ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Τι θα πει ο κόσμος; Πάντα κάτι έχει να πει!

Η φαρσοκωμωδία βρήκε τον μάστορά της στην παράσταση των Αντι-Δρώντων

Του Απόστολου Κουρουπάκη

Του Απόστολου Κουρουπάκη

kouroupakisa@kathimerini.com.cy

Η θεατρική ομάδα Αντι-δρώντες ανέβασαν τη δεύτερή τους θεατρική παράσταση, το έργο του Γάλλου συγγραφέα Ζωρζ Φεντώ, «Ξενοδοχείο ο Παράδεισος». Θα πρέπει να πω ότι ο θίασος αποτελείται κατά κύριο λόγο από ερασιτέχνες ηθοποιούς, οι οποίοι μάλλον θέλγονται από τη θεατρική δράση περισσότερο και από επαγγελματίες ηθοποιούς. Το κέφι των ηθοποιών αυτών για μία καλή παράσταση νιώθω ότι πραγματικά λειτούργησε καταλυτικά για την παράσταση, αφού αυτοί οι ερασιτέχνες ηθοποιοί, υπό την καθοδήγηση του σκηνοθέτη Βασίλη Χατζηστυλλή έδωσαν όλον τους τον εαυτό για να παρουσιάσουν στους θεατές ένα άρτιο αποτέλεσμα.

Ο Ζωρζ Φεντώ γνωστός για τις φαρσοκωμωδίες του και για την αιχμηρή πένα του καταπιάστηκε με θέματα από την αστική ζωή, έδινε την εικόνα της κοινωνίας και τις αγκυλώσεις της με έξυπνο τρόπο, θίγοντας πολλά κακώς κείμενα της εποχής του. Αυτό ακριβώς αφουγκράστηκαν και στους Αντι-Δρώντες και παρουσίασαν στο θεατρόφιλο κοινό μία εξαιρετική παράσταση.

Ο Βασίλης Χατζηστυλλής, ο σκηνοθέτης της παράστασης, όχι μόνο κατάφερε να δώσει με τη θεατρική δράση ακριβώς αυτό που και ο συγγραφέας ήθελε να πει, ότι οι άνθρωποι σε πολλές εκφάνσεις της ζωής του δεν είναι αυτόνομος, δεν συμπεριφέρεται σύμφωνα με τις ανάγκες του, αλλά καθοδηγείται από αόρατους μαριονετίστες. Πώς το έδωσε ο σκηνοθέτης αυτό στο κοινό του; Με έναν πολύ ευρηματικό τρόπο, βάζοντας τον συγγραφέα στο σκηνικό, ζωντανεύοντας τον Ζωρζ Φεντώ, ο οποίος κινεί τα νήματα, δηλαδή τους ηθοποιούς, λειτουργεί ως το υποσυνείδητό τους, λέγοντας αυτά που θα ήθελαν να πουν, αλλά δεν τολμούν. Πραγματικά το κατάφερε άριστα να εισαγάγει έναν χαρακτήρα, έναν οιονεί ρόλο, που δεν κούραζε, έδειχνε κατά κάποιο τρόπο προς τα πού πρέπει να στραφεί ο θεατής, χωρίς να τον αποπροσανατολίζει, που είναι και το σημαντικότερο. Μία σκηνοθετική ματιά φρέσκια, ευρηματική, χωρίς ίχνος υπερβολής.
Η διανομή των ρόλων κομμένη και ραμμένη στον καθένα, όλοι επί σκηνής λειτουργούσαν όπως έπρεπε, συντονισμένα, και ακόμη και σε κάποιες περιπτώσεις λαθών, κατάφερναν να το διορθώνουν αστραπιαία. Μπορεί κάποιες ερμηνείες να ήταν πιο αδύναμες από άλλες, λογικό και αναμενόμενο από μη επαγγελματίες ηθοποιούς, αλλά αυτές οι λιγότερες έντονες ερμηνείες δεν χαλούσαν το όλον, ούτε υπερτόνιζαν τις καλές, διότι οι εξαιρετικές ερμηνείες του Κώστα Σταύρου ως Μπενουά Περλέ και του Ανδρέα Πατσιά ως Μαξίμ ξεχώριζαν από μόνες τους, δεν ήταν επιτηδευμένες, ήταν μεράκι, ήταν θεατρικό παιχνίδι.

Η παράσταση εμπλουτιζόταν από όμορφα, λιτά σκηνικά, που ίσως όμως θα έπρεπε να ήταν πιο λειτουργικά τοποθετημένα, ώστε να αποφεύγονται περιττές κινήσεις των ηθοποιών. Τα κοστούμια έδιναν τη σωστή εικόνα της εποχής, και η μουσική επένδυση δεν είχε τίποτε το βαρύ ή το αταίριαστο. Πολύ όμορφα τα ιντερλούδια, που έντυναν όμορφα την εναλλαγή των πράξεων.
Καταληκτικά, το «Ξενοδοχείο ο Παράδεισος» ήταν μία έξοχη παράσταση με όλα τα στοιχεία της φαρσοκωμωδίας να έχουν βγει στη σκηνή, χωρίς αχρείαστες φωνές και κραυγές, χωρίς περιττά πέρα-δώθε, χωρίς φτιασίδια και μανιέρες. Βασικά, αυτό είναι το θέατρο που αγαπώ, αυτό που συνδυάζει τη θεατρική πράξη με το μεράκι και τον «ερασιτεχνικό» επαγγελματισμό.

ΥΓ. Το κοινό, αχ αυτό το κοινό, λίγο πιο εκπαιδευμένο να ήταν…

Θέατρο-Χορός: Τελευταία Ενημέρωση

X