ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Μολυσμένο αέρα αναπνέουν οι Ευρωπαίοι (γράφημα)

Το 98% των κατοίκων της Γηραιάς Ηπείρου εισπνέει πολύ μεγαλύτερο όγκο ρύπων από αυτόν που θεωρεί ασφαλή ο ΠΟΥ

Kathimerini.gr

ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ. Την ώρα που η Ευρωπαϊκή Ενωση ψηφίζει νέους κανόνες ποιότητας του αέρα, δορυφορικά στοιχεία δείχνουν ότι 98% των κατοίκων της ηπείρου μας εισπνέουν πολύ μεγαλύτερο όγκο ρύπων από αυτόν που θεωρεί ασφαλή ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας.

Σχεδόν όλοι οι Ευρωπαίοι ζουν σε μολυσμένες πόλεις, όπου ο ετήσιος μέσος όρος συγκέντρωσης βλαβερών αιωρούμενων σωματιδίων είναι υψηλότερος από τα όρια ασφαλείας του ΠΟΥ, σύμφωνα με άρθρο της Deutsche Welle. Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι σχεδόν όλοι οι Ευρωπαίοι αναπνέουν μολυσμένο και αποδεδειγμένα θανατηφόρο αέρα. Η ατμοσφαιρική ρύπανση αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης αναπνευστικών και καρδιακών νοσημάτων και μειώνει το προσδόκιμο ζωής.

«Με τα σημερινά επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης, ο αριθμός ασθενών αυξάνεται σταθερά. Η επιστήμη έχει αποδείξει ότι ο περιορισμός της ρύπανσης του αέρα μπορεί να περιορίσει τα ποσοστά αυτά», λέει ο Μαρκ Νοϊβανχόιζεν, διευθυντής του Ινστιτούτου Παγκόσμιας Υγείας ISGlobal στη Βαρκελώνη.

Στοιχεία από δορυφορικές παρατηρήσεις του προγράμματος «Κοπέρνικος» το 2022 έδειξαν ότι σχεδόν όλοι οι Ευρωπαίοι (ποσοστό 98%) ζουν σε περιοχές μεγάλης επιβάρυνσης από αιωρούμενα σωματίδια, γνωστά ως ΡΜ 2,5. Ο ΠΟΥ θεωρεί ότι ο ετήσιος μέσος όρος συγκεντρώσεων αιωρούμενων σωματιδίων δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 5 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο αέρα.

Τα επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης διαφέρουν μεταξύ ευρωπαϊκών περιοχών. Τα ποσοστά αυτά είναι ιδιαίτερα αυξημένα σε τμήματα της κεντρικής Ευρώπης, της κοιλάδας του ποταμού Πο στη βόρεια Ιταλία και σε μεγαλουπόλεις, όπως η Αθήνα, η Βαρκελώνη και το Παρίσι. Η ανάλυση των δορυφορικών δεδομένων δείχνει ότι στις πιο μολυσμένες περιοχές, ο ετήσιος μέσος όρος σωματιδίων ΡΜ 2,5 είναι γύρω στα 25 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο αέρα.

Ασφυκτική ατμοσφαιρική ρύπανση έχει καταγραφεί και στο παρελθόν σε πόλεις της ηπείρου, τα νέα στοιχεία όμως προσφέρουν την πρώτη πανευρωπαϊκή συγκριτική απεικόνιση του προβλήματος σε διάφορα γεωγραφικά σημεία. Στη βόρεια Ιταλία, για παράδειγμα, τα ποσοστά ρύπανσης είναι υψηλά και μοιάζουν να παραμένουν τέτοια. Στη νότια Πολωνία, τα ποσοστά ΡΜ 2,5 είναι και εκεί υψηλά, αλλά με τάση μείωσης.

Τα ΡΜ 2,5 αποτελούνται από μικρά αιωρούμενα στερεά σωματίδια και υγρά μόρια διαφόρων ρύπων και υλικών. Τα σωματίδια είναι αόρατα στο ανθρώπινο μάτι και έχουν διάμετρο μικρότερη των 2,5 μικρογραμμαρίων, 30 φορές πιο λεπτά από μία ανθρώπινη τρίχα. Παρότι πολλοί ρυπογόνοι παράγοντες επηρεάζουν την ανθρώπινη υγεία, η επιστημονική κοινότητα εστιάζει στα σωματίδια αυτά καθώς οι επιβλαβείς συνέπειές τους στη δημόσια υγεία έχουν αποδειχθεί πέρα από κάθε αμφιβολία.

Η ποιότητα του αέρα στην Ευρώπη είναι καλύτερη από αυτή πολλών άλλων περιοχών του κόσμου. Σε πόλεις της βόρειας Ινδίας, όπως το Δελχί, το Βαρανάσι και η Αγκρα, ο μέσος όρος ΡΜ 2,5 μπορεί να φθάσει ακόμη και τα 100 μικρογραμμάρια ανά κυβικό. Στην Ευρώπη τα ανώτατα επίπεδα είναι της τάξης των 25 μικρογραμμαρίων. Ακόμη, όμως, και με τα συγκριτικά χαμηλότερα ευρωπαϊκά επίπεδα, η ατμοσφαιρική ρύπανση μπορεί να έχει καταστροφικές επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία.

Ο νέος ευρωπαϊκός κανονισμός για την ποιότητα του αέρα θα περιορίζει τα ποσοστά ΡΜ 2,5 στα 10 μgr ανά κυβικό, σύμφωνα με την Επιτροπή Περιβάλλοντος του Ευρωκοινοβουλίου. Οι σημερινοί κανονισμοί της Ε.Ε. επιτρέπουν συγκεντρώσεις ΡΜ 2,5 της τάξης των 20 μgr ανά κυβικό, τέσσερις φορές πάνω από τη σύσταση του ΠΟΥ για ανώτατη συγκέντρωση 5 μgr.

Υγειονομικές και περιβαλλοντικές οργανώσεις υποστηρίζουν ότι οι νέοι ευρωπαϊκοί κανονισμοί θα έπρεπε να υιοθετούν τα ποσοστά του ΠΟΥ, παρότι ομολογούν ότι κάτι τέτοιο θα ήταν πολύ δύσκολο. «Οι ευρωπαϊκοί κανονισμοί για τον αέρα δεν αφορούν μόνο την υγεία, αλλά και τις οικονομικές ανάγκες, ενώ τα όρια που θέτει ο ΠΟΥ έχουν επιλεγεί από ειδικούς με μόνο γνώμονα τη δημόσια υγεία. Ελπίζω να ακολουθήσουν τις συστάσεις του ΠΟΥ, αλλά φοβάμαι ότι θα υποστηρίξουν ότι αυτό είναι υπερβολικά δαπανηρό», τονίζει ο Νοϊβανχόιζεν.

Αισιόδοξη νότα αποτελεί η περίπτωση της Πολωνίας, χάρη κυρίως σε τοπικού χαρακτήρα πρωτοβουλίες. Παρότι περιοχές της χώρας εμφανίζουν από τα υψηλότερα ποσοστά ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην Ευρώπη, αυτά υποχωρούν σταθερά από το 2018.

Στην Κρακοβία, δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της χώρας, ο ετήσιος μέσος όρος συγκέντρωσης ΡΜ 2,5 ήταν της τάξης των 25 μgr ανά κυβικό. Στα τέλη του 2022, ο μέσος όρος είχε μειωθεί κατά 20%. Οι γειτονικές πόλεις Κατοβίτσε και Γκλίβιτσε, το Πόζναν και η Βαρσοβία διαπίστωσαν και αυτές υποχώρηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης.

Η βελτίωση αυτή κατέστη δυνατή χάρη στην πρωτοβουλία των τοπικών πολωνικών αρχών να επιδοτήσουν τον εκσυγχρονισμό των συστημάτων οικιακής θέρμανσης στις περιοχές αυτές. «Οι παλιοί καυστήρες ήταν γνωστοί ως “καπνίστρες” καθώς παρήγαν πολύ καπνό. Στα δέκα χρόνια του προγράμματος έχουν αντικατασταθεί περίπου 800.000, αλλά απομένουν άλλα τρία εκατομμύρια», σημειώνει ο Πιοτρ Σιέρζι, μέλος περιβαλλοντικής οργάνωσης.

Στην περιοχή της Κρακοβίας, όπου επιβλήθηκε απαγόρευση καύσης κάρβουνου και ξύλου για οικιακή θέρμανση το 2019, σχεδόν όλοι οι παλιοί καυστήρες πετρελαίου έχουν αντικατασταθεί. «Πριν από δέκα χρόνια, όταν μιλούσες για την ατμοσφαιρική ρύπανση στην Πολωνία αντιμετώπιζες απάθεια. Υστερα από χρόνια επιμονής, όμως, οι αντιλήψεις έχουν αρχίσει να αλλάζουν», λέει ο Σιέρζι.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Υγεία: Τελευταία Ενημέρωση