ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Οι θεσμοί δοκιμάζουν τις αντοχές της κοινωνίας

Δημιουργούνται τριγμοί χωρίς δικλίδες ασφαλείας και αλληλοελέγχου

Εν μέσω μιας πολλαπλής κρίσης θεσμών, αξιών και πολιτειακής λειτουργίας η οποία κάνει καθημερινά όλο και πιο έντονη την εμφάνισή της με αλληλουχία γεγονότων, βρίσκεται η κυπριακή κοινωνία, κρίση που διαπερνά την εκτελεστική, νομοθετική και δικαστική εξουσία, η οποία ενώ έχει πηγή τις επιλογές και ατομικές συμπεριφορές ανεξαρτήτων και μη αξιωματούχων, αυτή κορυφώνεται στη βάση των αποτελεσμάτων από την άσκηση των καθηκόντων ενός εκάστου. Η πάγια απογοήτευση που προκύπτει και αφορά τα έργα και τις ημέρες και των των τριών εξουσιών στην Κύπρο και της λεγόμενης τέταρτης (των ΜΜΕ) μη εξαιρουμένης, αποτυπώνεται με τον πλέον έντονο τρόπο και στις κατά καιρούς σφυγμομετρήσεις της κοινής γνώμης όπου η κοινωνία φαίνεται να έχει χάσει μεγάλο μέρος της εμπιστοσύνης στην πολυεπίπεδη λειτουργία του κράτους και της Πολιτείας, προτάσσοντας την πτώση των θεσμών ως μείζον πρόβλημα. Είναι σαφές πως ότι το ζήτημα παραμένει στην πρώτη τριάδα των θεμάτων που ίδιοι οι πολίτες θέτουν επί τάπητος στις ιδιωτικές τους συζητήσεις, αφενός, και αφετέρου με την οικονομική κρίση να έχει παρέλθει αλλά με τις ευθύνες να μην έχουν αποδοθεί, «αυξήθηκε κατακόρυφα ο βαθμός απαξίωσης προς τους πολιτικούς, τους κομματικούς και τους οικονομικούς παράγοντες αλλά και προς κάθε θεσμό του κράτους, με τον κόσμο να θεωρεί ότι όλοι αυτοί συλλογικά και συλλήβδην με τον ένα ή άλλο τρόπο, με πράξεις ή παραλείψεις τους συνέβαλαν στην τραγική κατάσταση στην οποία περιήλθε το χρηματο-οικονομικό σύστημα της Κύπρου», όπως ο ίδιος ο γενικός εισαγγελέας σημείωνε (6.4.2017) σε εκδήλωση με την ονομασία «οι Θεσμοί και οι Αξίες στη Κύπρο».

Ανεξάρτητοι αξιωματούχοι

Τα όσα έχουν απασχολήσει την επικαιρότητα το τελευταίο διάστημα και φέρουν ως πρωταγωνιστή τον γενικό εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για μια υπόθεση τεμαχίου γης που έφερε στη δημοσιότητα η εφημερίδα «Πολίτης», είναι η κορυφή του παγόβουνου. Το παγόβουνο αυτό καθαυτό συντίθεται από σωρεία υποθέσεων σχεδόν αμέσως με τον διορισμό του κ. Κληρίδη. Ο γενικός εισαγγελέας είναι ανεξάρτητος αξιωματούχος, και οι αρμοδιότητές του τον καθιστούν ανεξάρτητο έναντι κάθε λειτουργίας, όπως απορρέει από το Σύνταγμα. Η άσκηση των εξουσιών που του παρέχονται δεν είναι εκτελεστικής φύσεως αλλά δικαστικής και οιονεί δικαστικής. Έχει δηλαδή το δικαίωμα να κινεί, να διεξάγει ή να διακόπτει οποιαδήποτε ποινική διαδικασία, εξουσίες οι οποίες ασκεί χωρίς ελέγχο και χωρίς λογοδοσία. Τα προαναφερόμενα αποτελούν σήμερα πηγή διαλόγου εφόσον επί της ουσίας και όπως προκύπτει από το άρθρο 113 του Συντάγματος, οι εξουσίες του είναι τέτοιας έκτασης που το μόνο το οποίο δεν μπορεί να πράξει ατομικά, είναι ποινική δίωξη κατά του Προέδρου της Δημοκρατίας. Ωστόσο, δεν είναι γι’ αυτόν τον λόγο που βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας. Κατά βάση βρίσκεται εκεί για όσα έγιναν ή και δεν έγιναν με τις περιβόητες έρευνες για την οικονομία. Το εξής παράδειγμα δείχνει τη στασιμότητα των πραγμάτων και τη συνεπακόλουθη έλλειψη πλέον εμπιστοσύνης από την κοινωνία. Στις 17 Ιουλίου 2016 η «Κ» είχε φέρει στη δημοσιότητα όλες τις εξελίξεις με την υπόθεση Βγενόπουλου, που ήταν και πρώτο θέμα της περιόδου και στην Ελλάδα μαζί με τις έρευνες που και εκείνη την περίοδο δεν οδηγούσαν πουθενά για την κατάρρευση της κυπριακής οικονομίας. Οι υποθέσεις χαρακτηρίζονταν τότε από το γενικό εισαγγελέα ως πολύπλοκες, δεν θα ήταν η πρώτη φορά, και ο ίδιος θα σύστηνε υπομονή. Ενυπήρχε όμως σε εκείνο το ρεπορτάζ ένα στοιχείο άξιο αναφοράς. Το 64% των ερωτηθέντων σε δημοσκόπηση της εφημερίδας «έβλεπε» συγκάλυψη των σκανδάλων για την οικονομία. Από τότε μέχρι σήμερα, τα δεδομένα δεν έχουν αλλάξει με την ατιμωρησία και την έλλειψη λογοδοσίας για εκείνη την περίοδο να διαδέχονται και αθωωτικές αποφάσεις όπως αυτή που αφορά τον πρώην διευθύνοντα σύμβουλο της Τράπεζας Κύπρου Ανδρέα Ηλιάδη, ο οποίος είχε καταδικαστεί σε 2,5 χρόνια φυλάκιση. Ο κ. Κληρίδης ανέφερε στο ΚΥΠΕ, και μόνο εκεί, ότι «η Νομική Υπηρεσία καταβάλλει προσπάθειες έτσι ώστε, μέσα στο πλαίσιο της διερεύνησης των αιτιών για την κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Κύπρου, εκεί και όπου διαπιστώνεται η ενδεχόμενη διάπραξη κάποιων ποινικών αδικημάτων, τα οποιαδήποτε πρόσωπα εμπλέκονται να οδηγούνται στο δικαστήριο», κάνοντας λόγο για υποθέσεις που από τη φύση τους είναι «δύσκολες και περίπλοκες». Δεν έκρυψε έτσι την ενόχλησή του για την αθωωτική απόφαση, ωστόσο, όπως ήδη αναφέρθηκε, το εν γένει επιχείρημα περί δύσκολων υποθέσεων δεν είναι πρωτόφαντο. Πρέπει να σημειωθεί βέβαια ότι από το 2013 μέχρι σήμερα, η Νομική Υπηρεσία είχε αρωγό το έργο που επιτέλεσε η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Η τελευταία είχε ολοκληρώσει συγκεκριμένες έρευνες, όπως την υπεραξία της Uniastrum για την Τράπεζα Κύπρου και την υπεραξία της Λαϊκής Εγνατίας για τη Λαϊκή Τράπεζα, ανακατάταξη των ελληνικών ομολόγων στους λογαριασμούς της Τράπεζας Κύπρου, το θέμα των προβλέψεων για τα δάνειά της και τα MIGοδάνεια. Τα στοιχεία για τις πιο πάνω υποθέσεις έχουν δοθεί προ πολλού στον γενικό εισαγγελέα. Ωστόσο, επί της ουσίας δεν καταγράφεται πρόοδος. Κερασάκι στην τούρτα των πεπραγμένων του γενικού εισαγγελέα ήταν η, σύμφωνα με ανεξάρτητους αναλυτές, απρεπής για τον θεσμό που εκπροσωπεί αντίδρασή του στη δημοσίευση από την εφημερίδα «Πολίτης» της υπόθεσης γνωμάτευσής του για τεμάχιο που συνδεόταν με φιλικό προς τον ίδιο πρόσωπο. Στην εικόνα βέβαια θα πρέπει να συμπληρώσει κάποιος και την περιβόητη ομάδα ανακριτών για την κατάρρευση της οικονομίας, το έργο της οποίας προφανώς θα αποτιμηθεί από τον επόμενο γενικό εισαγγελέα, η επιλογή του οποίου θα πρέπει να γίνει εντός του επόμενου χρόνου. 

Ζητήματα ενημέρωσης: Οι αμφιλεγόμενες συμπεριφορές του εισαγγελέα απέναντι στους λειτουργούς του Τύπου δεν είναι νεόκοπο φαινόμενο. Αιτία κατά πολλούς, είναι η κριτική πέριξ των καθυστερήσεων για τις έρευνες της οικονομίας, ωστόσο τα όσα συνέβησαν μέσα σε αυτή την εβδομάδα είναι αποδεικτικά του επιπέδου που έχουν φτάσει τα πράγματα. Εσχάτως άλλωστε ο γενικός εισαγγελέας βρέθηκε αντιμέτωπος με την αποκάλυψη του (αμφιλεγόμενου) τρόπου λειτουργίας της ίδιας του της υπηρεσίας με την υπόθεση Λοϊζίδου, μιας από τους πλέον στενούς του συνεργάτες, η οποία φέρεται να δρούσε εκτός πλαισίου διαρρέοντας ευαίσθητες πληροφορίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των εταίρων μας στη ρωσική κυβέρνηση. Και μπορεί μετά τις σχετικές απαγορεύσεις στα ΜΜΕ που επιβλήθηκαν για τη δημοσίευση σχετικών με την υπόθεση άρθρων, η υπόθεση να έχει πέσει σε αφάνεια, παραμένει όμως μια κηλίδα στο ιστορικό των πειραγμένων της νυν Γενικής Εισαγγελίας, με την απαγόρευση της ενημέρωσης του κοινού να προσομοιάζει σύμφωνα με διεθνείς παρατηρητές με αυτές τις τακτικές απολυταρχικών καθεστώτων. Την ίδια ώρα σχετικά δημοσιεύματα στο εξωτερικό με επίκεντρο την ίδια υπόθεση έφερναν και πάλι την Κύπρο στην πρώτη γραμμή της αρνητικής δημοσιότητας. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την εκ μέρους του κ. Κληρίδη αντιπαράθεση με τα ΜΜΕ, τον αποκλεισμό των «μη αρεστών ΜΜΕ» από τον ίδιο, από την ενημέρωση για θέματα δημόσιας σφαίρας, και την ανάπτυξη παράλληλα μιας ενημερωτικά αμφίδρομης σχέσης μόνο συγκεκριμένα ΜΜΕ ωσάν και ο θεσμός να ανήκει στον επικεφαλής του και όχι στην Πολιτεία. Η προαναφερθείσα κατάσταση έχει ως αποτέλεσμα θέματα τα οποία άπτονται των αρμοδιοτήτων του κ. Κληρίδη και της Υπηρεσίας του να μην καλύπτονται στο σύνολό τους δημοσιογραφικά προς όφελος του κυπριακού λαού, όπως για παράδειγμα έγινε με την πρόσφατη υπόθεση αποφυλάκισης μετά από προεδρική χάρη ενός παιδεραστή. Το θέμα πήρε διαστάσεις στον Τύπο, άγγιξε και τον ίδιο τον Πρόεδρο Αναστασιάδη, ωστόσο δεν ακούστηκε η άποψη του γενικού εισαγγελέα οποίος επέλεξε να περάσει σιωπηρός την μπόρα.

Γενικός ελεγκτής

Βάσει του Συντάγματος, ο γενικός ελεγκτής επιφορτίζεται τον έλεγχο στο όνομα της Δημοκρατίας, κάθε πληρωμής ή είσπραξης που αφορά το κράτος, αλλά και επιθεώρηση λογαριασμών, βιβλίων, και αρχείων σε συναφή θέματα. Οι όποιες άλλες αρμοδιότητες του παραχωρούνται συγκεκριμένα (116, παρ. 2). Δεν είναι όμως λίγες οι φωνές που πλέον, κάνουν λόγο για επί της ουσίας άσκησης πολιτικής από τον γενικό ελεγκτή με την εργολαβική πολλές φορές νομική κάλυψη από τον γενικό εισαγγελέα. Σαν παράδειγμα δίδεται άλλωστε και το τι συνέβη με τον δρόμο Πόλης Χρυσοχούς-Πάφου όταν παραμονές της έγκρισης του κρατικού προϋπολογισμού από το Υπουργικό Συμβούλιο, ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης με επιστολή του προς τον ΥΠΟΙΚ Χάρη Γεωργιάδη ζήτησε να αφαιρεθεί το συγκεκριμένο έργο από τους σχεδιασμούς της κυβέρνησης, επικαλούμενος τον νόμο περί Δημοσιονομικής Ευθύνης. «Παρέλκει δε πιστεύω να τονίσω ότι η τήρηση ρητών νομοθετικών υποχρεώσεών σας δεν εναπόκειται στην κρίση σας και ούτε και είναι εθελοντική», ανέφερε μεταξύ άλλων στην επιστολή του ο ελεγκτής. Σημειώνεται πως η εν λόγω επιστολή είχε αποδέκτη και τον γενικό εισαγγελέα. Εν τέλει το Υπουργικό άναψε το πράσινο στο συγκεκριμένο έργο. Ωστόσο, δεν ήταν η μόνη παρέμβαση του γενικού ελεγκτή που θα προκαλούσε συζητήσεις, εφόσον όπως ήδη αναφέρθηκε ο ίδιος δεν έχει διστάσει να καταφερθεί εναντίον, να καταδικάσει και να αποφανθεί επί νομικής υπόστασης υποθέσεων που εξετάζει, πάντα με τη συζήτηση να είναι εντός ή εκτός ορίων, στα κοινωνικά δίκτυα. Συνακόλουθα, επέρχεται ως θέμα στην επικαιρότητα εφόσον τις περισσότερες φορές οι βολές του αφορούν εκλεγμένους αξιωματούχους και πολιτικές αποφάσεις, μέλη της κυβέρνησης και συναφές πολιτικό και κυβερνητικό έργο, αποφάσεις που άπτονται του κρατικού μηχανισμού και των υπουργείων, με αποτέλεσμα τη δυσλειτουργία της κρατικής μηχανής. Επί της ουσίας, και σύμφωνα και έγκυρους νομικούς κύκλους με τους οποίους μίλησε η «Κ», η κρίση στη συγκεκριμένη περίπτωση πηγάζει από τη διασταλτική νομιμοποίηση της άσκησης πολιτικής από μη εκλεγμένο αξιωματούχο σε δημοκρατία οπού η δύναμη πηγάζει και πρέπει να ασκείται από τον ίδιο τον λαό.

Διοικήτρια Κεντρικής Τράπεζας

Η πλέον εκκωφαντική απουσία της Χρυστάλλας Γιωρκάτζη, θέμα άλλωστε που έχει καταγραφεί επανειλημμένα, καταγράφηκε κατά τη διάρκεια της συζήτησης για το μέλλον της ΣΚΤ. Η απορία που είχε εκφραστεί τόσο στο προσκήνιο όσο και στο παρασκήνιο, στη Βουλή και όχι μόνο, αφορούσε το που βρισκόταν η ίδια και πως ενημερωνόταν για τις εξελίξεις που αφορούσαν τη λειτουργία του πυρήνα του συστήματος που εποπτεύει και δη τη μεγαλύτερη τράπεζα του τόπου. Δεν θα ήταν όμως η πρώτη φορά, που η απουσία της κ. Γιωρκάτζη θα απασχολούσε την επικαιρότητα, με ένταση ανάλογη που την απασχόλησε εν αρχή η παρουσίας της, ο διορισμός της δηλαδή, και τα όσα επακολούθησαν με το συμβόλαιό της. Όπως είχαν πει στην «Κ» και μεγάλα στελέχη τραπεζών, η διαδικασία της επικοινωνίας με την ΚΤΚ μόνο εύκολη υπόθεση δεν είναι. Όταν μάλιστα οι πλείστες των συζητήσεων αφορούσαν τόσο την πορεία των τραπεζών και στο μνημόνιο όσο και έξω από αυτό, εντός και εκτός Κύπρου και απαιτούσαν και τη δική της παρουσία. Από κυβερνητικής πλευράς, υπάρχει πλήρη γνώση της κρίσης που έχει επιφέρει η στάση και η συμπεριφορά της κ. Γιωρκάτζη τόσο στο εσωτερικό τραπεζικό προσκήνιο όσο και εκτός χώρας, οπότε και έχει προσανατολιστεί να αλλάξει πλήρως το μοντέλο διακυβέρνησης της Κεντρικής Τράπεζας. Άξια πάντως αναφοράς και διασύνδεσης με τα πιο πάνω πρόσωπα είναι η διά συνοπτικών διεργασιών νομιμοποίησης από τον γενικό εισαγγελέα του αλλοιωμένου εγγράφου πρόσληψής της διοικήτριας απ’ όπου η ίδια φέρεται να αφαίρεσε ή και αλλοίωσε την παράγραφο περί σύγκρουσης συμφερόντων συγγενικών της προσώπων.

Το αποτέλεσμα

 Τραβώντας μια γραμμή στα προαναφερόμενα, εκείνο που προκύπτει είναι το ζήτημα του πώς τοποθετούνται, με ποιες διαδικασίες και μεθόδους οι ανεξάρτητοι αξιωματούχοι στις θέσεις που αναλαμβάνουν. Με ποιον τρόπο δηλαδή αποφασίζει ο εκάστοτε Πρόεδρος της Δημοκρατίας, πέραν του «μου είπαν ότι είναι καλός και τον έβαλα» ποιος είναι κατάλληλος ή όχι για τη θέση που του ανατίθεται. Ποιες είναι παράλληλα εκείνες οι δικλίδες ασφαλείας που μπορούν να αποτρέψουν κρίσεις, να αποκαταστήσουν εμπιστοσύνη και να ελέγχουν πράξεις και παραλείψεις ανεξάρτητων αξιωματούχων οι οποίοι ορκίστηκαν πίστη στη Δημοκρατία και του θεσμούς της. Το ζήτημα είναι μείζον για την Κυπριακή Δημοκρατίας, εφόσον έχει βγει από την οικονομική κρίση και φαίνεται να έχει εισέλθει σε κρίση θεσμών και των αξιών, απόρροια της έλλειψης λογοδοσίας, του ελέγχου των εξουσιών αλλά και του ξεπερασμένου από την ίδια την εποχή και την κοινωνία πρωτοκόλλου λειτουργίας τους όπως αυτοί ορίστηκαν να λειτουργούν από τον συντακτικό νομοθέτη. Οι τριβές μεταξύ αξιωματούχων και κοινωνικών εταίρων, όπως έγινε και με την Παιδεία, δεν προαλείφουν αλλαγές εν μια νυκτί όπως και συγκεκριμένες συμπεριφορές ή ελλειμματικές πράξεις που αν μη τι άλλο εξαλείφουν το αίσθημα εμπιστοσύνης της κοινωνίας και κάνουν επιτακτική την έναρξη συζήτησης περί αναγκαίων εκσυγχρονιστικών αλλαγών στο πλαίσιο λειτουργίας της πολιτείας και του κράτους από και προς όφελος του λαού. Δεν είναι τυχαίο ότι βάσει δημοσκόπησης της «Κ» η άρση της εμπιστοσύνης για τη Βουλή ανέρχεται στο 84%, για την Κεντρική Τράπεζα στο 88%, ενώ μόνο 30% των πολιτών εμπιστεύονται την Εισαγγελία και 35% τη δικαστική εξουσία.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Πολιτική: Τελευταία Ενημέρωση