ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Ξορκίζοντας την οδύνη του πολέμου

«Η τελευταία σημαία» είναι ένα πολιτικό φιλμ, βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Ντάριλ Πόνικσαν

Kathimerini.gr

ΑΙΜΙΛΙΟΣ ΧΑΡΜΠΗΣ

Ο Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ είναι αναμφισβήτητα ένας από τους κορυφαίους του σύγχρονου αμερικανικού σινεμά και ειδικότερα του φιλμ ενηλικίωσης. Η φήμη του, η οποία ήταν ήδη μεγάλη, εκτοξεύθηκε χάρη στο τολμηρό πρότζεκτ του «Boyhood», ενός επικού χρονικού γυρισμένου σε βάθος 12 ετών. Για πρώτη φορά, ωστόσο, τώρα αφήνει στην άκρη τα συνηθισμένα του θέματα, προκειμένου να κάνει ένα αρκετά πιο πολιτικό φιλμ, βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Ντάριλ Πόνικσαν. Και για να το πετύχει επιστρατεύει τους...καλύτερους.

Στη νέα του ταινία «Η τελευταία σημαία» βρισκόμαστε στο 2003 και η εισβολή των αμερικανικών στρατευμάτων στο Ιράκ βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Τριάντα χρόνια αφότου έχουν υπηρετήσει μαζί στον πόλεμο του Βιετνάμ, τρεις πρώην πεζοναύτες επανενώνονται για ένα ακόμη θλιβερό καθήκον: να θάψουν τον μονάκριβο γιο του ενός, ο οποίος σκοτώθηκε πρόσφατα στη Βαγδάτη. Για να το κάνουν θα χρειαστεί να ταξιδέψουν παρέα τόσο στον δρόμο όσο και πίσω στις δικές τους πολεμικές αναμνήσεις. Ο Λινκλέιτερ καταφέρνει να διαχειριστεί την τραγική ιστορία, μετατρέποντάς την σε γλυκόπικρη ταινία δρόμου, κυρίως χάρη στο ταλέντο των πρωταγωνιστών του. Οι Μπράιαν Κράνστον, Στιβ Καρέλ και Λόρενς Φίσμπερν ερμηνεύουν τρεις πολύ διαφορετικούς μεταξύ τους άνδρες, τους οποίους ωστόσο έχει σημαδέψει η κοινή εμπειρία των νεανικών τους χρόνων.

Η αμερικανική κοινωνία, η οποία, λόγω της προεδρίας Τραμπ, βρίσκεται σήμερα για ακόμη μία φορά διχασμένη, έχει μακρύ παρόμοιο ιστορικό που σχετίζεται με διάφορες πολεμικές προσπάθειες. Ο καταστροφικός πόλεμος του Βιετνάμ μπαίνει εδώ σε ευθεία αναλογία με τον επίσης αιματηρό στο Ιράκ, ο οποίος κόστισε τις ζωές χιλιάδων νέων Αμερικανών. Το ύφος του Λινκλέιτερ ωστόσο δεν είναι απλώς στείρα καταγγελτικό. Ο αντιηρωισμός που αποπνέει μεγάλο κομμάτι του φιλμ δεν σημαίνει πως εκεί δεν υπάρχουν επίσης αγάπη για την πατρίδα και σεβασμός για όσους την υπηρέτησαν, ακόμη και σε αναίτιες συγκρούσεις.

Το χιούμορ με τη σειρά του λειτουργεί λυτρωτικά –ειδικά σε μια υπέροχη σκηνή προς το τέλος–, κάτι σαν «ξόρκι» ενάντια στον θάνατο και στην οδύνη του πολέμου. Γιατί όμως να γίνει τώρα η συγκεκριμένη ταινία; Κάποιος θα έλεγε πως είναι ένας ακόμη εξορκισμός, μια προειδοποιητική κραυγή ενάντια σε μια πιθανή νέα «απελευθερωτική» επέμβαση των ΗΠΑ.

Ο δημιουργός της, πάντως, το θέτει ως εξής: «Το βιβλίο κυκλοφόρησε το 2005 και το διάβασα αμέσως. Τη δεδομένη χρονική περίοδο ο πόλεμος στο Ιράκ ήταν ήδη μια καταστροφή και το βιβλίο έλεγε πάρα πολλά σχετικά με τις τρανταχτές ομοιότητες ανάμεσα σε αυτόν και εκείνον του Βιετνάμ. Ουσιαστικά, όσα έλεγε το βιβλίο συντονίστηκαν με τις σκέψεις μου πάνω στο θέμα. Κυρίως όμως ήταν αυτοί οι τρεις χαρακτήρες, ο Ντοκ, ο Σαλ και ο Μούλερ, που με συνεπήραν. Ηθελα να σκάψω στις ζωές τους έτσι ώστε να δημιουργήσω το πορτρέτο τριών μεσήλικων βετεράνων του πολέμου του Βιετνάμ».

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Σινεμά: Τελευταία Ενημέρωση

Η προβολή και παρουσίαση της ταινίας μικρού μήκους του Ανδρέα Σεϊτάνη θα γίνει το Σάββατο 2 Δεκεμβρίου
Kathimerini.com.cy
 |  ΣΙΝΕΜΑ