ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Εύβοια, η περιζήτητη αυτού το καλοκαιριού

Βουνό και θάλασσα μαζί, κοσμοπολίτικη και άγνωστη την ίδια στιγμή, ένα νησί που απέχει μια ανάσα δρόμο από την Αθήνα.

Kathimerini.gr

ΟΛΓΑ ΧΑΡΑΜΗ

Βουνό και θάλασσα μαζί, κοσμοπολίτικη και άγνωστη την ίδια στιγμή, ένα νησί που απέχει μια ανάσα δρόμο από την Αθήνα.

Μεγάλη πέραση η Εύβοια φέτος. Με το που άνοιξε ο καιρός (και επιτράπηκε η κυκλοφορία) δεν έχει σταματήσει να χτυπάει το τηλέφωνο. Θεωρούμαι «ντόπια», καθώς έτυχε να έχω εξοχικό εκεί και να την τριγυρίζω από παιδί. Κάθε μέρα, μα κάθε μέρα, κάποιος φίλος, συνάδελφος, συγγενής θα πάρει να ζητήσει οδηγίες για την Εύβοια. Ο ένας μού ζήτησε παραλία με άμμο και χωρίς αέρηδες γιατί έχει παιδιά, τον έστειλα στον Ευβοϊκό που είναι γεμάτος παραθαλάσσιες, ήμερες τοποθεσίες. Η άλλη μού ζήτησε απομονωμένη παραλία (να μη συναντήσει άνθρωπο, είπε χαρακτηριστικά), την έστειλα να ζήσει την εξορία της στην πανέμορφη Αρχάμπολη του Κάβο Ντόρο, που θέλει και δύο ώρες περπάτημα. Κάτι συγγενείς ζήτησαν μια ήσυχη κωμόπολη, με ξενοδοχείο, ταβερνάκια και περαντζάδα για περίπατο: Κάρυστος, Μαρμάρι, Κύμη και Αιδηψός είναι κάποιες επιλογές τους. Οι ορειβάτες φίλοι μου θέλουν να συνδυάσουν θάλασσα με δράση στα βουνά: τα αναρριχητικά πεδία στην περιοχή της Κύμης και τα φαράγγια της Αγάλης, του Νηλέα, του Δημοσάρη είναι μερικές μόνο από τις προτάσεις και όλα γειτνιάζουν με τη θάλασσα. Μετά, τους μίλησα για τα μονοπάτια στη Δίρφυ και το Ξεροβούνι και για τους καταρράκτες του Δρυμώνα, που είναι μέσα στο δάσος και μπορείς και να κολυμπήσεις στη βάθρα. Πόσες αντιθέσεις; Κι άλλες τόσες υπάρχουν και φέτος που ο χρόνος, το χρήμα και οι μετακινήσεις μοιάζουν να λογαριάζονται διαφορετικά, η Εύβοια, το δεύτερο μεγαλύτερο νησί της Ελλάδας, στο οποίο φτάνεις γρήγορα με το αυτοκίνητο μέσω της υψηλής γέφυρας Χαλκίδας, δείχνει να έχει την τιμητική της.

Στο φαράγγι του Δημοσάρη, στα νότια, συναντάς μικρούς καταρράκτες και το παλιό καλντερίμι, τη Σκάλα Λενοσαίων. © ΟΛΓΑ ΧΑΡΑΜΗ

Η Βόρεια Εύβοια είναι καταπράσινη, η νότια σχετικά άγονη αλλά όχι λιγότερο όμορφη. Πολυπληθείς πόλεις, ζωντανά χωριά και άλλα με μια χούφτα κατοίκους. Λιμανάκια και παραθαλάσσιοι οικισμοί ξεχασμένοι στις δεκαετίες του ’70-’80. Βουνά, δάση, τρεχούμενα νερά και απίθανες, διαφορετικές μεταξύ τους παραλίες σε Αιγαίο και Ευβοϊκό. Αλιευτικοί στόλοι που αραδιάζουν δίχτυα στις προβλήτες, γλάροι που διεκδικούν μερίδιο και ερασιτέχνες ψαράδες που βγαίνουν με τα φουσκωτά κάθε βράδυ φορτωμένοι θράψαλα. Μικρά εξοχικά πάνω στη θάλασσα και ελεύθεροι κατασκηνωτές που φτιάχνουν μικροκοινωνίες στην άμμο και στα παραποτάμια πλατανοδάση. Φράγκικοι πύργοι όπως στο Αυλωνάρι, κάστρα σαν το Castello Rosso της Καρύστου, αρχαίες πόλεις σαν εκείνη της Ερέτριας, υδροβιότοποι σαν τον Δύστο στο Αλιβέρι. Οδικές διαδρομές μέσα στα δάση ελάτων, καστανιών, κερασιών, πλατάνων ή πάνω από το Αιγαίο, σύρριζα στον γκρεμό.

Όλα μπορείς να τα ζήσεις στην Εύβοια. Έχω βρεθεί στη Χαλκίδα να παρατηρώ τα «τρελά νερά» στη γέφυρα του Ευρίπου, να τσιμπολογώ πειραγμένα πιάτα με εκλεκτά κρασιά στο «Ginger Αll Day» στον πεζόδρομο της Ερμού, να πίνω ουζάκια με φρέσκα θαλασσινά μπροστά στη θάλασσα στο «Δέκα Βήματα στην Άμμο» στην Αρτάκη ή στον «Καπετάνιο» στη Λάμψακο. Έχω περπατήσει στην Κύμη παρατηρώντας τα όμορφα καπετανόσπιτα πασαλειμμένη ζάχαρη άχνη από τα ασύγκριτα αμυγδαλωτά της, ενώ ο Κώστας και η Μαρία με περιμένουν στο «Ρόδον» για ποτά από την ιδιαίτερη κάβα τους.

Το καλύτερα διατηρημένο δρακόσπιτο στην κορυφή της Όχης. © ΟΛΓΑ ΧΑΡΑΜΗ

Με θυμάμαι να κολυμπώ στην απέραντη Μουρτερή και να ρίχνω κλεφτές ματιές μην έρθει το καράβι για Σκύρο. Ή να ανεβαίνω ασθμαίνοντας τις πλαγιές της Δίρφυος, έχοντας στο μυαλό μου ότι μετά με περιμένουν στη Στενή τα καλύτερα κοψίδια στον «Κισσό», γλυκά με καφέ στο «Tsayius» και μανιτάρια για το σπίτι στο «Μανιταροπωλείο» στους Καθενούς. Στον Κοκκινιά, έναν Δεκαπενταύγουστο κολυμπούσα παντελώς μόνη, χαζεύοντας τα δελφίνια στα ανοιχτά, στον Λημνιώνα την ίδια εποχή δεν είχα πού να απλώσω πετσέτα από τις σκηνές και τους λουομένους. Στο Αλμυρίχι ήταν τόσοι όσοι έπρεπε. Στο «Κλιμάκι» στον Άγιο, έτρωγα την φημισμένη τοπική μακαρονάδα με καμένη μυζήθρα, στον «Ζαχαράκη» την ωραιότερη μοσχαρίσια. Το ευβοιώτικο τυροπιτάρι και τηγανόψωμα όπου τα έβρισκα, ακόμα και στα σπίτια.

Έχω βρεθεί να κατεβαίνω το φαράγγι του Δημοσάρη στον νότο, μέσα στην πυκνή βλάστηση και τα τρεχούμενα νερά, και να ρίχνω κατευθείαν βουτιά στους Καλλιανούς. Να στήνω τη σκηνή μου στον διπλανό Άγιο Δημήτριο και να περνώ τη μεσημεριανή κάψα κάτω από τον πλάτανο στο ταβερνάκι του «Στέφωση» στο χωριό ψηλότερα. Να τρώω τα ωραιότερα μαμαδίστικα μαγειρευτά στο «Κάβο Ντόρο» στην Κάρυστο. Να περπατώ στην άγονη κατά τα άλλα Καρυστία και να εμφανίζεται ο καταπράσινος Πλατανιστός, να ρίχνω βουτιές στο ποτάμι με τα πέτρινα γεφύρια και να καταλήγω μαζί του στην παραλία Ποτάμι με το γραφικό ταβερνάκι γεμάτο γεράνια.

 

Στον Ευβοϊκό βλέπεις συχνά προβλήτες να μπαίνουν μέσα στα γαλήνια νερά. Εδώ, στα Χρόνια, μεταξύ Λίμνης και Ροβιών. (Φωτογραφία: ΚΛΑΙΡΗ ΜΟΥΣΤΑΦΕΛΛΟΥ)

Στις ερημιές του Κάβο Ντόρο σε παίρνει και σε σηκώνει ο άνεμος και συναντάς χωριά με ελάχιστους ανθρώπους, σαν τον Αντιά, στον οποίο όμως ανακαλύπτεις μια συνθηματική σφυριχτή γλώσσα που είναι προς ένταξη στα μνημεία άυλης κληρονομιάς της UNESCO. Στα θρυλικά Δρακόσπιτα των Στύρων και της Όχης, αυτά τα αλλόκοτα κτίσματα που χρονολογούνται στην αρχαιότητα, καταλαβαίνεις απόλυτα γιατί η λαϊκή συνείδηση τα συνέδεσε με δράκους.

Στο άλλο άκρο, το βόρειο, στις παραλίες της Λιχάδας, στα Γιάλτρα, στο Γρεγολίμανο και στα μαγικά Λιχαδονήσια, κολυμπάς δίπλα στα πεύκα, βλέπεις τις φώκιες να κολυμπούν στα βαθιά του Κάβου, πίνεις ουζάκι στο λιμανάκι του Αϊ-Γιώργη. Στα Λουτρά Αιδηψού κάνεις σκωτσέζικα ντους μεταξύ θάλασσας και θερμών πηγών ή απολαμβάνεις τις θεραπείες στις πισίνες του «Thermae Sylla Spa» και έπειτα ξεκοκαλίζεις φρέσκα ψαράκια στον «Μαραβέλη» ή πίνεις ωραία κοκτέιλ στο ολοκαίνουργιο «El Matador» στους Ωρεούς.

Στο φημισμένο κάμπινγκ της Αγίας Άννας βρίσκεις τους πάντες –πιθανώς και γνωστούς σου από την Αθήνα– και στο Προκόπι‒ βλέπεις ανθρώπους να προχωρούν με τα πόδια ή και μπουσουλώντας για χιλιόμετρα για να εκπληρώσουν τα τάματά τους στον Αϊ-Γιάννη τον Ρώσο. Στο γλυκοπωλείο «Χρυσαυγή» απολαμβάνεις καφέ στη χόβολη και απίθανη πορτοκαλόπιτα. Από νότο προς βορρά, στα Στύρα, στον Αλμυροπόταμο, στον Κάλαμο, στην Κορασίδα, αλλιώς στη Λίμνη, στις Ροβιές, στα Ήλια βρίσκεις οικογένειες που απολαμβάνουν τα ήσυχα νερά, τις αμμώδεις παραλίες, την ευκολία του τρίπτυχου ενοικιαζόμενο δωμάτιο-παραλία ταβέρνα. Παρόμοια και στο Πευκί, στα Ελληνικά και στο Ψαροπούλι, που καταλαβαίνεις ότι οι άνθρωποι που βλέπεις γύρω σου περνούν εδώ όλα τους τα καλοκαίρια. Στις μυστικές παραλίες και σπηλιές γύρω από τη Βλαχιά, τη Γλυφάδα, τη Χιλιαδού και την Κύμη, πας από κακοτράχαλους χωματόδρομους χωρίς να το πεις σε κανέναν – αν γίνετε πολλοί, τα ηλιοβασιλέματα δεν θα είναι πια ίδια.

Παιχνίδια με φόντο τη «χελώνα», όπως τη λένε οι ντόπιοι, στη Χιλιαδού. © ΟΛΓΑ ΧΑΡΑΜΗ

Στη Χιλιαδού ο καθένας πάει για άλλους λόγους. Βουτιές από τα βράχια, κανό ως το Χιλιαδονήσι, περίπατος στη ρεματιά, σπιτικό φαγητό στον «Ρίννη» και στο «Μπουγάζι». Τις νύχτες χωρίς φεγγάρι ψαρεύω καλαμάρια, τις νύχτες με φεγγάρι μετράω τα αστέρια στην παραλία. Όλες τις υπόλοιπες κάνω τον ωραιότερο ύπνο της ζωής μου: με ανοιχτή μπαλκονόπορτα, να ακούς το κύμα και τους γρύλους και την ίδια στιγμή να μυρίζεις τα πλατάνια και τα βοτάνια του βουνού τα οποία φέρνει το αεράκι από το πίσω παράθυρο. Δύσκολο να κρύψω τη μεροληψία μου. Εδώ έμαθα τι θα πει καλοκαίρι.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
Ταξίδι  | 

Ταξίδια: Τελευταία Ενημέρωση