ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Όταν η «Κ» συνάντησε την νέα Νομπελίστρια Ειρήνης

Από τα χέρια των Τζιχαντιστών στο Νόμπελ, η ιστορία της Νάντιας Μουράτ

Της Μαρίας Ηρακλέους

Της Μαρίας Ηρακλέους

Το βλέμμα τους ήταν κουρασμένο και γεμάτο πόνο αλλά χαμογελούσαν ευγενικά στον κόσμο που τις προσέγγιζε μέσα στο πολύβουο κτήριο του ευρωκοινοβουλίου στο Στρασβούργο. Κάποια στιγμή ήρθε η σειρά για τη συνέντευξή μας. Κάθισαν μαζεμένες και κάπως συγκρατημένες στον καναπέ που μας παραχωρήθηκε και απαντούσαν με λόγια ήρεμα και στεγνά από συναισθηματισμούς εξιστορώντας μέσα σε λίγα λεπτά, πώς οι ζωές των ιδίων και των οικογενειών τους ανατράπηκαν βίαια τον Αύγουστο του 2014, την στιγμή της απόδρασης τους από τον καταυλισμό του Ισλαμικού Κράτους και για την διάθεση τους να παλέψουν για την αναγνώριση της γενοκτονίας της κοινότητας Γιεζίντι από τους τζιχαντιστές.

Ήταν η Νάντια Μουράτ και η Λαμίγια Αγί Μπασάρ από το Ιράκ, θύματα σεξουαλικής κακοποίησης από το Ισλαμικό κράτος, τα οποία τίμησε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με το βραβείο Ζαχάρωφ τον Δεκέμβριο του 2016. «Το βραβείο Ζαχάρωφ μας δίνει την δύναμη που δεν είχαμε, μας τιμά και μας δίνει μια αξιοπρέπεια και μας έδωσε ξανά την ελπίδα για να παλέψουμε» είχε αναφέρει τότε η Νάντια Μουράτ για το βραβείο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Δύο κορίτσια, ανάμεσα στα χιλιάδες που βίωσαν την βιαιότητα, τον εξευτελισμό, τον βιασμό, κατάφεραν να ξεφύγουν από τον εφιάλτη και έγιναν σύμβολα του αγώνα κατά της σεξουαλικής κακοποίησης και της φρίκης του πολέμου. Όμως η βία και η αιχμαλωσία δεν κατάφεραν να τραυματίσουν την δύναμη ψυχής και την μαχητικότητα τους. Ειδικά της Νάντιας Μουράτ. «Αν μπορούσα να αλλάξω κάτι στον κόσμο θα ήταν οι γυναίκες όλου του κόσμου να αποκτήσουν δύναμη και εξουσία. Διότι οι γυναίκες έχουν υποφέρει πολλά και δεν το αξίζουν. Και μπορούν ακόμα να γίνουν πολλά που να αποτρέπουν αυτά τα περιστατικά». Αυτό είχε δηλώσει τότε στην «Κ» η Νάντια Μουράτ, όταν την ρωτήσαμε τι θα μπορούσε να την κάνει ξανά ευτυχισμένη.

Δραπέτευσε από το Ισλαμικό Κράτος και κατάφερε να φτάσει στην Γερμανία αρχές του 2015. Την ίδια χρονιά ξεκίνησε την εκστρατεία ευαισθητοποίησης για την εμπορία προσώπων. Μίλησε για πρώτη φορά δημόσια για την ιστορία της τον Νοέμβριο του 2015, σε συνέδριο των Ηνωμένων Εθνών για θέματα μειονοτήτων. Έκτοτε έχει κυκλοφορήσει την αυτοβιογραφία της με τίτλο «The last girl: My story of captivity and my fight against the islamic State», ενώ έχει τιμηθεί με το βραβείο της γυναίκας που πάλεψε εναντίον του Isis.

Στις πέντε Οκτωβρίου 2018, η Επιτροπή του βραβείου Νόμπελ Ειρήνης την τίμησε, μαζί με τον γυναικολόγο Ντένις Μουκούεγκε από το Κονγκό με το Νόμπελ Ειρήνης για τον αγώνα κατά της χρήσης της σεξουαλικής βίας ως πολεμικό όπλο. Ήταν η επιλογή ανάμεσα σε 331 υποψηφίους, μεταξύ αυτών ισχυροί ηγέτες όπως ο Κιμ Γιονγκ Ουν και ο Ντόναλντ Τραμπ.

Απόσπασμα από την συνέντευξη της στην «Κ»

«Δεν είναι εύκολο να ξεπεράσεις το γεγονός ότι χάσαμε την γη μας, την κοινότητα μας, τους πιο αγαπημένους μας ανθρώπους και την ζωή όπως την είχαμε μάθει. Σήμερα μπορούμε να μιλάμε και πρέπει να μιλάμε και να μην ξεχνάμε ότι ακόμα υπάρχει κόσμος που είναι ακόμα αιχμάλωτοι στα χέρια του Ισλαμικού Κράτους. Και αυτό είναι που μας δίνει δύναμη. Πριν τον ISIS ζούσα με την μητέρα μου τους αδερφούς μου και τις αδερφές μου. Είχαμε μεγάλη οικογένεια και ασχολούμασταν παραδοσιακά με την γεωργία και την κτηνοτροφία. Στη συνέχεια τα αδέρφια μου πήγαν στον στρατό και όταν επέστρεψαν άρχισαν να δουλεύουν την γη. Εγώ πήγαινα στο σχολείο και βοηθούσα επίσης στην καλλιέργεια της γης. Η ζωή ήταν πολύ καλή παρά την φτώχεια. Την αγαπούσαμε παρά τις δυσκολίες. Πλέον πολλά πράγματα έχουν αλλάξει στη ζωή μας. Αφήσαμε το χωριό μας γίναμε αιχμάλωτες, πρόσφυγες, ορφανές. Δεν υπάρχει πλέον εκεί μέλλον για εμάς».

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Της Μαρίας Ηρακλέους

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση