ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Covid - 19: Προς ένα ιδεολογικό οξύμωρο;

Μια κρίση χωρίς συγκριτικό προηγούμενο

Kathimerini.com.cy

info@kathimerini.com.cy

*Χαράλαμπος Γ. Προύντζος

Είναι σαφές ότι η πανδημία του κορωναιού συνιστά μια ιστορική τομή. Είναι ένα ακραίο παγκόσμιο γεγονός, μια κρίση υγείας που μετεξελίσσεται ραγδαία σε οικονομική κρίση μιας άγνωστης μορφής και διάρκειας. Ουδέποτε στο παρελθόν, αντιμετώπισε η ανθρωπότητα μια τέτοια ταυτόχρονη, ασύμμετρη απειλή.


Πολλοί αναφέρουν ως συγκριτικό παράδειγμα τις περιόδους των δύο παγκόσμιων πολέμων. Αυτό είναι μερικώς αληθές εντούτοις, υπάρχουν πολλές ειδοποιές διαφορές που καθιστούν την κρίση αυτή εντελώς διακριτή και εν πολλοίς χωρίς προηγούμενο.
Μια σημαντική ομοιότητα είναι η ραγδαία παγκόσμια μείωση της οικονομικής δραστηριότητας λόγω προστατευτικών περιοριστικών μέτρων εξαναγκαστικής μορφής. Στις περιόδους των παγκόσμιων πολέμων όμως, η μείωση αυτή συνδυάστηκε σε σημαντικό βαθμό και με την καταστροφή παραγωγικών πόρων. Σε αυτή την περίπτωση αυτό δεν ισχύει, εξ’ ού και θεωρώ ότι οι επιδερμικές αναφορές σε «Νέο Σχέδιο Μάρσαλ» δεν τυγχάνουν εφαρμογής στην παρούσα περίπτωση. Η κατάσταση εδώ προσομοιάζει με μια ηλεκτρική συσκευή την οποία κάποιος έχει αποσυνδέσει από το ρεύμα. Η συσκευή παραμένει διαθέσιμη και λειτουργική αλλά δεν τροφοδοτείται. Επίσης, σημαντική ομοιότητα είναι το ταυτόχρονο πλήγμα στην προσφορά και στη ζήτηση. Στο παρόν στάδιο είναι φυσιολογική η εντονότερη αίσθηση της μείωσης στην προσφορά λόγω των περιοριστικών μέτρων, εντούτοις, αυτό που θα είναι πραγματικά δύσκολο να ελεγχθεί και να θεραπευθεί θα είναι η αλλαγή στη ζήτηση η οποία φυσιολογικά θα πληγεί λόγω της μείωσης στα εισοδήματα νομικών και φυσικών προσώπων.

Η αλλοίωση της ανθρώπινης δραστηριότητας

Η κρίση αυτή έχει αλλοιώσει καίρια την ανθρώπινη δραστηριότητα. Τα μέτρα αυτοπεριορισμού και κοινωνικής αποστασιοποίησης έχουν περιορίσει τις ανθρώπινες επαφές στον στενό οικογενειακό πυρήνα από τον οποίο εξαιρούνται για σκοπούς προστασίας οι ευπαθείς ομάδες. Η αλλοίωση αυτή αποτελεί σημαντική τομή για κοινωνίες με παραδοσιακά ισχυρούς συνεκτικούς δεσμούς της ευρύτερης οικογένειας. Για τα παιδιά, η εμπειρία αυτή είναι πολύ απαιτητική και η αδιαμφισβήτητη θετική πτυχή της μεγαλύτερης διάδρασης με τους γονείς δεν πρέπει να αποπροσανατολίζει από τις δεδομένες αρνητικές επιπτώσεις στη σωματική και ψυχική τους υγεία.
Η επαγγελματική και οικονομική δραστηριότητα σε πολλές περιπτώσεις έχει ολικώς ή μερικώς ανασταλεί πλήν πολύ συγκεκριμένων εξαιρέσεων που εκ φύσεως επωφελούνται από τις αυξημένες ανάγκες κατ’ οίκον παραδόσεων ή εμπορίας ειδών πρώτης ανάγκης. Η εργασία εξ’ αποστάσεως δημιουργεί ένα νέο εργασιακό περιβάλλον στο οποίο ιδιωτικότητα και επαγγελματική δραστηριότητα αναμειγνύονται, αναδιατάσσοντας πλήρως την μεταξύ τους πρότερη ισορροπία.

Η επαναφορά της υγείας ως προτεραιότητα

Η πλέον κρίσιμη πτυχή αυτής της κρίσης είναι αδιαμφισβήτητα αυτή της υγείας. Το προφανές της σημασίας έγκειται ασφαλώς στην εγγενή απειλή την οποία ο ιός επιφέρει για την ανθρώπινη ζωή. Οι αριθμοί κρουσμάτων, το επώδυνο της ασθένειας για πολλούς ασθενείς και οι ανθρώπινες απώλειες καταμαρτυρούν την στυγνή πραγματικότητα. Δευτερευόντως, η σημασία έγκειται στο άγνωστο της ασθένειας και του χρονικού ορίζοντα δυνατότητας πλήρους προληψης και καταστολής της με ότι αυτό εξυπακούει για την μέγιστη δυνατή επαναφορά στην καινούργια κανονικότητα και οικονομική δραστηριότητα.

Το κρισιμότερο όμως απότοκο της κρίσης αυτής είναι η πλήρης αναδιάταξη των ανθρώπινων προτεραιοτήτων με μια συνειδητοποιημένη επαναφορά της υγείας ως του πλέον θεμελιώδους ανθρώπινου αγαθού, πέρα από τα παραδοσιακά comme il faut ευχολόγια. Αυτή η αναδιάταξη θα επιφέρει σημαντική ιδεολογική τομή σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι δομικές αδυναμίες που αποκαλύφθηκαν στα συστήματα υγείας και στην ικανότητα διαχείρισης κρίσεων πολλών κρατών ακόμη και στο επίκεντρο του αναπτυγμένου κόσμου, δεν θα επιφέρουν απλά πρόσκαιρο πολιτικό κόστος στις κυβερνήσεις που απέτυχαν στο χειρισμό της κρίσης. Πλέον οι υποδομές του κράτους στους ζωτικούς τομείς αλλά και η ικανότητα τόσο των κρατών όσο και των πολιτικών προσώπων να διαχειριστούν κρίσεις θα αποτελούν αδιαπραγμάτευτη ελάχιστη απαίτηση των πολιτών. Ως εκ τούτου, παραδοσιακές νεοφιλελεύθερες προσεγγίσεις οι οποίες αντιμετώπιζαν την ισχύ και την ανθεκτικότητα των συστημάτων υγείας, παιδείας, τεχνολογίας, σωμάτων ασφαλείας και επάρκειας σε είδη πρώτης ανάγκης με στενή λογιστική προσέγγιση έχουν δεδομένα δεχθεί ένα τεράστιο πλήγμα. Κατά τον τρόπο αυτό, η αντανακλαστική αντίδραση πολιτών αλλά και ηγεσίας στην Ιταλία κατά του Ευρωπαικού οικοδομήματος και των πολιτικών δημοσιονομικής και νομισματικής σταθερότητας που ακολουθήθηκαν στο πρόσφατο παρελθόν, δεν πρέπει ποσώς να υποτιμάται.

Το «ισχυρό κράτος" και τα όρια του

Η έννοια του «ισχυρού κράτους» δεδομένα θα ενισχυθεί στα επόμενα χρόνια. Εντούτοις, δεν πρέπει να συγχέεται η αναγκαία ύπαρξη μιας ισχυρής υποδομής θεμελιωδών αναγκών ασφάλειας, υγείας και επιχειρησιακής συνέχειας με τη διαιώνιση της δυνατότητας παρεμβατισμού, στα όρια ολοκληρωτισμού και κρατικού εξαναγκασμού που επέφερε η πανδημία. Οι πολίτες σε παγκόσμιο επίπεδο αποδέχτηκαν τα μέτρα εξαναγκαστικού περιορισμού και παρέμβασης στην ιδιωτικότητα με στωικό τρόπο λειτουργώντας με το ένστικτο της αυτοσυντήρησης και ιεραρχώντας την προστασία και επιβίωση από την ασύμμετρη απειλή ως υπέρτατη ανάγκη. Σε χώρες με συστήματα παιδείας με την κριτική σκέψη ως ζωτικό παράγωγο (Σκανδιναβία, Ν. Κορέα, Γερμανία) η ανοχή σε τέτοια μέτρα είναι ακόμη πιο περιορισμένη εξ’ ού και αναζητήθηκαν ηπιότερα μέτρα και ταχύτερη επαναφορά στην κανονικότητα. Τυχόν επιθυμία για επέκταση των μέτρων αυτών με τρόπο που δεν θα κρίνεται αντικειμενικά ως αναλογικός θα αντιμετωπίσει ουσιαστική ατομική και συλλογική αντίσταση στα δημοκρατικά κράτη. Ούτε πρέπει οι κυβερνήσεις να εθιστούν από το, μεθυστικό, εν μια έννοια, νέκταρ της διακυβέρνησης μέσω διαταγμάτων εξαναγκασμού.

Το νέο πεδίο των εργασιακών σχέσεων

Μοιραία η σχέση εργοδότη – εργοδοτούμενου και η σχέση και των δύο με την έννοια «εργασιακός χώρος» θα αλλάξει δραστικά. Η έννοια του «γραφείου» ως χώρου συνεύρεσης και επαγγελματικής δραστηριότητας δεν θα εξαφανιστεί όπως πολλοί πιστεύουν. Όμως η δυνατότητα εργασίας από το σπίτι όχι μόνο δεν πρεπει να εξαφανιστεί αλλά αντίθετα πρέπει να ενισχυθεί και να εξελιχθεί. Η κρίση αυτή ανέτρεψε το υφιστάμενο ισοζύγιο επαγγελματικής – οικογενειακής/προσωπικής ζωής. Και με τα σωστά εργαλεία αξιολόγησης και μέτρησης αποδοτικότητας είναι πλέον απόλυτα εφικτή η εκτέλεση εργασίας εν όλω ή εν μέρει από χώρο εκτός του συμβατικού γραφείου. Στο εξωτερικό η πρακτική αυτή ήταν ευρέως διαδεδομένη, κυρίως λόγω των μεγάλων αποστάσεων και του υψηλού κόστους γραφειακών υποδομών ανά εργαζόμενο. Η πανδημία είναι το μεγαλύτερο work from home πείραμα στην ιστορία. Το ακριβές μέγεθος της επιτυχίας του πειράματος είναι νωρίς να αξιολογηθεί για τους εργοδότες και την οικονομική δραστηριότητα. Για τους εργοδοτούμενους όμως, συνιστά μια κατάκτηση για τους σωστούς λόγους, την οποία δεν θα είναι και δεν θα πρέπει να είναι διαθετειμένοι εύκολα να εγκαταλείψουν, τουλάχιστον σε απόλυτο βαθμό. Η ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας δεν πρέπει να δομηθεί στο ζοφερό περιβάλλον της αποστράγγισης των εργοδοτουμένων και της αλυσόδεσης τους στον συμβατικό επαγγελματικό χώρο με ταυτόχρονη αποστέρηση της ισορροπίας επαγγελματικής – προσωπικής ζωής. Με δεδομένες τις ψυχολογικές παρενέργειες της παρούσας κρίσης, η βίαιη ανατροπή της ισορροπίας σε συνθήκες μιας πιθανής απότομης ανάκαμψης όποτε και αν αυτή επιτευχθεί θα ήταν αποτυχία και για τον εργοδότη και για τον εργοδοτούμενο.

Η νέα οικονομική πραγματικότητα

Η σταδιακή επαναφορά της οικονομικής δραστηριότητας και η οικονομική ανάκαμψη είναι δεδομένα ζητούμενο για όλους. Η δυνατότητα των κρατών να επιδοτούν ή άλλως πώς να στηρίζουν εργοδοτούμενους και επιχειρήσεις είναι περιορισμένη παρά τις επιμέρους διαφοροποιήσεις. Ειδικά σε χώρες ή δομές όπου το τύπωμα χρήματος ή ο ουσιαστική επέκταση του δημόσιου χρέους δεν συνιστά επιλογή ή βιώσιμη λύση.

Η χαλάρωση του πλαισίου δημοσιονομικής σταθερότητας και της πολιτικής κρατικών ενισχύσεων της ΕΕ αποτελούν μέτρα πρωτοφανούς χαρακτήρα. Ιδεολογικά, ζούμε την εποχή του μεγαλύτερου κρατικού οικονομικού παρεμβατισμού στη σύγχρονη ιστορία και αυτό συνιστά από μόνο του ισχυρή αναχώρηση από τη στενή φιλοσοφία της οικονομίας της αγοράς.

Σε μακροοικονομικό επίπεδο ανάλυσης, η αντανακλαστική θεώρηση για ένα οικονομικό V – curve ίσως να είναι πρόωρη αν όχι βεβιασμένη. Είναι για αυτό το λόγο που είναι αναγκαία η ενεργοποίηση ενός μίγματος όπλων δημοσιονομικής και νομισματικής φύσεως προκειμένου να συντηρηθούν όχι μόνο οι θέσεις εργασίας για όσο χρονικό διάστημα είναι δυνατόν αλλά και η συμπλήρωση των εισοδημάτων των επιχειρήσεων μέσω ενίσχυσης της ρευστότητας τους. Για να εξηγήσουμε με ένα απλό παράδειγμα μιας μικρομεσαίας κυπριακής επιχείρησης:

Μια επιχείρηση με κάτω των 50 εργοδοτουμένων δικαιούται σήμερα και για μικρό αριθμό μηνών επιχορήγηση του κόστους εργασίας της κατά 60% για το 75% των εργοδοτουμένων της. Αν σήμερα η επιχείρηση αυτή έχει 24 εργαζόμενους αυτό σημαίνει ότι δικαιούται επιδότηση για 18 άτομα. Η επιδότηση έχει ταβάνι τα Ευρώ 1214 και εξαιρούνται από αυτήν οι μετόχοι και διευθυντές/πλέον υψηλόμισθοι εξ’ ορισμού της επιχείρησης. Αυτό δίνει στην επιχείρηση μια επιδότηση περίπου Ευρώ 15.000 για μισθούς μεταξύ Ευρώ 1200 – 2000. Όμως το μισθολόγιο της επιχείρησης αυτής μπορεί να είναι πέραν των Ευρώ 70.000. Τα σχέδια δεν επιτρέπουν την απόλυση εργοδοτουμένων πλήν εξαιρέσεων. Άρα ο εργοδότης με μερική αναστολή εργασιών έχει ένα έλλειμμα τουλάχιστον Ευρώ 55.000 στο κόστος εργοδότησης του με πενιχρά έσοδα. Το πρόβλημα λοιπόν δεν είναι η δυνατότητα πρόσβασης σε κρατική επιδότηση μισθών, αυτό εν πολλοίς ισχύει για το σύνολο των οικονομιών, αλλά η αναπλήρωση της ρευστότητας λόγω συντριπτικής ή πλήρους μείωσης στα έσοδα. Και αυτό συμβαίνει σε μια χρονική συγκυρία που και τα κρατικά έσοδα έχουν κατακρημνιστεί.

Για το λόγο αυτό η Ευρωπαική Κεντρική Τράπεζα και η Ευρωπαική Επιτροπή, με τη χαλάρωση των δημοσιονομικών κανόνων και των κανόνων κρατικών ενισχύσεων δίνουν τη δυνατότητα στα κράτη μέσω κρατικών εγγυήσεων, επενδυτικών εργαλείων (commercial paper) και απευθείας χορηγήσεων (grants) να αναπληρώσουν τα έσοδα ή καλύτερα τη ρευστότητα των επιχειρήσεων μέχρι να επανέλθει η οικονομική δραστηριότητα. Είναι ξεκάθαρο από τα δύο αυτά δεσμευτικά έγγραφα πολιτικής, ότι οι κρατικές εγγυήσεις για σκοπούς χορήγησης χρηματοδότησης από τράπεζες δεν αποτελούν κρατική ενίσχυση προς τις τράπεζες αλλά προς τους τελικούς λήπτες της ενίσχυσης. Ως εκ τούτου, παρά την αρχική αντανακλαστική αντίδραση κατά των τραπεζών, απότοκο της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης του 2008 για το παγκόσμιο και του 2013 για την Κύπρο, είναι αναγκαίο να επικρατήσουν σοφότερες σκέψεις για ένα λειτουργικό πλαίσιο χορήγησης κρατικών εγγυήσεων προς τις τράπεζες προκειμένου να χορηγήσουν την υπερβάλλουσα ρευστότητα τους (περίπου 15 δις) στην οικονομία.
Ακόμη και τα εργαλεία αυτά όμως δεν θα είναι επαρκή για όλες τις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους. Είναι δεδομένο ότι η κρίση αυτή θα επιφέρει απώλειες, μείωση της απασχόλησης και κλείσιμο επιχειρήσεων. Για κάποιες επιχειρήσεις ενδεχομένως η εξέλιξη αυτή να οφείλεται στην εγγενή εσωτερική τους ανισορροπία την οποία η κρίση θα επιδεινώσει. Για κάποιες, ίσως να είναι απλή ατυχία. Σε κάθε περίπτωση όμως, η κρίση αυτή θα οδηγήσει σε περαιτέρω ενίσχυση των μεγάλων επιχειρήσεων με υγιή οικονομική βάση, σε μεγαλύτερη συγκέντρωση πλούτου και σε ισχυρότερη ρευστότητα στην αγορά εργασίας με προσωρινή, τουλάχιστον, μείωση της ισχύος των εργοδοτουμένων. Θα ενισχύσει περαιτέρω την παγκοσμιοποίηση με διείσδυση μεγάλων ξένων οικονομικών συμφερόντων σε επιχειρήσεις ευάλωτων χωρών και οικονομιών. Άρα, οδηγούμαστε στην οξύμωρη εξέλιξη, μιας ισχυρής ενίσχυσης του καπιταλιστικού οικονομικού μοντέλου σε μια περίοδο άνευ προηγουμένου κρατικού οικονομικού παρεμβατισμού.

Το ιδεολογικό οξύμωρο

Από τα ανωτέρω, καθίσταται σαφές ότι ενώ η κρίση δημιουργεί ισχυρές δυναμικές σοσιαλδημοκρατικών κοινωνικών τάσεων, εντούτοις, η σκληρή μεσοπρόθεσμη οικονομική πραγματικότητα θα οδηγήσει σε ενίσχυση του καπιταλιστικού μοντέλου της οικονομίας της αγοράς.
Βέβαια, το οικονομικό και το κοινωνικό μοντέλο μιας χώρας δεν είναι έννοιες ταυτόσημες. Αυτό το ψευδοδίλημμα αποτέλεσε πηγή μεγάλων ιδεολογικών στρεβλώσεων και συστημικών αποτυχιών. Οι βιώσιμες κοινωνίες είναι αυτές που εφαρμόζουν βιώσιμα οικονομικά μοντέλα διασφαλίζοντας τις θεμελιώδεις κοινωνικές ανάγκες για το σύνολο των πολιτών τους και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων τους. Για αυτό άλλωστε οι πολίτες και οι επιχειρήσεις καταβάλλουν φορολογίες.
Στην έννοια του βιώσιμου οικονομικού μοντέλου, αυτή η κρίση θα προσθέσει δεδομένα και την αναγέννηση της έννοιας της μέγιστης δυνατής εσωτερικής παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών και μείωση της εξωγενούς εξάρτησης, ακόμη ένα οξύμωρο σε σχέση με την τάση consolidation που αναμένεται.

Η πανδημία θα επιφέρει ρευστότητα στα παραδοσιακά ιδεολογικά αφηγήματα επειδή συνιστά μια τεράστια οικονομική, αξιακή, ιδεολογική και κοινωνική τομή. Το σκληρό ερώτημα είναι αν το πολιτικό σύστημα θα επιχειρήσει να περιχαρακωθεί πίσω από το παραδοσιακό του ιδεολογικό αφήγημα θέτωντας μονοδιάστατα διλήμματα ή αν θα προκύψουν νέα ιδεολογικά ρεύματα που να ενσαρκώνουν την νέα ισορροπία ατόμου – κοινωνίας, εργοδοτούμενου – επιχείρησης, ατόμου – κράτους η οποία αναδύεται από την κρίση αυτή.

*Χαράλαμπος Γ. Προύντζος
Διευθύνων Συνέταιρος EY Law | Προύντζος & Προύντζος Δ.Ε.Π.Ε.
Προιστάμενος Νομικών Υπηρεσιών ΕΥ Περιφέρειας Κεντρικής, Ανατολικής & Νοτιοανατολικής Ευρώπης & Κεντρικής Ασίας

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.com.cy

Προσωπικότητες στην ''Κ'': Τελευταία Ενημέρωση