ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

James Webb: Ιστορική εκτόξευση για το διαστημικό τηλεσκόπιο που θα «βουτήξει» στο παρελθόν του σύμπαντος

Η εκτόξευση έχει προγραμματιστεί να γίνει με έναν ευρωπαϊκό πύραυλο Arian 5 λίγο μετά το μεσημέρι του Σαββάτου, στις 14:20 ώρα Ελλάδας, από το ευρωπαϊκό διαστημοδρόμιο στο Κουρού της Γαλλικής Γουινέας

Kathimerini.gr

Μετά από πέντε διαδοχικές αναβολές, αντίστοιχες υπερβάσεις του αρχικού προϋπολογισμού του και αφού έχουν περάσει 30 χρόνια από τον αρχικό σχεδιασμό του, εκτοξεύεται σήμερα ανήμερα Χριστούγεννα το διαστημικό τηλεσκόπιο James Webb, ο διάδοχος του Hubble, το μεγαλύτερο και το πιο εξελιγμένο που έχει ποτέ σταλεί στο διάστημα.

Η εκρτόξευσή του θεωρείται ότι ανοίγει νέα εποχή στην αστρονομία και στην αστροφυσική. Πρόκειται για μια αποστολή συνεργασίας της Αμερικανικής Διαστημικής Υπηρεσίας (NASA), του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διαστήματος (ESA) και της Καναδικής Διαστημικής Υπηρεσίας.

Η εκτόξευση έχει προγραμματιστεί να γίνει με έναν ευρωπαϊκό πύραυλο Arian 5 λίγο μετά το μεσημέρι του Σαββάτου, στις 14:20 ώρα Ελλάδας, από το ευρωπαϊκό διαστημοδρόμιο στο Κουρού της Γαλλικής Γουινέας στη βορειοανατολική Νότια Αμερική.

Αν όλα πάνε καλά, το κόστους 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων τηλεσκόπιο θα τεθεί σε τροχιά γύρω από τον Ήλιο στο δεύτερο σημείο Lagrange ή L2, μένοντας σε περίπου σταθερή απόσταση 1,5 εκατομμυρίων χιλιομέτρων από τη Γη ή περίπου τέσσερις φορές πιο μακριά από τη Σελήνη. Συγκριτικά, το διαστημικό τηλεσκόπιο Hubble – που είχε εκτοξευθεί το 1990 – βρίσκεται στο ένα τρίτο αυτής της απόστασης από τον πλανήτη μας (σχεδόν 550 χιλιόμετρα).

Το James Webb αναμένεται να φτάσει στο σημείο L2 ένα μήνα μετά την εκτόξευσή του. Στη συνέχεια, θα υπάρξει μια περίοδος εγκατάστασης και προσαρμογής που θα διαρκέσει έξι μήνες. Αναμένεται να αρχίσει να συλλέγει δεδομένα και να κάνει τις πρώτες παρατηρήσεις στα μέσα του 2022.

Παρατηρώντας το παρελθόν

Το τηλεσκόπιο, που κατασκευάστηκε κυρίως από την αμερικανική εταιρεία Northrop Grumman και φέρει το όνομα του επικεφαλής της NASA στη δεκαετία του 1960, είναι πολύ πιο ευαίσθητο από το Hubble και θα “βλέπει” κυρίως στο υπέρυθρο τμήμα του φάσματος, πράγμα που θα του επιτρέπει να παρατηρεί μέσα από τα νέφη σκόνης και αερίων, ενώ το Hubble λειτουργεί κυρίως στο οπτικό και υπεριώδες τμήμα του φάσματος.

Όπως αναφέρει σε άρθρο του στο ηλεκτρονικό περιοδικό “Κόsμος” του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών ο Δρ Ε. Σαριδάκης, κύριος ερευνητής του Ινστιτούτου Αστρονομίας, Αστροφυσικής, Διαστημικών Εφαρμογών και Τηλεπισκόπησης (ΙΑΑΔΕΤ/ΕΑΑ), το νέο τηλεσκόπιο θα παρέχει βελτιωμένη υπέρυθρη ανάλυση και ευαισθησία σε σχέση με το Hubble και θα χρησιμοποιηθεί σε ένα τεράστιο εύρος ερευνών στους τομείς της αστρονομίας, της αστροφυσικής και της κοσμολογίας, από τον ατμοσφαιρικό χαρακτηρισμό δυνητικά κατοικήσιμων εξωπλανητών, μέχρι την παρατήρηση μερικών από τα πιο μακρινά και παλαιότερα γεγονότα και αντικείμενα στο Σύμπαν, όπως ο σχηματισμός των πρώτων γαλαξιών.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση