ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Η τρίτη επιλογή της Λευκωσίας

Για τον έμπειρο ιστορικό και μελετητή οι συνομιλίες Μακάριου-Χάρντνγκ αποτελούν μια κρίσιμη καμπή στην ιστορία του Κυπριακού Ζητήματος. Ο εκτροχιασμός των συνομιλιών, στο επίκεντρο των οποίων βρέθηκε η προοπτική παραχώρησης στην ελληνοκυπριακή κοινότητα ενός μοντέλου περιορισμένης αυτονομίας και στους Τουρκοκύπριους μιας σειράς δικλίδων ασφαλείας για την κατοχύρωση των δικαιωμάτων τους, άνοιξε τον δρόμο για την κορύφωση της έντασης στο εσωτερικό του νησιού και την επιδείνωση των δικοινοτικών σχέσεων. 

Ενώ λοιπόν η Κύπρος όδευε προς μια αιματηρή εμφύλια σύρραξη, σημειώθηκε μια ακόμη σημαντική εξέλιξη στην οποία οι σύγχρονες μελέτες δεν αποδίδουν ιδιαίτερη σημασία. Η ελληνοκυπριακή πλευρά επέλεξε να υποβαθμίσει την σημασία του τ/κ αιτήματος περί ίσης μεταχείρισης στο νέο πολίτευμα του νησιού, το οποίο υπόσχονταν οι Βρετανοί.

Ήδη από το 1955, το επίσημο μέσο της τ/κ αστικής ηγεσίας, η Χαλκίν Σεσί ξεκίνησε να αναφέρεται στην προοπτική ενός «ελληνοτουρκικού συνεταιρισμού» στην Κύπρο. Με την υποστήριξη της Άγκυρας, η τ/κ ηγεσία πρόβαλλε την προοπτική μιας «ελληνοτουρκικής μοιρασιάς» στην Κύπρο με απώτερο στόχο την διαιώνιση της «ελληνοτουρκικής ισορροπίας» που επιτεύχθηκε με την Συνθήκη της Λωζάνης. Με βάση το συγκεκριμένο αίτημα, η τ/κ πλευρά έβαλε στην άκρη το σχέδιο της προσάρτησης ολόκληρης της Κύπρου στην Τουρκία, μια κίνηση την οποία στην συνέχεια παρουσίασε ως την ύψιστη «θυσία» στον βωμό της ειρήνης, και ανέπτυξε το σχέδιο της διχοτόμησης του νησιού.
Υποβαθμίζοντας την σημασία των σχεδίων της δεύτερης μεγαλύτερης κοινότητας του νησιού, η ε/κ ηγεσία επέλεξε να προχωρήσει στα δικά της στρατιωτικά σχέδια τα οποία προέβλεπαν την εξασφάλιση του ελέγχου ολόκληρης της Κύπρου και την ένωση με την Ελλάδα.

Με αυτόν τον τρόπο, όλα τα αιτήματα, τα σχέδια, οι προτάσεις και τα μηνύματα της τ/κ πλευράς στο σύνολό τους πέρασαν απαρατήρητα ή ακόμη αγνοήθηκαν από τον μέσο Ε/κ. Παρόμοια ήταν η στάση των Ε/κ και κατά την σύντομη περίοδο της δικοινοτικής Κυπριακής Δημοκρατίας. Η απόπειρα της μονομερούς τροποποίησης του συντάγματος σε συνδυασμό με τα προβλήματα που συσσωρεύτηκαν κατά την περίοδο 1960-1963 οδήγησαν πρώτα στα Δεκεμβριανά του 1963 και στην συνέχεια στις αναταραχές της περιόδου 1963-1974 και στα δραματικά γεγονότα του Καλοκαιριού του 1974.

Για τον «αναγνώστη» του σήμερα το σίγουρο είναι ότι την περίοδο 1955-1974, οι επιλογές της ε/κ πλευράς ήταν ελάχιστες. Η ε/κ πλευρά είτε θα επιχειρούσε να προχωρήσει με τα δικά της ιδιαίτερα σχέδια, εγχείρημα το οποίο σημείωσε περιορισμένη επιτυχία, είτε θα εστίαζε σε μια πολυδιάστατη στρατηγική, με ειδική μνεία στην ανάπτυξη νέων διαύλων επικοινωνίας με τους τ/κ και την διεθνή κοινότητα. Η ε/κ ηγεσία επέλεξε την πρώτη οδό.

Σήμερα, περίπου μισό αιώνα μετά την de facto διχοτόμηση της Κύπρου, η ε/κ πλευρά αντιμετωπίζει ένα παρόμοιο δίλημμα. Στο ζήτημα της ΑΟΖ οι τελευταίες εξελίξεις είναι τόσο σοβαρές ώστε να επηρεάζουν πλέον τα ελληνοτουρκικά και να προκαλούν περιφερειακή αστάθεια. Σε αυτό το κλίμα, η ε/κ ηγεσία καλείται να λάβει σημαντικές αποφάσεις για την επόμενη περίοδο. Στο συγκεκριμένο ζήτημα από το 2008 μέχρι και σήμερα, οι ε/κ ηγεσίες επέλεξαν να προχωρήσουν στα δικά τους ιδιαίτερα σχέδια στηριζόμενες στην συνεργασία τους με ξένους παράγοντες οι οποίοι επίσης αντιμετωπίζουν προβλήματα στις σχέσεις τους με την Τουρκία. Επίσης σε γενικές γραμμές επέλεξαν να υποβαθμίσουν ή και να αγνοήσουν τις θέσεις, προειδοποιήσεις και τα μηνύματα των τ/κ και της Άγκυρας. Σε γενικές γραμμές, θα μπορούσε να ειπωθεί ότι οι σύγχρονες ε/κ ηγεσίες επέλεξαν να παραμείνουν πιστές στην στρατηγική των προηγούμενων ηγεσιών του 20ου αιώνα (βλπ. περίοδος 1955-1974).

Εάν αποδεχθούμε ότι η προαναφερόμενη γραμμή της Λευκωσίας έχει μέχρι σήμερα σημειώσει περιορισμένη επιτυχία - το σχέδιο της εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων αερίου με βάση την συνεργασία με τον ξένο παράγοντα προχωρά μεν, αλλά αυτή η προσπάθεια αντιμετωπίζει σήμερα τις νέες προκλήσεις που δημιουργεί η Τουρκία-, προκύπτει ένα σημαντικό ερώτημα: Ποια θα μπορούσε να ήταν η εναλλακτική λύση-στρατηγική της ε/κ πλευράς έτσι ώστε να είχε αποφευχθεί η προβληματική εικόνα έντασης στα ανοιχτά της Κύπρου και οι αναταράξεις στην Αν. Μεσόγειο και το Αιγαίο;

Για του «θαμώνες» του εθνικιστικού στρατοπέδου-«καφενείου» ακόμη και το γεγονός ότι τίθεται ένα τέτοιου είδους ερώτημα αποτελεί μια ένδειξη «εθνικής προδοσίας». Για τους δε οπαδούς της φιλελεύθερης σχολής, τα οικονομικά οφέλη και η συνεννόηση με την τουρκική πλευρά με βάση τα καπιταλιστικά συμφέροντα, θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν «μαγικές λύσεις» μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Το δικό μας ερώτημα είναι διαφορετικό: Άραγε δεν υπάρχει μια μέση οδός; Δηλαδή, δεν υπάρχει μια τρίτη επιλογή ανάμεσα στην γραμμή της γνωστής εθνικιστικής αδιαλλαξίας και του «ναι σε όλα αρκεί στο τέλος του τούνελ να υπάρχουν μεγάλα καπιταλιστικά κέρδη»;

Αν και μια τέτοιου είδους συζήτηση ξεπερνά τα όρια αυτού του σύντομου άρθρου γνώμης, σημειώνω ότι παρά τις τελευταίες αρνητικές εξελίξεις και το κλίμα απαισιοδοξίας που επικρατεί σε Αθήνα, Λευκωσία και Άγκυρα, εξακολουθώ να πιστεύω ότι τρίτη οδός αποτελεί μονόδρομο για όσους οραματίζονται λύση στο Κυπριακό και περιφερειακό πλαίσιο συνεργασίας σε διάφορα πεδία. Χωρίς να παραγνωρίζω το γεγονός ότι η Άγκυρα είναι ένας «ιδιόρρυθμος συνομιλητής», ο οποίος έχει πολλές προβληματικές πτυχές και ιδιαιτερότητες, πιστεύω ότι η λύση πολλών ζητημάτων-αν όχι όλων- περνά πρώτον μέσα από την επιμονή των δυο κοινοτήτων στις εντατικές συνομιλίες εδώ στην δική μας «διχοτομημένη» Λευκωσία, και δεύτερον στην ανάπτυξη νέων μοντέλων συνεργασίας, τα οποία φυσικά θα υπενθυμίζουν στην τουρκική πλευρά την εξής σημαντική πραγματικότητα.

Η εμπλοκή της στα κέρδη του φυσικού αερίου και η παρουσία της σε κάθε είδους πλαίσιο συνεργασίας περνά μέσα από την αναγνώριση δυο βασικών πραγματικοτήτων-υποχρεώσεων: Αναγνώριση εδαφικής ακεραιότητας και ανεξαρτησίας των γειτόνων της και σταδιακή αποστρατικοποίηση Κύπρου με ξεκάθαρο τερματικό σταθμό.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ