ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Ερωτήματα, απαντήσεις για την documenta 14 της Αθήνας

Παρά το πλούσιο και ερεθιστικό περιεχόμενό της η documenta λαμβάνει χώρα σε ένα παράλληλο σύμπαν

Kathimerini.gr

Τέλη Απριλίου πραγματοποιήθηκε σειρά ομιλιών στo Evangelische Akademie Hofgeismar, πανεπιστήμιο κύρους στο Κάσελ, την πόλη όπου διοργανώνεται κάθε πέντε χρόνια η documenta. Το ακαδημαϊκό ίδρυμα είχε προσκαλέσει κι εμένα προκειμένου να περιγράψω πώς καλύφθηκε η d14 από τις ελληνικές εφημερίδες, στο πλαίσιο τριήμερου συμποσίου με θέμα την «Αθήνα ως τόπο της documenta 14». Εκεί, λοιπόν, εξέφρασα δημοσίως σειρά προβληματισμών μου πάνω στην επικοινωνιακή πολιτική της διοργάνωσης.

Ωστόσο, προτού συνεχίσω, να ξεκαθαρίσω ότι η documenta 2017 είναι, όπως ανέφερε και ο δήμαρχος Αθηναίων, ένα δώρο για την πόλη και σ’ αυτό το σημείο πρέπει να μεταφέρω κάτι που μου είπε Γερμανός συνταξιούχος επιχειρηματίας που παραβρέθηκε στην ομιλία στο Κάσελ και που αργότερα επισκέφτηκε την Αθήνα. Ενθουσιασμένος με το αθηναϊκό παρακλάδι της documenta, μου είπε: «Με ενέπνευσε να σκεφτώ τρόπους για το πώς μπορούμε να μετατρέψουμε τον πλανήτη σ’ ένα καλύτερο μέρος. Πολύ φοβάμαι ότι η έκθεση αυτή θα είναι μια ευκαιρία που θα πάει χαμένη». Μάλλον έχει δίκιο. Εκείνος αναφερόταν βέβαια στους Γερμανούς· από τη δική μας πλευρά σκεφτόμαστε τους Ελληνες.

Τον περασμένο Απρίλιο, ο καλλιτεχνικός διευθυντής Ανταμ Σίμτσικ υπογράμμισε σε συνέντευξη που μου παραχώρησε ότι δεν τον ενδιαφέρει τόσο να προσελκύσει τους τουρίστες της τέχνης, αλλά θα θεωρηθεί επιτυχία για εκείνον αν οι Ελληνες επισκεφθούν τα μουσεία και τους χώρους που φιλοξενούνται οι δράσεις της d14. Μια πρώτη αίσθηση ωστόσο –ενδεικτική ίσως– είναι πως αυτό που έχει επικρατήσει είναι το χλιαρό ενδιαφέρον από πλευράς του ελληνικού κοινού. «Δεν είναι δυνατόν στο Μπενάκη να μην έρχονται Ελληνες. Είναι ένα μουσείο που κατεξοχήν προσελκύει το ελληνικό κοινό», με πληροφόρησε ένας φύλακας στο μουσείο της Πειραιώς, έναν μήνα αφότου πραγματοποιήθηκαν τα εγκαίνια. Ενα πολύ πρόσφατο πέρασμά μου από το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης και άλλους χώρους επιβεβαίωσε αυτήν την αίσθηση.

Παρά το πλούσιο και ερεθιστικό περιεχόμενό της η documenta μοιάζει να λαμβάνει χώρα σε ένα παράλληλο σύμπαν. Οι λόγοι που ίσως οι Αθηναίοι δεν εκδηλώνουν ενδιαφέρον για την d14 ποικίλλουν. Ενας παράγοντας ενδεχομένως να είναι η επικοινωνιακή της πολιτική: Η documenta επέμενε μέχρι και την τελευταία στιγμή να πλέκει ένα πέπλο μυστηρίου γύρω από την εαυτό της. Η υπεύθυνη του γραφείου Τύπου της documenta, Henriette Gallus, μας εξήγησε στο Κάσελ τους λόγους: «Οταν παλαιότερα η διοργάνωση ανακοίνωνε τους καλλιτέχνες, αρκετό καιρό πριν από την υλοποίησή της, αυτό είχε ως αποτέλεσμα να δημιουργείται μεγάλος σάλος και αντιδράσεις». Γι’ αυτό το 2007 λήφθηκε η απόφαση να φυλάσσεται το πρόγραμμα ως επτασφράγιστο μυστικό.

Ισως κάποτε να είχε νόημα αυτή η επικοινωνιακή στρατηγική στη Γερμανία. Στο μεταξύ όμως έχει επέλθει κρίση στην Ευρώπη και στην Ελλάδα, αλλάζοντας όλα τα δεδομένα. Η ομάδα της d14 θα έπρεπε επίσης να λάβει υπόψη ότι το ελληνικό κοινό δεν είναι εξοικειωμένο με τη σύγχρονη τέχνη. Οφειλε λοιπόν να βρει τρόπους ώστε να το κάνει να την αγαπήσει. Να ενδιαφερθεί να μας τροφοδοτήσει λίγο περισσότερο με ό,τι δεν γνωρίζουμε, να λειτουργήσει παιδευτικά. Παρ’ όλα αυτά, η ιστοσελίδα, ο κατάλογος, οι διαφημιστικές πινακίδες, ακόμη και τα δελτία της documenta, ήταν είτε δυσνόητα είτε υποτάχθηκαν στους κανόνες του μινιμαλιστικού σχεδιασμού, αφαιρώντας πολλές πληροφορίες για τον αποδέκτη.

Οι ξεναγοί της d14, που φέτος φέρουν την ονομασία «Χορός», είχαν άραγε τη σωστή προετοιμασία και εκπαίδευση; «Επρεπε να ψάξουμε μόνοι μας πληροφορίες για τον κάθε καλλιτέχνη», είπε ένα μέλος του «Χορού». Μια απορία εδώ είναι η εξής: Ολα όσα διαβάζουν οι «ξεναγοί» στο Ιντερνετ και μεταφέρουν μετά στους φιλότεχνους είναι απολύτως ακριβή; Πολλά έργα πολιτικής τέχνης βρίσκονται στο όριο της πραγματικότητας, του fake news και του μύθου. Πώς ξέρουμε τι να πιστέψουμε;

Κατά τη γνώμη μου, ο Ανταμ Σίμτσικ και η ομάδα του δεν επιδίωξε να συνδεθεί πραγματικά με την ελληνική κοινωνία. Πώς μπορείς να το κάνεις αυτό όταν δεν επιδιώκεις να προβάλεις την ελληνική γλώσσα; Κάποιες φορές παραλείπονταν η περιγραφή και ο υποτιτλισμός των έργων και έμπαιναν αργότερα ύστερα από παράπονα Ελλήνων επισκεπτών, όπως μας πληροφόρησαν επιτηρητές της d14.

Σε εκείνη την ομιλία μου στο Κάσελ είχα θίξει όμως και μιαν άλλη παράμετρο που με προβλημάτισε ιδιαιτέρως ως δημοσιογράφο: η επιμονή εκ μέρους της d14 να ελέγχει τα λεγόμενα ή και τις φωτογραφίες των συνεντευξιαζόμενων συνεργατών της διοργάνωσης. Προσωπικά, εξήγησα πως κάτι τέτοιο έρχεται σε αντίθεση με την πολιτική της «Κ», και γενικότερα με τις αρχές δεοντολογίας του δημοσιογραφικού επαγγέλματος (γιατί όπως γράφει και στο εγχειρίδιο του Ρόιτερς «αυτό παραβιάζει την ανεξαρτησία μας»).

Πολλοί δημοσιογράφοι επίσης δυσανασχέτησαν επειδή δεν τους επιτρεπόταν να επικοινωνήσουν απευθείας με τους καλλιτέχνες για συνεντεύξεις, ή υπήρχε γενικότερα μια δυστοκία στην επικοινωνία με το γραφείο Τύπου. Η απάντηση των υπευθύνων της documenta ήταν πως έπρεπε να εξασφαλίζουν ότι δεν θα προκύψουν σφάλματα από τη μεταφορά της μίας γλώσσας στην άλλη, για να μη «χαθούμε όλοι στη μετάφραση». Τότε γιατί εφάρμοζε αυτήν την πρακτική ακόμη και με κάποιους από τους Αγγλόφωνους συντελεστές της d14;

Μήπως υπήρξε μια υπερβολή στο σημείο αυτό; Μήπως με αυτή την επιμονή, η documenta έρχεται σε αντίθεση με το ίδιο το πνεύμα της όλης διοργάνωσης; Δηλαδή: στο να είναι ανοιχτή στη συζήτηση, στην έρευνα, στον αναστοχασμό, στις διαφορετικές τοποθετήσεις, στον διάλογο; Τέλος, γιατί μια διοργάνωση που ταυτίζεται με τις καταπιεσμένες μειονότητες, ασκεί τον αυστηρό έλεγχο ενός μεγάλου οργανισμού;

Τι μας είπαν

Σε μία εβδομάδα τελειώνει η documenta στην Αθήνα. Επισκεπτόμενοι αρκετούς χώρους διεξαγωγής της μείναμε με την εντύπωση ότι η προσέλευση από ελληνικής πλευράς ήταν μάλλον χαμηλή. Θέσαμε μερικά ερωτήματα προς το γραφείο Τύπου της d14: 1) Εχετε μέχρι τώρα νούμερα προσέλευσης του κοινού; 2) Πώς εκπαιδεύονται οι ξεναγοί; 3) Γιατί επιμένετε να ελέγχετε τα περισσότερα λεγόμενα ή και φωτογραφίες των συνεντευξιαζόμενων συνεργατών της διοργάνωσης; Ιδού τι μας απάντησαν:

1) H documenta 14 στην Αθήνα έχει μέχρι σήμερα (έως 30.6.17) περισσότερες από 277.342 επισκέψεις. Ποσοστό 47% των επισκεπτών είναι Ελληνες, 25% Γερμανοί, και οι υπόλοιποι από 57 χώρες σε όλο τον κόσμο. Οι στατιστικές επισκεπτών πραγματοποιούνται από το Πανεπιστήμιο του Κάσελ και με το Πανεπιστήμιο Αθηνών, με επικεφαλής τον δρα Michael Hellstern, που διεξάγει την έρευνα επισκεπτών της documenta εδώ και 20 χρόνια.

Η καταμέτρηση διενεργείται από τις 6 Απριλίου στις εισόδους κάθε εκθεσιακού χώρου, εκδήλωσης ή έργου σε δημόσιο χώρο, χωρίς να την αντιλαμβάνεται το κοινό. Θα διαρκέσει μέχρι το τέλος της έκθεσης. Δεν είναι 100% διασφαλισμένη. Είναι πολύ πιθανό ο πραγματικός αριθμός επισκεπτών να είναι μεγαλύτερος.

Τέλος, δεν είναι μόνο οι αριθμοί που δείχνουν την ενθουσιώδη υποδοχή που επιφύλαξε το κοινό. Περισσότερο οι εντυπώσεις τους, όπως αποτυπώθηκαν στα Βιβλία Επισκεπτών στους εκθεσιακούς χώρους.

2) Η εκπαίδευση του «Χορού» έθεσε στο επίκεντρο τα θέματα που πραγματεύεται η documenta 14 αλλά ταυτόχρονα τα μέλη του ενθαρρύνονταν να κάνουν τη δική τους έρευνα. Προετοιμάζουμε πληροφορίες σχετικά με τους καλλιτέχνες ώστε να αξιοποιηθούν από τον «Χορό», που έτσι κι αλλιώς συζήτησε με τους καλλιτέχνες και τους επιμελητές. Η εκπαίδευση περιλάμβανε: συναντήσεις με την ομάδα «μια εκπαίδευση», εισαγωγή από τους επιμελητές πάνω σε καλλιτεχνικές πρακτικές, ή ειδικούς (για παράδειγμα, η Ali Warner, ειδική στη Scratch Orchestra) καλλιτέχνες της d14, καθώς και εκπαίδευση στη φωνητική και τη στάση του σώματος. Στην Αθήνα, η εκπαίδευση του «Χορού» διήρκεσε εντατικά ενάμιση μήνα, πριν από τα εγκαίνια της έκθεσης, ενώ πραγματοποιήθηκαν και αρκετές συναντήσεις κατά τη διάρκειά της.

3) Δεν ισχύει ότι επιμένουμε να ελέγχουμε λεγόμενα και φωτογραφίες. Πολλοί από τους συντελεστές της documenta 14 προέρχονται από όλο τον κόσμο, μιλούν διαφορετικές γλώσσες και έχουν διαφορετικό υπόβαθρο. Αυτό που κατά περίπτωση ζητάμε για να διασφαλιστεί η ακρίβεια των λεγομένων, είναι οι δηλώσεις ορισμένων συνεργατών ή καλλιτεχνών που επιλέγει ο κάθε δημοσιογράφος να βάλει μέσα σε εισαγωγικά, καθώς η γλώσσα στην οποία έχει διεξαχθεί η συνέντευξη –τις περισσότερες φορές στα αγγλικά– δεν είναι ούτε η μητρική τους ούτε η μητρική του δημοσιογράφου. Η έγκριση δηλώσεων σε εισαγωγικά είναι συνήθης δημοσιογραφική τακτική διεθνώς, ύστερα από προηγούμενη συνεννόηση.

Το γραφείο Τύπου της d14 δεν ζήτησε ποτέ να εγκρίνει ολόκληρο κείμενο, ούτε υπήρξε ποτέ προσπάθεια λογοκρισίας των απόψεων. Ομως, κάποια Μέσα επιλέγουν να στέλνουν ολόκληρα κείμενα για επαλήθευση πραγματολογικών στοιχείων, αίτημα το οποίο φυσικά καλύπτουμε. Η γενική έγκριση φωτογραφιών δεν αποτελεί πολιτική της documenta 14, εκτός αν το ζητούν μέλη της ομάδας της documenta 14 ή καλλιτέχνες, πράγμα που δεν συμβαίνει σχεδόν ποτέ.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS

Εικαστικά: Τελευταία Ενημέρωση

Στο Μουσείο Χαρακτικής Χαμπή στα Πλατανίσκια θα παρουσιαστούν χαρακτικές εικονογραφήσεις μιας περιόδου 46 χρόνων, από το ...
Του Απόστολου Κουρουπάκη
 |  ΕΙΚΑΣΤΙΚΑ
Το κοινό προσκαλείται να παρακολουθήσει τη δημιουργική διαδικασία του καλλιτέχνη από τις 28 Φεβρουαρίου, ενώ η μεγάλη τελετή ...
Kathimerini.com.cy
 |  ΕΙΚΑΣΤΙΚΑ
X