ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

«Θέλω να μάθω όλα όσα πρέπει να ξέρω»

Ο Νικόλας Μπράβος μιλάει για τη ζωηρή πεταλούδα που εισβάλλει στη ζωή του

Του Απόστολου Κουρουπάκη

Του Απόστολου Κουρουπάκη

kouroupakisa@kathimerini.com.cy

«Είναι ένα έργο με πολλές ανατροπές και ωραία μηνύματα, φιλτραρισμένα μέσα από μία ατμόσφαιρα ευχάριστη, αλλά»…, σε αυτό το αλλά στέκεται ο Νικόλας Μπράβος, ο οποίος μας μιλάει για το έργο στο οποίο πρωταγωνιστεί, «Οι πεταλούδες είναι ελεύθερες» του Leonard Gershe και μας λέει τι είναι αυτό που κάνει το έργο ενδιαφέρον. «Δεν ξέρω πού θα φτάσει η σχέση μου με την Τζιλ, αλλά θα είναι μία σχέση απελευθερωτική για όλους μας», και ο Νικόλας μάς καλεί να δούμε τη συνέχεια στο θέατρο. Σχετικά με την τηλεόραση, μιας και πρωταγωνιστεί στη σειρά του ΑΝΤ1 «Δίδυμα φεγγάρια» θεωρεί σημαντικό να ξέρουμε τι θέλουμε να κάνουμε και πού θέλουμε να πάμε.


–Νικόλα, τελικά μπορούμε να τα καταφέρουμε μόνοι μας και μάλιστα, έχοντας μάλιστα και μία αναπηρία;
–Νομίζω μπορούμε να τα καταφέρουμε όλοι μαζί, αν ο ένας βοηθάει και συμπληρώνει τον άλλον. Όλοι μας έχουμε αδύναμα σημεία. Πιστεύω πως αν δεν φοβόμαστε, αν καταφέρουμε να επικεντρωθούμε σ’ αυτό που είμαστε, σ’ αυτό που αξίζουμε, και αν κατευθύνουμε αυτόν τον πλούτο προς έναν στόχο, έναν απώτερο σκοπό, θα τα καταφέρουμε. Ο παππούς μας ο Αριστοτέλης έλεγε: «Όπου υπάρχει θέλω, υπάρχει δρόμος».

–Τι νομίζεις ότι διαφοροποιεί αυτή την κομεντί; Τι έχει να δώσει στον θεατή;
–Αυτό που τη διαφοροποιεί νομίζω είναι η δύναμη ψυχής που εμπνέει και το ότι οι χαρακτήρες έχουν πολλά επίπεδα ερμηνείας κατά τη γνώμη μου. Ο θεατής θα γελάσει, θα συγκινηθεί, θα προβληματιστεί. Και ίσως όλα αυτά την ίδια στιγμή. Είναι ένα έργο με πολλές ανατροπές και ωραία μηνύματα, φιλτραρισμένα μέσα από μία ατμόσφαιρα ευχάριστη και «ελαφριά» σε εισαγωγικά όμως, γιατί κάτω από αυτή τη φαινομενική ελαφρότητα κρύβεται μία απίστευτη βαρύτητα. Και για μένα αυτό είναι που κάνει το έργο πολύ ενδιαφέρον. 

–Το έργο είναι ακόμη σύγχρονο; Για τι μιλάει;
–Το έργο ίσως θα μπορούσε να είναι διαχρονικό. Καταπιάνεται με θέματα όπως το χάσμα γενεών και τη χειραφέτηση των νέων, τον έρωτα, τα στερεότυπα, το θάρρος, τον αυτοπροσδιορισμό. Και όλα αυτά τα χειρίζεται ο συγγραφέας με σοβαρότητα, αλλά και πολύ χιούμορ ταυτόχρονα.

–Σκιαγράφησέ μου το έργο αλλά και τη σχέση του Ντον με την Τζιλ;
–Το έργο ξετυλίγεται στο διαμέρισμά μου στη Νέα Υόρκη μια μέρα στις αρχές του καλοκαιριού. Εγώ είμαι ένας νεαρός μουσικός που έχω αποδεσμευτεί ένα μήνα τώρα από την ασφυκτική αγκαλιά της υπερπροστατευτικής μητέρας μου (Χριστίνα Παυλίδου) και θέλω να σταθώ μόνος μου στα πόδια μου και να πορευτώ μέσα από την τέχνη μου. Η Τζιλ (Μαρίνα Μανδρή) είναι ένα υπέροχο πλάσμα, μια πολύχρωμη ζωηρή πεταλούδα που εισβάλλει κυριολεκτικά στη ζωή μου και μέσα σε μια μέρα τα σαρώνει όλα. Τυχαίνει να νοικιάζει το διπλανό διαμέρισμα το οποίο ήταν κάποτε ένα με το δικό μου και το μόνο που μας χωρίζει είναι μια κλειδωμένη πόρτα. Θα ανοίξει αυτή η πόρτα; Και αν ανοίξει θα μπει λίγο φως σ’ αυτό το σπίτι; Όλα αυτά κάτω από την επιβλητική σκιά της μάνας μου και την εμφάνιση του Ραλφ ενός φίλου από τα παλιά (Μάριος Δημητρίου). Δεν ξέρω τι θα γίνει στο τέλος και με ποιο τρόπο θα συνδεθώ με τη Τζιλ, αλλά σίγουρα αυτή είναι μια σχέση απελευθερωτική για όλους μας. 


«Θέλω να ζήσω το δικό μου ταξίδι»

–Φοβάται ο Ντον τη μητέρα του; Εσύ τι φοβάσαι;
–Σαν Ντον, ίσως φοβόμουν κάποτε τη μητέρα μου, γιατί είχα χαμηλή αυτοεκτίμηση και δεν πίστευα αρκετά στον εαυτό μου και τις δυνατότητές μου. Τώρα πια όμως δεν τη φοβάμαι. Έχω κατασταλάξει μέσα μου και έχω πίστη στον εαυτό μου. Και ξέρω ότι θέλω να ζήσω το δικό μου ταξίδι. Θέλω να γίνω καπετάνιος στο καράβι μου και να το οδηγήσω προς τα κει που θέλω εγώ, όχι να με πηγαίνουν οι άλλοι. Σαν Νικόλας, αυτή τη στιγμή δεν νιώθω να φοβάμαι κάτι. Όμως βρίσκω πολύ ουσιαστικό αυτό το ερώτημα που διαπραγματεύεται ο Ρίτσος στον «Ορέστη» του και είναι το ίδιο που βασανίζει τον «μικρούλη Ντον» και τον Ορέστη-Ντον που κρύβει ο καθένας μέσα του: «Πώς γίνεται οι άλλοι να ορίζουν λίγο - λίγο τη μοίρα μας, να μας την επιβάλλουν κ’ εμείς να το δεχόμαστε; … Έχω κι εγώ μια δική μου ζωή και πρέπει να τη ζήσω». Πιστεύω πως πρέπει να δεχόμαστε όλες τις εμπειρίες που μας προσφέρει η ύπαρξή μας. Και όχι μόνο αυτό, αλλά να της ζητάμε χίλιες φορές περισσότερα από αυτά που μας προσφέρει. Ως ηθοποιός, αλλά και ως άνθρωπος χαμένος σ’ αυτόν τον πλανήτη για τόσο λίγο καιρό, θέλω να μάθω όλα όσα πρέπει να ξέρω. Όλα. Να δοκιμάσω τα πάντα.

–Πόσο καταπιεστικό μπορεί να γίνει το περιβάλλον μας; 
–Όσο του επιτρέψουμε εμείς. Στο χέρι μας είναι, από εμάς εξαρτάται. Εμείς οι ίδιοι θέτουμε τα όριά μας και κάνουμε τις επιλογές μας. Βέβαια, αυτό χρειάζεται θάρρος και κάποιο βαθμό ωριμότητας για να αναλάβουμε την ευθύνη των πράξεών μας και να είμαστε έτοιμοι να δεχτούμε και τις συνέπειες. 


«Να μένουμε και λίγο μόνοι»

–Διαβάζοντας το βιογραφικό σου καταλαβαίνω ότι είσαι πολυπράγμων, ιατρική, μουσική, υποκριτική, ιταλικές σπουδές, αθλητισμός, τελικά γιατί σε κέρδισε η ηθοποιία;
–Κάθε νευρωτικό άτομο έχει την ανάγκη να εκφραστεί. Στην περίπτωσή μου, αυτό γίνεται μέσα από τους ρόλους μου. Ένας ηθοποιός πρέπει να ερμηνεύει τη ζωή και για να το καταφέρει πρέπει να δέχεται όλες τις εμπειρίες που αυτή του προσφέρει. Στη διάρκεια της σύντομης ύπαρξής του, πρέπει να μάθει όλα όσα πρέπει να γνωρίζει, να δοκιμάσει τα πάντα.

–Πώς νομίζεις ότι μπορεί να συνδυαστεί η τηλεόραση με το καλό θέατρο;
–Νομίζω το ερώτημα είναι τι θέλουμε να κάνουμε και πού θέλουμε να φτάσουμε. Το καλό και το κακό ίσως είναι υποκειμενικό και αν το δεις θετικά και δημιουργικά μπορεί να είναι επίσης μετατρέψιμο, ανάλογα με τις ανάγκες μας. Πάντως, είναι χρήσιμο πού και πού να μένουμε για λίγο μόνοι με τον εαυτό μας και να αυτοπροσδιοριζόμαστε.


Πληροφορίες:
«Οι πεταλούδες είναι ελεύθερες» του Leonard Gershe σε σκηνοθεσία Νίκου Νικολαΐδη, κάνει πρεμιέρα την Παρασκευή 25 Νοεμβρίου, ώρα 8:30 μ.μ. στο Δημοτικό Θέατρο Λατσιών. Παίζουν οι ηθοποιοί Νικόλας Μπράβος, Μαρίνα Μανδρή, Χριστίνα Παυλίδου και Μάριος Δημητρίου.

 

Θέατρο-Χορός: Τελευταία Ενημέρωση