ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Γ. Οικονομίδης: Σήμερα δεν βλέπω εστίες αντίστασης

Με τη νέα του ταινία εντάσσεται στους σημαντικότερους νέους δημιουργούς

Κλείσαμε ραντεβού για τις εννέα το βράδυ στον κινηματογράφο Ζήνα Πάλας στη Λευκωσία, εκεί όπου μία ώρα μετά θα προβαλλόταν η νέα του ταινία «Το μικρό ψάρι», η οποία συμμετείχε στο διαγωνιστικό μέρος του φεστιβάλ «Μέρες Κινηματογράφου-Κύπρος 2014», όπου και απέσπασε το βραβείο καλύτερης ταινίας.

Τον περίμενα στην είσοδο του κινηματογράφου και μερικά λεπτά μετά τις εννέα ήταν εκεί. Η παρουσία του είναι επιβλητική και το πρόσωπό του αυστηρό, με έντονα χαρακτηριστικά που δεν μπορείς να καταλάβεις ότι αυτός ο άνθρωπος φτιάχνει ταινίες με φόντο ένα επιφανειακό ωμό ρεαλισμό, έναν βερισμό όπως λέει και ο ίδιος, που πίσω του όμως εντοπίζεται ένας διάλογος μεταξύ της ρεαλιστικής απεικόνισης των πραγμάτων, της νατουραλιστικής έκφρασης των ηρώων και της ευρύτερης αποδόμησης κοινωνικών αξιών και θεσμών. Περπατήσαμε προς το εσωτερικό, μαζί με τον φωτογράφο και του ζήτησα να μας επιτρέψει να τον σκηνοθετήσουμε εμείς αυτή τη φορά για τις ανάγκες της φωτογράφησης. Χαμογέλασε και με ρώτησε αν είδα την καινούργια του ταινία. «Θα τη δω τώρα», του απάντησα σχολιάζοντας ότι για να δει κάποιος τις ταινίες του πρέπει να το κάνει με μια ανάσα, όπως «Το σπιρτόκουτο». Χαμογέλασε ξανά. «Πολύ βρίσιμο», σχολίασα και γέλασε.

Μέσα από τις ταινίες του ο Γιάννης Οικονομίδης δίνει την εντύπωση ενός έφηβου που παρατηρεί τα πάντα τριγύρω του, ενός ανθρώπου που βιώνει έντονα την εποχή του και αναζητεί τον τρόπο για να την εξευμενίσει. Γνωρίζοντας, όμως από κοντά αυτό τον επιβλητικό στην όψη άνθρωπο και συζητώντας μαζί του αντιλαμβάνεσαι την σπουδαία καλλιτεχνική του φύση, τους κοινωνικούς προβληματισμούς του αλλά και την απαισιοδοξία του για το μέλλον. Στοιχεία τα οποία εκφράζει λακωνικά και κοφτά. «Πάτος, πιάσαμε πάτο», ήταν η αποστομωτική του απάντηση στην ερώτηση για το πώς βλέπει να εξελίσσονται σήμερα όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω μας. Λιγομίλητος, χωρίς περιττές φλυαρίες, όπως ακριβώς και οι ταινίες του, με κουβέντες μεστές και το βλέμμα του ανθρώπου που βιώνει γύρω του την απόλυτη αδράνεια μου είπε αυτό ακριβώς που συμβαίνει σήμερα: «Δεν έχουμε δει τίποτα ακόμα απ’ όλα όσα μας περιμένουν. Δεν βλέπω εστίες αντίστασης σήμερα για αυτό και είμαι απαισιόδοξος. Το σημερινό περικείμενο είναι εντελώς αντιπνευματικό. Δεν σηκώνεται κανένας από τον καναπέ του για να αντιδράσει για οτιδήποτε, όλοι χάφτουν τα πάντα χωρίς καμία αντίδραση».

Μέσα από μερικές προτάσεις ο Γιάννης Οικονομίδης, αν και καθ’ όλη τη διάρκεια της συζήτησης ήταν διστακτικός στις απαντήσεις του, για αυτό που μας συμβαίνει σήμερα ήταν σίγουρος και απόλυτος. «Εσύ είσαι αισιόδοξος δηλαδή;», με ρώτησε μόλις έκλεισα το μαγνητόφωνο. «Συμφωνώ απόλυτα μαζί σας αλλά από ένα άνθρωπο που κάνει τέτοιες ταινίες θέλω να ξέρω τι νιώθει», του απάντησα.

Από τη νομική στον κινηματογράφο
Γεννήθηκε στη Λεμεσό το 1967 και από μικρός ένιωθε μέσα του την ανάγκη της καλλιτεχνικής έκφρασης, πράγμα που όπως φάνηκε το καταπίεζε μέχρι τα φοιτητικά του χρόνια. Έτσι, μετά από τρία χρόνια φοίτησης στη νομική Αθηνών αποφάσισε να τα παρατήσει και να ικανοποιήσει επιτέλους την καλλιτεχνική του ανάγκη η οποία κυοφορείτο, όπως μου είπε, μέσα του από την παιδική του ηλικία. «Όταν βρέθηκα στο σκληρό, δύσκολο και αφιλόξενο περιβάλλον της νομικής σχολής έπρεπε να πάρω τις αποφάσεις μου», μου είπε, «και αυτό έκανα, σηκώθηκα και έφυγα». «Φύγατε για να κάνετε μετά σκληρές ταινίες;», τον ρωτάω και αρνείται αυτό τον χαρακτηρισμό. «Οι ταινίες μου δεν είναι σκληρές, μιλάνε για τη σκληρότητα. Έχουν χιούμορ, τρυφερότητα, αγάπη. Όλα τα συναισθήματα».

Η σκληρότητα και η αλήθεια των ταινιών του, τον κατατάσσουν στη νέα γενιά των Ελλήνων σκηνοθετών οι οποίοι μέσα από τη δουλειά τους προβάλλουν ένα καινούργιο κινηματογραφικό τοπίο, πιο ρεαλιστικό ή που έχει ως αφετηρία τη ρεαλιστική απεικόνιση όπου αποδομούνται κοινωνικοί θεσμοί και αξίες. Αν και δεν διαφωνεί με αυτή την άποψή μου αναφέρει ότι: «Αν αυτό λέγεται, ότι ανήκω στη νέα γενιά που συγκεντρώνει αυτά τα χαρακτηριστικά, υποθέτω πως έχουν δίκαιο». Σχολιάζοντας τη νέα γενιά σκηνοθετών που επιβεβαιώνει την ύπαρξή της υποστηρίζει ότι: «Όσο περνούν τα χρόνια και βγαίνουν καινούργια πρόσωπα που κάνουν κινηματογράφο εκ των πραγμάτων αυτό το σινεμά θα είναι διαφορετικό. Σήμερα, εντοπίζουμε από τη μία καινούργια χαρακτηριστικά και από την άλλη, υπάρχει ένας νέος τρόπος διερεύνησης των θεμάτων που πραγματεύεται ο κάθε σκηνοθέτης». Ο Γιάννης Οικονομίδης ως σκηνοθέτης επιθυμεί η θέση του ως σκηνοθέτη να είναι κριτική απέναντι στα πράγματα και όπως δηλώνει αυτό ήταν πάντα, ειδικά απέναντι στις κοινωνικές εξελίξεις. «Να θυμίσω ότι η πρώτη μου ταινία το «Σπιρτόκουτο», το 2002, μιλούσε για την κρίση προτού εκείνη ξεσπάσει», αναφέρει ενισχύοντας την προηγούμενή του δήλωση. «Η ταινία αυτή, παρουσιάζει μία οικογένεια σε κρίση, τον μικρόκοσμο δηλαδή μιας κοινωνίας σε αποσύνθεση. Όλα όσα συμβαίνουν σήμερα δηλαδή, τα είχαμε πει μέσα από αυτή την ταινία στις αρχές του νέου αιώνα».

«Το άλφα και το ωμέγα στο σινεμά, πιστεύω ότι είναι η ρεαλιστική απεικόνιση»
«Το μικρό ψάρι», όπως τιτλοφορείται η νέα κινηματογραφική δουλειά του Γιάννη Οικονομίδη αποτελεί την τέταρτη μεγάλου μήκους ταινία του με την οποία συμμετείχε και στο διαγωνιστικό μέρος του 64ου Κινηματογραφικού Φεστιβάλ Βερολίνου που αποτελεί μία μεγάλη στιγμή αναγνώρισης της δουλειάς του. Αν και η ταινία δεν κατάφερε να αποσπάσει κανένα βραβείο, πράγμα που αποτελεί δικαίωση της δουλειάς κάθε σκηνοθέτη όπως αναφέρει και ο ίδιος, εντούτοις η συμμετοχή της σε ένα από τα σημαντικότερα φεστιβάλ κινηματογράφου στον κόσμο ήταν μία μεγάλη στιγμή. Ο ίδιος χαρακτηρίζει την ταινία του ως γκανγκστερικό θρίλερ. «Πρόκειται για τη φόρμα μιας σύγχρονης γκανγκστερικής περιπέτειας με ένα μοναχικό ήρωα, τον Στράτο, ένα ψυχρό εκτελεστή, ένα κατά κάποιο τρόπο επαγγελματία δολοφόνο», μου εξηγεί.

Η ταινία περιστρέφεται γύρω από την περιπέτεια του Στράτου ο οποίος παλεύει ώστε να περάσει ως άνθρωπος στην απέναντι όχθη. Ζητώντας να μου συσχετίσει τους δύο ήρωες των τελευταίων του ταινιών αναφέρει ότι δεν μοιάζουν καθόλου. «Ο Νίκος, στον «Μαχαιροβγάλτη» ήταν ένας πονηρός επαρχιώτης, ολίγον τι βλάκας, τεμπελχανάς, ο οποίος περιφερόταν από εδώ και από εκεί μέχρι που κατεβαίνει στην πόλη για να φυλάει τα σκυλιά του θείου του, αφού ήταν άνεργος. Στην καινούργια ταινία έχουμε να κάνουμε με ένα άνθρωπο ο οποίος είναι εντελώς άλλη δομή χαρακτήρα. Όλη του τη ζωή την ξόδεψε στη φυλακή για ένα έγκλημα που έκανε στα νιάτα του. Πρόκειται για ένα σκληρό εγκληματία με βεβαρημένο παρελθόν.

Βγαίνοντας από τη φυλακή ο Στράτος, όπως θα δεις και στην ταινία, εκτελεί επί χρήμασι ανθρώπους για να μαζέψει λεφτά ώστε να βοηθήσει στην απόδραση του κολλητού του φίλου Λεωνίδα από μία φυλακή υψίστης ασφαλείας». Κύρια εργαλεία του Οικονομίδη στις ταινίες του είναι οι ίδιοι οι ηθοποιοί οι οποίοι καλούνται να φτάσουν σε υψηλά ερμηνευτικά επίπεδα μέσα από απαιτητικούς ρόλους. «Με τους ηθοποιούς που συμμετέχουν στις ταινίες μου νιώθω πως έχουμε μια ερωτική σχέση», μου εκμυστηρεύεται, εξηγώντας ότι στις ταινίες του οι ηθοποιοί πάντα πιάνουν πολύ υψηλές αποδόσεις, οπότε και οι δύο πλευρές είναι πολύ ευχαριστημένες.

Η ταινία του Οικονομίδη αν και αδικαιολόγητα μακράς διάρκειας εντούτοις είναι εξαιρετική και δίνει όλα εκείνα τα στοιχεία που ο ίδιος μου εξήγησε ότι επιθυμεί να έχουν οι ταινίες του και συνομολογούν στη δημιουργία μιας σπουδαίας καλλιτεχνικής δουλειάς. «Το άλφα και το ωμέγα στο σινεμά πιστεύω ότι είναι η ρεαλιστική απεικόνιση», δηλώνει, και αυτό ακριβώς είναι «Το μικρό ψάρι». «Έτσι πρέπει να είναι ο κινηματογράφος», μου λέει. «Πρέπει να προβαίνουμε πάντα στη σωστή αναπαράσταση του πραγματικού. Απ’ εκεί και πέρα ο καθένας που κάνει σινεμά ξεκινάει απ’ τον βερισμό και καταλήγει εκεί όπου επιθυμεί, εκεί όπου θεωρεί ότι είναι ταγμένος. Το δικό μου σινεμά είναι ρεαλιστικό. Αν και θεωρώ πως στις ταινίες μου έχω λίγο από όλα τα στοιχεία και συναισθήματα». Πέραν του ρεαλισμού, των νατουραλιστικών στοιχείων και της σκοτεινής ατμόσφαιρας οι ταινίες του Οικονομίδη ξεχωρίζουν για ακόμη ένα στοιχείο που εντοπίζεται και στις τέσσερεις ταινίες του και τείνει να αποτελεί σήμερα, ίσως, ένα από τα χαρακτηριστικά στοιχεία της σκηνοθετικής του προσωπικότητας: το χιούμορ και ειδικότερα το «σατανικό χιούμορ» όπως το χαρακτηρίζει ο ίδιος.

Με την τελευταία του ταινία ο Οικονομίδης έχει ωριμάσει κινηματογραφικά, γεγονός με το οποίο συμφωνεί. «Δεν έχω, όμως, ωριμάσει, μόνο κινηματογραφικά αλλά και διανοητικά», αναφέρει και εξηγώντας, μου λέει, ότι ίσως πλέον να βλέπει πιο ψύχραιμα τα πράγματα, παρά πριν από δώδεκα χρόνια, όταν έβγαινε η πρώτη του ταινία. Η νέα ταινία του Οικονομίδη εμπεριέχει όλα εκείνα τα στοιχεία της προσωπικότητάς του που μπόρεσα να παρατηρήσω στα είκοσι λεπτά της κουβέντας μας και αναμφίβολα τον κατατάσσουν σήμερα ανάμεσα στους σημαντικότερους σκηνοθέτες της γενιάς του. 
 

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Πρόσωπα: Τελευταία Ενημέρωση