ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Η βία δεν πρέπει να γίνει κομμάτι της καθημερινότητας

Στα «ανέμελα» χρόνια της «αθάνατης» ελληνικής ειδησεογραφίας η καθημερινή επικαιρότητα άφηνε το δικό της στίγμα. Χαρακτηριστικές ειδήσεις των συστημικών μέσων ενημέρωσης, ειδικότερα κατά την καλοκαιρινή περίοδο, αφορούσαν τους ημίγυμνους κολυμβητές των ελληνικών νησιών, την τιμή της ξαπλώστρας στην Μύκονο, αλλά και τους γάμους και τους χωρισμούς του ελληνικού «σταρ σύστεμ». Υψηλά στην κατάταξη της καθημερινής επικαιρότητας βρίσκονταν επίσης θέματα όπως λ.χ. οι προετοιμασίες για την μετάβαση στην εποχή του Ευρώ, οι επικείμενοι Ολυμπιακοί Αγώνες της Αθήνας, ορισμένα αυτοκινητιστικά ατυχήματα και δυστυχήματα, η ανάγκη εισαγωγής πλαφόν στις τιμές του ψωμιού και του εμφιαλωμένου νερού κ.α. Την ίδια στιγμή, από τα δελτία ειδήσεων της ελληνικής τηλεόρασης δεν έλειπαν σχεδόν ποτέ τα ελληνοτουρκικά και φυσικά οι καθιερωμένες, για πολλούς πολίτες «βαρετές», δηλώσεις των κυβερνητικών εκπροσώπων για διάφορα ζητήματα.

Η παραπάνω εικόνα επικράτησε στην «ανέμελη» ελληνική επικαιρότητα περίπου μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 2000. Τότε, προς τα τέλη της τρίτης δεκαετίας της ευρωπαϊκού χαρακτήρα μεταπολίτευσης συνέβη κάτι πρωτόγνωρο. Με αργά αλλά σταθερά βήματα η βία, σε όλες τις εκφάνσεις και αποχρώσεις της, άρχισε να μετατρέπεται σε κομμάτι της καθημερινότητας. Πρώτα ήρθαν οι μεγάλες πυρκαγιές και στην συνέχεια τα όσα ακολούθησαν την δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου. Στην συνέχεια την ελληνική επικαιρότητα μονοπώλησε η μεγάλη οικονομική κατάρρευση και φυσικά η αντίδραση της κοινωνίας στις επιπτώσεις της δραματικής επιδείνωσης των κοινωνικών και πολιτικών συνθηκών. Το περίφημο διάγγελμα του Γιώργου Παπανδρέου από το Καστελόριζο, ακολούθησαν τα βίαια επεισόδια στην καρδιά της Αθήνας και όλων των μεγάλων πόλεων. Κύματα απεργίας και κρατικής καταστολής απλώθηκαν σε όλο τον «ορίζοντα» της Ελλάδας. Αυτή την εποχή στιγμάτισε ο εμπρησμός του καταστήματος της Μαρφίν και ο άδικος χαμός-δολοφονία συνανθρώπων μας.

Το «βαλς» της βίας κορυφώθηκε κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 2010 και την κανονικοποίηση της βίαιης δράσης των πιο ακραίων μερίδων της ελληνικής κοινωνίας. Η δολοφονία του ακτιβιστή-καλλιτέχνη Παύλου Φύσα σε μια συνοικία του Πειραιά από την ακροδεξιά ρατσιστική εγκληματική οργάνωση της Χρυσής Αυγής καλύφθηκε σχεδόν ζωντανά από τα μέσα ενημέρωσης. Σταδιακά η κρατική καταστολή εντατικοποιήθηκε, οι απαγορεύσεις αυξήθηκαν και ο προβληματισμός μεγάλων μερίδων της κοινωνίας για το μέλλον των βασικών δημοκρατικών αρχών και ελευθεριών γιγαντώθηκε. Όλα αυτά συνέβησαν σε μια κοινωνία που τελεί υπό καθεστώς ομηρίας στα χέρια του «αθάνατου» ελληνικού πελατειακού συστήματος και η οποία μετρά αρκετές πληγές σε κοινωνικό πεδίο και σε επίπεδο δημοκρατίας κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Πρόκειται για μια κοινωνία η οποία δυστυχώς από τα τέλη της δεκαετίας του 2000 «έμαθε» να ζει με τις διάφορες μορφές της βίας (βία στους δρόμους, βία στα σπίτια, βία στα σχολεία, βία στην πολιτική, βία στα γήπεδα, βία στην οικογένεια, βία στο σεξ, βία στην εργασία κ.ο.κ.)

Η αύρα της ΕΛΑΣ λοιπόν, βγήκε στους δρόμους την περίοδο που η ελληνική κοινωνία γονάτισε μπροστά στην πολυεπίπεδη βία και ενώ η επιστημονική αρθρογραφία εστίαζε στις σύγχρονες μορφές του λαϊκισμού σε χώρες όπως η Βραζιλία, η Πολωνία, η Ουγγαρία, και η Τουρκία. Σε εκείνες δηλαδή, τις κοινωνίες οι οποίες αντιμετωπίζουν σοβαρές κοινωνικοπολιτικές αμφιταλαντεύσεις και βιώνουν μεγάλα ρήγματα στον δημοκρατικό ιστό τους. Είναι σημαντικό να υπογραμμιστεί ότι στις προαναφερόμενες χώρες, στην εξουσία βρίσκονται εκείνα τα δεξιά λαϊκιστικά κινήματα και κόμματα τα οποία βασίζονται όχι μόνο στον αυταρχισμό, αλλά και σε μια νεοφιλελεύθερη οικονομία και μια συντηρητική κοινωνία.

Όλα τα προαναφερόμενα τα επισημαίνω στην σκιά των όσων διαδραματίστηκαν πριν από λίγες ώρες στους δρόμους της πρωτεύουσας της Κύπρου. Σε μια χώρα δηλαδή, που όπως η Ελλάδα των αρχών της δεκαετίας του 2000, κινούταν ή μάλλον είχε την ψευδαίσθηση ότι κινούταν σε ένα δημοκρατικό ρυθμό. Στα χρόνια της οικονομικής κατάρρευσης, του ξεσπάσματος οικονομικών σκανδάλων με πολιτική ουρά, της αμφισβήτησης των κοινωνικοπολιτικών θεσμών, της περιχέουσας «οσμής αυταρχισμού», των παράνομων «παρακολουθήσεων», των εφόδων αστυνομικών σε οικίες πολιτών για αναρτήσεις στο διαδίκτυο κ.ο.κ. η αύρα της Κυπριακής Αστυνομίας εμφανίστηκε στους δρόμους της Λευκωσίας. Μαζί της ήρθαν και τα γνωστά βίαια επεισόδια.

Άποψή μου είναι ότι ο κάθε Κύπριος πολίτης με δημοκρατικές ευαισθησίες έχει την υποχρέωση να προβληματιστεί πολυδιάστατα για την εμφάνιση της κυπριακής αύρας στους δρόμους της Λευκωσίας, και κυρίως το «context» -κοινωνικοπολιτικό που συνοδεύει αυτήν την εξέλιξη. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να σιωπήσουμε μπροστά στην μετατροπή της βίας σε κομμάτι της καθημερινότητας. Πόσο μάλλον απέναντι στην βία που προέρχεται από έναν θεσμό ο οποίος υπό κανονικές «συνθήκες» υπηρετεί την δημοκρατία, την οποία υπερασπίστηκε η Κύπρος με τίμημα ένα αιματηρό πραξικόπημα, την απώλεια της μισής πατρίδας και όλες τις οδυνηρές εξελίξεις που ακολούθησαν.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ