμοί ανάπτυξης στις αναδυόμενες αγορές θα μετριαστούν καθώς οι εν λόγω οικονομίες θα ωριμάζουν και θα μειώνεται πλέον η δυνατότητα γρήγορης ανάπτυξης. Οι επιπτώσεις αυτές αναμένεται να είναι σημαντικότερες από τον αντίκτυπο της σταδιακής αύξησης του μεριδίου των αναδυόμενων οικονομιών στο παγκόσμιο ΑΕΠ, που θα είχε υπό διαφορετικές συνθήκες την τάση να ενισχύσει τη μέση παγκόσμια ανάπτυξη.

Προκλήσεις για τους φορείς χάραξης πολιτικής

Για να αξιοποιήσουν πλήρως τις μεγάλες δυνατότητές τους, οι αναδυόμενες οικονομίες θα πρέπει να προβούν σε συνεχείς και αποδοτικές επενδύσεις στην εκπαίδευση, στις υποδομές και στην τεχνολογία. Η πτώση της τιμής του πετρελαίου από τα μέσα του 2014 μέχρι τις αρχές του 2016 έχει αναδείξει τη σημασία μιας ουσιαστικότερης διαφοροποίησης των αναδυόμενων οικονομιών, με στόχο τη μακροπρόθεσμη βιώσιμη ανάπτυξη. Πίσω από όλ’αυτά βρίσκεται η ανάγκη για ανάπτυξη των πολιτικών, οικονομικών, νομικών και κοινωνικών θεσμών εντός των αναδυόμενων οικονομιών, ώστε να δοθούν κίνητρα για καινοτομία και επιχειρηματικότητα, δημιουργώντας έτσι ασφαλείς και σταθερές οικονομίες που ευνοούν την επιχειρηματική δραστηριότητα.

Σημαντικές ευκαιρίες για επιχειρήσεις

Η ανάπτυξη των αναδυόμενων αγορών θα δημιουργήσει πολλές ευκαιρίες για τις επιχειρήσεις, καθώς οι οικονομίες αυτές προχωρούν στην ανάπτυξη νέων κλάδων, συμμετέχουν στις παγκόσμιες αγορές και ο σχετικά νέος σε ηλικία πληθυσμός τους αποκτά μεγαλύτερο πλούτο. Θα αποτελέσουν πόλο έλξης τόσο για επιχειρηματική δραστηριότητα όσο και για εγκατάσταση, προσελκύοντας επενδύσεις και ταλέντο. Οι αναδυόμενες οικονομίες εξελίσσονται ραγδαία αλλά είναι πολλές φορές σχετικά ασταθείς. Ως εκ τούτου, οι εταιρείες θα χρειαστούν στρατηγικές λειτουργίας που συνδυάζουν ευελιξία και υπομονή ώστε να επιτύχουν στις αγορές αυτές. Μελέτες περιπτώσεων που περιλαμβάνονται στην έκθεση της PwC παρουσιάζουν τρόπους με τους οποίους οι επιχειρήσεις θα πρέπει να είναι διατεθειμένες να προσαρμόσουν το όνομα και την τοποθέτησή τους στην αγορά ώστε να ικανοποιήσουν διαφορετικές και συχνά πιο έντονες τοπικές προτιμήσεις. Η σε βάθος κατανόηση της τοπικής αγοράς και των καταναλωτών κρίνεται ζωτικής σημασίας και συχνά προϋποθέτει τη συνεργασία με τοπικούς εταίρους.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.com.cy

Επιχειρήσεις: Τελευταία Ενημέρωση