
Του Αλέξη Παπαχελά
Είμαστε λίγο «διπολικοί» σε μερικά ζητήματα. Μας αρέσει η τάξη, μας αρέσει και το χάος. Αναρωτιόμαστε για ποιο λόγο είμαστε μία τόσο διαφορετική χώρα, αλλά ταυτόχρονα αρχίζουμε να γκρινιάζουμε πως αρχίζουμε να μοιάζουμε με μία κανονική ευρωπαϊκή χώρα. Τα παραδείγματα άπειρα. Συζητούμε συνεχώς για το πόσο μεγάλο πρόβλημα έχει γίνει το οδήγημα υπό την επήρεια αλκοόλ ή με το κινητό στο χέρι. «Μα, δεν υπάρχει κράτος», αναφωνούμε και μόλις το κράτος αρχίσει τα συστηματικά μπλόκα στην Κηφισίας τα Σαββατοκύριακα ή επιβάλει τα βαριά πρόστιμα που προβλέπει ο κώδικας οδικής κυκλοφορίας αρχίζουν η γκρίνια και τα βρισίδια. «Είναι δυνατόν τώρα να σου παίρνουν το δίπλωμα επειδή μιλούσες στο κινητό;», υποστηρίζει ο ίδιος άνθρωπος που εξιστορούσε πώς πήγε κάποιος να τον πατήσει επειδή μιλούσε… στο κινητό.
Ο ίδιος «διπολισμός» ισχύει και σε άλλα φαινόμενα που σύσσωμη η κοινή γνώμη καταδικάζει μέχρι να νιώσει το κόστος της πάταξής τους. Εστιάτορες φωνάζουν ότι τους έχει «τσακίσει» η διασύνδεση ταμειακών μηχανών με την ΑΑΔΕ ή για τους νέους κανόνες για τις υπερωρίες. Κατανοητό, αλλά όταν τους ρωτάς αν υπάρχει άλλη λύση ή άλλο σύστημα κάπου στο εξωτερικό, δεν έχουν απάντηση.
Αλλάζουμε βέβαια, και αυτό είναι θετικό. Τα περισσότερα νέα παιδιά που στελεχώνουν διάφορες υπηρεσίες δεν «μασάνε» και κάνουν τη δουλειά τους με τρόπο εξαιρετικά τυπικό. Οι πολίτες αρχίζουν να συνειδητοποιούν ότι το να οδηγείς μεθυσμένος δεν είναι σε καμία περίπτωση «μαγκιά», αλλά μία συνήθεια επικίνδυνη που μπορεί να κοστίσει ακριβά. Παρά την γκρίνια, μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης συνειδητοποιεί την ανάγκη να μπουν κανόνες, όχι από καμία τρόικα ή κάποιον άλλον «μπαμπούλα», αλλά από εμάς τους ίδιους. Το σπορ της γκρίνιας είναι, άλλωστε, παλιό και γνωστό στα μέρη μας. Και εξαιρετικά… χαριτωμένο όταν συγκαλύπτει τις δικές μας παθογένειες. Οπως ο εκπρόσωπος κάποιου κλάδου που παραπονιόταν σε ένα ζουμ με αρμόδιους υπουργούς ότι δεν έχει πάρει τις ενισχύσεις που έπαιρναν άλλοι κλάδοι. Οταν τον πίεσε ένας υπουργός να εξηγήσει γιατί συνέβη αυτό, απάντησε: «Μα, ξέρετε καλά ότι ο κλάδος μας έχει μία ιδιομορφία». Εννοούσε ότι τα έσοδά του είναι κατά 80% αδήλωτα και γι’ αυτό καμία κρατική αρχή δεν μπορούσε να τον ενισχύσει βάσει ανύπαρκτου, τυπικά, τζίρου. Είχε βέβαια κι αυτός τα δίκια του…