ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Δριμύ κατηγορώ Γ. Εισαγγελέα κατά Γ. Ελεγκτή

Σύγκρουση θεσμών για τον έλεγχο των πολιτογραφήσεων

Kathimerini.com.cy

info@kathimerini.com.cy

Για προσπάθεια αποδόμησής του, πριν ακόμα εκδώσει τη γνωμάτευσή του, από πλευράς Γενικού Ελεγκτή και εκπροσώπων του, έκανε λόγο ο Γενικός Εισαγγελέας Γιώργος Σαββίδης, σημειώνοντας παράλληλα ότι ο ίδιος θα προσπαθήσει να έχει συνάντηση με τον Οδυσσέα Μιχαηλίδη και ότι οι όποιες διαφωνίες έχουν, μπορούν να επιλυθούν στο πλαίσιο του Συντάγματος.

Σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε, πλαισιωμένος από τον Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα Σάββα Αγγελίδη, ο κ. Σαββίδης διαβεβαίωσε για τη βούλησή του για κάθαρση και εξήγησε τους λόγους διορισμού της ερευνητικής επιτροπής για τις πολιτογραφήσεις.

Είπε επίσης ότι οι έρευνες της Αστυνομίας σε σχέση με το ρεπορτάζ του Al Jazeera είναι σε πλήρη εξέλιξη.

«Τις τελευταίες εβδομάδες υπήρξαμε μάρτυρες θλιβερών γεγονότων. Γεγονότων που πέραν από το ότι εξέθεσαν τη χώρα μας διεθνώς, δικαιολογημένα προκαλούν αισθήματα θυμού, αγανάκτησης και ντροπής σε όλους μας», είπε.

Ο κ. Σαββίδης πρόσθεσε ότι «οι φωνές και τα συναισθήματα απαξίωσης και αποτροπιασμού της κοινωνίας είναι απόλυτα δικαιολογημένα, οι δε φωνές για κάθαρση με βρίσκουν να συμφωνώ απόλυτα».

Έχουμε, είπε, «πλήρη επίγνωση του βάρους που επωμίζεται ο Γενικός Εισαγγελέας, ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας και η Νομική Υπηρεσία στην προσπάθεια αυτή».

Διαβεβαίωσε ότι «δεν υπάρχει περίπτωση είτε εγώ είτε ο ΒΓ Εισαγγελέας να επιτρέψουμε τη συγκάλυψη οποιασδήποτε ποινικής υπόθεσης και αυτό απαντά στις όποιες ανησυχίες εκφράζονται».

Υπενθύμισε ότι μετά από τη μελέτη του πορίσματος της ad hoc επιτροπής Καλογήρου «δώσαμε ρητές οδηγίες στην Αστυνομία για να ξεκινήσει ανακριτικό έργο για διαπίστωση τυχόν διάπραξης ποινικών αδικημάτων που σχετίζονται με τα ευρήματά της. «Ήδη οι έρευνες είναι σε εξέλιξη και λαμβάνονται καταθέσεις», είπε.

Υπενθύμισε επίσης ότι μετά τη δημοσιοποίηση του ντοκιμαντέρ του Al Jazeera, «δώσαμε οδηγίες στην Αστυνομία για την άμεση διερεύνηση για τυχόν διάπραξη ποινικών αδικημάτων, μια έρευνα που αυτή την στιγμή βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη». «Και τονίζω το πλήρη εξέλιξη», είπε.

Σύμφωνα με τον Γενικό Εισαγγελέα, ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας βρίσκεται «σε ανοικτή γραμμή επικοινωνίας με τους ανακριτές και μαζί με μια ομάδα από έμπειρους λειτουργούς της Νομικής Υπηρεσίας παρέχουν καθοδήγηση και συμβουλές στους ανακριτές». «Πολύωρες συσκέψεις με την ηγεσία της Νομικής Υπηρεσίας και τους ανακριτές και την ηγεσία της Αστυνομίας λαμβάνουν χώρα πολύ συχνά με σκοπό την ενημέρωσή μας για να δοθούν οδηγίες για την πορεία των ερευνών».

«Είναι μια υπόθεση με πολλές νομικές δυσκολίες και πολύπλοκα νομικά θέματα. Απαιτείται προσεκτικός και μεθοδικός χειρισμός και όχι κινήσεις εντυπωσιασμού», σημείωσε.

Ο κ. Σαββίδης διαβεβαίωσε ότι «σέβομαι το Σύνταγμα και τους νόμους. Ο ύψιστος θεσμός τον οποίο κλήθηκα να υπηρετήσω έχει ένα πολύ σοβαρό συνταγματικό ρόλο να διαδραματίσει τον οποίο οφείλω να εξασκήσω και θα εξασκήσω με μόνο γνώμονα το δημόσιο συμφέρον».

Πολύ σημαντικό ρόλο, ανέφερε, έχει επίσης να διαδραματίσει και ο θεσμός του Γενικού Ελεγκτή της Δημοκρατίας, προσθέτοντας ότι «σέβομαι πλήρως το θεσμό».

«Θα ήμουν, όμως, ευτυχής αν ο Γενικός Ελεγκτής πέραν από τη φραστική έκφραση του σεβασμού του προς το θεσμό που εκπροσωπώ έδειχνε και έμπρακτα μέρος αυτού του σεβασμού», είπε ο κ. Σαββίδης.

Αντ’ αυτού, συνέχισε, «από την πρώτη μέρα που ο Γενικός Ελεγκτής πληροφορήθηκε ότι η εκτελεστική εξουσία ζήτησε γνωμάτευση από το νομικό της σύμβουλο, το Γενικό Εισαγγελέα, ο οποίος ειρήσθω εν παρόδω είναι και ο δικός του νομικός σύμβουλος, για το αν θα έπρεπε να του δοθεί πρόσβαση στους φακέλους των πολιτογραφήσεων, επιδόθηκε σε μια άνευ προηγουμένου εκστρατεία παρεμβάσεων στα ΜΜΕ με προφανή σκοπό να πιέσει ή να εκφοβίσει ή ακόμα να αποδομήσει προκαταβολικά το Γενικό Εισαγγελέα».

Αρχικά, είπε, «προσπάθησε να μειώσει το Γενικό Εισαγγελέα λέγοντας ότι δεν είναι υπόχρεος να υπακούσει στη νομική του συμβουλή την οποία ούτε καν γνώριζε κατά τον ουσιώδη χρόνο γιατί απλούστατα μέχρι τότε δεν είχε εκδοθεί».

Δυστυχώς, ανέφερε ο Γενικός Εισαγγελέας, «αυτή η προσέγγιση του Γενικού Ελεγκτή σαφέστατα διαφέρει πολύ από τις επικλήσεις του για ευλαβική συμμόρφωση της διοίκησης με τις γνωμοδοτήσεις του τέως Γενικού Εισαγγελέα, δεικνύει προκατάληψη και ουδόλως συνάδει με τις συνεχείς διακηρύξεις περί σεβασμού του θεσμού του Γενικού Εισαγγελέα».

Αναγνώρισε ότι «ο Γενικός Ελεγκτής έχει κάθε δικαίωμα σε περίπτωση που διαφωνεί να προβεί στα διαβήματα που του παρέχει το Σύνταγμα για επίλυση της όποιας διαφωνίας του με το Γενικό Εισαγγελέα». Αλλά, πρόσθεσε, «αποτελεί εκτροπή να συνεχίζει να καλεί τη διοίκηση να μην συμμορφωθεί με την γνωμάτευση του νομικού της συμβούλου εξομοιώνοντας την υποχρέωση μάλιστα τήρησης της νομικής συμβουλής του Γενικού Εισαγγελέα με πρόσκομμα».

«Προέβη σε εξαγγελία μέτρων για τα προτιθέμενα βήματά του αν η γνωμάτευση δεν τον ικανοποιούσε, προέβη στην εξαγγελία ποινικών καταγγελιών Υπουργού αν αυτός υπακούσει στο Νομικό του Σύμβουλο, με αποκορύφωμα την προσπάθεια αποδόμησης του Γενικού Εισαγγελέα αλλά και της ερευνητικής επιτροπής την οποία ο τελευταίος καθηκόντως διόρισε, ως μη ανεξάρτητης, υπονοώντας ότι είναι ο εις και μόνος που μπορεί σε ανεξάρτητη έρευνα επί του θέματος».

«Μετά από 37 τέτοιες απαράδεκτες δημόσιες τοποθετήσεις του στα ΜΜΕ απηύθυνα επιστολή στο Γενικό Ελεγκτή υπέδειξα κατ’ ιδίαν την εκτροπή και τον κάλεσα να πάψει να ενεργεί κατ’ αυτό τον ανάρμοστο τρόπο», ανέφερε.

Δυστυχώς, και παρά τις διαβεβαιώσεις περί του αντιθέτου, και παρά την τοποθέτηση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας ότι δεν θα αμφισβητούσε τη γνωμάτευση με παραπομπή της διαφοράς στο Ανώτατο Δικαστήριο, αφού, όπως είπε, δεν επιχειρήθηκε η συνταγματική οριοθέτηση των αρμοδιοτήτων του, επανήλθε προς τη διοίκηση, ζητώντας περαιτέρω φακέλους, οι οποίοι σημειώνω ότι εμπίπτουν στο πλαίσιο δικαιοδοσίας της ερευνητικής επιτροπής, συνεχίζοντας δημοσίως την αμφισβήτηση και τις προκλητικές παρεμβάσεις».

«Η εργολαβική προσπάθεια του Γενικού Ελεγκτή να αποδομεί και να αμφισβητεί τους πάντες, αλλά ιδίως το Γενικό Εισαγγελέα και την ερευνητική επιτροπή που ο Γενικός Εισαγγελέας διόρισε, δεν χωρεί κατά την γνώμη μου αμφιβολία, ότι πρόκειται για εκτροπή την οποία δεν μπορώ ως Γενικός Εισαγγελέας να δεχτώ», τόνισε.

Ο Γενικός Εισαγγελέας σημείωσε επίσης «την εκ διαμέτρου τοποθέτησή του σε σχέση με την περίοδο που η ad hoc Επιτροπή Καλογήρου διενεργούσε έλεγχο σε φακέλους πολιτογραφήσεων συγκεκριμένης περιόδου, όπου ο ίδιος αποφάσισε να αναμένει την ολοκλήρωση του έργου της επιτροπής και να αποφύγει την παράλληλη έρευνα, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι θα μεταθέσει τον έλεγχο της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, αν τελικά υπήρχε η ανάγκη διεξαγωγής του, για μετά το πέρας του έργου της εν λόγω επιτροπής».

Οι λόγοι για τη γνωμάτευση και τον διορισμό της ερευνητικής επιτροπής

Ο κ. Σαββίδης εξήγησε επίσης τους λόγους για τους οποίους αποφάσισε ότι δεν θα έπρεπε προς το παρόν να δοθούν οι φάκελοι των πολιτογραφήσεων για έλεγχο από το Γενικό Ελεγκτή.

Όπως ανέφερε, ενεργώντας προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος και έχοντας ταυτόχρονα υπόψη για τις συστάσεις του Ευρωπαίου Επιτρόπου Δικαιοσύνης Ρέιντερς για δικαστική διερεύνηση του θέματος σε εθνικό επίπεδο, στις 7 Σεπτεμβρίου διόρισα ανεξάρτητη ερευνητική επιτροπή με διευρυμένους όρους εντολής ως προς τη διερεύνηση των κατ’ εξαίρεση πολιτογραφήσεων αλλοδαπών επενδυτών και επιχειρηματιών και το Κυπριακό Επενδυτικό Πρόγραμμα από το 2007 έως και την 17η Αυγούστου 2020.

«Συγκεκριμένα η έρευνα που διεξάγεται από την ερευνητική επιτροπή, η οποία συνιστά οιονεί δικαστική διαδικασία και για τη διενέργεια της οποίας η ερευνητική επιτροπή είναι ενδεδυμένη με ευρύτατες εξουσίες, σκοπό έχει να καταδείξει όχι μόνο κατά πόσο εφαρμόστηκαν ορθά οι σχετικές νομοθεσίες, τα κριτήρια και οι διαδικασίες, οι όροι και προϋποθέσεις του ΚΕΠ, περιλαμβανομένων και των οικονομικών κριτηρίων που θα έπρεπε να ικανοποιούνται από τους αλλοδαπούς επενδυτές, αλλά και το κατά πόσο προκύπτουν οποιαδήποτε στοιχεία ή γεγονότα τα οποία καταλογίζουν ευθύνες σε οποιοδήποτε εμπλεκόμενο, οι οποίες μπορεί να προκύψουν από πράξεις ή παραλήψεις του κατά την άσκηση των καθηκόντων του, καθώς και που να δικαιολογούν την πιθανή έναρξη διαδικασία εξέτασης αποστέρησης της κυπριακής υπηκοότητας».

Άρα, πρόσθεσε, «θα ελεγχθούν όλες οι αιτήσεις, σε όλο τους το φάσμα, έναντι όλων των εμπλεκομένων δημοσίων προσώπων ή ιδιωτών με πλήρεις εξουσίες απόδοσης ευθυνών καθώς και εισηγήσεις για ανάκληση υπηκοότητας».

Συνεπώς, συνέχισε ο κ. Σαββίδης, «οποιαδήποτε άλλη παράλληλη έρευνα ενόσω εκκρεμεί ιονεί δικαστική διαδικασία από την ερευνητική επιτροπή για όλα τα πιο πάνω θέματα και καθ’όλη την περίοδο που το πρόγραμμα βρισκόταν σε ισχύ, θα συνιστούσε παρέμβαση στο έργο της και αυτό απαντά και γιατί δεν μπορούν να δοθούν φωτοτυπίες».

Είπε επίσης ότι η διεξαγωγή παράλληλων διαδικασιών «θέτει σε κίνδυνο όχι μόνο τα ευρήματα των ερευνών αλλά και επηρεάζει δυσμενώς τα δικαιώματα προσώπων που τυχόν να εμπλέκονται με αποτέλεσμα να αξιοποιηθεί το γεγονός αυτό προς όφελος τους σε μελλοντικές διαδικασίες».

Ανέφερε ότι ο Γενικός Εισαγγελέας και η Νομική Υπηρεσία έχουν την ευθύνη χειρισμού της διαδικασίας παράβασης που έχει ξεκινήσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εναντίον της Κύπρου και θα πρέπει η Ελεγκτική Υπηρεσία να κατανοήσει ότι οι διαδικασίες της Νομικής Υπηρεσίας θα πρέπει να συνεχίσουν απρόσκοπτα».

Ο κ. Σαββίδης διαβεβαίωσε ότι «δεν έχω καμία πρόθεση να παρεμποδίσω ή να περιορίσω τις εξουσίες του Γενικού Ελεγκτή», προσθέτοντας ότι «ωστόσο ο έλεγχος θα μπορούσε να γίνει σε οποιαδήποτε άλλη χρονική στιγμή, στο πλαίσιο των εξουσιών της, όπως ήδη έγινε παλαιότερα με ειδική έκθεση για συγκεκριμένες πολιτογραφήσεις».

Από τη στιγμή, είπε, που στην ενάσκηση των καθηκόντων του αποφάσισε να διορίσει ανεξάρτητη επιτροπή για να εξετάσει όλους τους φακέλους πολιτογραφήσεων και όλες τις πτυχές του θέματος «κρίνω ότι δεν μπορεί να διεξαχθεί άλλη ταυτόχρονη, παράλληλη και αποσπασματική έρευνα με περιορισμένη συνταγματική έκταση από την Ελεγκτική Υπηρεσία ή άλλη υπηρεσία της Δημοκρατίας για θέματα που ή εμπίπτουν στους όρους εντολής της ερευνητικής επιτροπής».

Υπενθύμισε ότι για τους ίδιους λόγους ζήτησε και τον τερματισμό της τριμελούς επιτροπής υπό την Δήμητρα Καλογήρου παρά το ότι είχε παράξει πολύ αξιόλογο έργο.

Ο Γενικός Εισαγγελέας εξήγησε γιατί η ερευνητική επιτροπή είναι το μόνο κατάλληλο όργανο για διεξαγωγή της συγκεκριμένης έρευνας. Είναι, είπε, «το πλησιέστερο σε δικαστική διαδικασία όπως ζήτησε η ΕΕ». «Έχει εντολή να εξετάσει όλους τους φακέλους πολιτογραφήσεων και όχι επιλεκτικής αξιολόγησης μερικών δεκάδων φακέλων που επιθυμεί να εξετάσει η Ελεγκτική Υπηρεσία».

Αυτό, εκτίμησε, «ικανοποιεί από μόνο του το κοινό - πιστεύω -αίτημα για τον έλεγχο όλων των πολιτογραφήσεων».

Πρόσθεσε ότι η Επιτροπή έχει «απεριόριστο εύρος εξέτασης θεμάτων». Έστω, ανέφερε ο κ. Σαββίδης, «και αν υπάρχει κάποια διαφωνία με το Γενικό Ελεγκτή στην οριοθέτηση των αρμοδιοτήτων της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, σαφώς οι συνταγματικές και νομικές αρμοδιότητες της υπό τις καλύτερες συνθήκες είναι πιο περιορισμένες και σχετίζονται γενικά σε οικονομικής φύσεως θέματα του δημοσίου».

Η ερευνητική επιτροπή μπορεί να εξετάσει τυχόν παραβιάσεις από ιδιώτες, παρόχους. Η Ελεγκτική Υπηρεσία μπορεί να εξετάσει μόνο κυβερνητικά τμήματα, ανέφερε.

Για τους πιο πάνω λόγους, είπε, «έκρινα ότι επί του παρόντος δεν θα εξεταστούν από την Ελεγκτική Υπηρεσία τα όποια επιμέρους θέματα για τα οποία ζητά να ενεργήσει έλεγχο στο πλαίσιο των καθηκόντων της αφής στιγμής αυτά αποτελούν μέρος της ευρύτερης και πληρέστερης έρευνας που διεξάγει η ερευνητική επιτροπή».

Πλήρης στήριξη στην ερευνητική επιτροπή

Ο Γενικός Εισαγγελέας, υποσχέθηκε ότι θα παράσχει «την πλήρη στήριξή μου προς την ερευνητική επιτροπή την οποία καλώ όλους όπως αφήσουν απερίσπαστη και ανεπηρέαστη να διεξάγει απρόσκοπτα την πού σημαντική αποστολή της».

«Ενστερνίζομαι απόλυτα τη λαϊκή απαίτηση για κάθαρση και διαβεβαιώ ότι θα κάνω ό,τι μπορώ για να επιτευχθεί αυτό, το οποίο υπογραμμίζω απαιτείται να γίνει με νόμιμο, ορθό και στο πλαίσιο του Συντάγματος τρόπο», σημείωσε. Και αυτό, είπε, «πρέπει να γίνει κατανοητό από όλους».

Ο κ. Σαββίδης είπε επίσης ότι θα επιδιώξει συνάντηση σύντομα με το Γενικό Ελεγκτή για να συζητήσουν τόσο το συγκεκριμένο θέμα όσο και όλα τα θέματα που θα πρέπει να συζητούν οι δύο ανώτατοι ανεξάρτητοι θεσμοί του κράτους.

«Οι περαιτέρω δημόσιες συζητήσεις δεν ωφελούν τη συνεργασία των θεσμών και την εύρυθμη λειτουργία του κράτους, ωστόσο ένοιωθα την ανάγκη, γιατί απέφυγα τις δημόσιες εμφανίσεις εν αντιθέσει με το Γενικό Ελεγκτή και την Ελεγκτική Υπηρεσία που προκαλούσε με τις συνεχείς εμφανίσεις, να εξηγήσω στους πολίτες και να διευκρινίσω τους λόγους για τους οποίους έκρινα ότι το πόρισμα της ερευνητικής επιτροπής θα πρέπει να προηγηθεί σε σχέση με οποιεσδήποτε διαδικασίες ελέγχου», ανέφερε.

Διαβεβαίωσε επίσης ότι θα ενισχύσει το Γενικό Ελεγκτή στην άσκηση των συνταγματικών αρμοδιοτήτων του και με κανένα τρόπο δεν θα πρέπει να εκληφθεί ότι οι θεσμοί δεν μπορούν να λειτουργήσουν από κοινού προς το δημόσιο συμφέρον.

Σε ερώτηση για θέμα που έχει τεθεί από τον Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Χρήστο Κληρίδη για σχέσεις του Προέδρου της ερευνητικής επιτροπής Μύρωνα Νικολάτου με οργανισμούς και εργασιακών σχέσεων της θυγατέρας του, ο κ. Σαββίδης είπε ότι «η επιτροπή αποτελείται από πολύ αξιόλογους ανθρώπους. Πιστεύω δεν μπορεί κανένας να το αμφισβητήσει αυτό το πράγμα», προσθέτοντας ότι «κρίνω ότι αυτοί οι τέσσερις άνθρωποι έχουν όλα τα εχέγγυα ανεξαρτησίας και όλη τη δυνατότητα να διεκπεραιώσουν το πολύ δύσκολο έργο τους».

Για το θέμα του κ. Νικολάτου, είπε ότι πρόκειται για θέμα που προκύπτει λόγω του ότι η Κύπρος είναι μια μικρή χώρα. Ανέφερε ότι έθεσε υπόψη του κ. Νικολάτου τα συγκεκριμένα θέματα και ότι σε σχέση με το συμβόλαιο στο οποίο έκανε αναφορά ο κ. Κληρίδης, ο κ. Νικολάτος δεν προχώρησε με εκείνο «για να μπορέσει να κάνει αυτή τη δουλειά». Πρόσθεσε ότι «για το θέμα των μερικών υποθέσεων του γραφείου στο οποίο εργάζεται η κόρη του, ήδη τοποθετήθηκε ότι θα αυτοεξαιρεθεί και δεν θα συμμετάσχει σε εκείνο το κομμάτι».

Σε ερώτηση για τις δημόσιες παρεμβάσεις του Γενικού Ελεγκτή είπε ότι αναφέρεται στις δημόσιες παρεμβάσεις του Γενικού Ελεγκτή αλλά τις πλείστες φορές και του εκπροσώπου Τύπου του «γιατί θεωρώ ότι είναι με οδηγίες του που παρουσιάζεται. Δεν είναι μόνος του που παρουσιάζεται ένας δημόσιος υπάλληλος να κατακρίνει το Γενικό Εισαγγελέα. Κι αυτό απαράδεκτο από μόνο του».

Ερωτηθείς αν έχει πάρει διαβεβαιώσεις από το Γενικό Ελεγκτή, ο κ. Σαββίδης είπε ότι «έχω πάρει διαβεβαιώσεις ότι δεν είχε αυτή την πρόθεση».

«Επειδή έχω δει με ποιο τρόπο συμπεριφερόταν ο ίδιος Γενικός Ελεγκτής στις γνωματεύσεις του προκατόχου μου και με ποιο τρόπο αναφερόταν σε όλες τις αρχές του κράτους, ότι ό,τι πει ο Γενικός Εισαγγελέας είναι Ευαγγέλιο, θεωρώ λίγο περίεργο πριν καν ανοίξω το στόμα μου, πριν καν βγάλω την οποιαδήποτε πρώτη γνωμάτευσή μου να ξεκινούν αυτού του είδους οι παρεμβάσεις και αυτού του είδους οι εμφανίσεις στα κανάλια», πρόσθεσε.

«Δεν μπορούσα να μην ενεργήσω», λέει για την απόφαση διορισμού της επιτροπής από τον ίδιο

Ερωτηθείς αν προκύπτει ασυμβίβαστο στη διαχείριση από πλευράς του ιδίου της υπόθεσης αφού διετέλεσε μέλος της Κυβέρνησης ο Γενικός Εισαγγελέας απάντησε ότι αυτό το θέμα τέθηκε από την πρώτη στιγμή, αναφέροντας ότι υπηρέτησε την Κυβέρνηση για 13 μήνες και σε αυτή την περίοδο εκδόθηκαν κάποιες πολιτογραφήσεις.

Όταν ανακοινώθηκε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας η αναγκαιότητα για τη σύσταση ανεξάρτητης ερευνητικής επιτροπής υπήρχαν δύο επιλογές ή θα τη διόριζε το Υπουργικό Συμβούλιο ή ο ίδιος.

Αν τη διόριζε το Υπουργικό η επιτροπή δεν θα μπορούσε να ελέγξει το Υπουργικό Συμβούλιο, σύμφωνα με τον νόμο. Ήμουν η μόνη επιλογή διορισμού ερευνητικής επιτροπής, είπε.

«Δεν μπορούσα να μην ενεργήσω», είπε και έδωσε το παράδειγμα του Ανωτάτου, το οποίο αποφάσισε για προσφυγή για τη μείωση του μισθού των ίδιων των δικαστών, ορθά κατά τη γνώμη του, ότι επειδή δεν υπάρχει άλλο σώμα να δικάσει την προσφυγή προχώρησε και το έπραξε.

«Είχα υποχρέωση να ενεργήσω. Είχα δύο επιλογές, είτε θα εξαιρούσα τη περίοδο που ήμουν μέλος του Υπουργικού Συμβουλίου από το φάσμα της περιόδου της έρευνας, είτε θα έβαζα και τη δική μου περίοδο μέσα και ενδεχομένως να γινόταν, όπως και έγινε, μείζον θέμα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης», σημείωσε.

Από τη στιγμή που παίρνουμε τέτοιες θέσεις, δεν μπορούμε να κρίνουμε τις αποφάσεις με το τι είναι αρεστό, ανέφερε. Πρέπει να κρίνουμε τις αποφάσεις με το τι είναι συνταγματικά σωστό, τι είναι νομικά σωστό και τι μας υπαγορεύει η συνείδηση μας. Προκειμένου να μην εξαιρέσω τους 13 μήνες που ήμουν στο Υπουργικό, επέλεξα να διορίσω επιτροπή να ελέγξει όλη την περίοδο και «έκανα σαφές στην Επιτροπή ότι αναμένω να κάνουν τη δουλειά τους πλήρως και να μην σκεφτούν τίποτα».

Υπομονή για τις έρευνες της Αστυνομίας

Σε ερώτηση για την υπόθεση διερεύνησης του ντοκιμαντέρ Al Jazeera απάντησε ότι «δεν θέλω να μπω σε λεπτομέρειες μιας πολύ δύσκολης, όπως ανέφερα, από νομικής πλευράς και σε σχέση με τα γεγονότα της υπόθεση». Συνέστησε υπομονή. «Δεν είναι αυτοσκοπός τα πυροτεχνήματα», είπε. Πρέπει να επιδιώξουμε - και αυτό κάνουμε -να γίνει μεθοδική, βήμα με βήμα δουλειά, για τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα.

Σε δική του παρέμβαση ο Σάββας Αγγελίδης ανέφερε ότι δεν χρειάζεται να μπούμε σε καμία απολύτως επεξήγηση για τα τεκμήρια και τις διαδικαστικές διαδικασίες που ακολουθούνται. «Είμαστε σε συνεννόηση με την Αστυνομία για κάθε καθοδήγηση, για συντονισμό και θέλει ψυχραιμία αυτή η υπόθεση». Σε ερώτηση αν έχει τεθεί χρονοδιάγραμμα απάντησε ότι «καθημερινά εργαζόμαστε γι αυτή την υπόθεση που είναι και υποχρέωση προς όλους, προς τις αρχές, την κοινωνία, και τους επηρεαζόμενους».

Εξηγήσεις για το ζήτημα της άμεσης δημοσιοποίησης ή όχι του πορίσματος

Σε ερώτηση για το πώς προχωρεί το έργο της επιτροπής ο Γενικός Εισαγγελέας ανέφερε ότι βάσει του νόμου δεν έχω κανένα δικαίωμα να παρακολουθώ και βεβαίως να ελέγχω. Έχω την εντύπωση ότι προτίθενται να ενημερώνουν κατά τακτά χρονικά διαστήματα για το πώς προχωρούν οι έρευνες τους. Πάντως, ανέφερε, «έχουν ζητήσει και έχουν λάβει τους φακέλους και εξ όσον γνωρίζω η διαδικασία τους λειτουργεί με γοργούς ρυθμούς, αλλά μιλάμε για ένα τεράστιο έργο».

Σε ερώτηση για τη δημοσιοποίηση ή όχι του πορίσματος της ερευνητικής επιτροπής αναγνώρισε ότι στους όρους εντολής αφαίρεσε την πρόνοια για αυτόματη δημοσιοποίηση του πορίσματος.

Σύμφωνα με τον νόμο ο μόνος λόγος μη δημοσιοποίησης ολόκληρου του πορίσματος είναι τα ζητήματα δημόσιας ασφάλειας, είπε, προσθέτοντας ότι ενδεχομένως να δημιουργούνται και άλλα προβλήματα από το πόρισμα σε σχέση με πρόσωπα τα οποία εμπλέκονται.

Ο ίδιος, είπε, θα συζητήσει το ζήτημα με την επιτροπή, θα μελετήσουν το θέμα και θα αποφασίσουμε στην πορεία τι και πώς πρέπει να δημοσιοποιηθεί. Επανέλαβε ότι ο ίδιος και ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας είναι υπέρ της διαφάνειας.

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.com.cy

Πολιτική: Τελευταία Ενημέρωση