ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Πρόσφυγες από την βομβαρδισμένη Συρία μιλούν στην «Κ»

Η «Κ» βρέθηκε στο κέντρο υποδοχής στην Κοκκινοτριμιθιά καταγράφοντας εικόνες και μαρτυρίες

Της Μαρίας Ηρακλέους

Έφτασαν στην Κύπρο απόγευμα Τετάρτης. Της άφιξης τους προηγήθηκε επιχείρηση διάσωσης από τις κυπριακές αρχές μιας και το πλοιάριο είχε εγκαταλείψει ο καπετάνιος του ο οποίος διέφυγε στη συνέχεια στα κατεχόμενα. Σενάριο λίγο πολύ γνωστό.

129 άνθρωποι στοιβαγμένοι σαν πραμάτεια σε ένα ακυβέρνητο σκάφος είδαν τις ελπίδες τους για το αύριο που επιζητούσαν, να εξανεμίζονται. Τα μωρά έκλαιγαν φοβισμένα, ψάχνοντας ασφάλεια στην αγκαλιά των γονιών τους. Δυο παιδάκια ήταν ασυνόδευτα. Δεν είχαν κάπου να στραφούν. Η υπόθεση με το βρέφος που γεννήθηκε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού συγκλονίζει.

Ακολούθησε η διάσωση τους από το κέντρο έρευνας και διάσωσης και ακολούθως η μεταφορά 113 εξ αυτών στο κέντρο υποδοχής προσφύγων στην Κοκκινοτριμιθιά.

Ένα μόνο ένα δείγμα της ζωής των Σύριων προσφύγων της οποίας γινόμαστε κοινωνοί έστω για τα μερικά λεπτά που θα αφιερώσουμε να δούμε να ακούσουμε να διαβάσουμε για "τη νέα φουρνιά προσφύγων" που ήρθαν στο νησί μας. Αυτή την φορά 129. Στο μεταξύ μιλάμε για ανθρώπους. Με σάρκα και οστά, με μια ζωή που άφησαν πίσω τους, με εμπειρίες τραγικές και απάνθρωπες μα την ίδια ώρα με ελπίδα ότι μπορούν να αναζητήσουν ακόμα ένα καλύτερο αύριο για αυτούς και τα παιδιά τους.

Ήταν αυτή η ελπίδα που έβαλε στο καράβι τον Γιούσεφ Μοχάμεντ, από το Καμισλί της Βόρειας Συρίας ο οποίος έχασε την σύζυγο του πριν από έξι μήνες μετά από έκρηξη παγιδευμένου οχήματος στην πόλη. Εκείνη τη μέρα χάθηκαν περίπου 75 άνθρωποι, μας περιγράφει.  «Κανείς δεν ξέρει πως θα ξημερώσει η αν θα ξημερώσει η καινούργια μέρα, κάθε μέρα εκρήξεις αυτοκινήτων, αεροπορικές επιδρομές, πας στην αγορά και βλέπεις την κατάσταση, δεν είναι ασφαλής. Δεν νιώθουμε άνετα εκεί. Και αυτή η κατάσταση συνεχίζεται για πάρα πολύ καιρό. »

Εξηγά πως πήρε την ριψοκίνδυνη απόφαση να μπει σε ένα σκάφος με τα τρία ανήλικα παιδιά του δέκα, έξι και πέντε χρόνων και να ταξιδέψει εδώ στην Κύπρο. «Αρχικά πήγαμε στην Τουρκία. Το ταξίδι ήταν πολύ δύσκολο, περπατούσαμε περίπου δέκα ώρες. Μετά από αυτό μείναμε περίπου δύο βδομάδες και μετά ήρθαμε στην Κύπρο. Το ταξίδι ήταν και πάλι δύσκολο. Ο καπετάνιος έφυγε μόλις πλησιάσαμε στην Κύπρο. Ξαφνικά τον είδαμε να φεύγει. Φοβηθήκαμε. Κάποιος ήξερε το τηλέφωνο της αστυνομίας στην Κύπρο και τηλεφώνησε για βοήθεια. Ήταν πολύ επικίνδυνο, είχε θάλασσα, η βάρκα πηγαινοερχόταν μέσα στα κύματα. Μια γυναίκα ήταν έγκυος και γέννησε στη βάρκα. Τη βοήθησε μια νεαρή η οποία εργαζόταν σε φαρμακείο στη Συρία, να γεννήσει»

«Ήρθα εδώ για να ξεκινήσω μια καινούργια ζωή. Όχι για μένα, αλλά για τα παιδιά μου. Να πανε στο σχολείο, να είναι ασφαλείς. Εγώ έχω προβλήματα υγείας, δεν μπορεί κάποιος στη Συρία να με βοηθήσει. Τα αδέρφια μου είναι σκορπισμένα σε Γερμανία και Σουηδία, και σε άλλες χώρες σε όλο τον κόσμο. Πληρώσαμε πολλά λεφτά για να γλυτώσω εγώ και τα παιδιά μου από τον πόλεμο. Ελπίζουμε να βρούμε εδώ την ασφάλεια που χρειαζόμαστε για να ζήσουμε».

Ιμάν 28 χρόνων από την πόλη Χάμα της Συρίας.

Η Ιμάν είναι τυχερή ανάμεσα στους συνταξιδιώτες της. Η πόλη της βρίσκεται ανάμεσα στην πόλη Χομς και Ίντλιπ, οι οποίες είναι αντιμέτωπες με βομβαρδισμούς, όμως η κατάσταση στην πόλη της είναι ήρεμη μετά την ανακατάληψη της από τον συριακό στρατό.
Η 28χρονη πρόσφυγας, άφησε την οικογένεια της για να έρθει να βρει τον αρραβωνιαστικό της, ωστόσο μέσα της ονειρεύεται την στιγμή που ο πόλεμος θα τελειώσει και θα επιστρέψει στη χώρα της, αυτή και τα αδέρφια της.

«Λυπούμαι πολύ για την κατάσταση στην χώρα μου. Έχουμε οικογένειες, έχουμε συγγενείς, τα σπίτια μας, ο τόπος που μεγαλώσαμε. Ευχή μου είναι να παν όλα καλά. Ο πατέρας μου βρίσκεται εκεί, τα αδέρφια μου ο καθένας και σε διαφορετική χώρα. Εύχομαι να έρθει η ειρήνη για να συναντηθούν ξανά όλοι μαζί».
Η 28χρονη Ιμάν, ήταν αυτή που βοήθησε την έγκυο συνταξιδιώτισσα της να γεννήσει κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, μέσα στον κίνδυνο και την θαλασσοταραχή.

«Λόγω της θαλασσοταραχής τα περισσότερα μωρά, φοβισμένα, έκλαιαν πολύ, κάποια κατάφεραν να κοιμηθούν, άλλοι έκαναν εμετούς συνέχεια. Εμένα η έγνοια μου ήταν το βρέφος που γεννήθηκε μέσα στη βάρκα».
Στην αρχή δεν νιώθαμε ότι διατρέχαμε κίνδυνο. Μου είπε ο αδελφός μου, «μην ανησυχείς, θα παν όλα καλά», μου έδωσε θάρρος. Τις πρώτες δέκα ώρες στη θάλασσα ήταν όλα μια χαρά. Μετά όμως, όταν είδαμε ότι δεν πάμε καλά, φοβήθηκα πάρα πολύ, ταράχτηκα πολύ, αλλά όταν είδα τους κύπριους που μας πλησίασαν, ηρέμησα γιατί κατάλαβα ότι θα γλυτώναμε.

Κάθε μέρα σκοτώνεται κόσμος, το σπίτι μας γκρεμίστηκε, περιγράφει ο Μόσιν Ταμπάς από το Ίντλιπ. «Έχει πόλεμο κάθε μέρα, μπαίνουν στα σπίτια μας με όπλα». Η σύζυγος του και τα τρία του παιδιά έμειναν εκεί, αφού πρώτα τους μετέφερε σε ένα πιο ασφαλές μέρος, και ο ίδιος ήρθε εδώ προκειμένου να εργαστεί, για να μπορεί να τους παρέχει τουλάχιστον λεφτά για φαγητό. Είναι η δεύτερη φορά που ο Μοσίν έρχεται στην Κύπρο για δουλειά. «Την προηγούμενη φορά που ήρθα Κύπρο δούλευα ως κατασκευαστής καλουπιών. Θα προσπαθήσω να φέρω και την οικογένεια μου για να ζήσουμε όλοι μαζί ασφαλείς εδώ.

Χάλεπ Χατσχάλαπ, 24 χρόνων, από το Χαλέπι 

Εκεί άφησε την μικρή του κόρη και τη σύζυγο του. «Έφυγα από τη Συρία γιατί έχει πόλεμο, πολλή φασαρία δεν μπορείς να μένεις εκεί. Ήρθα εγώ στην Κύπρο και στη συνέχεια θα φέρω και την γυναίκα μου και το παιδί μου. Θέλω να μείνω εδώ στην Κύπρο».

Μας περιγράφει ένα περιστατικό βομβαρδισμού στην πόλη του. «Μια μέρα ένα αεροπλάνο πέρασε από πάνω μας, άρχισε να βομβαρδίζει την περιοχή μας. Ο φίλος μου πέθανε, ο ξάδερφος μου πέθανε. Κάθε μέρα πεθαίνει κόσμος. Δεν έχει φαγητό, η ζωή είναι δύσκολη. Έχει νοσοκομεία αλλά δεν έχει φάρμακα».

«Μια ώρα ακόμα να μέναμε στη θάλασσα θα πεθαίναμε όλοι…»
…«Όταν έφυγε ο καπετάνιος ήταν νύχτα. Τα μωρά έκλαιγαν πολύ, οι γυναίκες το ίδιο. Εμείς φοβηθήκαμε, είχε πολλά κύματα. Ακόμα μια ώρα να μέναμε εκεί θα πεθαίναμε όλοι», περιγράφει ο 38χρονος Γιασέρ Αμπάς από το Ίντλιπ, ο οποίος με βλέμμα γεμάτο αγωνία εξηγεί με λόγια απλά, το σκληρό πρόσωπο του πολέμου που βιώνει αυτός και οι συμπατριώτες του.

«Αεροπλάνα μας κτυπούν κάθε μέρα, πεθαίνει κόσμος. Κτυπάνε κόσμο, κτυπάνε τα σπίτια μας, τα χαλάνε, δεν έχει νοσοκομείο. Ακόμα και νοσοκομεία και σχολεία κτυπάνε. Μια μέρα κτύπησαν σχολείο. 30 μωρά σκοτώθηκαν. Έτσι είναι η ζωή μες τη Συρία».

…Εγώ έφυγα δεν μπορώ να ζω, δεν μπορώ να δουλέψω εκεί. Ήρθα εδώ να δουλέψω και να στέλνω λεφτά στα παιδιά μου για να έχουν φαγητό. Έχω έξι παιδιά. Φοβάμαι για την οικογένεια μου αλλά δεν είχα άλλη επιλογή. Πρέπει να βρω λεφτά να τους φροντίσω και αν τα καταφέρω, να τους φέρω εδώ. Θα μείνω στην Κύπρο μέχρι να τελειώσει ο πόλεμος».

 

Πρόσωπα: Τελευταία Ενημέρωση