ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Οι χαμένοι πληρώνουν

Το Κυπριακό είτε το θέλουμε είτε όχι θα ορίζει τις ζωές μας όσο μένει άλυτο ή καλύτερα αρρύθμιστο. Η ανασφάλεια με την οποία περιβάλλεται η ευρωπαϊκή Κύπρος λόγω του γεγονότος ότι είναι ανοικτό το πολιτικό μας πρόβλημα είναι κοινός τόπος ότι αποτρέπει τις όποιες μεγάλες επενδύσεις στον τόπο μας, ο οποίος ως προγεφύρωμα της Ε.Ε. στο μαλακό υπογάστριο της Μέσης Ανατολής θα έπρεπε υπό κανονικάς συνθήκας να προσελκύει τις μεγάλες επενδύσεις όπως η γύρη τις μέλισσες. Από την άλλη, είναι δίκαιο ότι λύση διζωνικής ομοσπονδίας αντιβαίνει ενδεχομένως στην ουσία της το ευρωπαϊκό κεκτημένο και όσοι επιμένουν ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν θα εφαρμόζονται πλήρως δεν έχουν κι άδικο. Ωστόσο, πόσο πιο δίκαιο είναι να παραμένει η πατρίδα μας μοιρασμένη, παρά να επιστρέψει ένα τμήμα των προσφύγων και οι άλλοι να αποζημιωθούν για τις περιουσίες που έχασαν;

Πρέπει να διερωτηθούμε, επίσης, γιατί η Τουρκία, στην παρούσα συγκυρία παρουσιάζεται έτοιμη να πάει σε μία λύση, ενώ τα προηγούμενα 41 χρόνια εμπόδιζε κάτι τέτοιο να συμβεί; Η απάντηση είναι απλή. Διότι τώρα θεωρεί ότι είναι η πιο κατάλληλη ώρα να κεφαλαιοποιήσει όσα πέτυχε με την εισβολή και την παρέλευση 41 ετών. Η Τουρκία ξέρει πολύ καλά ότι εμείς είμαστε οι ηττημένοι ενός πολέμου, όσο άδικος κι αν ήταν αυτός. Κι όταν λέω «εμείς», εννοώ Ελληνοκυπρίους και Τουρκοκυπρίους. Οι τελευταίοι, μάλιστα, βίωσαν στην πλειοψηφία τους την κατοχή στο πετσί τους τέσσερις δεκαετίες. Τώρα, λοιπόν, η Άγκυρα κρίνει ότι θα πρέπει να κεφαλαιοποιήσει και για να αποσύρει τα στρατεύματα της θα πρέπει να πάρει από τους ηττημένους ανταλλάγματα. Θα πρέπει να πληρώσουμε τον λογαριασμό άσχετα με το πόσο φταίμε εμείς, που φταίμε, άμα θυμηθούμε την προ του ’74 εποχή, και πόσο φταίνε οι πρώην αποικιοκράτες.

Η Τουρκία, λοιπόν, με όλα τα τριγύρω μέτωπα ανοικτά, προσδοκά στη συνδρομή των Αμερικανών έτσι ώστε να μην απολέσει ερείσματα και εδάφη από την κρίση στην περιοχή, αλλά και να γίνει εταίρος στο παιχνίδι των υδρογονανθράκων στη Λεκάνη της Λεβαντίνης. Παράλληλα, θέλει να αποκτήσει και ένα ευρωπαϊκό πρόσωπο που θα το κατορθώσει μόνο μέσω Βρυξελλών, από τις οποίες έχει να παίρνει ήδη μερικά δισεκατομμύρια ευρώ για το γεγονός ότι αποτελεί ανάχωμα για τους πρόσφυγες που η Ευρώπη και ιδιαίτερα η Γερμανία δεν τους θέλει πια ούτε ζωγραφιστούς. Ποιες είναι, λοιπόν, οι κόκκινες γραμμές της τουρκικής πλευράς στο Κυπριακό; Τουτέστιν, τι θέλει να πάρει για να συναινέσει σε μία λύση; Θέλει μία τ/κ πολιτεία, στο πλαίσιο μιας διζωνικής ομοσπονδίας που θα είναι και μέλος της Ε.Ε., την οποία με τον ένα ή τον άλλον τρόπο θα εγγυάται. Δηλαδή, θέλει έναν βραχίονα στην Ε.Ε. Αυτός είναι ο λογαριασμός κι αυτόν καλούμαστε να διαχειριστούμε. Πρέπει, λοιπόν, γνωρίζοντας ότι οι χαμένοι πληρώνουν και αν δεν πληρώσουν δεν ξεχρεώνουν, να αποφασίσουμε αν θέλουμε λύση ή αν προτιμούμε να ρισκάρουμε αυτό που ο Ερντογάν μάς προειδοποιεί ότι θα γίνει αν δεν λυθεί το Κυπριακό το 2016: «διαφορετικά, οι δύο πλευρές θα πρέπει να εστιάσουν την προσοχή τους σε εναλλακτικές στρατηγικές, ακόμη και σε μία λύση δύο κρατών».