ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Οι βραδιές που δεν θα ξεχαστούν ποτέ

Το μουσικό εγχείρημα «Ελλοπία» λειτούργησε άψογα και έφερε στην πρωτεύουσα καινούργιες μουσικές και καλλιτέχνες

Του Απόστολου Κουρουπάκη

Του Απόστολου Κουρουπάκη

kouroupakisa@kathimerini.com.cy

Οι Δημήτρης Φανής και Δημήτρης Μακρής θυμούνται όλα όσα έζησαν στην «Ελλοπία», ανασύρουν στην επιφάνεια εκείνες τις στιγμές που έχουν αποτυπωθεί ανεξίτηλα στη μνήμη τους. Με τα τραγούδια και τις γεμάτες βραδιές στην Ελλοπία κατά κάποιον πληρώθηκε το μουσικό ρηθέν Σαββόπουλου «Μέχρι τα ουράνια σώματα με πομπούς και με κεραίες φτιάχνουν οι Έλληνες κυκλώματα κι ιστορία οι παρέες». Οι νέοι των μέσων της δεκαετίας του ’90 κατά κάποιο τρόπο έφτιαξαν μια κοινότητα, αυτή των σημερινών 45άρηδων περίπου που έζησαν μαγικές και έντονες βραδιές σε ένα από τα πιο γνωστά πια βραδινά μαγαζιά της Λευκωσίας, την «Ελλοπία», όπου χιλιάδες τραγούδια έγιναν αιτία και αφορμή για έντονες καταστάσεις. Η «Ελλοπία» επιστρέφει λοιπόν μετά από είκοσι χρόνια για να φρεσκάρει τη μνήμη των παλαιότερων και να συστηθεί στους νεότερους.

–Παιδιά, πώς ξεκίνησε το εγχείρημα της Ελλοπίας;
–Δημήτρης Φανής: Αφού ολοκληρώσαμε τον κύκλο των εμφανίσεων που διήρκησε δύο χρόνια στη μουσική σκηνή «Αντιθέσεις» (στην περιοχή του Παπαφιλίππου), ο Μακρής είχε την ιδέα να φτιάξει έναν χώρο όπου μέσα σ’ αυτόν θα «στεγάζονταν», τα ακριβά τραγούδια που εμείς θέλαμε να υπηρετήσουμε.
–Δημήτρης Μακρής: Αρχές του ’94 σταμάτησα να τραγουδώ στις «Αντιθέσεις» γιατί διαφώνησα με την απόφαση να μεταφερθεί το μαγαζί για το καλοκαίρι σε ένα ανοικτό χώρο με πισίνα… ένιωσα ότι αυτό δεν ταίριαζε με αυτά που εμείς τραγουδούσαμε και αντιπροσωπεύαμε μουσικά. Τη νύχτα που έφυγα γύριζα με το αυτοκίνητο στα χαμένα… και είδα εκείνο το υπέροχο κτήριο για πρώτη φορά στη ζωή μου. Τις επόμενες μέρες μαζί με τον μετέπειτα συνέταιρό μου στην Ελλοπία, τον Μάριο τον Χριστοδούλου (ο Καζούλης μάς έλεγε συνένοχους αντί συνέταιρους!) βρήκαμε τον ιδιοκτήτη και το νοικιάσαμε. Συναντηθήκαμε ξανά με τον Φανή και με όλα τα παιδιά και κάπως έτσι άρχισε… να πω ότι και στις αντιθέσεις περάσαμε όμορφα. Ευχαριστώ την οικογένεια Φανάρη που μας έδωσε την πρώτη ευκαιρία.

–Και γιατί Ελλοπία;
–Δ.Φ. Η έμπνευση του ονόματος πιστώνεται στον Μακρή. Ήταν θεωρώ πολύ εύστοχο, αφού το ίδιο το όνομα λειτούργησε καταλυτικά στη συνείδηση του κόσμου, παρά το γεγονός, ότι τις περισσότερες φορές ο ίδιος κόσμος αγνοούσε τον συμβολισμό του. Για εμάς ήταν το όχημα που κουβαλούσε αφενός μεν τον ελληνικό μουσικό πλούτο και τις καλλιτεχνικές επιλογές μας, αφετέρου δε τα νεανικά μας όνειρα και την ανάγκη μας να εκφραστούμε.
Δ.Μ. Το όνομα Ελλοπία ήταν ιδέα και έμπνευση του «συνένοχου» μου του Μάριου Χριστοδούλου! Σε αρχαία κείμενα αναφέρεται στη Ελλάδα η περιοχή Ελλοπία.

–Τι χαρακτήρα είχε;
–Δ.Φ. Ήταν μια μεγάλη μουσική σκηνή. Οι μουσικές σκηνές την εποχή εκείνη ήταν πολύ δημοφιλείς στην Ελλάδα. Στην Κύπρο, αν δεν κάνω λάθος, δεν έγινε ποτέ προηγουμένως προσπάθεια να υπάρξει ένας τόσο μεγάλος χώρος, στον οποίο θα ακούγονταν τα συγκεκριμένα τραγούδια που εμείς παίζαμε. Πιο μικροί χώροι όπως το «Εναλλάξ» είχαν προηγηθεί, αλλά ποτέ σ’ αυτό το μέγεθος.
–Δ.Μ. Ήταν μια ολοκληρωμένη μουσική σκηνή. Που έπαιζε από Άσιμο μέχρι Τσιτσάνη. Τελείως αβίαστα και με ένα αυθορμητισμό ανεπιτήδευτο. Και σε αυτό τον πανέμορφο χώρο, που αν είναι ποτέ δυνατόν κάποιοι κατεδάφισαν πριν από λίγα χρόνια, μαζεύονταν 600 άνθρωποι σχεδόν κάθε βράδυ σε μια σχεδόν μυσταγωγική ατμόσφαιρα.

–Οι πελάτες της «Ελλοπίας» είχαν κάποιο συγκεκριμένο το προφίλ;
–Δ.Φ. Η πλειοψηφία των ανθρώπων που έμπαιναν στην «Ελλοπία», ήταν νέοι, κυρίως φοιτητές, αλλά και λίγο μεγαλύτεροι σε ηλικία, οι οποίοι έβρισκαν εκεί το καταφύγιό τους. Έδιναν το ραντεβού τους εκεί. Ήταν θα έλεγα ένας χώρος συνάντησης όλων αυτών των ανθρώπων, που σχεδόν κάθε βράδυ έρχονταν κοντά μας για να ψυχαγωγηθούν και να διασκεδάσουν.
–Δ.Μ. Αυτό ήταν το ωραίο… το ότι δεν υπήρχε προφίλ. Και φοιτητές και εργαζόμενοι και μεγάλοι και μικροί και δεξιοί και κεντρώοι και αριστεροί και πλούσιοι και φτωχοί και από πόλεις και από χωριά και από πεδιάδες και βουνά… όλοι νιώθαμε το ίδιο εκεί μέσα… Αυτή ήταν η ομορφιά τις Ελλοπίας.

–Τη μουσική που παίζατε την είχατε επιλέξει λόγω κενού στη νυχτερινή Λευκωσία ή λόγω προσωπικού γούστου;
–Δ.Φ. Θεωρώ πως το προσωπικό μας γούστο, κάλυψε συμπτωματικά αυτό το κενό που υπήρχε τότε στη νυχτερινή ζωή. Δεν προσποιηθήκαμε ποτέ, ούτε λειτουργήσαμε καιροσκοπικά, για να εκμεταλλευτούμε αυτό το κενό. Κάναμε αυτό που αγαπούσαμε και αυτό λειτούργησε θετικά. Και αυτό εξακολουθούμε μέχρι και σήμερα να κάνουμε.
–Δ.Μ. Πίστεψε με ποτέ δεν κάτσαμε να σκεφτούμε τα κενά που υπήρχαν στη νυχτερινή Λευκωσία. Το μόνο κενό που θέλαμε να καλύψουμε ήταν το μέσα μας και την ανάγκη μας να ερμηνεύουμε αυτά που γουστάραμε. Ακόμα αυτό κάνουμε.

–Η Ελλοπία ακούστηκε στην Ελλάδα, αυτό πώς το εκλάβατε; Ήρθαν και καλλιτέχνες από Ελλάδα.
–Δ.Φ. Η φήμη της «Ελλοπίας» όντως είχε αποκτήσει μυθικές διαστάσεις. Όσοι καλλιτέχνες ερχόντουσαν στην Κύπρο για εμφανίσεις έκαναν τη βόλτα τους από τον χώρο, ανεβαίνοντας πολλές φορές στη σκηνή για να τραγουδήσουν μαζί μας. Αυτό ήταν για εμάς σημαντική αναγνώριση της δουλειά μας. Το σπουδαιότερο όμως, είναι πως αρκετοί απ’ αυτούς μας καλούσαν στις δικές τους συναυλίες για να τραγουδήσουμε, δίνοντάς μας έτσι την ευκαιρία να απευθυνθούμε σ’ ένα ακόμα μεγαλύτερο κοινό από το δικό μας.
–Δ.Μ. Πάρα πολλοί είτε ως επισκέπτες είτε για εμφανίσεις… Κατσιμίχες, Περίδης, Παπακωνσταντίνου, Καζούλης, Μαχαιρίτσας, Τσακνής, Δεληβοριάς, Φάμελλος, Λέκκας, και άλλοι πολλοί ανέβηκαν στη σκηνή της Ελλοπίας.

Αίσθηση συναυλίας κάθε βράδυ

–Θυμάστε κάποια χαρακτηριστική βραδιά;
–Δ.Φ. Όλες οι βραδιές ήταν σημαντικές. Μην ξεχνάμε ότι κάθε βράδυ εμείς δίναμε μια παράσταση. Οι απαιτήσεις του προγράμματος ήταν τέτοιες που δεν μας επέτρεπαν να έχουμε διεκπαιρεωτικό ρόλο. Αυτό ο κόσμος το αντιλαμβανόταν και το αναγνώριζε, γι’ αυτό και μας επιβράβευε. Υπήρχε η αίσθηση της συναυλίας κάθε βράδυ. Ο κόσμος ήξερε όλους τους στίχους των τραγουδιών και τραγουδούσε μαζί μας, έβγαζαν αναπτήρες και η ατμόσφαιρα ήταν μαγική. Αυτά δεν λησμονιούνται.
–Δ.Μ. Πολλές! Μία ήταν όταν έγινε ζημιά στον ηλεκτρισμό την ώρα που παίζαμε με γεμάτο το μαγαζί… πήγαμε στο πάρκο απέναντι και εμείς και ο κόσμος, πήραμε μπύρες και κιθάρες κάτσαμε στο γρασίδι και συνεχίσαμε εκεί! Ακόμα καλυτέρα!

–Και μία δυνατή ανάμνηση…

–Δ.Φ. Κουβαλώ μέχρι και σήμερα στη μνήμη μου με πολλή συγκίνηση την ανάμνηση της τελευταίας βραδιάς. Ήταν η στιγμή που συνειδητοποίησα με τον πιο ουσιαστικό τρόπο τη μεγάλη αγάπη του κόσμου. Κατάλαβα πως άφησαμε στις ψυχές όλων εκείνων των ανθρώπων που μας στήριξαν, αλλά και στις δικές μας ψυχές, ένα ανεξίτηλο χνάρι, που θα μας θύμιζε την όμορφη και ανιδιοτελή σχέση που είχαμε οικοδομήσει στα χρόνια εκείνα της αθωώτητας.
–Δ.Μ. Η τελευταία νύχτα το ’97. Όλοι μας… 700 άνθρωποι δακρυσμένοι… χόρεψα ζεϊμπέκικο για πρώτη και τελευταία φορά στη ζωή μου.

–Η επιτυχία που κάνατε σάς να ψηλώσετε, ας πούμε, τον αμανέ;
–Δ.Φ. Προσωπικά μου αρέσουν οι αμανέδες, ιδιάιτερα όταν είναι περίτεχνοι. Όμως ουδέποτε είχα αφήσει την όποια επιτυχία να επηρεάσει τη ζωή μου ή τη συμπεριφορά μου απέναντι στους συνανθρώπους μου, είτε αυτοί είναι συνάδελφοι είτε είναι ο κόσμος που μας ακούει. Αντίθετα είμαι εξ εκείνων που θεωρούν πως η επιτυχία θα πρέπει να μας φορτίζει με περισσότερη ευθύνη απέναντι στην τέχνη μας αλλά και τον κόσμο. Θα ήταν ταυτόχρονα ψέμα να μην παραδεχτώ ότι δεν απόλαυσα και δεν χάρηκα αυτό που έζησα τότε. Άλλο όμως η χαρά και άλλο η έπαρση.
–Δ.Μ. Το μόνο που ψήλωσε ήταν η χοληστερόλη μου με τις «εφόδους» μας στα μαγειρεία η ώρα 5 το πρωί!

Ανάγκη μας να ξανασυναντηθούμε με τον κόσμο

–Σήμερα νομίζετε ότι ένα αντίστοιχο μαγαζί θα έκανε επιτυχία;
– Δ.Φ. Υπάρχουν και σήμερα χώροι που φιλοξενούν σχήματα που ερμηνεύουν τα καλά τραγούδια της εποχής με αρκετή επιτυχία θα έλεγα. Υπάρχουν επίσης, εξαίρετοι μουσικοί και ερμηνευτές που υπηρετούν με πολύ σεβασμό το είδος. Η διαφορά μ’ εμάς είναι πως εμείς βιώσαμε μια συγκυρία μουσική που όμοιά της δεν έχει υπάρξει ξανά. Δεν ξέρω αν μπορεί να αναλυθεί περισσότερο με λόγια, ακριβώς επειδή ήταν τόσο μεγάλο και σπουδαίο, που οποιαδήποτε προσπάθεια επεξήγησης του θα αποτύγχανε να αποτυπώσει με ακρίβεια το μέγεθος.
–Δ.Μ. Νομίζω όχι σε αυτόν τον βαθμό. Δεν υπάρχουν οι συγκυρίες που υπήρχαν τότε…

–Η σημερινή «μουσική» νύχτα μοιάζει με την τότε;
– Δ.Φ. Ο κόσμος τότε έβγαινε περισσότερο και ξόδευε περισσότερα. Αυτή είναι μια ειδοποιός διαφορά του τότε με το σήμερα. Επιπλέον σήμερα υπάρχει πληθώρα χώρων και πολύ περισσότερα μουσικά σχήματα από τότε, συνεπώς η πίτα έχει κατακερματιστεί. Από την άλλη, τραγούδια καλά γράφονται και σήμερα, με χαμηλότερη όμως συχνότητα σε σχέση με τότε. Και βέβαια, κάτι που δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο, είναι πως η μουσική νύχτα σήμερα επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό και όχι πάντα θετικά, από τα διάφορα τηλεοπτικά μουσικά τηλεπαιχνίδια, κενού (κατά την άποψή μου) καλλιτεχνικού περιεχομένου, ενώ τότε η αισθητική μας διαμορφωνόταν από τις σπουδαίες δισκογραφικές δουλειές.
– Δ.Μ. Δεν μοιάζει καθόλου. Τώρα σε κάθε γωνιά υπάρχει και ένα χώρος αναψυχής! Υπάρχουν τα πάντα! Καλό είναι και αυτό!

–Γιατί επανένωση μετά από 20 χρόνια;
–Δ.Φ. Η ανάγκη να ξαναβρεθούμε μαζί στη σκηνή έστω για λίγο μας ώθησε να διοργανώσουμε αυτές τις τρεις βραδιές. Το γεγονός ότι πέρασαν κιόλας είκοσι χρόνια από την τελευταία μας συνύπαρξη στη σκηνή ήταν μια καλή αφορμή. Επιπλέον ήταν κάτι που εδώ και καιρό γνωστοί και φίλοι μας το ζητούσαν κι έτσι είπαμε να το επαναλάβουμε. Η ανταπόκριση του κόσμου μόλις ανακοινώθηκαν αυτές οι βραδιές είναι συγκινητική. Ιδιαίτερα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μπορεί κανείς να διαβάσει συγκλονιστικά σχόλια.
–Δ.Μ. Πάλι από εσωτερική ανάγκη… και οι φίλοι και οι γνωστοί που ποτέ δεν σταμάτησαν να μας λένε να κάνουμε μια επανένωση. 

–Σκεφτόμενος τη δική σας διαδρομή, δεν ξέρω γιατί μου ήρθε το τραγούδι «Τραπεζάκια έξω» του Σαββόπουλου, σήμερα ποιο τραγούδι θα αφιερώνατε στον κόσμο από κάτω;
– Δ.Φ. «Μου φαίνεται σαν να ’ναι χθες, μα πάνε τόσα χρόνια/ που σαν βιολί το σώμα σου στα χέρια μου κρατούσα. / Με το ραδιόφωνο σιγά, μεσ’ στ’ απαλό σκοτάδι /θα τρόμαζες αν ήξερες πόσο σε αγαπούσα. / Γέλα πουλί μου, γέλα / ειν’ η ζωή μια τρέλα».
–Δ.Μ. Πρώτα θέλω να τους πω ένα ευχαριστώ για τις όμορφες στιγμές! Μεγαλώσαμε μαζί και ένα κομμάτι αυτής της ενηλικίωσης το κάναμε όλοι μας θαμώνες, μουσικοί και μουσική, λίγο καλύτερο! Το τραγούδι θα ήταν το τελευταίο που είπαμε και αποχαιρετιστήκαμε πριν από είκοσι χρόνια. Που τώρα ταιριάζει ακόμα περισσότερο. Αυτό που λέει «μου φαίνεται σαν να ’ναι χθες μα πάνε τόσα χρόνια»… το «Γέλα πουλί μου». Καλή αντάμωση!

Info: Ελλοπία 20 χρόνια μετά, Τετάρτη-Πέμπτη, 17, 18 και Τρίτη 23 Μαΐου, DownTown Live, Λευκωσία. Πληρ. 99810011.

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Απόστολου Κουρουπάκη

Αναδρομές: Τελευταία Ενημέρωση