ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Μία μουσική συνάντηση που είχε αργήσει

Η Ελ. Αρβανιτάκη και ο Ν. Πορτοκάλογλου για πρώτη φορά μαζί σε συναυλία και μαγεύουν

Του Απόστολου Κουρουπάκη

Του Απόστολου Κουρουπάκη

kouroupakisa@kathimerini.com.cy

Η Ελευθερία Αρβανιτάκη και ο Νίκος Πορτοκάλογλου έχοντας ταξιδέψει σε ολόκληρη την Ελλάδα φτάνουν και στην Κύπρο, συνεχίζοντας το ταξίδι τους μέσα από δρόμους μου μυρίζουν μουσική και είναι διάσπαρτοι από όλων των ειδών τους ήχους. Με αφορμή λοιπόν τη συναυλία τους στη Λεμεσό ο «αδέσμευτος» Νίκος Πορτοκάλογλου και η σειρήνα Ελευθερία Αρβανιτάκη μίλησαν στην «Κ» για τη μουσική σήμερα, το τραγούδι, την πορεία τους και για το πώς κατάφεραν τελικά να συνεργαστούν και να ταξιδέψουν μαζί για συναυλίες σε Ελλάδα και Κύπρο και πώς ο Διονύσης Σαββόπουλος έμελλε να «σημαδέψει» και τους δυο. Μία συνάντηση που ίσως είχε αργήσει να συμβεί, αλλά τώρα που άρχισε τίποτα δεν τη σταματά.


Ελευθερία Αρβανιτάκη: Έχει αλλάξει πολύ ο τρόπος που ακούμε μουσική σήμερα

–Μετά από αρκετά χρόνια επιτυχημένης παρουσίας στα μουσικά πράγματα, ποιο είναι έως τώρα το απόθεμα;
–Μάλλον δεν σκέφτομαι συχνά πόσα χρόνια βρίσκομαι στον δρόμο της μουσικής. Κι όταν το σκεφτώ ή μιλήσω γι’ αυτό νομίζω ότι είναι για κάποιον άλλο. Κι όταν συνηδητοποιώ ότι είναι για μένα, το ξεχνάω αμέσως. Και σκέφτομαι το επόμενο project ή την επόμενη μουσική συνάντηση. Γιατί είναι το απόθεμα τόσο δυνατό. Γεμάτο δημιουργία, συγκίνηση και συναντήσεις με σημαντικούς ανθρώπους.

–Μελοποιημένη ποίηση και μάλιστα ποιητών/λογοτεχνών ιδιαίτερων,(Ιωάννου, Λαπαθιώτης Καρυωτάκης) και όχι μόνο. Πώς νιώθετε ότι συνδυάζεται το τραγούδι με τη λογοτεχνία;
–Έτσι ξεκίνησα τη δισκογραφία μου. Με τραγούδια του Γιώργου Ιωάννου και του Νίκου Μαμαγκάκη, «Το Κέντρο Διερχομένων». Στη συνέχεια έρχεται η συνάντηση με τον Νίκο Ξυδάκη και τον Ναπολέοντα Λαπαθιώτη. Έτσι ξεκινάει αυτή η σχέση με την ερμηνεία ποιητικού λόγου, πάντα όμως με τη μελοποίηση να δείχνει τον δρόμο τού συναισθήματος, και της εκφοράς του λόγου. Άλλωστε υπήρχαν οδηγοί. Κατ’ αρχάς ο Μίκης Θεοδωράκης και ο Μάνος Χατζιδάκις. Με αξεπέραστες ερμηνείες επίσης. Ο πηχυς δηλαδή πολύ ψηλά. Η ευτυχία επίσης, όταν καποια από αυτά τα τραγούδια έγιναν πολύ γνωστά, μεγάλη και συνεχής.

–Πιστεύετε ότι έχει αλλάξει ο τρόπος που ακούμε σήμερα μουσική;
–Το θέμα είναι, ακούμε μουσική ή απλά μεγαλώνουμε τον ορίζοντα της πληροφορίας μας γύρω από τη μουσική; Ακούμε ένα cd ολόκληρο; Υπάρχει αυτή η συγκέντρωση; Υπάρχει αυτός ο χρόνος; Ναι, έχει αλλάξει πολύ ο τρόπος που ακούμε μουσική σήμερα. Όχι μόνο λόγω της τεχνολογίας. Όχι μόνο λόγω της ταχύτητας. Αλλά και λόγω μελαγχολίας. Αυτή ήρθε μαζί με την κρίση. Θα μείνει καιρό άραγε;

–Λογοτεχνία και στιχουργική, πόση απόσταση έχουν μεταξύ τους.
–Είναι δύο διαφορετικές εξίσου σημαντικές τέχνες. Στην ποίηση είναι έντονος ο εσωτερικός και πολλές φορές συμβολικός λόγος, δεν υπάρχει η φόρμα της στιχουργίας, δηλ κουπλε ρεφραίν, αλλα ένας λόγος που ρέει συνεχής και αυτόνομος ταυτόχρονα. Η στιχουργία είναι μία εξίσου σημαντική τέχνη, με άλλους νόμους μα με τον ίδιο στόχο.

–Θα μπορούσαμε να πούμε ότι σήμερα υπάρχει πολιτικό τραγούδι;
–Όχι με την έννοια που υπήρχε στο παρελθόν. Όταν υπήρχε πόλεμος ή διακτατορία. Ο Γιάννης Αγγελάκας ίσως είναι αυτός που συγκεντρώνει στον λόγο του, που είναι όμως λίγο μοναχικός αλλά και σπουδαίος, την περισσότερη πολιτικοκοινωνική χροιά.

–Συνδυάζετε πολλούς μουσικούς δρόμους (μελοποιημένη ποίηση, ρεμπέτικο, λαϊκό, έθνικ, ίσως και ποπ), τα συνέχει κάτι όλα αυτά ή απλώς τα «σηκώνει» η φωνή σας;
–Αυτός είναι ο κόσμος μεσα στον οποίο μεγάλωσα, ταυτίστηκα, έμαθα, έψαξα. Αυτός είναι ο μουσικός κόσμος μου και άλλα είδη μουσικης, πολύ περισσότερα απ’ αυτά που ασχολήθηκα. Μην ξεχνάτε τις μεγάλες μουσικές σχολές στην Ελλάδα. Το αστικό τραγούδι, το λαϊκό, το δημοτικό, το ρεμπέτικο. Όλα συνυπάρχουν αρμονικά. Και είδη μουσικής εκτός Ελλάδας που υιοθετήσαμε και τα κάναμε δικά μας.

–Πείτε μου δυο λόγια για τη συνεργασία σας με τον Νίκο Πορτοκάλογλου.
–Με τον Νίκο ξεκινήσαμε την ίδια χρονιά και οι δύο από γκρουπ, με πολλές μουσικές αγάπες κοινές. Συναντηθήκαμε λίγες φορές σ’ αυτά τα χρόνια, ως επισκέπτες του ενός στον άλλο, κυρίως σε συναυλίες του Νίκου. Συνεργαστήκαμε και στο κινηματογραφικό του άλμπουμ. Με αφορμή την πρόσφατη συνεργασία μας στο δικό μου άλμπουμ «9+1 ιστορίες», με το τραγούδι του «Καταστροφή κι ελπίδα» που περιέλαβα, ήταν και η αφορμή να συναντηθούμε και επί σκηνής. Στην ουσία να συνεχίσουμε μία κουβέντα γύρω από τη μουσική, γύρω από την τέχνη μας, φτιάχνοντας το πρόγραμμα και δίνοντας ευκαιρία σε ό,τι σκεφτόμαστε να υλοποιηθεί. Ο Νίκος είναι από τους σημαντικότερους τραγουδοποιούς των τελευταίων χρόνων, έχοντας γράψει τραγούδια εμβληματικά για την εποχή τους, με έναν στίχο ευθύ και βαθύ κάτι που για μένα τον κάνει βαθιά λαϊκό άρα σημαντικό δημιουργό.

–Ο Διονύσης Σαββόπουλος είναι μία μουσική αφετηρία που σας ώθησε;
–Ο Διονύσης έπαιξε καθοριστικό ρόλο σε εμένα, στον Νίκο, στη γενιά μας γενικότερα. Είναι από μόνος του μία σχολή στη μουσική και στη στιχουργία. Ήταν ο ήρωάς μου πολύ πριν ξεκινήσω τον μουσικό μου δρόμο. Σ’ εμένα για ένα λόγο παραπάνω, γιατί ήταν ο λόγος που ανέβηκα για πρώτη φορά στη σκηνή και τραγούδησα δίπλα του και μαζί με την Οπισθοδρομική Κομπανία, που πρώτος αυτός ζήτησε τη συνεργασία της, και έτσι ξεκίνησε μία 5ετία μεγάλης αναγνώρισης και επιτυχίας για την Κομπανία, αλλά και η πρώτη φορά που ηχογραφώ τραγουδώντας στα μπαράκια του Βαγγέλη Γερμανού. Ήταν η πιο σημαντική συνάντηση της ζωής μου. Με αφορμή τη συνεργασία αυτή, έγινα μουσικός, και άλλαξα τη ζωή μου για πάντα.

 

Νίκος Πορτοκάλογλου: Δεν θα πάψουμε ποτέ να διψάμε για τη μοναδική συγκίνηση της μουσικής

–Πόσο ροκάς είναι ο Νίκος Πορτοκάλογλου και τελικά τι είναι ο ροκάς, μία ακόμα ταμπέλα;
–Ταμπέλες, τσιτάτα, αιώνια στερεότυπα και ατελείωτη βαρεμάρα! Μας ταλαιπωρούν μια ζωή, δεν συμφωνείτε; Το μόνο που με ενδιέφερε από την εφηβεία μου μέχρι τώρα ήταν να γράφω και να παίζω τη μουσική μου. Μια μουσική που περιέχει όλα αυτά που αγάπησα και αγαπώ: από τα ρεμπέτικα μέχρι το ροκ και τα μπλουζ και από τον Τσιτσάνη και τον Χατζιδάκι μέχρι τον Λέννον, τον Χέντριξ, τον Λέοναρντ Κόεν. Θα μπορούσα να πω καμιά εκατοστή ονόματα ακόμα αλλά καλύτερα να σας πω ένα στίχο που, νομίζω απαντάει στο ερώτημα πιο εύστοχα:
Είμ’ ένας ευγενής αλήτης/ ένας ροκάς ανατολίτης/ δίχως συγγενείς
Είμαι της τρέλας μου εργάτης/ σιωπηλός επαναστάτης/ στη χώρα της κραυγής...

–Θα βάζατε ταμπέλα στον μουσικό δρόμο που ακολουθείτε;
–Όταν κοιτάζω πίσω εκείνον τον πιτσιρικά που έπιασε μια κιθάρα στα χρόνια της χούντας και άρχισε να γράφει στίχους και μουσική σκέφτομαι πως χωρίς να το ξέρει έκλεινε εισιτήριο για το πιο απίστευτο ταξίδι. Αυτό που με οδηγούσε ήταν η δίψα μου για ελευθερία και περιπέτεια και όχι η αφοσίωσή μου σε μια ιδεολογία, ένα κόμμα ή μια μουσική σχολή. Δεν ήμουν ποτέ στρατευμένος –τι απαίσια λέξη– ούτε οπαδός. Μακριά από ταμπέλες λοιπόν.

–Στις δουλειές σας παίζετε αρκετά με την ενορχήστρωση, νιώθω ότι κινείστε όπως μια θάλασσα αέναα, μουσικά.
–Ωραίο αυτό! Μια θάλασσα αέναη, άλλοτε σκοτεινή και άλλοτε ηλιόλουστη. Ναι, με ενδιέφεραν πάντοτε και οι δύο πλευρές και όλες οι ενδιάμεσες αποχρώσεις. Δεν κατάλαβα ποτέ τους καλλιτέχνες που είναι πάντοτε «μαύροι» ή πάντα «ανεβασμένοι» και χαρούμενοι. Θα θεωρούσα τον εαυτό μου ψεύτη αν έκρυβα τις πιο τρυφερές ή τις πιο σκληρές πλευρές μου για να ικανοποιήσω ένα κοινό που σε θέλει πάντα «κάπως». Όπως οι στίχοι και οι μελωδίες, έτσι και οι ενορχηστρώσεις σε βοηθάνε να εκφράσεις άλλες πλευρές, να χρωματίσεις αλλιώς τα τραγούδια. Κάθε χρόνο, όταν κάνω πρόβες για τις συναυλίες ενορχηστρώνω ξανά τα παλιά τραγούδια. Πολλές φορές τα αλλάζω ριζικά, τα διασκευάζω. Όχι μόνο γιατί βαριέμαι να τα παίζω είκοσι χρόνια με τον ίδιο τρόπο αλλά γιατί κάθε φορά θέλω να τα ανακαλύψω ξανά, να βρω μια κρυμμένη νότα, μια κρυμμένη λέξη, ένα νέο νόημα, αν γίνεται. Πολλές φορές δεν βγαίνει τίποτα, αλλά όταν γίνεται, πραγματικά αξίζει τον κόπο!

–Οι Φατμέ καθόρισαν το μουσικό ύφος; Τι έχει μείνει από εκείνη την εποχή σήμερα;
–Οι Φατμέ ήταν η εφηβική μου παρέα, οι συμμαθητές μου, οι φίλοι μου. Με αυτούς μοιράστηκα τα πρώτα μου όνειρα και μ’ αυτούς έπαιξα τα πρώτα μου τραγούδια. Μαζί τους προσπάθησα να γεφυρώσω τις «δυο αγάπες που πολεμάνε μέσα μου βαθιά». Μαζί πήραμε το «Ρίσκο» και δηλώσαμε «Εδώ είναι το ταξίδι». Πολλά τραγούδια από εκείνη την εποχή είναι ακόμα φρέσκα και ολοζώντανα, ενώ άλλα ξεπεράστηκαν από τον χρόνο. Ένα μαγικό πράγμα που συμβαίνει στις συναυλίες είναι η αρμονική συνύπαρξη τραγουδιών που γράφτηκαν στη δεκαετία του ’80 με τα σημερινά. Αυτά που έγραψα στα 25 με αυτά που έγραψα στα 55. Πατέρας και γιος σ’ ένα!

–Θα μπορούσαμε να πούμε ότι σήμερα υπάρχει πολιτικό τραγούδι;
–Δεν θα πάψει ποτέ να υπάρχει αλλά ευτυχώς όχι με τη μορφή που είχε κάποτε. Του στρατευμένου δηλαδή εμβατήριου τύπου Σοσιαλιστικού Ρεαλισμού. Πάντα προτιμούσα τον λιτό, υπαινικτικό και ενίοτε σαρκαστικό λόγο από τη σοβαροφάνεια και τον διδακτισμό. Το τραγούδι είναι φίλος, εραστής και συνταξιδιώτης, δεν είναι δάσκαλος ούτε καθοδηγητής.

–Πιστεύετε ότι έχει αλλάξει ο τρόπος που ακούμε σήμερα μουσική;
–Έχουν αλλάξει τα μέσα. Το βινύλιο και το ραδιόφωνο έχουν αντικατασταθεί από mp3 και Youtube. Αλλά τι σημασία έχουν τα μέσα; Αν σκεφτείς ότι η μουσική υπάρχει από τότε που ζούσαμε σε σπηλιές και η ηχογράφηση είναι μια ανακάλυψη του τελευταίου αιώνα οι αλλαγές που συζητάμε είναι αστείες. Σημασία έχει ότι ο άνθρωπος δεν θα πάψει ποτέ να διψάει για τη μοναδική συγκίνηση της μουσικής. Με όποιο παράξενο τρόπο κι αν την ακούει στο μέλλον!

–Ο Διονύσης Σαββόπουλος είναι μία μουσική αφετηρία που σας ώθησε;
–Εννοείται! Δεν έχω κουραστεί ποτέ να λέω πως ο Σαββόπουλος είναι ο πατέρας όλων μας. Από τη δικιά μου γενιά και μετά είμαστε όλοι μας παιδιά του. Τραγουδιστές, συνθέτες, στιχουργοί και ειδικά εμείς οι τραγουδοποιοί που ακολουθήσαμε αυτό τον ιδιαίτερο δρόμο του «όλα σε ένα». Ελπίζω να χαίρεται που είναι τόσο πολύτεκνος...

–Πείτε μου δυο λόγια για τη συνεργασία σας με την Ελευθερία Αρβανιτάκη και αυτή τη συναυλία.
–Τι σας έλεγα; Την πρώτη φορά που βγήκε στη σκηνή ήταν δίπλα στον Σαββόπουλο στον «Σκορπιό», στην Πλάκα και ήμουνα εκεί! Σαν θεατής εννοώ. Τη θυμάμαι να τραγουδάει τη «Σεράχ» με την Οπισθοδρομική Κομπανία και να μαγευόμαστε από αυτή την απίστευτη, κρυστάλλινη φωνή. Εγώ τότε ξεκινούσα με τους Φατμέ. Η πρώτη μας συνάντηση ήταν όταν την κάλεσα να τραγουδήσει μαζί μας στην περίφημη τηλεοπτική εκπομπή «Πρόβα». Αργότερα ανταλλάξαμε πολλές φορές επισκέψεις –ο ένας καλεσμένος του άλλου σε συναυλίες– και είχα τη μεγάλη χαρά να πει δύο τραγούδια μου στο «Μπραζιλέρο» όπως και ένα τραγούδι στον τελευταίο της δίσκο «9+1 ιστορίες». Παρακολουθούσα πάντα την ανήσυχη πορεία της, τις εξερευνήσεις, τους πειραματισμούς της κι αυτός είναι ένας λόγος που την αγαπώ πολύ! Δεν είχαμε όμως ποτέ κάνει μια ολοκληρωμένη συναυλιακή συνεργασία, ένα κανονικό πρόγραμμα μαζί. Επιτέλους τα καταφέραμε αυτή τη χρονιά και είμαι πανευτυχής. Θα δείτε, δεν κρύβεται. Όλοι οι φίλοι μου λένε πως η χαρά μου φαίνεται στη σκηνή...

Οι συναυλίες: 
Ελευθερία Αρβανιτάκη - Νίκος Πορτοκάλογλου «Όλα αρχίζουν εδώ».
Λεμεσός: 21 Ιουλίου Κηποθέατρο Λεμεσού, ώρα 9:00 μ.μ.
Λευκωσία: Σχολή Τυφλών, ώρα 9:00 μ.μ.
Πληροφορίες – εισιτήρια: Tickethour – ACS Couriers, τηλ. 77777040 και Ταμείο Οδού Ειρήνης 158, τηλ. 25372855, 25878744

 

Μουσική: Τελευταία Ενημέρωση