ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Light: Τα φάλτσα του τράπερ και η ποινική δίωξη για όπλα και ναρκωτικά

Η Δικαιοσύνη θα κρίνει

Kathimerini.gr

Λουκάς Βελιδάκης

Παράνομη οπλοκατοχή, παράνομη οπλοφορία και παραβίαση του νόμου περί ναρκωτικών: Θα μπορούσε να είναι μέρος των στίχων ενός ακόμα τραγουδιού της trap, του μουσικού αυτού είδους που ανθεί τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα και γνωρίζει μεγάλη επιτυχία στη νεολαία. Ίσως πάλι ο γνωστός τράπερ Light να τα είχε συμπεριλάβει σε κάποιες ρίμες του, όταν μιλάει –όπως λέει ο ίδιος- για τα «αλάνια στις γωνίες». Σήμερα, ωστόσο, ήταν μέρος της ειδησεογραφίας και αφορούσε στον ίδιο.

Στον Nero Greco, γνωστό κι ως Light (το πραγματικό του όνομα δεν έχει γνωστοποιηθεί), ασκήθηκε από τον εισαγγελέα ποινική δίωξη σε βαθμό πλημμελήματος για τα παραπάνω αδικήματα.

Ο κατηγορούμενος, που παραπέμφθηκε στο Αυτόφωρο προκειμένου να δικαστεί, συνελήφθη επειδή ανέβασε βίντεο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, έχοντας στη ζώνη του όπλο που φέρει τη σφραγίδα της ΕΛ.ΑΣ. Με άλλα λόγια, προκαλούσε -τρόπον τινά- τις Αρχές να τον συλλάβουν.

Ακολούθησε έρευνα στο σπίτι του, όπου βρέθηκε ποσότητα ναρκωτικών, σφαίρες, μαχαίρι και τσεκούρι. Δεν εντοπίστηκαν, όμως, κατά πληροφορίες, τα τρία όπλα που απεικονίζονται στην ανάρτησή του.

Ο τράπερ ισχυρίστηκε στους αστυνομικούς πως τα όπλα που φαίνονται ήταν ψεύτικα και τα είχε στη ζώνη του για τις ανάγκες ενός βιντεοκλίπ που γυριζόταν σε κλαμπ στο Γκάζι.

Ο 26χρονος μουσικός οδηγήθηκε με χειροπέδες στα δικαστήρια. Κυκλοφόρησαν φωτογραφίες, ήταν παντού στις ειδήσεις. Όλο αυτό το σκηνικό μπορεί να γίνει τραγούδι, ενδέχεται να θέλει να το ξεχάσει, διότι… άλλο να τα λες, άλλο να τα ζεις. Ποιος ξέρει;

Η τραπ πάντως έρχεται στο φως ως είδηση μόνο με αρνητικά γεγονότα. Πριν από μερικούς μήνες έχασε την ζωή του σε τροχαίο ένας από τους κορυφαίους του είδους, ο Mad Clip. Σήμερα, ένας άλλος, ο Light, συνελήφθη.

Από την αμερικανική ραπ… στην εγχώρια τραπ

Μελετώντας την υποκουλτούρα της τραπ, αντιλαμβάνεσαι ότι είναι μια (με το ζόρι) μίμηση της αμερικανικής ραπ, του είδους αυτού που γεννήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1980, με επίκεντρο τα δύο γεωγραφικά άκρα των ΗΠΑ σε ανατολή και δύση.

Στην ανατολή άνθισε στην Νέα Υόρκη, ενώ στη δύση στο Λος Άντζελες. Γνωστότερο γκρουπ ήταν οι NWA, μια γκρούπα νέων μαύρων αγοριών, που ζούσαν στο γκέτο του Κόμπτον και βίωναν στο πετσί τους τον ρατσισμό. Μέλη του γκρουπ, οι μετέπειτα θρύλοι του hip hop, όπως ο Dr. Dre, ο Easy E και ο Ice Cube.

Αυτοί, ως επί το πλείστον, έριξαν τον πρώτο σπόρο, από εκεί φύτρωσε το δέντρο. Μια ολόκληρη μουσική βιομηχανία, που περιλαμβάνει συμβόλαια εκατομμυρίων, συμπεριφορές στα όρια (ή και πέρα) της υπερβολής, μια κραυγαλέα επίδειξη πλούτου και μια επιλογή στίχων που βασίζεται στο διαρκές αφήγημα: Πως βγήκαν από την φτώχεια, πως είναι κάποιοι που έχουν πολλά λεφτά, που τα επιδεικνύουν μανιωδώς και πως είναι διατεθειμένοι να τα συντηρήσουν με κάθε μέσο (ο έτερος θρύλος της ραπ, DMX, σε ένα τραγούδι του έλεγε ότι είναι έτοιμος για το οτιδήποτε, «ready for whatever»).

Αυτή την αμερικανική λογική εισήγαγε η ελληνική τραπ – οι προηγούμενες εκδοχές της εγχώριας ραπ δεν είχαν πέσει τόσο στην παγίδα του στείρου μιμητισμού, επιχείρησαν να «εξελληνίσουν» κατά κάποιο τρόπο και τον ήχο και το μήνυμα τους.

Η τραπ πάλι όχι. Έχει έναν μονότονο ήχο, στίχο χωρίς ιδιαίτερη πρωτοτυπία και συμπεριφορά που εν πολλοίς θυμίζει τους Αμερικανούς ράπερς των 80ς και των 90ς, με εφόδια ωστόσο από την τρέχουσα εποχή – τα social media έχουν βοηθήσει αυτούς τους καλλιτέχνες να απογειώσουν την δημοφιλία τους.

Ποιος είναι ο Light

Ποιος είναι όμως ο συλληφθείς και τι πιστεύει ο ίδιος; Τον περασμένο Ιούνιο, η Lifo είχε φιλοξενήσει μια μακροσκελή συνέντευξη του, στην οποία ο Light ξεδίπλωνε τις απόψεις του, μέσω των εμπειριών του.

Γεννήθηκε στα τέλη των 90ς και μεγάλωσε στη βόρεια Ελλάδα – έζησε ανάμεσα στη Θεσσαλονίκη και τα Γιαννιτσά. Παιδί χωρισμένων γονέων, με χρώμα στο δέρμα που στα σχολικά του χρόνια έκανε λίγο πιο δύσκολη τη ζωή του. Ο πατέρας του είναι Έλληνας, αλλά η μητέρα του έχει καταγωγή από την Κένυα.

«Όταν γεννήθηκα, οι γονείς μου έμεναν στον δήμο Ευόσμου Κορδελιού, στη Θεσσαλονίκη, εκεί μεγάλωσα και έζησα τα πρώτα μου χρόνια. Στη συνέχεια μετακομίσαμε σε διάφορα σπίτια, ήταν η εποχή που ήταν όλοι καλά οικονομικά, οπότε πηγαίναμε μία στο Ρετζίκι, μία στο Ωραιόκαστρο ‒ ο πατέρας μου είχε νυχτερινά μαγαζιά όταν ήμουν πιτσιρικάς και ήταν στα πολύ στα high του, αλλά δεν το είχε ποτέ με τη αποταμίευση, οπότε έγινε το μεγάλο μπραφ, την έφαγε πιο χοντρά απ’ όλους και έμεινε στον άσο». Έτσι περιγράφει ο ίδιος τα χρόνια που διαμόρφωσαν την προσωπικότητα του.

Και συνεχίζει: «Μεγάλωσα στη Θεσσαλονίκη μέχρι και την έκτη δημοτικού, όταν αποφάσισα να πάω να μείνω με τη μάνα μου. Είχαν χωρίσει με τον πατέρα μου όταν ήμουν πέντε χρονών, ζούσε με τον τότε σύζυγό της στα Γιαννιτσά και αποφάσισα να μείνω μαζί τους. Έκανα εκεί την έκτη δημοτικού και όλο το γυμνάσιο και στην Α’ Λυκείου, όταν είδα ότι δεν με σήκωναν τα Γιαννιτσά, ούτε η νοοτροπία ούτε ο κόσμος, τα ξαναμάζεψα και πήγα Θεσσαλονίκη».

«Θα γίνω ο καλύτερος ράπερ»

Παιδί μεγαλωμένο στην ελληνική επαρχία, γνωρίζει στο σχολείο την ραπ και καταπιάνεται με το είδος. «Όταν ήμουν στη Γ’ Γυμνασίου είχε κυκλοφορήσει ένα άλμπουμ από κάποιον παλιό ράπερ και βάλαμε να το ακούσουμε στο κινητό, στο προαύλιο του σχολείου».

Μαζί με τους φίλους του, ενθουσιάστηκαν με τα νέα αυτά ακούσματα, με τον ίδιο να λέει στους συμμαθητές του: «Άμα κάτσω δεκαπέντε λεπτά τώρα, μπορώ να γράψω καλύτερο κομμάτι». Τότε ήθελε να γίνει δικηγόρος και θυμάται ότι είχε πει στην παρέα του: «Άμα δεν καταφέρω να κάνω τίποτα στη ζωή μου, θα γίνω Έλληνας ράπερ, είναι το πιο εύκολο πράγμα στον πλανήτη. Αν αυτό είναι το επίπεδο και αυτό είναι που γουστάρετε, το έχω, θα γίνω ο καλύτερος ράπερ στην Ελλάδα».

Σύμφωνα με το ίδιο, είχε προοικονομήσει την επιτυχία του, με μια καλλιτεχνική διαδρομή –την επαγγελματική ενασχόληση με το ραπ- που άρχισε το 2012, όταν ήταν 17 ετών. «Από μικρός μου άρεσε πολύ να διαβάζω βιβλία, οπότε διάβαζα πάρα πολύ, κυρίως μυθιστορήματα, κι αυτό θεωρώ ότι έπαιξε μεγάλο ρόλο στο πώς χειρίζομαι τώρα τον λόγο. Είχα ευφράδεια από μικρός, αλλά την καλλιεργούσα κιόλας», λέει. Και η ευφράδεια στο χώρο της ραπ είναι το άλφα και το ωμέγα.
light-ta-faltsa-toy-traper-kai-i-poiniki-dioxi-gia-opla-kai-narkotika6Η ενασχόληση του συνέπεσε με την οικονομική κρίση στην Ελλάδα, που προκάλεσε στην εγχώρια νεολαία μία αίσθηση απελπισίας, οργή απέναντι σε όλους και όλα.

Οι πιτσιρικάδες της τράπερ καβάλησαν αυτό το κύμα και η άνοδος τους υπήρξε μετεωρική. Γέννησαν μια υποκουλτούρα, ένα πλέγμα συμπεριφορών που εκτείνεται από τον τρόπο που μιλάς μέχρι τον τρόπο που ντύνεσαι, τους ενώνει το ίδιο μοτίβο μουσικής και κάποιοι εξ αυτών βρέθηκαν να απολαμβάνουν φήμη και –αιφνιδίως- πολλά λεφτά.

«Τα πράγματα θα αγριέψουν κι άλλο τα επόμενα χρόνια γιατί έχουν πέσει μέσα σε αυτή την κατσαρόλα των ράπερ πολλά διαφορετικά στοιχεία, real Gs, φυλακόβιοι, μπράβοι, φλώροι που το παίζουν μάγκες, έχουν μπει και τα οπαδικά μέσα, και αυτό, όσο ανακατεύεται, κάνει την κατάσταση πιο εκρηκτική και κάποια στιγμή θα γίνει το μπαμ. Το ραπ για αρκετούς ανθρώπους είναι συνυφασμένο με την παραβατικότητα και την εγκληματικότητα, δεν είναι αστείο γι’ αυτούς τους ανθρώπους. Σχεδόν όλοι οι ράπερ πλέον έχουν κάποιον τέτοιο από πίσω τους», έλεγε ο Light πριν από 6 μήνες.

Και συνέχιζε δίνοντας επί της ουσίας το πλαίσιο στο οποίο κινείται τόσο ο ίδιος όσο και οι υπόλοιποι αυτής της «βιομηχανίας»: «Υπάρχει πολλή οργή γενικά στα νέα παιδιά. Η φτώχεια δεν πάει χωρίς νεύρα και τα νεύρα χωρίς βία, οπότε η μουσική που θες να ακούσεις είναι αυτή, για τζουριές, για σκηνικά, για κλoτσομπούνια, γιατί ταυτίζεσαι και εκτονώνεσαι. Μπήκαν πολύ δυναμικά τα οπαδικά μέσα στο ραπ game και αυτά που ακούς τώρα δεν υπήρχαν πριν από πέντε χρόνια».

Άρα, όταν έχεις αυτό το κοινό, θες να δρας κι ως η αντανάκλαση τους, να μπορούν να νιώσουν ταύτιση, να σε βλέπουν ως πρότυπο, αλλά κι ως έναν από αυτούς. Άρα, εντείνεις τα στοιχεία της βίας στα τραγούδια σου, εμφανίζεις μια εικόνα στα όρια (ή και πέρα) της παραβατικότητας. Κι όταν μπεις σε ένα τέτοιο ρυθμό, ενδέχεται κι εσύ ο ίδιος να δρας αναλόγως. Να πιστέψεις το ρόλο που παίζεις σε τέτοιο βαθμό, ώστε να γίνει μέρος της ζωής σου. Να φτάσεις σε σημείο να συλλαμβάνεσαι διότι έκανες στην πραγματική ζωή πράγματα για τα οποία τραγουδάς…

Τα εννοούν όμως όσα λένε; «Όλοι οι ράπερ βάζουν σάλτσα στα κομμάτια τους. Όποιος λέει ότι δεν βάζει, είναι ψεύτης. Αυτό δεν το κάνουν μόνο στην Ελλάδα, το κάνουν και στο εξωτερικό. Αν έχεις ένα πιστόλι, επιτρέπεται να γράψεις για ένα ούζι, αν έχεις μια Μερσεντές S Class επιτρέπεται να γράψεις για μια Πόρσε, αν έχεις πεντακόσια χιλιάρικα στην άκρη, επιτρέπεται να γράψεις για δύο εκατομμύρια. Υπάρχει στο στοιχείο της υπερβολής, αλλά πρέπει να υπάρχει ένας ρεαλισμός και μια επαφή με την πραγματικότητα», σημείωσε ο 26χρονος.

Και συνέχισε: «… άμα κάποια φορά υπερβάλλεις, δεν πειράζει, υπάρχουν υπερβολές που είναι ευχάριστες και το κάνουν το κομμάτι πιο διασκεδαστικό».

Το ελληνικό American dream

Ο 26χρονος δίνει μια διάσταση που αφορά ένα μέρος της νεολαίας στην Ελλάδα, μιας γενιάς που μεγαλώνει διαπλέοντας τις συμπληγάδες μιας διπλής κρίσης με διαδοχικά κύματα: Της οικονομικής και της υγειονομικής.

«Αυτή τη στιγμή όλα τα παιδιά θέλουν να γίνουν ράπερ γιατί είναι το δικό μας American dream. Γιατί βλέπουν αυτούς που δεν είχαν τίποτα να βγάζουν λεφτά, να φοράνε διαμαντένια ρολόγια, να οδηγούν super cars, να έχουν τοπ γυναίκες, και όλα αυτά με τις λέξεις. Ο Lil Pump δεν είχε φοβερή τεχνική, είχε μια ενδιαφέρουσα περσόνα, αν τον δεις ως meme, ως joke, αλλά έκανε εκατομμύρια. Ο Soulja Boy, δεν είναι τεχνικός ράπερ, έχει sauce. Είναι το δικό μας αμερικανικό όνειρο το ραπ, «if i did it, then you can do it». Θέλει ταλέντο προφανώς και σκληρή δουλειά, αλλά είναι κάτι πολύ αόριστο, δεν είναι σαν ένα άθλημα, άμα αρέσεις, μπορείς να κάνεις success. Γι’ αυτό θέλουν όλα τα παιδιά να γίνουν ράπερ, γιατί, ειδικά στην Ελλάδα της φτώχειας και της κρίσης, όταν βλέπεις άλλους ανθρώπους να διαπρέπουν κάνοντας κάτι που σου αρέσει λες «οk, μπορώ να κάνω αυτό, μαμά θα γίνω ράπερ».

Διαβάζοντας προσεκτικά τα δικά του λόγια, αποκτάς μια εικόνα για τον άνθρωπο πίσω από τον διάσημο τράπερ: «Μου αρέσει πάρα πολύ να περνάω χρόνο με την οικογένειά μου γιατί, μεγαλώνοντας, δεν είχα αυτήν τη δυνατότητα. Ήταν χωρισμένοι οι δικοί μου, δεν είχα αδέλφια. Τα αδέλφια μου είναι πολύ μικρότερά μου, ο πρώτος μου αδελφός γεννήθηκε όταν ήμουν δέκα, οι γονείς μου ήταν ο ένας στα Γιαννιτσά και ο άλλος στη Θεσσαλονίκη, οπότε αυτός είναι ο λόγος που θέλω πάρα πολύ να κάνω μεγάλη οικογένεια».

Διαβάζεις, με άλλα λόγια, τον τρόπο που σκέφτεται ο μέσος Έλληνας – διαχρονικά σχεδόν: «…μου αρέσει πάρα πολύ που στις γιορτές μαζευόμαστε, κάνουμε μεγάλο τραπέζι, είμαστε δέκα άτομα, τρώμε, γελάμε, παίζουμε επιτραπέζια παιχνίδια. Μου αρέσει πάρα πολύ να ταξιδεύω, να πηγαίνω σε καινούργια μέρη, όχι για δουλειά, γιατί έτσι δεν προλαβαίνεις να δεις και πολλά πράγματα. Μου αρέσει να κάνω άκυρα πράγματα εκεί πέρα, να ζω όπως οι ντόπιοι. Ενθουσιάζομαι όταν έχω ιδέες και μου αρέσουν πολύ τα πρώτα τριάντα λεπτά όταν κατεβαίνω στο στούντιο για να ηχογραφήσω, μου αρέσει να είμαι παραγωγικός. Γενικά, μου αρέσει να γεμίζω τη μέρα μου με δουλειές, ίσως επειδή κάνω κάτι που αγαπώ. Μου αρέσει να φτάνω στο σπίτι κουρασμένος, έχοντας κάνει ένα σωρό πράγματα μέσα στη μέρα μου. Μου αρέσει το sense of achievement, ότι έκανα κάτι, δεν μου αρέσει να νιώθω αδρανής».

«Ο πιο μεγάλος μου φόβος…»

Δεν μπορείς να ξέρεις πώς είναι ένας άνθρωπος, πώς σκέφτεται, ποια είναι η πραγματική του εικόνα και ποιο το θέατρο στο οποίο παίζει – για λόγους επαγγελματικούς, για λόγους φήμης. Μπορεί να μιμείται καλά, ενδέχεται να παρασύρεται, αλλά βαθιά μέσα του να είναι ένας άνθρωπος με τα δικά του πάθη και τις δικές του φοβίες, ένας νεαρός μεγαλωμένος σε συγκεκριμένο πλαίσιο που ορίζεται από τις ιδιαιτερότητες της χώρας, αλλά και της εποχής.

«Ο πιο μεγάλος μου φόβος είναι μήπως δεν πετύχω τα πράγματα που θέλω να πετύχω στη ζωή μου και από τις επιλογές μου να μείνω μόνος στα γηρατειά μου. Η ζωή αυτή είναι μια ζωή του φαίνεσθαι, του γρήγορου χρήματος, του εύκολου σεξ, της απόλαυσης κ.λπ. και άμα δεν δημιουργήσεις ουσιώδεις σχέσεις και την αφήσεις να σε καταπιεί, δεν είναι καθόλου δύσκολο να καταλήξεις όπως πολλοί καλλιτέχνες που γνωρίζουμε, τραγουδιστές, ηθοποιοί, οι οποίοι έμειναν μόνοι τους, με τα ναρκωτικά ή ένα μπουκάλι για συντροφιά, γιατί δεν έδωσαν ποτέ αξία στα βασικά. Επειδή ακριβώς με φοβίζουν όλα αυτά, λειτουργώ έτσι να μη βρεθώ σε τέτοια θέση. Πάντα βρίσκω χρόνο μέσα στην εβδομάδα να μιλήσω με τη μάνα μου, με τα αδέλφια μου, με τους φίλους μου, όσο μπορώ».

Στον Light σήμερα έβαλαν χειροπέδες και οδηγήθηκε υπό αστυνομική συνοδεία στον εισαγγελέα. Μια εικόνα δυνατή, που δεν ήταν μέρος ενός σεναρίου για video clip, αλλά ζωντανό κομμάτι μιας οδυνηρής πραγματικότητας. Η Δικαιοσύνη θα κρίνει.

Ο ίδιος ίσως αναγκαστεί να αναστοχαστεί – για τη ζωή και την καριέρα του. Ενδεχομένως το ίδιο να κάνει και μέρος των θαυμαστών του.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Ελλάδα: Τελευταία Ενημέρωση

X