
Kathimerini.gr
Ο εμπορικός πόλεμος του Ντόναλντ Τραμπ φαίνεται πως πλήττει την παγκόσμια οικονομία λιγότερο από όσο είχε αρχικά εκτιμηθεί και εν μέρει αυτό οφείλεται στην αποδυνάμωση του δολαρίου, στην προσπάθεια των επιχειρήσεων να οχυρωθούν έναντι των δασμών αυξάνοντας πυρετωδώς τις εισαγωγές τους προτού επιβληθούν οι δασμοί, αλλά και στο ότι τελικά συμφωνούνται δασμοί χαμηλότεροι από ό,τι είχε απειλήσει αρχικά ο Αμερικανός πρόεδρος. Αυτή είναι η εκτίμηση του ΔΝΤ, που αναθεωρεί προς τα πάνω την πρόβλεψή του για την παγκόσμια ανάπτυξη σε σχέση με τις πιο απαισιόδοξες προβλέψεις που είχε δημοσιοποιήσει τον Απρίλιο. Στην έκθεσή του για την παγκόσμια οικονομία που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα, το Ταμείο εκτιμά τώρα πως το παγκόσμιο ΑΕΠ θα αυξηθεί φέτος κατά 3% και κατά 3,1% το επόμενο έτος. Πρόκειται για προβλέψεις ελαφρώς πιο αισιόδοξες από εκείνες του Απριλίου, όταν μετά την «Ημέρα Απελευθέρωσης» και τους δασμούς που ανακοίνωσε ο Τραμπ, το Ταμείο υπολόγιζε πως η παγκόσμια ανάπτυξη δεν θα υπερβεί φέτος το 2,8% και το 3% το 2026.
Το Ταμείο αναβαθμίζει κατά 0,2 εκατοστιαίες μονάδες την πρόβλεψή του για την ανάπτυξη της Ευρωζώνης, που τώρα εκτιμά πως θα φτάσει φέτος στο 1%
Οι αναθεωρημένες προβλέψεις του Ταμείου αντιπροσωπεύουν, πάντως, και πάλι επιβράδυνση σε σύγκριση με τον ρυθμό ανάπτυξης 3,3% που σημείωσε η παγκόσμια οικονομία το περασμένο έτος και ο λόγος είναι σαφώς η απόφαση του Αμερικανού προέδρου να ανατρέψει τις ισορροπίες στο παγκόσμιο εμπόριο. Ειδικότερα, αναβαθμίζει κατά 0,2 εκατοστιαίες μονάδες την πρόβλεψή του για την ανάπτυξη της Ευρωζώνης, που τώρα εκτιμά πως θα φτάσει φέτος στο 1%, και αποδίδει τη βελτίωση στις αυξημένες εξαγωγές φαρμακευτικών προϊόντων από την Ιρλανδία. Διατηρεί, πάντως, αμετάβλητη την πρόβλεψή του για ανάπτυξη 1,2% για το 2026. Αναθεωρεί, επίσης, κατά 0,1 εκατοστιαία μονάδα την πρόβλεψή του για την ανάπτυξη της αμερικανικής οικονομίας, που εκτιμά πως θα φτάσει φέτος στο 1,9% και ότι θα επιταχυνθεί ελαφρώς στο 2% το επόμενο έτος χάρη στις φοροαπαλλαγές που παραχωρεί σε επιχειρήσεις το σχετικό νομοσχέδιο του Τραμπ. Οσον αφορά την Κίνα, το Ταμείο υπογραμμίζει πως οι συνομιλίες του Πεκίνου με την Ουάσιγκτον έχουν διασφαλίσει καλύτερους όρους στο διμερές εμπόριο σε σύγκριση με αυτούς που ίσχυαν πριν από τρεις μήνες. Ως εκ τούτου αναβαθμίζει την πρόβλεψή του για την ανάπτυξη της δεύτερης οικονομίας στον κόσμο κατά 0,8 εκατοστιαίες μονάδες, στο 4,8%, και υπογραμμίζει πως το πρώτο εξάμηνο του έτους η κινεζική οικονομία σημείωσε ισχυρότερη ανάπτυξη από τις προβλέψεις.
Από τις εκτιμήσεις του Ταμείου αναδύεται η εικόνα της παγκόσμιας οικονομίας απειλούμενης από τις ενδεχόμενες εμπορικές συμφωνίες που μπορούν να ανατρέψουν το παγκόσμιο εμπόριο, από την αβεβαιότητα που περιβάλλει τις επενδύσεις, από τις διαρκώς οξυνόμενες γεωπολιτικές εντάσεις, από το ανησυχητικά υψηλό δημόσιο χρέος αλλά και τις εντεινόμενες πληθωριστικές πιέσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το Ταμείο προειδοποιεί, άλλωστε, πως η εμπορική πολιτική του Αμερικανού προέδρου θα εξακολουθήσει να πλήττει την παγκόσμια οικονομία. Οπως τονίζει, «η παγκόσμια ανάπτυξη αναμένεται να επιβραδυνθεί παρά την εμφανή αντοχή που έχει επιδείξει έως τώρα και ο λόγος θα είναι οι στρεβλώσεις στο εμπόριο». Παράλληλα επισημαίνει πως «ακόμη κι αν δεν προστεθούν νέα μέτρα προστατευτισμού, η αυξημένη αβεβαιότητα που περιβάλλει την εμπορική πολιτική θα αρχίσει να επιβαρύνει όλο και περισσότερο την οικονομική δραστηριότητα». Δεν παραλείπει, τέλος, να επαναλάβει την πάγια έκκλησή του για δημοσιονομική σύνεση και να υπογραμμίσει πόσο αναγκαίο είναι ένα ήρεμο και σταθερό πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον.