
Από την αξιοζήλευτη επιδημιολογική εικόνα που κατάφερε η Κύπρος να δημιουργήσει μετά από το πρώτο κύμα της πανδημίας, έχει περάσει, πλέον, όπως και οι πλείστες χώρες της Ευρώπης, σε μια κατάσταση που αποτελεί παράδειγμα προς αποφυγή. Το μεγαλύτερο ποσοστό των επιβεβαιωμένων περιστατικών της νόσου COVID-19 που καταγράφεται καθημερινά προκύπτει από περιπτώσεις εγχώριας μετάδοσης, με τις πόλεις και επαρχίες Λεμεσού και Πάφου να κατέχουν τις αρνητικές πρωτιές. Ωστόσο, ο νέος κορωνοϊός έχει διεισδύσει στην κοινότητα της Κύπρου, με τα στοιχεία τα οποία επεξεργάζονται τα μέλη της Συμβουλευτικής Επιστημονικής Επιτροπής να ενισχύουν το ενδεχόμενο γενίκευσης μέτρων που σήμερα ισχύουν στις δύο ανωτέρω περιοχές του νησιού.
Εγχώρια μετάδοση
Στην χαλάρωση που επιδεικνύουν οι πολίτες ως προς την τήρηση των μέτρων προστασίας αποδίδεται σε μεγάλο βαθμό η μεγάλη έξαρση που παρουσιάζεται τις τελευταίες εβδομάδες. Χαρακτηριστικά, σύμφωνα με την εθνική αναφορά για την πανδημία, το διάστημα 11-24 Οκτωβρίου, το 7,4% των περιστατικών (n=101) αφορούσε σε περιπτώσεις με πρόσφατο ιστορικό ταξιδιού, το 89,5% (n=1.230) αφορούσε σε εγχώριες μεταδόσεις, ενώ το 3,1% (ν=43) είχε άγνωστο επιδημιολογικό ιστορικό.
Όπως φαίνεται και στον πίνακα παρακάτω, βάσει των στοιχείων που δημοσιεύτηκαν πρόσφατα στην εθνική αναφορά, η Λεμεσός κατέχει τα σκήπτρα στις περιπτώσεις επιβεβαιωμένων περιστατικών κορωνοϊού με ταξιδιωτικό ιστορικά (40), όπως και σε αυτές που αφορούν εγχώρια μετάδοση (724). Αντίστοιχα, στην Πάφο είχαν καταγραφεί 9 και 207 περιστατικά.
Την ίδια ώρα, η επιδημιολογική εικόνα της Κύπρου μέχρι τις 24 Οκτωβρίου, στην βάση της γραφικής παράστασης όπως έχει δημιουργηθεί από την Μονάδα Επιδημιολογικής Επιτήρησης, καταδεικνύει ότι τα μέτρα προστασίας δεν τηρούνται, αφού το περισσότερο έδαφος κερδίζει η ένδειξη για εγχώρια μετάδοση. Σε μικρότερα ποσοστά φαίνεται ότι κυμαίνονται οι εισαγωγές μέσω των πυλών εισόδου εργαστηριακά επιβεβαιωμένων περιστατικών COVID-19, ενώ αγνώστου προέλευσης θεωρείται μικρός αριθμός περιστατικών.
Τα πιθανά αίτια
Αυτό που είναι παραδεκτό από όλους τους αρμόδιους φορείς, τόσο σε τοπικό όσο και σε διεθνές επίπεδο, είναι το ότι οι πολίτες έχουν κουραστεί να τηρούν τα μέτρα προστασίας, κάτι που παρατηρείται και στην Κύπρο. Ερωτηθείς ο δρ Κωνσταντίνος Τσιούτης, μέλος της Συμβουλευτικής Επιστημονικής Επιτροπής, να προβεί σε μια εκτίμηση σχετικά με τα πιθανά αίτια της έξαρσης σε Λεμεσό και Πάφο, είπε ότι η συμπρωτεύουσα, κατ’ αρχάς, είναι μια πόλη που συγκεντρώνει μεγάλο αριθμό πολιτών, ενώ εκεί δραστηριοποιούνται πολλές ξένες εταιρείες. Κατ’ επέκταση, ενδεχομένως το πρόβλημα να ξεκίνησε από άτομα τα οποία έφτασαν στην Λεμεσό από το εξωτερικό, ακόμα και από χώρες της κατηγορίας Γ’, δεν τήρησαν τα πρωτόκολλα και αυτό είχε ως αποτέλεσμα την έναρξη αλυσίδων μετάδοσης – κάτι που παρατηρήθηκε και στο πρόσφατο παρελθόν στην πόλη της Λεμεσού – που κατέληξαν σε διασπορά.
Όσον αφορά στην Πάφο, ο δρ Τσιούτης ανέφερε ότι ως ένα βαθμό ομοιάζει με την Λεμεσό ως προς την δραστηριοποίηση ξένων επιχειρήσεων, ενώ γειτνιάζει με αυτήν. Ωστόσο, ξεκαθάρισε, δεν υπάρχουν σαφή στοιχεία για τα πιο πάνω, μέχρι στιγμής.