ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Η πιο καλή γειτόνισσα (2)

Όπως κάθε βράδυ όλες οι κυράδες που μαζευόντουσαν κάτω από τις κληματαρκές

Του Απόστολου Κουρουπάκη

Του Απόστολου Κουρουπάκη

kouroupakisa@kathimerini.com.cy

Μαζεύτηκαν ξανά στην αυλή, όλες οι γειτόνισσες, τέτοιο γυναικομάνι δεν λέγεται, άσε που αυτή τη φορά είχαν έρθει και από άλλα χωριά, νύφες και συννυφάδες, εγγόνισσες και αρραβωνιαστικές, όλες γυναίκες του πρεπού, α, όλα κι όλα… ένα πολύβουο μελίσσι. Περίμεναν όλες τον γάμο, του Γιάννη με την Ευρυδίκη, οι οποίοι είχαν έρθει εδώ και κάποιες μέρες για να τακτοποιήσουν τις τελευταίες λεπτομέρειες. Ο Γιάννης μαζί με άλλους καθόταν όλες αυτές τις μέρες στο καφενείο από το πρωί, είχε, βλέπετε, πολλές και καλές φιλίες, η καημένη η Ευρυδίκη όμως, νύφη όπως ήταν, έπρεπε να μένει στο σπίτι, περνούσαν γειτόνισσες και συγγένισσες του Γιάννη για να τη δουν, να της ευχηθούν, αλλά και για έχουν να πουν μεθαύριο, αυλή είναι αυτή, πρέπει να υπάρχει πάντα θέμα για συζήτηση…

Γινόταν, που λέτε, στην αυλή ο κακός χαμός, γάμος και χαρά, μα και μεγάλη γιορτή, ήταν Κυριακή διπλή γιορτή, και από το πρωί όλη τη βδομάδα οι γειτόνισσες μαζευόντουσαν για να κανονίσουν τα συνηθισμένα και τα καθιερωμένα, ποια θα πλύνει τους σκάμνους, ποιες και πόσες θα ασχοληθούν με τους άρτους και τα πρόσφορα, και μέσα σε αυτά είχαν και τις έννοιες του γάμου, είχαν πέσει όλα μαζί, μα οι γειτόνισσες το διασκέδαζαν. Φωνές και φασαρία από το πρωί, οι πόρτες ανοικτές από το χάραμα του φου, και όταν έφτασε Σάββατο ο πυρετός των προετοιμασιών ανέβηκε κατακόρυφα, και οι άντρες στα καφενεία, πρώτος και καλύτερος ο Γιάννης, είχε χαρά μεγάλη, και ήθελε να τη μοιραστεί με όσους περισσότερους μπορούσε. Στην αυλή οι γυναίκες, έλεγαν συνέχεια στην Ευρυδίκη, Κυριακή διπλή γιορτή, και εκείνη χαμογελούσε. Μέσα σε όλες τις γυναίκες που κάθε φορά μαζευόντουσαν στην αυλή το βλέμμα της Ευρυδίκης τις μέρες που βρισκόταν εκεί δεν έλεγε να ξεκολλήσει από μία μικροκαμωμένη φιγούρα που κάθε απόγευμα πήγαινε εκεί για να αποσπερίσει με τις υπόλοιπες, και να χαρεί με τις χαρές τους και να λυπηθεί με τις λύπες τους. Η Ευρυδίκη, νύφη όπως ήταν, ντρεπόταν να ρωτήσει ποια είναι και γιατί δεν συμμετέχει ενεργά, όπως οι υπόλοιπες, στα όσα συνέβαιναν, παρά, καθισμένη στην καρέκλα της, άκουγε σιωπηλή.

Όπως κάθε βράδυ, λοιπόν, όλες οι κυράδες που μαζευόντουσαν κάτω από τις κληματαρκές και η καθεμιά έλεγε την ιστορία της, θυμόντουσαν τα πρωτινά, μα και τα όσα έγιναν το πρωί, και φυσικά τώρα είχαν και τον ρόλο των καθοδηγητών, τι να κάνει και τι να μην κάνει η Ευρυδίκη, πώς πρέπει να φέρεται στον πεθερό και ότι ποτέ δεν πρέπει να παρακούει την πεθερά, και γελούσαν όλες με γέλια τρανταχτά, και οι μικρότερες έλεγαν ότι σήμερα τα πράγματα άλλαξαν, έτσι περνούσαν τα απογεύματα και έφτανε το βράδυ… και η σιωπηρή γειτόνισσα, και σαν να χαμογελούσε, προσπαθούσε όμως να μην προδοθεί από το γέλιο της, και κοιτούσε να κρύψει το χαμόγελό της μην τη δούνε οι άλλες, μα αυτή τη φορά την είδαν και η Ευρυδίκη και η οικοδέσποινα, καμιά τους δεν μίλησε όμως. Η μία γιατί ήξερε, η άλλη γιατί καταλάβαινε…

Πέρασε το βράδυ και ο ήσυχος κάμπος που φαινόταν από το πάνω μπαλκόνι έμοιαζε παλέτα ζωγράφου. Ο Γιάννης και η Ευρυδίκη σαν ξύπνησαν από τα κουδούνια των ζώων που ερχόντουσαν από τα χωριά, ο άγιος προστάτης των αφεντών τους γιόρταζε και οι βοσκοί τα έφερναν για να τα ευλογήσουν οι παπάδες. Ξέμαθε ο Γιάννης, αμάθητη η Ευρυδίκη από τέτοιες εικόνες και ήχους πόμειναν αγκαλιασμένοι να κοιτάνε ξηστηκοί. Τέτοιες εικόνες τις είχαν συνηθίσει μόνο στις οθόνες των κινητών και του τάμπλετ.

Σε λίγη ώρα άρχισαν να μαζεύονται πάλι οι γειτόνισσες όλες, και ώσπου πήραν τον Γιάννη οι άντρες και τράβηξαν πάλι προς το καφενείο, οι γυναίκες έπιασαν από κοντά την Ευρυδίκη, Κυριακή διπλή γιορτή θα ερχόταν, όλα ήταν έτοιμα… μα ερράη η καρτούλα της Ευρυδίκης, οι πλήξες που ετρώαν τη σιωπηρή γειτόνισσα ακόμα εν αφανέρωτες!

… Η Κυριακή της μεγάλης λειτουργίας κοντοζύγωνε, οι δουλειές για τη μεγάλη μέρα, είπαμε Κυριακή διπλή γιορτή, είχαν ετοιμαστεί, άρχισαν οι γειτόνισσες κάτι τελευταία ζυμώματα, και η γειτόνισσα έπιασε μαδράτζι και άρχισε να βοηθάει και η οικοδέσποινα της είπε… καλή αυριανή και μη στεναχωριέσαι γειτόνισσα αύριο μας ψήνεις εσύ τον καφέ!

 

 

Πολιτισμός: Τελευταία Ενημέρωση

X