ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Οι Κούρδοι η προτεραιότητα του Ερντογάν

Το γνωρίζω πολύ καλά. «Φίλοι» από τον κύκλο της τουρκικής κυβέρνησης θα αντιδράσουν στον τίτλο αυτού του άρθρου γνώμης. Μάλιστα, κάποιοι φίλοι θα προχωρήσουν ένα βήμα πιο πέρα και θα με κατηγορήσουν ότι υποστηρίζω τις θέσεις του ΡΚΚ. Η λογική τους είναι σχετικά απλή: Το τουρκικό κράτος δεν αναμετριέται με τους Κούρδους της Τουρκίας και της Μεσοποταμίας. Πάνω από 30 χρόνια, η Τουρκική Δημοκρατία καλείται να αντιμετωπίσει την «τρομοκρατία» μιας οργάνωσης που «δολοφονεί» άμαχο πληθυσμό και στρατιώτες. Για αυτό τον λόγο δεν πρέπει να ισχυριζόμαστε ότι ο Πρόεδρος της Τουρκίας αναμετριέται με τους Κούρδους. Υπό την καθοδήγηση του Προέδρου, η Τουρκία λαμβάνει νέες πρωτοβουλίες για να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο της τρομοκρατίας.

Μπορεί οι «φίλοι» μας να επιμένουν στην προαναφερόμενη ρητορική, ωστόσο η πραγματικότητα είναι μια και μοναδική: Υπό την καθοδήγηση του Ρετζέπ Ταγγίπ Ερντογάν, το τουρκικό κράτος ενορχηστρώνει νέα σχέδια, στο στόχαστρο των οποίων βρίσκεται το κουρδικό αυτονομιστικό κίνημα. Το εν λόγω κίνημα έχει την υποστήριξη μεγάλων μερίδων της κουρδικής κοινωνίας, αλλά και των ΗΠΑ.

Στην νέα περίοδο, το κουρδικό κίνημα αποτελεί την Νούμερο 1 προτεραιότητα του τουρκικού κράτους. Ζητήματα όπως το Κυπριακό, οι σχέσεις με την Ε.Ε. εξακολουθούν να βρίσκονται στην λίστα των προτεραιοτήτων της τουρκικής κυβέρνησης. Ωστόσο, κανένα ζήτημα δεν πρόκειται να εκτοπίσει από την «πρωτοκαθεδρία» το Κουρδικό Πρόβλημα. Και αυτό διότι η σημερινή πολιτική εξουσία της Τουρκίας, ακολουθώντας τα βήματα των προκατόχων της πιστεύει ότι το Κουρδικό Πρόβλημα θέτει σε κίνδυνο τον ενιαίο χαρακτήρα του τουρκικού κράτους, καθώς και τις επεκτατικές βλέψεις του στην ευρύτερη περιοχή.

Με βάση λοιπόν, το προαναφερόμενο σκεπτικό, η Άγκυρα εστιάζει την προσοχή της σε δυο πεδία. Πρώτον, στο στρατιωτικό πεδίο, όπου ολοκληρώνονται οι προετοιμασίες για την απομάκρυνση των Κούρδων από σημαντικές εστίες τις οποίες κρατούν σήμερα στο βόρειο κομμάτι της Συρίας.

Πιο συγκεκριμένα το δυτικότερο κουρδικό καντόνι του Άφριν βρίσκεται στο στόχαστρο του τουρκικού στρατού, ενώ το ίδιο ισχύει και για την περίπτωση των περιοχή του Ταλ Ριφάτ, Ταλ Άμπιατ και του Μίμπιτς. Το τουρκικό κράτος καταλήγει στο συμπέρασμα ότι σε περίπτωση που δεν ληφθούν πρωτοβουλίες για τις προαναφερόμενες περιοχές, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, οι Κούρδοι ενδέχεται να εισβάλλουν στο Ίντλιπ, να ελέγξουν ένα κομμάτι ή ακόμη και ολόκληρη την επαρχία και στην συνέχεια να φτάσουν στα παράλια της Ανατολικής Μεσογείου. Στην Άγκυρα αυτό το σενάριο χαρακτηρίζεται ως «εφιαλτικό».

Το δεύτερο πεδίο, στο οποίο στρέφει την προσοχή της η Άγκυρα αφορά την λήψη διπλωματικών πρωτοβουλιών σχετικά με το βόρειο κομμάτι του Ιράκ. Ως γνωστόν σε λίγο χρονικό διάστημα, το Αυτόνομο Κουρδιστάν προχωρά σε ένα ιστορικό δημοψήφισμα στο οποίο οι Κούρδοι πολίτες του Ιράκ καλούνται να αποφασίσουν για την ανεξαρτητοποίηση του βόρειου τμήματος της χώρας. Στην περίπτωση του Βόρειου Ιράκ, η Άγκυρα ετοιμάζεται να λάβει σε πρώτο στάδιο διπλωματικές πρωτοβουλίες.

Αξιωματούχοι του Κουρδιστάν έχουν κληθεί στην Άγκυρα για να δώσουν εξηγήσεις για τις νέες κινήσεις τους. Την ίδια ώρα, διπλωμάτες του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών μελετούν συμφωνίες που αφορούν το βόρειο κομμάτι του Ιράκ. Συγκεκριμένα μια μερίδα αξιωματούχων του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών προβάλλουν την άποψη ότι: Εφόσον οι Κούρδοι επιλέξουν να διαμελίσουν το Ιράκ, οι συμφωνίες που υπογράφηκαν κατά την περίοδο 1924-1950 από την Τουρκία και το Ιράκ, ενδέχεται να χάσουν την σημασία τους και να δημιουργηθεί ένα νέο καθεστώς, το οποίο θα παρέχει στην Άγκυρα περιθώρια για νέους ελιγμούς, ή ακόμη και για μια στρατιωτική επέμβαση. Την ίδια στιγμή στο τουρκικό Υπουργείο Εξωτερικών ακούγεται επίσης η άποψη ότι: Οι συμφωνίες της προαναφερόμενης περιόδου παρέχουν στην Τουρκία το δικαίωμα και την υποχρέωση να επέμβει στις εξελίξεις στο Ιράκ με απώτερο στόχο την εξασφάλιση της εδαφικής ακεραιότητας και ενότητας αυτής της χώρας.

Όμως, εάν η Τουρκία θέλει να προχωρήσει στην υλοποίηση των στρατιωτικών και διπλωματικών της σχεδιασμών θα πρέπει πρώτα να υπερβεί την άρνηση ξένων παραγόντων, όπως το Ιράν και οι ΗΠΑ. Το ίδιο ισχύει και εάν η Τουρκία επιλέξει να μπει σε νέες «περιπέτειες» στο Ιράκ και την Συρία, ενώ σε αυτή την περίπτωση το σίγουρο είναι ότι κατά τις επόμενες εβδομάδες στην περιοχή μας θα παρακολουθήσουμε ενδιαφέρουσες εξελίξεις που θα επιφυλάσσουν αντίκτυπο για το μέλλον όλων των γειτονικών έθνων-κρατών.

Υπό το πρίσμα των προαναφερομένων, ολοκληρώνοντας το παρών άρθρο γνώμης, υπογραμμίζουμε και το εξής σημείο: Μονοδιάστατες αναλύσεις σε Αθήνα και Λευκωσία, οι οποίες προσεγγίζουν την σύγχρονη τουρκική πραγματικότητα μέσα από τις εμμονές και εθνικιστικές αναγνώσεις του παρελθόντος δεν πρόκειται να έχουν κανένα θετικό αποτέλεσμα. Χρειαζόμαστε «δυναμικές», φρέσκιες και πολυδιάστατες αναλύσεις για την σύγχρονη τουρκική πραγματικότητα.

Κρίμα που στην δική μας πλευρά της Πράσινης Γραμμής τα υπάρχοντα εκπαιδευτικά ιδρύματα και τα εξειδικευμένα τους τμήματα αδυνατούν να κρατήσουν τον σφυγμό της σύγχρονης Τουρκίας και της Μεσοποταμίας σε μια από τις πιο κρίσιμες στιγμές της σύγχρονης ιστορίας. Εξίσου αδικαιολόγητη είναι η αδράνεια της πολιτικής ιθύνουσα τάξης στο συγκεκριμένο ζήτημα. Παραμένουμε σε θέση θεατή με μια κυβέρνηση που έχει την εντύπωση ότι μετά το τέλος των προεδρικών εκλογών θα συναντήσουμε την ίδια Κύπρο και την ίδια περιοχή.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
X