ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Η «απόλυτη ικανοποίηση» του Προέδρου

«Λαμβάνοντας υπόψη τη δεδηλωμένη θέση μικρού αριθμού κρατών μελών, που χωρίς να παραγνωρίζουν τη συστηματική παραβατικότητα της Τουρκίας, θεωρούν πως η επιλογή του διπλωματικού διαλόγου είναι η ενδεδειγμένη οδός, έναντι της επιβολής τομεακών κυρώσεων, θα πρέπει να πω ότι είμαι απόλυτα ικανοποιημένος για τα Συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για την Ανατολική Μεσόγειο».

Ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας πραγματοποίησε την παραπάνω δήλωση στον απόηχο της ανακοίνωσης των Συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για την Ανατολική Μεσόγειο. Στην συνέχεια της δήλωσής του, ο Νίκος Αναστασιάδης εξηγεί το σκεπτικό του για την ικανοποίηση της κυπριακής πλευράς σχετικά με το περιεχόμενο των συμπερασμάτων. Σε γενικές γραμμές, ο κ. Αναστασιάδης εκφράζει ικανοποίηση για το γεγονός ότι η ΕΕ αναγνωρίζει το γεγονός ότι η Τουρκία το τελευταίο διάστημα κλιμακώνει την ένταση στην Ανατολική Μεσόγειο και προχωρά στις γνωστές ενέργειες στο Βαρώσι. Η ΕΕ εμφανίζεται στο πλευρό των μελών-κρατών που αντιμετωπίζουν την κλιμάκωση της έντασης και αναμένει από την Τουρκία να επιστρέψει στο τραπέζι του διαλόγου.

Η δήλωση και το σκεπτικό του Προέδρου Αναστασιάδη για το αποτέλεσμα της ευρωπαϊκής συνόδου βρήκε αντίκτυπο τόσο στα ε/κ όσο και στα ελληνικά μέσα, ενώ παράλληλα σχολιάστηκε αρνητικά από τα κόμματα της κυπριακής αντιπολίτευσης. Την ίδια στιγμή, η Αθήνα επέλεξε να τηρήσει μια πιο επιφυλακτική στάση με τους Έλληνες ειδικούς και αναλυτές να στρέφουν την προσοχή τους στο ενδεχόμενο της μελλοντικής επιβολής ευρωπαϊκών κυρώσεων στην Τουρκία.

Για την εστίαση της προσοχής της διεθνούς και ευρωπαϊκής κοινότητας στο Βαρώσι και στην προοπτική της έναρξης διαλόγου τόσο στην Α. Μεσόγειο όσο και στο Κυπριακό προσωπικά δεν έχω να προσθέσω τίποτα. Σε αυτό το σημείο συμμερίζομαι την ικανοποίηση του Προέδρου Αναστασιάδη επισημαίνοντας ότι τα όσα συμβαίνουν στο Βαρώσι και στην ευρύτερη περιοχή το τελευταίο διάστημα είναι απαράδεκτα και η μοναδική διέξοδος από την κρίση και την ένταση είναι ο ειλικρινής διάλογος.

Την ίδια στιγμή όμως διαφωνώ με την «απόλυτη ικανοποίηση» του Προέδρου ως προς δυο ουσιώδη ζητήματα-σημεία. Πρώτον, αντιμετωπίζω με προβληματισμό την ρητορική η οποία υποστηρίζει ότι στην πηγή όλων των πρόσφατων αρνητικών εξελίξεων στην Α. Μεσόγειο βρίσκονται τα βήματα της Άγκυρας. Δεύτερον, δεν πιστεύω ότι ο διάλογος για την επίλυση των προβλημάτων θα ξεκινήσει το επόμενο διάστημα εκ δια μαγείας αποκλειστικά με βάση την βούληση και την προθυμία της μιας πλευράς, δηλαδή της Τουρκίας.
Εξηγώ συνοπτικά το σκεπτικό προτού ορισμένοι «βιαστικοί» αναγνώστες με κατηγορήσουν ότι «γειτνιάζω με τις θέσεις της Άγκυρας» ή ταυτίζομαι με την κυπριακή αντιπολίτευση, με την οποία με χωρίζει ένα μεγάλο αγεφύρωτο ιδεολογικό-πολιτικό χάσμα. Υπενθυμίζω λοιπόν, στον αναγνώστη ότι πριν από περίπου μια δεκαετία το συγκεκριμένο μέσο, όπως και ελάχιστοι αναλυτές και πολιτικοί στην Λευκωσία και στην Αθήνα, προειδοποίησε για τις επιπτώσεις των μονομερών κοινών ελληνικών-κυπριακών κινήσεων στο ζήτημα των υδρογονανθράκων. Το σκεπτικό μας ήταν σχετικά απλό: Ελλάδα και Κύπρος είναι κυρίαρχα κράτη που έχουν το δικαίωμα να αξιοποιούν τον εθνικό τους πλούτο. Χωρίς να αμφισβητούμε αυτήν την πραγματικότητα θεωρούμε εξίσου σημαντικό να υπογραμμίσουμε ότι μεγάλη σημασία φέρει επίσης ο τρόπος με τον οποίο θα αξιολογηθούν πιθανές πηγές πλούτου-ευημερίας. Στην περίπτωση του φυσικού αερίου και πετρελαίου της Α. Μεσογείου δε, η αξιοποίηση του πιθανού πλούτου θα πρέπει να γίνει με τρόπο που θα συμβάλλει στην συνολική ανάπτυξη της περιοχής και όχι φυσικά στην δημιουργία νέων πεδίων ανταγωνισμού-συγκρούσεων.

Πριν από περίπου 10 χρόνια λοιπόν, προειδοποιήσαμε ότι ο τρόπος με τον οποίο χειρίζεται το δίδυμο Αθήνας-Λευκωσίας το ζήτημα του φυσικού αερίου ενδέχεται μακροπρόθεσμα να προκαλέσει την αντίδραση της Άγκυρας, η οποία θεωρώντας ότι ορισμένες δυνάμεις την αποκλείουν από την νέα περιφερειακή ενεργειακή εξίσωση ενδέχεται να επιστρατεύσει δοκιμασμένα εργαλεία με σκοπό να ορθώσει το ανάστημά της. Επίσης, εστιάσαμε και στον ρόλο του τ/κ παράγοντα στην όλη εξίσωση. Τον εν λόγω προβληματισμό μας τον είχαμε αναπτύξει σε άρθρο γνώμης που δημοσιεύτηκε στην «Ζαμάν» σε συνεργασία με τον φίλο, τ/κ ακαδημαϊκό Μεχμέτ Χάσγκιουλερ.

Λίγα χρόνια μετά ήρθε το ναυάγιο του Κραν Μοντάνα, μια εξέλιξη που μας επιβάλλει εξίσου επιφυλακτική στάση απέναντι στον ισχυρισμό του Προέδρου Αναστασιάδη ότι «ο διάλογος σε Α. Μεσόγειο και Κυπριακό εξαρτάται αποκλειστικά από την Τουρκία». Δίχως να παραβιάσω τα στενά όρια του συγκεκριμένου άρθρου γνώμης και να εισέλθω σε λεπτομέρειες, τονίζω ότι κατά την άποψή μου ο εν λόγω ισχυρισμός είναι αβάσιμος και προορίζεται προς «εσωτερική κατανάλωση». Και αυτό διότι όλοι γνωρίζουμε τα όσα συνέβησαν την περίοδο που ακολούθησε την νύχτα της 7ης Ιουλίου 2017, την ξαφνική κατάρρευση της προσπάθειας τελικής λύσης, τα «πισωγυρίσματα» στο ζήτημα της πολιτικής ισότητας, τα τρία χρόνια που σπαταλήθηκαν στο Κυπριακό, τις τραγελαφικές εξελίξεις και ιστορίες για τα περιβόητα σημεία αναφοράς κ.ο.κ. Με λίγα λόγια λοιπόν, ο διάλογος σε Κυπριακό και Α. Μεσόγειο δεν εξαρτάται αποκλειστικά από τον υποτιθέμενο αντίπαλο αλλά και τους ίδιους τους εαυτούς μας.

Εν κατακλείδι, υπό το φως των προαναφερόμενων μόνο «ικανοποίηση» δεν μπορώ να εκφράσω για τις τελευταίες εξελίξεις σε Κυπριακό και Α. Μεσόγειο. Αντιθέτως εκφράζω την «απόλυτη απαρέσκειά μου» τόσο για το ενδεχόμενο της τελικής διχοτόμησης με αιχμή του δόρατος τα όσα διαδραματίζονται στο Βαρώσι όσο και για τους κινδύνους που εμφανίζονται στον ορίζοντα της Ανατολικής Μεσογείου.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ