ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Η Ελλάδα μετά τις Πρέσπες

Αμεση Ανάλυση

Kathimerini.gr

ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΕΛΛΙΣ

Παρά τις σκληρές αντιπαραθέσεις των κομμάτων και τον επώδυνο διχασμό της κοινωνίας, η συμφωνία των Πρεσπών υπερψηφίσθηκε από τη Βουλή των Ελλήνων. Η διεθνής κοινότητα χαιρέτησε την κίνηση της Αθήνας, όπως είχε κάνει και με τις αλλαγές της ονομασίας και του συντάγματος από την πλευρά των Σκοπίων.

Η σύγκρουση στο εσωτερικό υπήρξε μετωπική. Συχνά έφθασε σε ακρότητες. Τα συλλαλητήρια ήταν πολλά. Η συμμετοχή του κόσμου μεγάλη. Και, φυσικά, δεν ήταν όλοι ακροδεξιοί και φασίστες. Πατριώτες ήταν. Οπως και οι άλλοι που δεν πήγαν. Αυτοί που ζύγισαν τα δεδομένα μέσα από το δικό τους πρίσμα και αποφάσισαν να ταχθούν υπέρ της συμφωνίας. Δεν υπάρχουν προδότες και πατριώτες. Ολοι πατριώτες είναι.

Ήταν σωστή και χρήσιμη σε αυτή συγκυρία η δήλωση του Κυριάκου Μητσοτάκη, στο συμπόσιο του Economist, ότι δεν θα έλεγε ποτέ κάποιον προδότη επειδή στηρίζει τη συμφωνία, ούτε θα υποστήριζε τη βία που ασκήθηκε τις τελευταίες ημέρες.

Για τους λίγους από εμάς που ζήσαμε από την αρχή αυτό το δράμα - το δύσκολο περιβάλλον που είχε να αντιμετωπίσει ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης όταν προέκυψε το ζήτημα, και την αρχική διαμεσολάβηση του Σάιρους Βανς, μέχρι τις χαμένες ευκαιρίες που ακολούθησαν, και την τεράστια ζημιά όλων αυτών των ετών για τη χώρα - η συμφωνία των Πρεσπών αποτελεί έναν έντιμο συμβιβασμό. Περιλαμβάνει παραχωρήσεις. Μερικές επώδυνες. Αλλά έτσι συμβαίνει με κάθε δύσκολη συμφωνία που είναι απόρροια σκληρών διαπραγματεύσεων, οι οποίες στη συγκεκριμένη περίπτωση διήρκεσαν σχεδόν τρεις δεκαετίες.

Ειπώθηκαν πολλά στη μακρά συζήτηση που διεξήχθη στη Βουλή. Ακούσθηκαν και ακρότητες, και υπερβολές, και διαστρεβλώσεις. Ισως πιο ενδιαφέρουσα ήταν η αντιπαράθεση δυο πρώην υπουργών Εξωτερικών, του Νίκου Κοτζιά και της Ντόρας Μπακογιάννη. Παρά την προσωπική αντιπάθεια, η «κόντρα» ήταν κυρίως πολιτική. Με επιχειρήματα. Και στοιχεία. Ο καθένας έβγαλε τα συμπεράσματά του.

Ο γράφων είχε επισημάνει από την πρώτη στιγμή ότι σε ένα τόσο ευαίσθητο εθνικό ζήτημα θα έπρεπε να είχε υπάρξει συνεννόηση Τσίπρα - Μητσοτάκη στο παρασκήνιο. Ο πρωθυπουργός επέλεξε το κομματικό όφελος. Στη συνέχεια, ήταν ατόπημα η δημοσιοποίηση απόρρητων εγγράφων του υπουργείου Εξωτερικών. Αλλά αυτά ανήκουν πλέον στο παρελθόν.

Τώρα, η Ελλάδα καλείται να διαχειρισθεί την επόμενη μέρα. Και όταν λέμε Ελλάδα εννοούμε όλους. Σήμερα πρωθυπουργός είναι ο Αλέξης Τσίπρας, αύριο μπορεί να είναι ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Δεν χωρούν πλέον λαϊκισμοί, ούτε από τη μία ούτε από την άλλη πλευρά. Γιατί υπήρξαν και από τους δυο.

Εθνικός στόχος πρέπει να είναι πλέον η καλύτερη δυνατή σχέση με τον βόρειο γείτονά μας. Μια σχέση που μπορεί να αποβεί χρήσιμη για τη χώρα μας. Να εμβαθύνουμε τη φιλία και να αυξήσουμε την εμπορική και οικονομική συνεργασία μας. Και φυσικά να εξαργυρώσουμε διπλωματικά το γεγονός ότι για πρώτη φορά μετά από πολλές δεκαετίες είμαστε μέρος της λύσης και όχι του προβλήματος.

Αυτά στο πολιτικό και το διπλωματικό πεδίο. Υπάρχει, όμως, και η κοινωνία. Οι απλοί άνθρωποι που διχάστηκαν σε αδικαιολόγητο βαθμό. Ο άλλος εθνικός στόχος είναι να επουλωθούν οι εσωτερικές πληγές. Δεν θα είναι εύκολο. Θέλει χρόνο, αλλά δεν έχουμε ως κοινωνία την πολυτέλεια να μην αρχίσουμε άμεσα. Και σε αυτό έχουν υποχρέωση να συμβάλουν όλοι: οι πολιτικοί, οι άνθρωποι του πνεύματος, αλλά και, κυρίως, εμείς τα μέσα ενημέρωσης.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Ελλάδα: Τελευταία Ενημέρωση

X