ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Ανάπτυξη κάτω του 3% στην ΕΕ για το 2022 προβλέπει η ΕΤΕπ

Oi επιπτώσεις των αυξημένων τιμών ενέργειας και τροφίμων αναμένεται πως θα επηρεάσουν ιδιαίτερα κράτη μέλη στη νοτιοανατολική Ευρώπη

ΚΥΠΕ

Πτώση της ανάπτυξης σε κάτω από 3% στην Ευρωπαϊκή Ένωση για το 2022 προβλέπει έκθεση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) για τις επιπτώσεις της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία στις οικονομίες των κρατών μελών της ΕΕ.

Σύμφωνα με την έκθεση της διεύθυνσης οικονομικών μελετών του οργανισμού, οι επιπτώσεις των αυξημένων τιμών ενέργειας και τροφίμων αναμένεται πως θα επηρεάσουν ιδιαίτερα κράτη μέλη στη νοτιοανατολική Ευρώπη, όπως την Κύπρο, και στην ανατολική Ευρώπη.

Ειδικότερα, το πραγματικό ΑΕΠ της ΕΕ αναμένεται πως θα σημειώσει ανάπτυξη μικρότερη του 3% το 2022. Το ποσοστό αυτό είναι μειωμένο κατά 1,3 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με προβλέψεις της Κομισιόν πριν τον πόλεμο στην Ουκρανία για ανάπτυξη της τάξης του 4%.

Αυτό, σημειώνεται, οφείλεται στην αναθεώρηση προς τα κάτω των προβλέψεων για την ανάπτυξη, και την αναθεώρηση προς τα κάτω των προβλέψεων για τον πληθωρισμό, λαμβάνοντας υπόψη την αβεβαιότητα όσον αφορά τις τιμές των πρώτων υλών.

Οι χώρες που επηρεάζονται περισσότερο είναι αυτές στις οποίες τα προϊόντα πρώτης ανάγκης επηρεάζονται περισσότερο από τις τιμές ενέργειας και τροφίμων και όπου σχετικά μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού διατρέχει τον κίνδυνο της φτώχειας, δηλαδή κυρίως κράτη μέλη στην κεντρική και ανατολική ΕΕ, και κράτη μέλη της νοτιοανατολικής ΕΕ, όπως η Κύπρος.

Αυτό συμβαίνει λόγω του ότι η Ουκρανία και η Ρωσία είναι σημαντικοί εξαγωγείς ενέργειας και αγροτικών προϊόντων. Ο πόλεμος πλήττει την παραγωγική δυνατότητα των δύο χωρών και ως εκ τούτου αυξάνει τις τιμές κρίσιμων προϊόντων, ενώ ο πληθωρισμός που προκαλείται από τον πόλεμο μπορεί να περιορίσει την ιδιωτική κατανάλωση κατά 1,1% φέτος.

Η αύξηση στις τιμές τροφίμων και ενέργειας έχει δυσανάλογες επιπτώσεις για τα νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα, αλλά σε διαφορετικό βαθμό σε διαφορετικά κράτη μέλη.

Προσομοιώσεις της ανάπτυξης της οικονομίας σε επίπεδο επιχειρήσεων που πραγματοποίησε η ΕΤΕπ δείχνουν το ποσοστό των επιχειρήσεων που αναμένεται να σημειώσουν απώλειες να αυξάνεται από 8% σε 15% εντός του έτους, και το ποσοστό των επιχειρήσεων που κινδυνεύουν με χρεωκοπία να αυξάνεται από 10% σε 17% κατά την ίδια περίοδο.

Όπως σημειώνεται, οι επιχειρήσεις στην ΕΕ πλήγηκαν λόγων της πανδημίας και θα ήταν ευάλωτες πριν ακόμα τον πόλεμο, ο οποίος αυξάνει την αβεβαιότητα σε τρεις άξονες: τη μείωση των εξαγωγών, το χαμηλότερο κέρδος λόγω των υψηλών τιμών ενέργειας και τη δυσκολία εξεύρεσης χρηματοδότησης καθώς οι τράπεζες θέλουν να αποφύγουν πιθανό ρίσκο.

Οι τομείς που αναμένεται να πληγούν περισσότεροι είναι οι χημικές βιομηχανίες και ο φαρμακευτικός τομέας, οι μεταφορές και οι τομείς των τροφίμων και της αγροτικής παραγωγής.

Τη μεγαλύτερη πίεση αναμένεται να αντιμετωπίσουν επιχειρήσεις σε χώρες που έχουν γεωγραφική εγγύτητα με την Ουκρανία και τη Ρωσία, δηλαδή την Ουγγαρία, την Πολωνία, τη Λετονία και τη Λιθουανία.

Ωστόσο οι επιπτώσεις αναμένεται να είναι υψηλότερες από τον μέσο όρο της ΕΕ και σε άλλα κράτη μέλη, μεταξύ άλλων την Ελλάδα, την Κροατία και την Ισπανία.

Οι τράπεζες στην ΕΕ γενικά αναμένεται πως θα μπορέσουν να αντεπεξέλθουν στην κρίση, καθώς γενικά το τραπεζικό σύστημα της Ευρώπης είχε χαμηλή έκθεση στην Ουκρανία, τη Ρωσία και τη Λευκορωσία, εκτός από έναν μικρό αριθμό τραπεζών.

Ακόμα και αυτές οι τράπεζες, προστίθεται, έχουν ενισχύσει το αποθεματικό τους αρκετά ώστε να αντεπεξέλθουν στη μείωση της αξίας μέρους του δυναμικού τους σε Ουκρανία και Ρωσία.

Ωστόσο, οι συνθήκες όσον αφορά τις πιστώσεις μπορούν να επιδεινωθούν ειδικά στην κεντρική, ανατολική και νοτιοανατολική Ευρώπη.

Η αύξηση των τιμών ενέργειας και προϊόντων θα επηρεάσει το εισόδημα νοικοκυριών και επιχειρήσεων, ενώ η αυξημένη αβεβαιότητα που προκαλεί ο πόλεμος θα πλήξει την εμπιστοσύνη των επενδυτών και των καταναλωτών. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε αυξημένους πιστωτικούς κινδύνους για τις τράπεζες και μείωση της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων.

Τα κυβερνητικά έσοδα αναμένονται πως θα είναι χαμηλότερα από τις προβλέψεις που έγιναν πριν τον πόλεμο, ενώ οι δαπάνες θα αυξηθούν σημαντικά για την υποδοχή των προσφύγων, τις αυξημένες στρατιωτικές δαπάνες και την άμβλυνση των επιπτώσεων της αύξησης των τιμών ενέργειας για τα νοικοκυριά.

Οι κρατικοί προϋπολογισμοί αναμένεται πως θα επηρεαστούν περισσότερο στα κράτη μέλη που συνορεύουν με την Ουκρανία και στις χώρες της Βαλτικής.

Οι Κυβερνήσεις των κρατών μελών θα πρέπει να εφαρμόσουν ισχυρές και αποφασιστικές πολιτικές ώστε να περιορίσουν τις επιπτώσεις. Η υιοθέτηση μιας συντονισμένης πολιτικής και η εφαρμογή της σε βάθος χρόνου μπορεί να στείλει σαφές μήνυμα στις αγορές, μειώνοντας την αβεβαιότητα και μετριάζοντας τον κίνδυνο μιας νέας ύφεσης.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

ΚΥΠΕ

Οικονομία: Τελευταία Ενημέρωση

X