ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Τι θα γίνει τώρα;

Το ερώτημα αυτό ακούω πλέον καθημερινά μετά την κρίση που δημιουργήθηκε στις συνομιλίες με αφορμή τη λανθασμένη απόφαση της Βουλής για το ενωτικό δημοψήφισμα. Θεωρώ ότι η απάντηση είναι ενώπιον όσων δεν περιορίζονται στην ομφαλοσκόπηση αλλά βλέπουν τη μεγάλη εικόνα. Στις 22/1/2017 γράφαμε σε αυτή τη στήλη ότι «η θεσμοθετημένη Διάσκεψη της Γενεύης έχει να λύσει τα δυσκολότερα ζητήματα του Κυπριακού και αν αποτύχει, τότε θα φανεί καθαρά ποιοι δεν θέλουν λύση στη βάση της παρούσας διαδικασίας» και προσθέταμε ότι είμαστε στο τέλος μιας εποχής (συνομιλίες κυπριακής ιδιοκτησίας) οπότε και θα προκύψει το ερώτημα: Τι ακολουθεί;

Χρήζει λοιπόν σκοπιμότητας να βλέπουμε τη μεγαλύτερη εικόνα γι’ αυτό επαναλαμβάνω, όπως έγραφα στις 5/2/2017, μετά τη συνάντηση με την Τερέζα Μέι, ότι «ο Τούρκος Πρόεδρος έστειλε σαφή μηνύματα πως για την Άγκυρα, προηγείται όλων των άλλων ζητημάτων το δημοψήφισμα του Απρίλη. Πρόσθετα δε πως «ο Ερντογάν δεν επείγεται για λύση στην Κύπρο», με την υποσημείωση ότι η ένταση στα ελληνοτουρκικά, εκτός από τη σκοπιμότητα Ερντογάν να εξάψει τα εθνικιστικά αντανακλαστικά, φτάνοντας μέχρι και σε μικρής κλίμακας θερμό επεισόδιο, για κερδίσει το δημοψήφισμα, στην ουσία της έχει και το μέγα ζήτημα που λέγεται ΑΟΖ.

Την Άγκυρα ενδιαφέρει άμεσα το ενεργειακό τοπίο της ανατολικής Μεσογείου και οι δυνατότητες που δίνονται στην Τουρκία να καταστεί ενεργειακός κόμβος στην περιοχή. Δεν είναι τυχαίο που ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου στη κοινή συνέντευξη με τον Μουσταφά Ακιντζί την Τρίτη, μιλώντας για τις εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή, ενέπλεξε κι αυτές που έπονται με τις προγραμματισμένες για το καλοκαίρι γεωτρήσεις στην κυπριακή ΑΟΖ, προειδοποιώντας: «Η υπομονή μας έχει τα όριά της».

Εκτιμούμε ότι η απειλή εντάσσεται στο πλαίσιο της πολιτικής ερεθισμού των εθνικιστικών αντανακλαστικών ενόψει δημοψηφίσματος και όχι στους πραγματικούς στόχους της Άγκυρας, οι οποίοι θα εκδηλωθούν μετά το δημοψήφισμα. Στη λογική αυτή εντάσσεται και το πάγωμα των συνομιλιών γι’ αυτό και όπως είπε ο Ιωάννης Κασουλίδης την Πέμπτη στο ΡΙΚ, «δεν υπάρχει κίνηση πουθενά, ούτε καν θέλουν να συζητήσουν.

Έχει γίνει αγνώριστη τον τελευταίο καιρό η τ/κ πλευρά, μετά από τον Ιανουάριο στη Γενεύη». Θυμίζουμε ότι στη Γενεύη η Άγκυρα βρέθηκε, για πρώτη φορά μετά το 1974, ενώπιον του κεφαλαίου «ασφάλεια-εγγυήσεις», με το εμφανές ζήτημα του αναχρονισμού να αναγνωρίζεται από όλους τους εμπλεκόμενους – ακόμα και παραδοσιακούς συμμάχους της Τουρκίας – ως μη αποδεκτό. Τι θα έκανε, λοιπόν, πηγαίνοντας στη Γενεύη στα μέσα Μαρτίου η τουρκική πλευρά; Να καθόταν ξανά στο τραπέζι με την Ελλάδα και τη Βρετανία, πριν από το δημοψήφισμα με κίνδυνο να χάσει τους εθνικιστές Γκρίζους Λύκους;

Η πρώτη προληπτική της κίνηση ήταν να ανοίξει ξανά το ζήτημα των τεσσάρων ελευθεριών, ρίχνοντας μελάνι στο νερό των συνομιλιών, σαν το χταπόδι που αμύνεται. Η δεύτερη ήταν η αφορμή που ανέλπιστα της δόθηκε στο πιάτο από τη Βουλή με το ζήτημα του «ενωτικού δημοψηφίσματος». Αν ο κ. Ακιντζί ήθελε απλώς διόρθωση του λάθους, όπως διακηρύττει, για να πάει ξανά στο τραπέζι, δεν θα πάγωνε και τις εργασίες των τεχνικών επιτροπών.

Τώρα όλοι θα πρέπει να αναμένουν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος και αν είναι θετικό, (αν δεν είναι μιλάμε για εμφύλιο), το Κυπριακό θα μπει στο τραπέζι ξανά σαν τη γλάστρα που πίνει νερό για χάρη του βασιλικού, που είναι το φυσικό αέριο. Μόνο που στο ζήτημα των Εγγυήσεων «λόγω ενωτικού δημοψηφίσματος» θα πρέπει να αναμένεται πιο σκληρή τουρκική στάση. Έτσι λοιπόν στο ερώτημα αν θα επαναληφθούν οι συνομιλίες και πότε, εκτιμούμε ότι απάντηση υπάρχει.