ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Δύσκολοι καιροί για επένδυση σε τράπεζες

Μειωμένα κέρδη, αρκετή εποπτική πίεση και μικρό παράθυρο ώστε τα αποτελέσματα να έχουν θετικό πρόσημο

Του Παναγιώτη Ρουγκάλα

Του Παναγιώτη Ρουγκάλα

Η τραπεζική βιομηχανία βιώνει τη χειρότερή της περίοδο παγκοσμίως όσον αφορά στα κέρδη. Το επενδυτικό ενδιαφέρον έχει στραφεί σε άλλες αγορές, όπως αυτή του real estate, του τουρισμού και της τεχνολογίας, αφού έχει μπει ένα «στοπ» στην επικερδότητα των τραπεζών ιδίως μετά την «Lehman Brothers» εποχή. Αξίζει να σημειωθεί ότι ακόμα και τα λιγοστά κέρδη που παρουσιάζουν πλέον οι τράπεζες χρησιμοποιούνται σε εποπτικές απαιτήσεις, όπως για παράδειγμα την αύξηση των προβλέψεων για τα Μη Εξυπηρετούμενα Δάνειά τους, ή την τεχνολογική αναβάθμισή τους. Η τεχνολογική αναβάθμιση εξάλλου βρίσκεται πολύ ψηλά στην τραπεζική ατζέντα και κρίνεται ως σημείο καμπής για τη συνέχιση ακόμα και της ύπαρξής τους. Παγκοσμίως παρουσιάζεται λοιπόν μειωμένο επενδυτικό τραπεζικό ενδιαφέρον, πόσω μάλλον η Κύπρος που μέχρι πριν από μερικούς μήνες δεν βρισκόταν καν σε επενδυτική βαθμίδα. Οι επενδυτικές ζυμώσεις ήρθαν ενώ λάμβανε χώρα το κλείσιμο μίας τράπεζας και η ενίσχυση μίας άλλης, με βασική προϋπόθεση να λάμβανε η δεύτερη μόνο τα καλά στοιχεία της πρώτης. Είναι η μόνη περίπτωση που η Κύπρος έσπασε τον κανόνα και πράγματι βρέθηκαν στην Κύπρο αρκετοί αμερικανοί επενδυτές, τα λεγόμενα επενδυτικά ταμεία. Εκείνα ήταν πρόθυμα να αποτελέσουν ένα μέρος της όλης επένδυσης – συναλλαγής που έγινε μεταξύ Συνεργατικής Κυπριακής Τράπεζας και Ελληνικής Τράπεζας, αφού για ένα τόσο μικρό ποσό που έβαλαν έκαστος (50 εκατομμύρια ευρώ), διέβλεψαν πως θα υπάρξει απόδοση. Εάν εξαιρέσουμε το αποτέλεσμα του εννιαμήνου της Ελληνικής της προηγούμενης Τετάρτης, που παρουσίασε κέρδη σχεδόν 300 εκατ. ευρώ, τα τραπεζικά αποτελέσματα των τριών –πλέον δύο- μεγάλων τραπεζών μέχρι και τα τέλη του 2017 ήταν ζημιογόνα για αρκετά χρόνια.

Την πιο πάνω θέση ενισχύει και με στατιστικά στοιχεία η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών. Ο μέσος όρος των τραπεζών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, από τις 120 και πλέον που εποπτεύει η Αρχή για την επιστροφή κέρδους (RoE), τον Ιούνιο του 2018 ανήλθε στο 7,2%. Το ίδιο ποσοστό είχε και για τον Ιούνιο του 2017 και κατά την τελευταία της έκθεση. Σημειώνει πως τα αποτελέσματα των τραπεζών επιτέλους αρχίζουν να έχουν θετικό πρόσημο, αλλά δεν γνωρίζει κατά πόσο ακόμα θα συνεχιστεί ένεκα του επιχειρηματικού μοντέλου που παρουσιάζουν. Σχολιάζει δε, πως οι περισσότερες τράπεζες εκτιμούν ότι μπορούν να λειτουργήσουν για τα επόμενα χρόνια με αποδόσεις (RoE) της τάξης του 10%, με την Αρχή όμως να υπογραμμίζει ότι σταθερές και βιώσιμες τράπεζες δεν μπορεί να είναι τράπεζες που έχουν κάτω από 10% στο δείκτη Απόδοσης – Επικερδότητας (RoE). Πρόσθετα, η Αρχή σχολιάζει και τα έσοδα των τραπεζών. Σύμφωνα με το δείκτη Net Interest Margin (NIΜ), δηλαδή ο δείκτης καθαρών εσόδων από τόκους συνέχισε να «πέφτει» και στο πρώτο εξάμηνο του 2018, περίοδο που η ίδια η Αρχή σχολίασε πως τα δεδομένα για την τραπεζική βιομηχανία φαίνονται καλύτερα. Τα καθαρά έσοδα από τόκους (NIΜ) είναι η διαφορά μεταξύ των εσόδων από τα τοκοφόρα περιουσιακά στοιχεία και του κόστους εξυπηρέτησης. Τα στοιχεία δείχνουν πως το NIΜ μειώθηκε κατά 1% σε σχέση με το πρώτο εξάμηνο του 2017 και ήταν και 3 με 4% κάτω από τον μέσο ευρωπαϊκό τραπεζικό όρο των τελευταίων τεσσάρων ετών.

Ταυτόχρονα, τον Ιούνιο του 2018 τα ίδια στοιχεία έδειξαν πως το Net Interest Margin (NIM), δηλαδή το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο που είναι το μέτρο της διαφοράς μεταξύ των εσόδων από τόκους που παράγονται από τράπεζες και του ποσού των τόκων που καταβάλλονται στους δανειστές τους (δηλαδή καταθέσεις), σε σχέση με το ποσό των τόκων που απολαμβάνουν από τα περιουσιακά τους στοιχεία, έφτασε το χαμηλό 1,44%. Έχει μειωθεί κατά 0,7% από τον Ιούνιο του 2017 αναφέρει χαρακτηριστικά, και δεν συνάδει με το ποσό των τόκων που αποδίδουν τα περιουσιακά τους στοιχεία τα οποία, σημειωτέον, έχουν αυξηθεί κατά 1,4% την ίδια περίοδο. «Μία από τις βασικές προκλήσεις για τις τράπεζες τα τελευταία χρόνια είναι η αύξηση των εσόδων, αλλά και η δημιουργία εισοδήματος για την υποστήριξη επενδύσεων στην τεχνολογία και την ανάπτυξη είναι ζωτικής σημασίας για να έχουν μια μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα», υπογραμμίζει η Αρχή. Το συνολικό λειτουργικό εισόδημα ήταν 3% τον Ιούνιο του 2018 στις τράπεζες που εποπτεύει η Αρχή (εντός της Αρχής οι τέσσερις, πλέον τρεις συστημικές τράπεζες της Κύπρου), κάτω από το εισόδημα που δημιουργήθηκε κατά την ίδια περίοδο του 2017 και σχεδόν 5% κάτω από το μέσο όρο της τελευταίας τετραετίας.

 

Στο 2,61% το περιθώριο

Από τον Δεκέμβριο του 2017, ο μέσος όρος του καθαρού επιτοκιακού περιθωρίου ήταν στο 2,61%, δηλαδή βάσει των στοιχείων 15 μονάδες βάσης χαμηλότερο από το 2017. Η τάση της μείωσης, αναφέρουν ίδιες οι τράπεζες, αναμένεται να συνεχιστεί και να φτάσει περίπου στο 2,5%, ενώ θα δεχθούν και έντονες πιέσεις από το MREL.

Παρόλο που η επένδυση της Ελληνικής Τράπεζας με την Συνεργατική απέδωσε όπως έδειξαν και τα αποτελέσματα του εννιαμήνου, δέχεται και αυτή πιέσεις, όπως όλες άλλωστε. Τα καθαρά έσοδα από τόκους για την εννιαμηνία που έληξε στις 30 Σεπτεμβρίου 2018 ανήλθαν σε €103,8 εκατ., αυξημένα κατά 5% σε σχέση με €99,2 εκατ. την εννιαμηνία που έληξε στις 30 Σεπτεμβρίου 2017 κυρίως ως αποτέλεσμα της επίδρασης της απόκτησης. Τα καθαρά έσοδα από τόκους για την 3η τριμηνία του 2018 ύψους €46,1 εκατ. ήταν αυξημένα κατά 63% σε σύγκριση με €28,4 εκατ. τη 2η τριμηνία του 2018. Το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο του Ομίλου για την εννιαμηνία που έληξε στις 30 Σεπτεμβρίου 2018 ανήλθε στο 1,93% (εννιαμηνία που έληξε στις 30 Σεπτεμβρίου 2017: 2,04%).

Το σύνολο των μη επιτοκιακών εσόδων για την εννιαμηνία που έληξε στις 30 Σεπτεμβρίου 2018 ανήλθε στα €78 εκατ. σημειώνοντας μείωση 5% σε σχέση με €81,8 εκατ. την εννιαμηνία που έληξε στις 30 Σεπτεμβρίου 2017. Η πτώση οφειλόταν κυρίως λόγω της μείωσης των άλλων εσόδων, η οποία αντισταθμίζει την αύξηση στα καθαρά κέρδη από διάθεση και επανεκτίμηση συναλλάγματος και χρηματοοικονομικών στοιχείων, σημειώνει η ίδια. Τα καθαρά κέρδη από διάθεση και επανεκτίμηση συναλλάγματος και χρηματοοικονομικών στοιχείων την εννιαμηνία που έληξε στις 30 Σεπτεμβρίου 2018 ήταν €25,4 εκατ., αυξημένα κατά 150% σε σχέση με την εννιαμηνία που έληξε στις 30 Σεπτεμβρίου 2017, κυρίως λόγω του κέρδους ύψους €18,3 εκατ. από την πώληση Κυπριακών Κυβερνητικών Ομολόγων (ΚΚΟ) κατά τη διάρκεια της 1ης τριμηνίας του 2018. Τα άλλα έσοδα για την εννιαμηνία που έληξε στις 30 Σεπτεμβρίου 2018 ήταν €20,8 εκατ., μειωμένα κατά 46% σε σύγκριση με €38,4 εκατ. για την εννιαμηνία που έληξε στις 30 Σεπτεμβρίου 2017 κυρίως λόγω του κέρδους ύψους €19 εκατ. από την πώληση των δραστηριοτήτων της Μονάδας Διαχείρισης Καθυστερήσεων της Τράπεζας στην APS Cyprus τον Ιούνιο του 2017. Τέλος, το σύνολο των μη επιτοκιακών εσόδων την 3η τριμηνία του 2018 ήταν €20,9 εκατ. και σε σύγκριση με €19,3 εκατ. τη 2η τριμηνία του 2018, δηλαδή σημείωσε αύξηση 8%.

Πίεση και στην Κύπρου

Στην Τράπεζα Κύπρου τα καθαρά έσοδα από τόκους και το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο για το εννιάμηνο 2018 ανήλθαν σε €340 εκατ. και 2,51% αντίστοιχα, πριν την κατηγοριοποίηση του χαρτοφυλακίου Helix, ως ομάδα εκποίησης που κατέχεται προς πώληση. Τα καθαρά έσοδα από τόκους μειώθηκαν κατά 20% από €426 εκατ. την αντίστοιχη περίοδο κατά το προηγούμενο έτος και η μείωση 76 μ.β. στο καθαρό επιτοκιακό περιθώριο σε ετήσια βάση, αντικατοπτρίζει τον χαμηλότερο όγκο δανείων, την πίεση στα δανειστικά επιτόκια και το κόστος συμμόρφωσης με τις ελάχιστες απαιτήσεις προληπτικής ρευστότητας. Τα καθαρά έσοδα από τόκους για το γ’ τρίμηνο 2018 ανήλθαν σε €113 εκατ., στα ίδια επίπεδα με το β’ τρίμηνο 2018 και το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο για το γ’ τρίμηνο 2018 ήταν 2,47%, μειωμένο κατά 7 μ.β. από 2,54%, στην ίδια βάση, αντικατοπτρίζοντας μεταβολή στον μέσο τριμηνιαίο όρο των τοκοφόρων περιουσιακών στοιχείων για το γ’ τρίμηνο 2018.

Ο μέσος όρος των τοκοφόρων περιουσιακών στοιχείων για το εννιάμηνο 2018 ανήλθε σε €18,109 εκατ., πριν την κατηγοριοποίηση του χαρτοφυλακίου Helix ως ομάδα εκποίησης που κατέχεται προς πώληση, αυξημένος κατά 4% σε ετήσια βάση. Ο μέσος όρος των τοκοφόρων περιουσιακών στοιχείων για το γ’ τρίμηνο 2018 ανήλθε σε €18,236 εκατ. στην ίδια βάση, αυξημένος κατά 2% σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο.

Τέλος, τα μη επιτοκιακά έσοδα για το εννιάμηνο 2018 ανήλθαν σε €246 εκατ., αυξημένα κατά 5% σε ετήσια βάση, αποτελούμενα κυρίως από καθαρά έσοδα από δικαιώματα και προμήθειες ύψους €123 εκατ., καθαρά κέρδη από διαπραγμάτευση συναλλάγματος και καθαρά κέρδη από συναλλαγές με χρηματοοικονομικά μέσα και απώλεια ελέγχου/διάλυση θυγατρικών και πώληση συγγενών εταιριών ύψους €52 εκατ., καθαρά έσοδα από ασφαλιστικές δραστηριότητες ύψους €38 εκατ. και καθαρά κέρδη από επανεκτίμηση και πώληση επενδύσεων σε ακίνητα και πώληση αποθεμάτων ακινήτων ύψους €16 εκατ.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Παναγιώτη Ρουγκάλα

Οικονομία: Τελευταία Ενημέρωση

X