ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Ο πληθωρισμός επιβραδύνει επενδύσεις

Οι τράπεζες βλέπουν μείωση της επιθυμίας πολιτών και επιχειρήσεων για δανεισμό και για νέα ανοίγματα

Του Παναγιώτη Ρουγκάλα

Του Παναγιώτη Ρουγκάλα

Μικρό «καλάθι» για τις δανειστικές επιδόσεις του 2023 κρατούν οι τράπεζες, με το κοκτέιλ του πληθωρισμού, της ακρίβειας και της αβεβαιότητας που επέφεραν η πανδημία και ο πόλεμος να ευθύνονται για μια πιθανή επιβράδυνση. Οι τράπεζες εκτιμούν πως το 2022 θα ολοκληρωθεί με σχετικά καλή δανειστική επίδοση, όμως για τα επόμενα δύο χρόνια βάζουν ένα τεράστιο ερωτηματικό. Οι πληθωριστικές τάσεις, που συνεπάγονται ακρίβεια, μειώνουν την επιθυμία των πολιτών και των επιχειρήσεων για νέα ανοίγματα και οι τράπεζες θεωρούν πως οι πιστωτικές επεκτάσεις θα είναι πιθανώς περιορισμένες. Η ανάκαμψη της κυπριακής οικονομίας από το πανδημικό σοκ ναι μεν αναδεικνύει την ανθεκτικότητά της σε κραδασμούς, αλλά οι επενδύσεις σίγουρα δεν θα πρέπει να καμφθούν από τον πόλεμο. Η διάρκεια και το μέγεθος των ενεργειακών αναταράξεων δεν έχει αφήσει ανεπηρέαστους τους πολίτες και αναμένεται να τους επηρεάσει ακόμα περισσότερο στο άμεσο μέλλον. Οι δανειστικοί δείκτες για το 2022 παρουσιάζουν μια καλή εικόνα μέχρι στιγμής, αλλά όλοι οι θεσμοί αναθεωρούν τις προβλέψεις τους προς τα κάτω για την οικονομία. Μεγάλο ερώτημα προκύπτει για το δανειστικό τοπίο του 2023, αφού ο πληθωρισμός θα συνεχίσει να υπάρχει, οι τιμές της ενέργειας θα παραμείνουν υψηλές και ο πόλεμος θα παρατείνεται. Οι τράπεζες θα πρέπει να αντιμετωπίσουν την ενδεχόμενη μείωση του νέου δανεισμού για το 2023, αφού το 80% των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων προκύπτουν από νέα δάνεια, και να εξεύρουν τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα και νέες πηγές εσόδων.

Ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης για το 2022 αναμένεται να καταγράψει επιβράδυνση στο 2,7%, σε σύγκριση με ρυθμό ανάπτυξης 5,5% το 2021.

Στην τελευταία έκθεσή της με τίτλο «πόσο κακό είναι το ουκρανικό για την ευρωπαϊκή οικονομία» που δόθηκε στη δημοσιότητα χθες, Τρίτη 14 Ιουνίου 2022 η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) τονίζει ότι ο αντίκτυπος στις τράπεζες θα παραμείνει περιορισμένος, αλλά η πρόσβαση των επιχειρήσεων σε εξωτερικές πηγές δανεισμού μπορεί να επιδεινωθεί. Στην έκθεση της ΕΤΕπ αναφέρεται ότι κατά γενική ομολογία το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα έχει μικρή άμεση έκθεση Ουκρανία, Ρωσία και Λευκορωσία, εκτός από μερικές τράπεζες. Από το τέταρτο τρίμηνο του 2021, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή (EBA), οι τράπεζες ανέφεραν ανοίγματα (δάνεια, προκαταβολές και χρεόγραφα) ύψους 76 δισ. ευρώ σε Ρώσους αντισυμβαλλόμενους και 11 δισεκατομμύρια ευρώ σε ουκρανικούς. Αυστριακές, γαλλικές και ιταλικές τράπεζες έχουν τα υψηλότερα επίπεδα έκθεσης στη Ρωσία, ενώ αυστριακές, γαλλικές και ουγγρικές τράπεζες ήταν οι πιο εκτεθειμένες στην Ουκρανία. Στην πιο πρόσφατη Έρευνα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για τον τραπεζικό δανεισμό, οι τράπεζες της ζώνης του ευρώ ανέφεραν αυστηρότερους πιστωτικούς κανόνες για δάνεια ή πιστωτικά όρια προς επιχειρήσεις το πρώτο τρίμηνο του 2022, που οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στον πόλεμο, και οι τράπεζες αναμένουν οι συνθήκες θα γίνουν ακόμη πιο αυστηρές στο δεύτερο τρίμηνο. Οι τράπεζες ανησυχούν για τις επιπτώσεις των διαταραχών της αλυσίδας εφοδιασμού, των υψηλών τιμών της ενέργειας και άλλων δαπανών εισροών, καθώς και της αύξησης των πιστώσεων κινδύνου λόγω της έκθεσης των επιχειρήσεων στην Ουκρανία, τη Ρωσία και τη Λευκορωσία. Τέλος, η ΕΤΕπ εκτιμά ότι οι συνθήκες χρηματοδότησης στις τράπεζες στην Ευρώπη αναμένεται να επιδεινωθούν και ότι η πιστωτική ποιότητα αναμένεται να «υποφέρει».

Η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου αναφέρει επίσης πως λόγω του πολέμου και των επακόλουθων διεθνών κυρώσεων που επιβλήθηκαν στη Ρωσία αναμένεται να καταγραφούν άμεσες δυσμενείς οικονομικές συνέπειες το 2022. Συνοψίζει στην τελευταία της έκθεση πως, λόγω των σημαντικών αυξήσεων στις τιμές της ενέργειας και των συνεπακόλουθων αυξήσεων σε τιμές αγαθών και πρώτων υλών, καθώς και των απωλειών στον τουρισμό και στις εξαγωγές υπηρεσιών πέραν του τουρισμού, θα υπάρξουν επιπτώσεις. Έμμεσες δυσμενείς συνέπειες αναμένονται επίσης λόγω της χειροτέρευσης της διεθνούς οικονομικής δραστηριότητας και της αυξημένης αβεβαιότητας, εξελίξεις οι οποίες θα επηρεάσουν αρνητικά το επιχειρηματικό και καταναλωτικό κλίμα.

Ρεκόρ στο πρώτο τρίμηνο... αλλά

Τράπεζα Κύπρου και Ελληνική Τράπεζα αποτελούν το 67% του δανειστικού χαρτοφυλακίου της Κύπρου. Το μερίδιο αγοράς της Τράπεζας Κύπρου επί των δανείων ανέρχεται στις 31 Μαρτίου 2022 σε 41,9%. Το μερίδιο αγοράς χορηγήσεων της Ελληνικής Τράπεζας από την άλλη, στις 31 Μαρτίου 2022 ήταν 25%. Ο νέος δανεισμός που δόθηκε στην Κύπρο από την Τράπεζα Κύπρου κατά το πρώτο τρίμηνο του 2022 ανήλθε σε 618 εκατ. ευρώ, αυξημένος κατά 31% σε τριμηνιαία βάση και κατά 27% σε ετήσια βάση, ξεπερνώντας τον νέο δανεισμό κατά την αντίστοιχη περίοδο προ πανδημίας (α’ τρίμηνο 2019). Η τριμηνιαία αύξηση είναι κυρίως λόγω αυξήσεων στα δάνεια σε μεγάλες επιχειρήσεις, δάνεια στον τομέα της ναυτιλίας και διεθνή εργασιών, δάνεια σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις και δάνεια ιδιωτών (λιανικής τραπεζικής). Το σύνολο των νέων δανείων που πραγματοποιήθηκαν κατά την 1η τριμηνία του 2022 για την Ελληνική Τράπεζα ανήλθε σε 269 εκατ. ευρώ, σε σύγκριση με 166 εκατ. ευρώ την πρώτη τριμηνία του 2021. Το μερίδιο αγοράς χορηγήσεων της Ελληνικής αποτελείται από 32% για δάνεια σε νοικοκυριά και 22,1% για δάνεια σε μη-χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις.

Επιβράδυνση της ανάπτυξης

Στη δημοσιογραφική διάσκεψη για την παρουσίαση των οικονομικών αποτελεσμάτων του πρώτου τριμήνου της Τράπεζας Κύπρου, ο διευθύνων σύμβουλός της, Πανίκος Νικολάου σχολίασε ότι, οι προβλέψεις της Τράπεζας λαμβάνουν υπόψη «χειρότερες μακροοικονομικές προβλέψεις, χαμηλότερη αύξηση του ΑΕΠ, αυξημένο κόστος ρίσκου έναντι προβλέψεις, μειωμένα νέα δάνεια και παρεμφερείς άμεσες και έμμεσες επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία». Στα πολυσέλιδα αποτελέσματα της τράπεζας καταγράφεται πως ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας θα μειώσουν σημαντικά την ανάπτυξη το 2022. Στο πρώτο τρίμηνο του 2022 το πραγματικό ΑΕΠ, εποχικά προσαρμοσμένο, αυξήθηκε κατά 5.6% σε ετήσια βάση, σε σύγκριση με αύξηση 5.1% στη ζώνη του ευρώ. Ωστόσο, η ανάπτυξη αναμένεται να επιβραδυνθεί το 2022 στο 2,7%, πριν επιταχυνθεί στο 3,8% το 2023. Στο πλαίσιο επεξήγησης των οικονομικών αποτελεσμάτων της Ελληνικής Τράπεζας ο CEO της Ελληνικής, Όλιβερ Γκάτσκε σχολίασε πως ο υψηλός πληθωρισμός και οι ανατιμήσεις των προϊόντων θα επιβραδύνουν τον νέο δανεισμό. Εξήγησε δε ότι δεν αναμένεται ύφεση για το 2022, αλλά υπάρχουν ερωτηματικά γενικότερα για την πορεία του 2023. Η Ελληνική σημειώνει στην έκθεσή της πως, η κρίση μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας έχει περιορίσει τις προσδοκίες για συνέχιση της σημαντικής ανάκαμψης, τουλάχιστον για το μεσοπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα. Τώρα υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα για τις οικονομικές επιπτώσεις της κρίσης και λόγω της αβεβαιότητας για την έκταση και ένταση των πολεμικών δραστηριοτήτων, ο βαθμός της επίπτωσης των κυρώσεων καθώς και πιθανών αντίμετρων από τη Ρωσία είναι δύσκολο να εκτιμηθούν.

Έντυπη Έκδοση 

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Παναγιώτη Ρουγκάλα

Οικονομία: Τελευταία Ενημέρωση