ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Υπόθεση Τράπεζας Κύπρου: Αρνήθηκε όλες τις κατηγορίες ο Ανδρέας Ηλιάδη

Ελλιπής και παραπλανητική θα ήταν ανακοίνωση για κεφαλαιακές ανάγκες €400 εκ. ανέφερε

ΚΥΠΕ

Την πεποίθησή του ότι η έκδοση ανακοίνωσης από πλευράς Τράπεζας Κύπρου στις 14 Ιουνίου 2012 ότι οι κεφαλαιακές της ανάγκες ήταν περίπου €400 εκατ. «θα ήταν λανθασμένη, ελλιπής και παραπλανητική» εξέφρασε ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Λευκωσίας ο τότε Διευθύνων Σύμβουλος του συγκροτήματος Ανδρέας Ηλιάδης αρνούμενος όλες τις κατηγορίες που του προσάπτονται, στο πλαίσιο της απολογίας του για την ποινική υπόθεση της Τράπεζας Κύπρου αναφορικά κυρίως με χειραγώγηση της αγοράς σε σχέση με το κεφαλαιακό έλλειμμα της τράπεζας.

Διαβάζοντας γραπτή δήλωσή του ο κ. Ηλιάδης ανέφερε ότι θα προσπαθήσει «να ρίξω με το δικό μου φακό όσο περισσότερο φως μπορώ στα τότε γεγονότα με μοναδικό γνώμονα την αλήθεια».

Για τον μάρτυρα κατηγορίας και ανώτερο λειτουργό της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Άλκη Πιερίδη εξέφρασε την άποψη ότι ούτε αντικειμενικός μάρτυρας αλλά ούτε και εμπειρογνώμονας και ότι η προσπάθειά του ήταν να προωθήσει την ορθότητα του αυθαίρετου, κατά τον κ. Ηλιάδη, πορίσματός του στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.

Ο Ανδρέας Ηλιάδης εξήγησε τη διαδικασία που ακολουθείτο από την τράπεζα με την σύγκληση μικρών επιτροπών αξιολόγησης (mini) του δανειστικού χαρτοφυλακίου, έπειτα επιτροπών που αφορούσαν την κάθε χώρα (midi) και εν τέλει της κεντρικής επιτροπής του συγκροτήματος (maxi).

Σύμφωνα με τον ίδιο οι αποφάσεις που λαμβάνονταν κατά τη διάρκεια των συνεδριών των επιτροπών midi δεν ήταν οριστικές αλλά οι εισηγήσεις προωθούνταν στην επιτροπή maxi ενώ πάντοτε ωσότου συνεδριάσει εν τέλει αυτή γίνονταν ενέργειες για βελτίωση με το αποτέλεσμα να αλλάζει προς το καλύτερο. Σε σχέση με τις προβλέψεις που εξετάζονταν διευκρίνισε ότι περίπου το 50% αφορούσαν την midi Κύπρου, το 30% της Ελλάδας και το υπόλοιπο τις άλλες χώρες, με αυτή τη σειρά σημασίας.

Μόνο μετά την απόφαση της επιτροπής maxi, υπήρχε αξιόπιστη εικόνα των προβλέψεων, ανέφερε και πρόσθεσε ότι τον χρόνο εκείνο λόγω της προθεσμίας της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών στο τέλος Ιουνίου, προγραμματίστηκε να γίνει η συνεδρία της Επιτροπής Maxi στις 26 Ιουνίου, νωρίτερα απ` ότι συνήθως.

Για τον πίνακα Χατζημιτσή που παρουσιάστηκε ενώπιον του ΔΣ στις 13 Ιουνίου 2012, ο κ. Ηλιάδης είπε ότι ήταν ο ίδιος πίνακας που ετοίμαζε συχνά και ο οποίος αποτελούσε τη μικρογραφία της άσκησης και τη βάση της συζήτησης στο ΔΣ. Έδειχνε, πρόσθεσε, το πλάνο ενεργειών και βοηθούσε όλους να έχουμε την ίδια εικόνα, για να ακουστούν απόψεις και να γίνει συζήτηση με στόχο το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Η ανακοίνωση σε εκείνο το στάδιο ότι οι κεφαλαιακές ανάγκες ανέρχονταν σε περίπου €400 εκατ. «θα ήταν λανθασμένη, ελλιπής και παραπλανητική». Τα ποσά σε εκείνο το στάδιο ήταν αβέβαια, υποστήριξε, προσθέτοντας ότι το ποσό των περίπου €400 εκατ. όπως συγκεκριμενοποιήθηκαν οι κατηγορίες ήταν απλώς ένα από τα πολλά ενδεχόμενα που είχαμε μπροστά μας.

Παράλληλα, ο κ. Ηλιάδης αρνήθηκε ότι κατά τη Γενική Συνέλευση του συγκροτήματος στις 19/6/2012 «απέκρυψα ή διέδωσα πληροφορίες για να παραπλανήσω τους μετόχους». Προς αυτό, επιχειρηματολόγησε ότι είχε στείλει την ομιλία του σε όλη τη διευθυντική πυραμίδα για σχόλια και μάλιστα ότι οι δύο τροποποιήσεις που έκανε βασίζονταν σε εισηγήσεις του κ. Χατζημιτσή. Ούτε και κατά τη διάρκεια των ερωτήσεων δεν έγινε αναφορά σε συγκεκριμένο ποσό, είπε, προσθέτοντας ότι ο λόγος ήταν γιατί το συγκεκριμένο ποσό ήταν άγνωστο και θα μπορούσε να αυξηθεί ή να μειωθεί. Στις 19/6/2012 δεν ήταν γνωστό το υπολειπόμενο ποσό ούτε και συγκεκριμένο, ανέφερε.

Ο κατηγορούμενος αναφέρθηκε και στις συναντήσεις που είχε ο ίδιος μαζί με άλλα μέλη του ΔΣ του συγκροτήματος της Τράπεζας Κύπρου με τον τότε Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας Πανίκο Δημητριάδη, παρουσία μεταξύ άλλων και του Σπύρου Σταυρινάκη, λέγοντας ότι σε αυτές είχαν παρατεθεί όλες οι ενέργειες της Τράπεζας και που βρίσκονταν ως προς τις απαιτήσεις της ΕΑΤ. Είπε επίσης, μεταξύ άλλων, ότι είχε παρακαλέσει το Διοικητή σε σχέση με τα ομόλογα ελληνικού δημοσίου ΟΕΔ να διευκρινιστεί από την ΕΑΤ αν σκόπευε να τα υπολογίσει στο πλαίσιο της άσκησης σε περίπτωση που αποφασιζόταν ότι υπήρχε ενεργός αγορά τους επειδή στους αρχικούς κανόνες που είχε εκδώσει δεν περιλαμβάνονταν. Ο Διοικητής, πρόσθεσε, ήμουν σίγουρος ότι κατανόησε το θέμα γιατί μας είπε ότι «οι κανόνες του παιχνιδιού δεν πρέπει να αλλάζουν».

Αναφορικά με την πώληση των ασφαλιστικών εταιρειών του ομίλου ο κ. Ηλιάδης είπε ότι αυτή είχε αποφασιστεί από το ΔΣ, ότι με την πώληση των ασφαλιστικών θα ενισχυόταν ουσιαστικά το έλλειμμα της τράπεζας, καθώς και ότι η πώληση είναι πρακτική που ακολούθησαν οι πλείστες τράπεζες του εξωτερικού. Ανέφερε ακόμη ότι o τότε Γενικός Οικονομικός Διευθυντής του συγκροτήματος τον είχε ενημερώσει ότι η εταιρεία Nest ενδιαφερόταν για τις ασφαλιστικές και ότι ο ίδιος τηλεφώνησε στον ιδιοκτήτη της, ο οποίος επιβεβαίωσε το ενδιαφέρον και ότι ήθελαν να έχουν απευθείας διαπραγματεύσεις με την τράπεζα. Πρόσθεσε ότι όταν στις 15/6 συνεδρίασε η ad hoc επιτροπή για το θέμα των ασφαλειών ο ίδιος γνωρίζοντας προσωπικά το έντονο ενδιαφέρον της εταιρείας εκείνης, τοποθετήθηκε υπέρ της απευθείας διαπραγμάτευσης. Κυπρής και Χατζημιτσής διαφώνησαν, ανέφερε, για να προσθέσει ότι «δεν μπόρεσα να τους πείσω να αλλάξουν θέση».

Η υπόθεση βρίσκεται στο στάδιο της απολογίας των κατηγορουμένων. Εκτός από την Τράπεζα Κύπρου ως νομικό πρόσωπο και τον κ. Ηλιάδη, κατηγορούμενοι στην υπόθεση είναι επίσης οι, Θεόδωρος Αριστοδήμου, Αντρέας Αρτέμης, Ανδρέας Ηλιάδης, Γιάννης Πεχλιβανίδης και Γιάννης Κυπρή. Μέχρι στιγμής έχουν ολοκληρωθεί οι απολογίες των Αντρέα Αρτέμη και Θεόδωρου Αριστοδήμου.

Η υπόθεση είναι ορισμένη επίσης για ακρόαση κατά τις ημερομηνίες 20/2, 21/2, 22/2, 2/3. 3/3, 7/3 και 9/3 στις 9 το πρωί.

Το Κακουργιοδικείο με ενδιάμεση απόφαση του στις 27 Απριλίου 2016 έκρινε ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον των κατηγορουμένων, καλώντας τους σε απολογία.

Να σημειωθεί ότι το Δικαστήριο είχε απαλλάξει τους κατηγορούμενους από την κατηγορία της συνωμοσίας για την οποία το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν έχει καταδειχθεί εκ πρώτης όψεως υπόθεση.

Για όλους τους κατηγορούμενους ισχύει το τεκμήριο της αθωότητας καθ’ όλη της διάρκεια της δίκης, μέχρι αποδείξεως της ενοχής τους πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.

Άλλα άρθρα συγγραφέα

ΚΥΠΕ

Οικονομία: Τελευταία Ενημέρωση