ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Το 1989 ήταν η αρχή

Του Νίκου Κωνσταντάρα

Του Νίκου Κωνσταντάρα

konstandaras@kathimerini.gr

Η επέτειος της πτώσης του Τείχους του Βερολίνου, στις 9 Νοεμβρίου 1989, αποκτά μεγαλύτερη σημασία κάθε χρόνο. Οταν κατέρρευσε το Σιδηρούν Παραπέτασμα ελευθερώθηκαν ρεύματα που ακόμη διαμορφώνουν την εποχή και επηρεάζουν την καθημερινότητά μας. Το 1989 δεν σηματοδότησε την αρχή της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας ούτε την επιτάχυνση της οικολογικής καταστροφής. Αυτές οι δυναμικές είχαν αρχίσει νωρίτερα. Το 1989 σήμανε κυρίως πολιτικές αλλαγές, οι οποίες θα μπορούσαν να είχαν οδηγήσει στην καλύτερη διαχείριση των προβλημάτων του πλανήτη. Είναι δύσκολο και πρόωρο να αποτιμήσουμε εάν οι επιπτώσεις ήταν στο σύνολό τους θετικές ή αρνητικές· για τη χώρα μας, εκείνη η χρονιά άνοιξε ένα δύσκολο νέο κεφάλαιο, που μας προσέφερε πολλές ευκαιρίες, αλλά και μας εξέθεσε σε νέους κινδύνους.

Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου βρήκε την Ελλάδα στην πλευρά των νικητών, η μόνη χώρα των Βαλκανίων που ήταν μέλος και της Ευρωπαϊκής Ενωσης και του ΝΑΤΟ. Το επίπεδο ζωής των Ελλήνων έμοιαζε άπιαστο όνειρο για τους γείτονές μας, συμπεριλαμβανομένης της στρατιωτικά ισχυρής Τουρκίας.

Σε λίγα χρόνια, όμως, η Ελλάδα είχε σπαταλήσει τα πλεονεκτήματά της. Το 1989 και για αρκετά χρόνια ταραζόταν από πολιτική αβεβαιότητα – είχε πέσει το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου εν μέσω σκανδάλων, αλλά το εκλογικό σύστημα δεν επέτρεπε στη Νέα Δημοκρατία του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση, παρότι πρώτο κόμμα, και προσπαθούσε να κυβερνήσει με άλλα κόμματα, σε χώρα χωρίς παράδοση κυβερνήσεων συνεργασίας. Η αστάθεια, καθώς και τα μίση και πάθη που κυριαρχούσαν λόγω της δίωξης του Παπανδρέου και στελεχών του από κυβέρνηση που ένωνε τη Νέα Δημοκρατία με τον Συνασπισμό (στον οποίο συμμετείχε το ΚΚΕ), παρέσυραν την Ελλάδα σε αδιέξοδα. Αντί να αδράξει την ευκαιρία να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στα Βαλκάνια, έγινε μέρος του προβλήματος.

Η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας επανέφερε στο προσκήνιο το μακεδονικό ζήτημα, με τον έκδηλο αλυτρωτισμό των Σκοπίων να προκαλεί αντίδραση στην Ελλάδα, οδηγώντας τη χώρα σε μια περιπέτεια που δεν έχει τελειώσει. Η Ελλάδα κατανάλωνε διπλωματικό κεφάλαιο στην αντιπαλότητα με τα Σκόπια και στην παραδοσιακή συμπάθεια των Ελλήνων για το καθεστώς Μιλόσεβιτς, αντί να αναπτύσσει νέες σχέσεις με την παραδοσιακή της βαλκανική ενδοχώρα.

Η πτώση του Τείχους οδήγησε στην επανένωση της Γερμανίας και στην προσπάθεια των άλλων χωρών-μελών του ευρωπαϊκού εγχειρήματος να «δέσουν» τη Γερμανία μέσω ισχυρότερης οικονομικής ένωσης. Το αποτέλεσμα ήταν το κοινό νόμισμα, το ευρώ. Η επανένωση της Γερμανίας και η ελληνική συμμετοχή στην ομάδα των χωρών που υιοθέτησαν το ευρώ έφεραν πολλά καλά στην Ελλάδα, όμως η σπατάλη χρημάτων και ευκαιριών οδήγησε και στην κρίση την οποία βιώνουμε σήμερα. Η τραγωδία είναι ότι η Ελλάδα όχι μόνο δεν εκμεταλλεύτηκε τις ευκαιρίες να γίνει ηγέτιδα δύναμη στα Βαλκάνια, αλλά την ίδια ώρα χώρες του πρώην Συμφώνου της Βαρσοβίας έγιναν μέλη του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε. και χάσαμε και αυτό το πλεονέκτημα. Οι εθνικισμοί που ελευθερώθηκαν, που πρώτα βασάνισαν και διέλυσαν τη Γιουγκοσλαβία, εμφανίστηκαν σε πολλές άλλες χώρες, της ηπείρου και όχι μόνο του πρώην ανατολικού μπλοκ. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την Ε.Ε. σήμερα είναι η επιμονή χωρών-μελών να θέτουν το εθνικό συμφέρον πάνω από το ευρωπαϊκό. Το 1989 έπαιξε σημαντικό ρόλο σε αυτό.

Στην Ελλάδα, ο έντονος λαϊκισμός, από Δεξιά και Αριστερά, εμπόδιζε τον εκσυγχρονισμό της χώρας και τη λύση προβλημάτων. Ο Μητσοτάκης προσπαθούσε να αλλάξει τη χώρα και να λύσει το μακεδονικό ζήτημα, με πλειοψηφία μόλις μιας έδρας, με αντάρτικο εντός του κόμματός του και με ένα ζωηρό και ανένδοτο ΠΑΣΟΚ αντίπαλο στους δρόμους και στη Βουλή. Με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, η Ελλάδα έχασε σε σημαντικό βαθμό και τη γεωπολιτική σημασία της για τις ΗΠΑ και, συνεπώς, το ενδιαφέρον του πάτρωνα που είχε τις προηγούμενες τέσσερις δεκαετίες. Η ένταξη στην ενωμένη Ευρώπη εξασφάλισε το μεγαλύτερο απρόσκοπτο διάστημα ασφάλειας και ευημερίας που γνώρισε το ελληνικό κράτος. Η αδυναμία, όμως, να χρησιμοποιηθεί επαρκώς αυτή η ευκαιρία για να εκσυγχρονιστεί η χώρα οδήγησε στην κρίση και στη νέα εξάρτηση από εταίρους – αυτήν τη φορά από την Ευρώπη. Πάλι η αδυναμία και η εσωστρέφεια εμποδίζουν την Ελλάδα από συμμετοχή στην αναζήτηση λύσεων την ώρα που όλα είναι ρευστά, που τίποτα δεν είναι δεδομένο.

Η έλλειψη σοβαρού αντιπάλου οδήγησε τη Δύση σε καθησυχασμό και σοβαρό υπαρξιακό πρόβλημα. Οι επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης και της μαζικής μετανάστευσης, η πρόκληση της διεθνούς τρομοκρατίας, η κλιματική αλλαγή κ.ά. απαιτούν ευρύτερη διακρατική συνεργασία επειδή καμία χώρα δεν τα καταφέρνει μόνη, αλλά την ίδια ώρα ενθαρρύνει τον εθνικισμό και την ένταση μεταξύ χωρών. Εως και οι ΗΠΑ ενέδωσαν στον πειρασμό να εκλέξουν πρόεδρο έναν άνθρωπο που δηλώνει «Πρώτα η Αμερική» και δεν νοιάζεται για το διεθνές σύστημα διακυβέρνησης που η δική του χώρα επέλεξε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Χωρίς ιδεολογικό αντίπαλο, οι χώρες της Δύσης «αφομοίωσαν» τις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ, άνοιξαν σύνορα στην Ευρώπη και αλλού, επέβαλαν κανόνες χωρίς ουσιαστικό σχέδιο. Ολέθριο λάθος. Επειδή το 1989 δεν τελείωνε η Ιστορία – άρχιζε το Μέλλον.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Νίκου Κωνσταντάρα

Νίκος Κωνσταντάρας: Τελευταία Ενημέρωση

X