ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Σχέδιο δράσης για περιορισμό της αστυνομικής βίας

Ενώπιον του Υπουργού Δικαιοσύνης Ιωνά Νικολάου

ΚΥΠΕ

Σε σειρά εισηγήσεων προς την Αστυνομία μεταξύ των οποίων και η υιοθέτηση και εφαρμογή ενός μακρόπνοου Σχεδίου Δράσης που θα ενσωματώνει με ολοκληρωμένο και στοχευμένο τρόπο δράσεις και μέτρα πρόληψης, εκπαίδευσης και ελέγχου της αστυνομικής βίας, προβαίνει με Δημόσια Τοποθέτησή της για τα περιστατικά αστυνομικής βίας η Ανεξάρτητη Αρχή Πρόληψης των Βασανιστηρίων, η οποία υπάγεται στο Γραφείο της Επιτρόπου Διοικήσεως Ελίζας Σαββίδου.

Όπως σημειώνεται, αφορμή για τη Δημόσια Τοποθέτηση αποτελεί η πρόσφατη καταδίκη δύο αστυνομικών για τη σκληρή και απάνθρωπη μεταχείριση πολίτη, οι αντιδράσεις και οι δηλώσεις μελών της Αστυνομίας κατά τη διάρκεια της δικαστικής διαδικασίας καθώς και η ταυτόχρονη ανάδειξη και άλλου πιθανού περιστατικού κακοποίησης κατά την ακροαματική διαδικασία ενώπιον Δικαστηρίου, που είδαν το φως της δημοσιότητας.

Η Δημόσια Τοποθέτηση υποβλήθηκε στον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης και στον Αρχηγό Αστυνομίας, με στόχο, όπως αναφέρεται, να αποτελέσει αντικείμενο ευρύτερου προβληματισμού και διαλόγου για την υιοθέτηση των σχετικών εισηγήσεων. Παράλληλα, κοινοποιήθηκε για σκοπούς ενημέρωσης στον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και στην Ανεξάρτητη Αρχή Διερεύνησης Ισχυρισμών Παραπόνων κατά της Αστυνομίας.

Η Ελίζα Σαββίδου υποδεικνύει ότι, παρόλο που θα μπορούσε κάποιος να αποδεχθεί ότι τα περιστατικά που βλέπουν το φως της δημοσιότητας πιθανόν να αποτελούν μεμονωμένα συμβάντα και να μην χαρακτηρίζουν το σύνολο της Αστυνομίας, οι συζητήσεις, οι δηλώσεις και οι συμπεριφορές που εκτυλίχθηκαν μετά τη δημοσιοποίηση του περιστατικού και κυρίως κατά τη διάρκεια της δικαστικής διαδικασίας προσέδωσαν ευρύτερες διαστάσεις στο ζήτημα της κουλτούρας γύρω από την αστυνομική βία.

Επισημαίνει δε ότι η δημόσια τάξη και ασφάλεια διαταράσσονται κατά τρόπο σοβαρότερο όταν τέτοιες παράνομες συμπεριφορές, όπως η απάνθρωπη μεταχείριση μέσω βίας, εκδηλώνονται από αστυνομικούς, ως ειδικά εντεταλμένοι εγγυητές των δικαιωμάτων, παρά όταν απλοί πολίτες προβαίνουν στις ίδιες πράξεις και υπογραμμίζει ότι η παραβίαση των ατομικών ελευθεριών μέσω της άσκησης αυθαίρετης και άσκοπης αστυνομικής βίας τορπιλίζει τις σχέσεις Αστυνομίας-πολιτών, αφού ακυρώνει το ρόλο των αστυνομικών ως φρουρών των εννόμων αγαθών, μετατρέποντας τους σε εν δυνάμει κίνδυνο γι’ αυτά. «Η μη αρμόζουσα έως και παραβατική συμπεριφορά εκ μέρους των αστυνομικών οργάνων καθώς και τα επακολουθούντα δυσμενή σχόλια πλήττουν καίρια το κύρος του αστυνομικού θεσμού, δημιουργώντας παράλληλα ανασφάλεια στους πολίτες για το επίπεδο ασφάλειας και σεβασμού των δικαιωμάτων τους» συμπληρώνει.

Σημειώνει επίσης ότι κάθε συμπεριφορά ενός κρατικού οργάνου, όπως οι αστυνομικοί, η οποία εμπίπτει στην έννοια των βασανιστηρίων ή της απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης, γεννά, πέραν των ατομικών πειθαρχικών και ποινικών ευθυνών, την ευθύνη του Κράτους για ενδελεχή διερεύνηση και εξάντληση των ατομικών κυρώσεων, την αποζημίωση του θύματος αλλά και τη λήψη όλων των απαραίτητων μέτρων για τη διασφάλιση του σεβασμού των δικαιωμάτων των πολιτών μέσω της προστασίας τους από την αυθαίρετη και άσκοπη αστυνομική βία.

Στη Δημόσια Τοποθέτηση υποδεικνύεται επίσης ότι αποκλειστικό καθήκον του Αστυνομικού είναι η διασφάλιση της δημόσιας ασφάλειας και της τάξης και πειθαρχίας εντός του χώρου κράτησης και μόνο προς την εξυπηρέτηση αυτού του καθήκοντος νομιμοποιείται να λαμβάνει οποιαδήποτε μέτρα, πόσο μάλλον να χρησιμοποιεί βία και πως αντίθετα, η αυθόρμητη και αυθαίρετη χρήση βίας όχι μόνο δεν εξυπηρετεί την επιβολή της τάξης, αλλά δημιουργεί ανασφάλεια στους πολίτες για το επίπεδο σεβασμού των δικαιωμάτων και των ελευθεριών τους.

Αναφέρεται επίσης πως παρόλο που δεν υποβαθμίζεται η σημασία των πρόσφατων πειθαρχικών και ποινικών κυρώσεων που επιβλήθηκαν καθώς και οι σημαντικές προσπάθειες που έχουν καταβληθεί στον τομέα του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δεν αρκούν για τη συνολική ανατροπή των στάσεων και συμπεριφορών που έχουν αναπτυχθεί και δυστυχώς παγιωθεί διαχρονικά σε ένα μέρος της Αστυνομίας.

Στο πλαίσιο της Τοποθέτησής της, η Ελίζα Σαββίδου ως επικεφαλής της Ανεξάρτητης Αρχής Πρόληψης των Βασανιστηρίων προβαίνει σε σειρά εισηγήσεων με στόχο τον περιορισμό των φαινομένων αστυνομικής βίας, τονίζοντας ότι «η πρόληψη και η αντιμετώπιση αυθαιρεσιών μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω της βαθιάς και ουσιαστικής εμπέδωσης μιας δικαιοκρατικής κουλτούρας, στην οποία ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων θα αποτελεί την αποστολή αλλά και τα όρια δράσης της Αστυνομίας».

Όπως αναφέρει θα πρέπει, σε κάθε περίπτωση, να διευκρινιστεί προς όλα τα μέλη της Αστυνομίας ότι η αποτελεσματικότητα αποτελεί μεν έναν θεμιτό στόχο αλλά δεν μπορεί να επιδιώκεται ή να επιτυγχάνεται μέσω εκπτώσεων από τη βασική αρχή σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. «Θα πρέπει να καταστεί σαφές ότι παραβίαση των δικαιωμάτων αυτών κατά την ενάσκηση των καθηκόντων της Αστυνομίας αποτελεί σοβαρή παράβαση, η οποία δεν παραμερίζεται για χάρη της αποτελεσματικότητας και σε κάθε περίπτωση, δεν γίνεται αποδεκτή».

Υποδεικνύει δε ότι προς την κατεύθυνση αυτή, οι αρμόδιοι μηχανισμοί εσωτερικού και πειθαρχικού ελέγχου οφείλουν να υπηρετούν αντικειμενικά και αποφασιστικά το υπέρτερο δημόσιο συμφέρον της εύρυθμης λειτουργίας της Αστυνομίας, «διαφορετικά, η επίδειξη μιας κακώς νοούμενης συναδελφικής αλληλεγγύης και η συνακόλουθη υποτίμηση της σοβαρότητας και εν τέλει αποδοχή εγκληματικών ενεργειών οδηγεί σε καθεστώς ατιμωρησίας».

Σημειώνει επίσης ότι θα πρέπει να διευρυνθούν οι προσπάθειες σε πιο ολιστικές προσεγγίσεις που θα κινούνται πέραν της παροχής αποσπασματικής και περιστασιακής εκπαίδευσης στα μέλη της Αστυνομίας ή της ατομικής, κατά περίπτωση, πειθαρχικής και ποινικής δίωξης.

Αναφέροντας ότι τα εγχώρια δεδομένα και οι συλλογικές και διαχρονικές εμπειρίες των οργάνων εσωτερικού ελέγχου καθώς και των εξωδικαστικών και δικαστικών μηχανισμών παρέχουν αξιόπιστο υλικό για τη «χαρτογράφηση» των τομέων δράσης όπου προκύπτουν συχνότερα καταγγελίες ή συμπεριφορές αστυνομικής βίας και το μοτίβο των σχετικών παραβατικών ενεργειών, εκφράζει την πεποίθηση ότι η προσεχτική μελέτη του υλικού αυτού μπορεί να οδηγήσει σε στέρεα συμπεράσματα, επί των οποίων να συνταχθεί, να υιοθετηθεί και να εφαρμοστεί ένα μακρόπνοο Σχέδιο Δράσης που θα ενσωματώνει με ολοκληρωμένο και στοχευμένο τρόπο δράσεις και μέτρα πρόληψης, εκπαίδευσης και ελέγχου της αστυνομικής βίας, καθώς και ένα πλαίσιο διερεύνησης και επιβολής πειθαρχιών και ποινικών κυρώσεων.

«Περαιτέρω, το προτεινόμενο Σχέδιο Δράσης μπορεί πιθανόν να συμπεριλάβει και να επικαιροποιήσει υφιστάμενες δράσεις, οι οποίες εφαρμόζονται αποσπασματικά χωρίς συγκεκριμένη στόχευση όσον αφορά τη μείωση του φαινομένου της αυθαίρετης και άσκοπης άσκησης αστυνομικής βίας» τονίζει και προσθέτει ότι «το Σχέδιο Δράσης θα θέτει τα ανθρώπινα δικαιώματα στον πυρήνα των καθηκόντων των Αστυνομικών, προβλέποντας ταυτόχρονα μια σειρά ενεργειών για την εμπέδωση μιας δικαιοκρατικής κουλτούρας αλλά και μιας κουλτούρας λογοδοσίας και ελέγχου για τυχόν άσκηση βίας έναντι πολιτών».

Δηλώνει τέλος την ετοιμότητά της ως Ανεξάρτητη Αρχή για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων να συνδράμει στη σύνταξη του Σχεδίου Δράσης, σε συνεργασία με όλους τους άλλους εμπλεκόμενους φορείς, με όποιο τρόπο κριθεί σκόπιμο.

Άλλα άρθρα συγγραφέα

ΚΥΠΕ

Κύπρος: Τελευταία Ενημέρωση