ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Αβεβαιότητα λόγω Τραμπ «βλέπει» η Γέλεν

Την αβεβαιότητα για τις επιπτώσεις των επιλογών Τραμπ στην οικονομία εξέφρασε η Γέλεν

Kathimerini.gr

Την αβεβαιότητά της για την πολιτική που θα εφαρμόσει ο Ντόναλντ Τραμπ και για τις επιπτώσεις των επιλογών του στην αμερικανική οικονομία εξέφρασε χθες η επικεφαλής της ομοσπονδιακής τράπεζας των ΗΠΑ Τζάνετ Γέλεν. Επρόκειτο για την πρώτη της ακρόαση ενώπιον του Κογκρέσου, μετά την ανάληψη της προεδρίας από τον Ντόναλντ Τραμπ και με τη μετωπική σύγκρουση μαζί του να θεωρείται βέβαιη. Ως εκ τούτου, η πρόεδρος της Fed άφησε ώς έναν βαθμό αδιευκρίνιστες τις προθέσεις της Federal Reserve ως προς το πώς θα αντιδράσει σε μείζονες αλλαγές στη δημοσιονομική και οικονομική πολιτική της αμερικανικής κυβέρνησης.

«Μεταξύ των πηγών αβεβαιότητας που περιβάλλουν την εικόνα της αμερικανικής οικονομίας είναι οι ενδεχόμενες αλλαγές στη δημοσιονομική πολιτική, η πορεία της παραγωγικότητας και οι εξελίξεις στο εξωτερικό», τόνισε η κ. Γέλεν και προσέθεσε πως «είναι πολύ νωρίς για να γνωρίζουμε ποιες αλλαγές πολιτικής θα εφαρμοσθούν ή ποιες θα είναι οι επιπτώσεις τους». Οι αλλαγές που προβληματίζουν την επικεφαλής της Fed και τις έχει ήδη δρομολογήσει ο νέος ένοικος του Λευκού Οίκου αφορούν την ανάκληση των ρυθμίσεων στον χρηματοπιστωτικό κλάδο και την ακύρωση του νόμου Ντοτ-Φρανκ, τον οποίο υποστηρίζει ένθερμα η κ. Γέλεν.

Πρόκειται για καίρια πολιτική της προηγούμενης κυβέρνησης, που επέβαλε περιορισμούς στις ακρότητες του τραπεζικού κλάδου, ώστε να αποτρέψει μια επανάληψη της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης. Σύμφωνα, όμως, με τον Ντόναλντ Τραμπ, που έχει δρομολογήσει την ακύρωση του νόμου με προεδρικό διάταγμα, αυτοί οι περιορισμοί έχουν εμποδίσει τις τράπεζες να λειτουργήσουν αποδοτικά.

Σε ό,τι αφορά τις προθέσεις της Fed για τη νομισματική της πολιτική, η κ. Γέλεν τόνισε ότι θα χρειαστεί νέα αύξηση των επιτοκίων σε κάποια από τις επόμενες συνεδριάσεις της, χωρίς, ωστόσο, να διευκρινίσει πότε είναι πιθανότερο να προχωρήσει σε νέα αύξηση του κόστους δανεισμού. Απέφυγε, άλλωστε, να σχολιάσει αν η Fed εκτιμά ότι οι εξελίξεις στην αμερικανική οικονομία θα νομιμοποιούν τις τρεις αυξήσεις επιτοκίων εντός του 2017, τις οποίες έχει προαναγγείλει η τράπεζα στην τελευταία συνεδρίασή της τον Δεκέμβριο. Τον Δεκέμβριο η Fed προχώρησε στη δεύτερη αύξηση των επιτοκίων του δολαρίου, ενώ τον Δεκέμβριο του 2015 τα είχε αυξήσει για πρώτη φορά από τα σχεδόν μηδενικά επίπεδα στα οποία τα είχε περιορίσει από την αρχή της κρίσης.

Το κόστος του δανεισμού αποτελεί θέμα αιχμής ανάμεσα στη Fed και τον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος, στη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας, κατηγορούσε την ομοσπονδιακή τράπεζα ότι διατηρεί τα επιτόκια σε χαμηλά επίπεδα για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας, προκειμένου να φέρει τον νέο πρόεδρο ενώπιον του φάσματος της ύφεσης.

Οπως, άλλωστε, τονίζουν οικονομικοί αναλυτές, μεταξύ των προβληματισμών της Fed είναι και το ενδεχόμενο υπερθέρμανσης της αμερικανικής οικονομίας από τις φοροαπαλλαγές και τις εκτεταμένες δαπάνες σε έργα υποδομής, που αποτελούν βασικές εξαγγελίες του Ντόναλντ Τραμπ. Κι αυτό γιατί η αμερικανική οικονομία βρίσκεται σε φάση ανάκαμψης, με την ανεργία να έχει υποχωρήσει σε επίπεδα κάτω του 5%.

Σε ό,τι αφορά την αναμενόμενη αντιπαράθεση της Fed με την κυβέρνηση Τραμπ, θεωρείται βέβαιη όχι μόνον εξαιτίας των προεκλογικών εξαγγελιών του Ντόναλντ Τραμπ, αλλά και επειδή η νέα κυβέρνηση έχει εκδηλώσει την πρόθεσή της να περιορίσει την ανεξαρτησία της. Μάλιστα, ένας από τους συμβούλους του Τραμπ έχει εκφράσει την πρόθεσή του να θέσει τις επιλογές της νομισματικής πολιτικής της Fed σε λογιστικό έλεγχο.

Η συγκυρία ευνοεί, άλλωστε, τα σχέδια του Ντόναλντ Τραμπ να διορίσει στο Δ.Σ. της τράπεζας άτομα της επιλογής του, καθώς επίκειται η παραίτηση του Ντάνιελ Ταρούλο, στελέχους με σημαίνοντα ρόλο στη ρυθμιστική πολιτική της Fed.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Οικονομία: Τελευταία Ενημέρωση

X