ΚΥΠΕ
Η πρώτη Ευρωπαϊκή Ετήσια Έκθεση για το Άσυλο και τη Μετανάστευση «επιβεβαιώνει με σαφήνεια όσα με συνέπεια αναδεικνύουμε συστηματικά σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) και διεθνώς, ήτοι ότι παρά τη μείωση ροών παράτυπων μεταναστών προς την Κύπρο, η χώρα μας σηκώνει δυσανάλογο βάρος σε σχέση με το μέγεθος και το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) της και χρειάζεται τη συνδρομή της ΕΕ», αναφέρει σε γραπτή δήλωσή του ο Υφυπουργός Μετανάστευσης και Διεθνούς Προστασίας, Νικόλας Ιωαννίδης.
Σημειώνει ότι μέσω της έκθεσης η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναγνωρίζει επίσημα ότι η Κύπρος «βρίσκεται υπό μεταναστευτική πίεση». Ο κ. Ιωαννίδης προσθέτει ότι η Κύπρος, «με βάση το νέο Σύμφωνο της ΕΕ για τη Μετανάστευση και το Άσυλο, θα είναι από τα λίγα κράτη μέλη που θα λαμβάνει έμπρακτη στήριξη από τη «Δεξαμενή Αλληλεγγύης» για τη διαχείριση του μεταναστευτικού ζητήματος».
Κάνοντας λόγο «για μια εξέλιξη υψίστης σημασίας για την πατρίδα μας» ο κ. Ιωαννίδης προσθέτει ότι θα πρέπει να γίνει αντιληπτό πως η Κύπρος «ως κράτος μέλος πρώτης γραμμής ευρισκόμενο σε μια ταραγμένη περιοχή, θα πρέπει να τυγχάνει ουσιαστικής συνδρομής από την ΕΕ αναφορικά με τη διαχείριση του μεταναστευτικού». Αναφέρει, ακόμα, πως η απόφαση της Επιτροπής διασφαλίζει πρόσθετα εργαλεία για ουσιαστική αποσυμφόρηση του συστήματος ασύλου και των υποδομών της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Ο Υφυπουργός συνεχίζει λέγοντας ότι η Έκθεση καταγράφει αισθητή μείωση των παράτυπων αφίξεων σε απόλυτους αριθμούς, αν και η Κύπρος εξακολουθεί να βρίσκεται ανάμεσα στα πιο επιβαρυμένα κράτη αναλογικά. Επισημαίνει, επίσης, ότι «αναγνωρίζεται η σαφής πρόοδος που πετύχαμε στις επιστροφές όσων δεν δικαιούνται διεθνή προστασία», αναφέροντας ότι η Κύπρος έχει εκδώσει τις περισσότερες αποφάσεις επιστροφών στην ΕΕ, σε αναλογία με το ΑΕΠ και τον πληθυσμό της. «Αυτά τα αποτελέσματα είναι απόρροια συνεκτικής πολιτικής, ενισχυμένων ελέγχων και στενότερου επιχειρησιακού συντονισμού με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς», υπογραμμίζει ο κ. Ιωαννίδης.
Ακολούθως, σημειώνει ότι με το επόμενο διάστημα θα εφαρμοστούν ενιαίες διαδικασίες ελέγχου στα σημεία άφιξης (screening), αλλά και επιτάχυνση της συνοριακής διαδικασίας για προδήλως αβάσιμες αιτήσεις, καθώς και ότι προχωρά η αναβάθμιση σε δομές πρώτης υποδοχής, με ειδικές πρόνοιες για οικογένειες και ευάλωτους. Προσθέτει, επίσης, ότι η ευρωπαϊκή χρηματοδότηση διοχετεύεται σε υποδομές, τεχνολογία και ενίσχυση ανθρώπινου δυναμικού, ενώ προωθείται και η απαραίτητη νομοθεσία που θα διασφαλίσει την εφαρμογή του Συμφώνου στην κυπριακή έννομη τάξη.
«Το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αφουγκράζεται τις θέσεις και τις ανησυχίες της Κυπριακής Δημοκρατίας αποτελεί ψήφο εμπιστοσύνης στις πολιτικές μας και εγγύηση ότι οι τοπικές κοινωνίες θα δουν απτά οφέλη, δηλαδή λιγότερη πίεση στις δημόσιες υπηρεσίες, ταχύτερες και δικαιότερες διαδικασίες, ενισχυμένη κοινωνική συνοχή και μεγαλύτερη διεθνή αξιοπιστία της χώρας μας», καταλήγει ο κ. Ιωαννίδης.



























