ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Ο γλωσσικός πλούτος και η ιδιαιτερότητα της κυπριακής διαλέκτου

Του Γιώργου Γεωργίου*

Η κυπριακή διάλεκτος – ή η κυπριακή ελληνική (ΚΕ) – αποτελεί ποικιλία της ελληνικής γλώσσας και εντάσσεται, γεωγραφικά, στα νοτιοανατολικά γλωσσικά ιδιώματα. Σήμερα οι φυσικοί ομιλητές της ΚΕ ξεπερνούν το 1.150.000 ανά την υφήλιο και βρίσκονται διασκορπισμένοι σε κάθε ήπειρο, ανάγοντάς την ως την πολυπληθέστερη σε ομιλητές ελληνική διάλεκτο.

Η ιστορία και τα γλωσσικά χαρακτηριστικά της

Οι Αχαιοί (Μυκηναίοι), ερχόμενοι στην Κύπρο τον 14ο π.Χ. διέδωσαν παράλληλα τη μυκηναϊκή γλώσσα (αρκαδική διάλεκτος) σε ολόκληρο το νησί, εξελληνίζοντάς το. Η συνύπαρξη της τοπικής κυπριακής ποικιλίας (ετεοκυπριακή γλώσσα) και της αρκαδικής διαλέκτου δημιούργησαν, αρχικά, την αρκαδοκυπριακή διάλεκτο στο νησί. Σταδιακά, όμως, λόγω της μεγάλης απόστασης από την Πελοπόννησο, η αρκαδοκυπριακή διασπάστηκε και επικράτησε η κυπριακή ντοπιολαλιά που χρησιμοποιούσε το συλλαβικό αλφάβητο που είχαν επινοήσει προ αιώνων οι Ετεροκύπριοι – οι πρώτοι κάτοικοι της Κύπρου. Το ελληνικό αλφάβητο εισήχθη στην Κύπρο από τον Ευαγόρα Α΄, βασιλιά της Σαλαμίνας, τον 5ο αιώνα π.Χ. και χρησιμοποιούνταν παράλληλα με το ελληνικό μέχρι το 50 π.Χ. όταν και καθιερώθηκε η αλεξανδρινή κοινή ως κοινή γλώσσα Ελλήνων. Βαθμιαία, η Κύπρος παρεξέκλινε, λόγω απόστασης από την ηπειρωτική Ελλάδα, και διαμόρφωσε τη δική της ντοπιολαλιά φέροντας στοιχεία από την κοινή ελληνική γλώσσα, τις διαλέκτους της ελληνικής αλλά και τις γλώσσες των μετέπειτα κατακτητών της.

Ως προς τη φωνητική/φωνολογία η ΚΕ παρουσιάζει τους εξής κανόνες: διατηρεί το τελικό ν σε διάφορες λέξεις: π.χ. «βουνόν», υπάρχει προφορά διπλών συμφώνων: π.χ. «κκέλης», όπως και στα αρχαία ελληνικά, και παρατηρείται σίγηση του «γ» σε πολλά ρήματα: π.χ. «επήα». Ως προς τη μορφολογία, διατηρούνται οι ρηματικές καταλήξεις –ούσιν (κάμνουσιν) όπως και στα αρχαία και σχηματίζει τον μέλλοντα ως «εννά» (θα) προερχόμενο από το ελληνικό μεσαιωνικό «θενά».

Στη σύνταξη ο εγκλιτικός τύπος της αντωνυμίας μπαίνει πριν το ρήμα: π.χ. «αγαπά τον». Αξιοσημείωτος είναι ο λεξιλογικός πλούτος της ΚΕ που διασώζει στοιχεία της αρχαίας ελληνικής (800 - 300 π.Χ) και της ελληνιστικής κοινής (330 π.Χ. - 330 μ.Χ.). Για παράδειγμα: «καμμώ», κλείνω τα μάτια (<καμμύω), «άφτω», ανάβω (<άπτω) κ.ά. Επιπρόσθετα, λόγω της κατάκτησης του νησιού από μία πληθώρα ξένων λαών, η γλώσσα δεν έμεινε ανεπηρέαστη με αποτέλεσμα την παρείσφρηση ξένων λέξεων στο κυπριακό λεξιλόγιο. Για παράδειγμα, υπάρχουν δάνεια από την παλιά γαλλική όπως: «τσαέρα», καρέκλα (<chaira), δάνεια από την ιταλική-βενετσιάνικη: «κουρτέλλα», μαχαίρι (<coltella), την τουρκική: «καΐσιν», παγίδα (<kayıs) αλλά και την αγγλική: «φούρπος», ποδόσφαιρο (<football).

Το στάτους της κυπριακής ελληνικής

Διάφοροι κοινωνικο-πολιτικοί λόγοι προσδίδουν στην ΚΕ το στάτους της διαλέκτου, μιας παραλλαγής, δηλαδή, της ελληνικής γλωσσικής ποικιλίας. Για διάφορους άλλους λόγους, η γλωσσική ποικιλία της δημοτικής (αθηναϊκή διάλεκτος) έχει αποκτήσει το κοινωνικό στάτους της γλώσσας, αποτελώντας την κοινή γλώσσα του ελληνικού έθνους. Όσον αφορά στην ΚΕ, δεν υπάρχει τυποποιημένο αλφάβητο και η χρήση της στον γραπτό λόγο περιορίζεται σε ελάχιστα μεν, σπουδαία δε λογοτεχνικά έργα. Η ΚΕ χρησιμοποιείται ευρέως στον καθημερινό λόγο των Ελληνοκυπρίων ομιλητών και γενικά σε ανεπίσημες περιστάσεις επικοινωνίας, ενώ στο κοινοβούλιο, στα ΜΜΕ και γενικότερα σε επίσημες περιστάσεις, χρησιμοποιείται η κοινή νέα ελληνική γλώσσα.

Το γλωσσικό συγκείμενο στην Κύπρο παρουσιάζει σημαντικές ιδιομορφίες. Δεν θα μπορούσαμε να πούμε ότι υπάρχει διγλωσσία αλλά μία περίπτωση διδιαλεκτισμού με παράλληλη χρήση δύο διαλέκτων (ή γλωσσικών παραλλαγών) της ελληνικής – της κοινής νέας ελληνικής και της κυπριακής ελληνικής – ανάλογα με την περίσταση επικοινωνίας. Ωστόσο, η ΚΕ είναι αυτή που μπορεί να παίρνει προβάδισμα ως προς την επάρκεια μητρικής γλώσσας για τους Ελληνοκυπρίους εφόσον αυτήν μπορούν να τη χειρίζονται εκ γενετής άψογα και με περισσότερη ευκολία σε προφορικό επίπεδο.

Η κυπριακή διάλεκτος αποτελεί μια σπουδαία γλωσσική ποικιλία η οποία απαρτίζεται από σπάνια γλωσσολογικά φαινόμενα (όπως το ότι πολλές λέξεις ξεκινούν με διπλό σύμφωνο π.χ. ππέφτω) αλλά και μια πληθώρα ελληνικών και ξένων λέξεων που συμπληρώνουν το παζλ ενός λεξιλογικού πλούτου. Μπορούμε και οφείλουμε να αισθανόμαστε περήφανοι για αυτήν την ιδιαίτερη ντοπιολαλιά χωρίς αισθήματα κατωτερότητας.

*Υποψήφιος Διδάκτορας Τμήματος Επιστημών Αγωγής (ειδ. Εκπαίδευση/Γλωσσολογία), Πανεπιστήμιο Κύπρου
georgiou.georgos@ucy.ac.cy
Facebook: Γλωσσο-Συνταντήσεις

Πολιτισμός: Τελευταία Ενημέρωση

Ο ζωγράφος και συγγραφέας Ανδρέας Καραγιάν μιλάει στην «Κ» με αφορμή την αναδρομική έκθεση για το έργο του στη Λεμεσό
Του Απόστολου Κουρουπάκη
 |  ΕΙΚΑΣΤΙΚΑ