ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Διχασμένη η Δύση για το τέλος του πολέμου

Πληθαίνουν οι φωνές για συμβιβασμό

Kathimerini.gr

Ξένια Κουναλάκη

Πώς τελειώνει ένας πόλεμος, στον οποίο ο επιτιθέμενος είναι μια πυρηνική δύναμη; Αυτό είναι το ερώτημα που έχει αρχίσει πλέον να διχάζει ανοιχτά τη Δύση και προκαλεί εκνευρισμό στο Κίεβο. To άρθρο του Γιούργκεν Χάμπερμας στα τέλη Απριλίου στην εφημερίδα Sueddeutsche, εξηγούσε σε αδρές γραμμές το πρόβλημα: «ένας πόλεμος ενάντια σε μια πυρηνική δύναμη δεν μπορεί να κερδηθεί με την παραδοσιακή έννοια του όρου». Στο πλαίσιο αυτού του επιχειρήματος πρέπει να ερμηνευθεί και η προσεκτική δήλωση του καγκελάριου Ολαφ Σολτς, ότι «η Ρωσία δεν πρέπει να κερδίσει τον πόλεμο ούτε η Ουκρανία πρέπει να τον χάσει».

Μετά τη σθεναρή αντίσταση του ουκρανικού στρατού, που αιφνιδίασε πολλούς, υπήρξε ένα κύμα ενθουσιασμού από την πλευρά της διεθνούς κοινότητας, που πίστεψε ότι ο υποτιθέμενα πανίσχυρος ρωσικός στρατός μπορεί να ηττηθεί και ο πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν να βγει ταπεινωμένος από την εισβολή. Η πραγματικότητα των τελευταίων ημερών στο πεδίο των μαχών ήρθε να διαψεύσει κάθε μαξιμαλιστική διεκδίκηση. Οι επιδρομές στα ανατολικά εντείνονται, μόλις το 5% των εδαφών στο Λουγκάνσκ ελέγχεται πλέον από τους Ουκρανούς (πριν από μια εβδομάδα ήταν 10%), ενώ προχθές ξανάρχισαν –έπειτα από σχεδόν 14ήμερη ηρεμία– τα χτυπήματα στο Χάρκοβο, τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της χώρας με πληθυσμό πάνω από 1,4 εκατ. –κοντά στα σύνορα με τη Ρωσία– αφήνοντας να εννοηθεί ότι η πόλη δεν έχει αφαιρεθεί οριστικά από τη ρωσική ατζέντα.

Ο τόνος της συζήτησης που ήθελε το Κίεβο ικανό να διεκδικήσει ακόμη και την… επιστροφή της Κριμαίας, που προσαρτήθηκε το 2014 από τη Μόσχα, έχει αλλάξει πλήρως. Η Ιταλία, η Γαλλία και εν μέρει η Γερμανία προκρίνουν πλέον ανοιχτά μια συμβιβαστική λύση, θεωρώντας δεδομένες τις παραχωρήσεις εκ μέρους της Ουκρανίας. Ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν και ο καγκελάριος Ολαφ Σολτς έχουν επανειλημμένως δηλώσει ότι το Κίεβο είναι αυτό που θα πρέπει να υπαγορεύσει τους όρους μιας κατάπαυσης του πυρός, είναι σαφές όμως ότι τάσσονται υπέρ μιας εκεχειρίας που προϋποθέτει υποχωρήσεις. Η Ιταλία από την πλευρά της έχει εκπονήσει πρόταση τεσσάρων σημείων, την οποία προς το παρόν η Μόσχα απορρίπτει. «Δεν μπορείς να προμηθεύεις όπλα στην Ουκρανία με το ένα χέρι και με το άλλο να συντάσσεις ειρηνευτικά σχέδια για την επίλυση της κρίσης», σχολίασε η εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, Μαρία Ζαχάροβα. To σχέδιο προβλέπει εκεχειρία και αποστρατιωτικοποίηση της γραμμής επαφής, ουδέτερο καθεστώς για την Ουκρανία, ευρεία αυτονομία της Κριμαίας και του Ντονμπάς εντός ουκρανικών συνόρων και μια συμφωνία μεταξύ Ε.Ε. και Ρωσίας για χαλάρωση των κυρώσεων εις βάρος της Μόσχας, με αντάλλαγμα την απόσυρση των ρωσικών στρατευμάτων.

Εκνευρισμό προκαλούν στο Κίεβο οι συμβουλές να δεχθεί την απώλεια εδαφών του προκειμένου να υπάρξει εκεχειρία με τη Μόσχα.

Χώρες Βαλτικής και Πολωνία

Ο διχασμός στην Ευρώπη είναι έντονος, καθώς στην αντίπερα όχθη βρίσκονται οι χώρες της Βαλτικής και η Πολωνία, που θεωρούν ότι η συνέχιση μιας πολιτικής κατευνασμού του Βλαντιμίρ Πούτιν, σαν αυτή που ακολούθησαν οι μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες έως την εισβολή στην Ουκρανία, θα ενθαρρύνει περαιτέρω τις γεωπολιτικές του φιλοδοξίες και θα ενισχύσει την επιθετικότητά του. Στόχος, κατά τη γνώμη τους, θα έπρεπε να είναι να κατατροπωθεί ο ρωσικός στρατός, κάτι που στην παρούσα φάση μοιάζει ουτοπικό.

Την ίδια στιγμή οι νεκροί άμαχοι στην Ουκρανία έχουν ξεπεράσει τους 4.000 από την αρχή του πολέμου, ο ρωσικός αποκλεισμός των ουκρανικών σιτηρών στις αποθήκες λιμανιών της Μαύρης Θάλασσας απειλεί την υφήλιο με παγκόσμια επισιτιστική κρίση, η οποία προστίθεται στην ενεργειακή και τον πληθωρισμό. Ακόμη και οι ΗΠΑ που έκλιναν προς την εκδοχή ενός παρατεταμένου πολέμου στην Ουκρανία κι έχουν δαπανήσει δεκάδες δισ. δολάρια για την παροχή βοήθειας, μοιάζουν να ανακρούουν πρύμναν, με μερίδα του αμερικανικού κατεστημένου (όπως οι New York Times και ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Χένρι Κίσινγκερ) να θεωρούν αναπόφευκτο έναν συμβιβασμό.

Ο ίδιος ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι είπε την Παρασκευή ότι δεν ανυπομονεί πλέον να μιλήσει με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν, αλλά θα πρέπει να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα πως αυτό είναι απαραίτητο για να τερματιστεί ο πόλεμος. Το ερώτημα είναι τι θα δεχόταν ο Πούτιν, γιατί όπως επισήμανε κι ο Χάμπερμας στο άρθρο του, «ένα τέλος στον πόλεμο ή τουλάχιστον μια προσωρινή εκεχειρία, θα πρέπει να είναι αντικείμενο διαπραγμάτευσης μαζί του». Ο ίδιος ο Ρώσος πρόεδρος δεν έχει εξηγήσει τι θα αποτελούσε ένα αποδεκτό σημείο συμβιβασμού για τη Μόσχα.

Hδη η Ρωσία έχει αρχίσει να δημιουργεί τετελεσμένα στο Ντονμπάς, καθώς ο Πούτιν υπέγραψε προεδρικό διάταγμα με το οποίο απλοποιείται η διαδικασία παροχής ρωσικής υπηκοότητας και διαβατηρίων στους κατοίκους των άρτι καταληφθεισών περιοχών. Η εσπευσμένη ρωσοποίηση του Ντονμπάς επιτρέπει στη Μόσχα να δημιουργήσει μια συνεχόμενη χερσαία γέφυρα από το Μπέλγκοροντ στη Ρωσία και μέχρι την Κριμαία και τη Χερσώνα, αποκόβοντας τη Θάλασσα του Αζόφ από την Ουκρανία.

Ζελένσκι vs Κίσινγκερ

Εκδηλη είναι η ανησυχία στο Κίεβο ότι η Δύση προσανατολίζεται σε ένα συμβιβασμό με τον Βλαντιμίρ Πούτιν, όπως τον περιέγραψε ο βετεράνος της αμερικανικής διπλωματίας, Χένρι Κίσινγκερ. Ο 99χρονος πρώην ΥΠΕΞ είπε στη σύνοδο του Νταβός ότι η Ουκρανία θα πρέπει να εκχωρήσει κάποια εδάφη στη Ρωσία στο όνομα της ειρήνης. Ακόμη και οι New York Times έγραψαν σε κύριο άρθρο τους με τίτλο «Ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι σύνθετος και η Αμερική δεν είναι έτοιμη» ότι οι ρωσικές δυνάμεις παραμένουν υπερβολικά ισχυρές, ώστε να είναι ρεαλιστικός ο στόχος μιας αποφασιστικής νίκης της Ουκρανίας. Απαντώντας ο «Αδέσμευτος του Κιέβου» έκανε λόγο για κατευνασμό του Πούτιν από τους ΝΥΤ, ενώ το ίδιο επιχείρημα χρησιμοποίησε και ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι στην αντιπαράθεση με τον Κίσινγκερ. «Το ημερολόγιό του δεν δείχνει 2022, αλλά 1938» είπε, σε μια αναφορά στη συμφωνία του Μονάχου, που επέτρεψε στη ναζιστική Γερμανία να προσαρτήσει τη δυτική Τσεχοσλοβακία. Την ανησυχία της πως έχει ενσκήψει «κόπωση πολέμου» στη Δύση εξέφρασε και η Γερμανίδα ΥΠΕΞ, Αναλένα Μπέρμποκ.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση