Του Γιώργου Σκαφιδά
Ο Μακρόν δεν πρόκειται να θέσει ξανά υποψηφιότητα για την προεδρία, αφού έχει πια εξαντλήσει τις (δύο) προεδρικές θητείες που δικαιούται βάσει νόμου. Η –πρωτοδίκως καταδικασθείσα για υπεξαίρεση δημοσίου χρήματος– Λεπέν μάλλον μένει κι εκείνη εκτός προεδρικής κούρσας, λόγω της νομικής υπόθεσης που εκκρεμεί σε βάρος της και που δεν αναμένεται να έχει τελεσιδικήσει πριν από το καλοκαίρι του 2026. Ως εκλεκτός της Λεπέν ωστόσο, ο μόλις 30χρονος Ζορντάν Μπαρντελά απομένει επί του παρόντος να οδηγεί τη δημοσκοπική κούρσα στον δρόμο προς τις προεδρικές του 2027, προερχόμενος από τα άκρα δεξιά. Ποιοι θα μπορούσαν να τον κοντράρουν;
Η μακρονική παράταξη ακόμη δεν έχει βρει τον αναδυόμενο πολιτικό αστέρα που θα μπορούσε να διαδεχθεί τον Μακρόν. Ατάλ και Λεκορνί το προσπάθησαν, αλλά η φθίνουσα και κακοτράχαλη πορεία που ακολούθησαν ως πρωθυπουργοί εκ των πραγμάτων υπονομεύει τις όποιες ενδεχόμενες δικές τους προεδρικές φιλοδοξίες. Οι Ρεπουμπλικανοί (η παράταξη που διαδέχθηκε το UMP του προσφάτως από-φυλακισθέντος Σαρκοζί) ανασυντάσσονται μεν, με επικεφαλής τον Μπρουνό Ρεταγιό, αλλά παραμένουν σχετικά χαμηλά στις μετρήσεις. Οι επίσης κεντροδεξιοί Horizons κερδίζουν μεν έδαφος με μπροστάρη τον Εντουάρ Φιλίπ, αλλά κι εκείνοι υπολείπονται κατά πολύ του Μπαρντελά. Οι Σοσιαλιστές επιβιώνουν με τον Ολιβιέ Φορ στον τιμόνι, αλλά δεν ανεβαίνουν. Οι Οικολόγοι της Μαρίν Τοντελιέ από την άλλη πλευρά ανεβαίνουν μεν, αλλά όχι αρκετά. Ποιος ή μάλλον ποιοι απομένουν;
Χωρίς Μακρόν και Λεπέν, οι προεδρικές του 2027 θα είναι πολύ διαφορετικές τόσο από εκείνες του 2022 όσο και από εκείνες του 2017. Αυτό είναι πια βέβαιο. Οι επερχόμενες προεδρικές θα είναι όμως διαφορετικές και για έναν ακόμη -διόλου ευκαταφρόνητο- λόγο: επειδή το κοινοβούλιο είναι πια στη Γαλλία πολύ πιο κατακερματισμένο από ό,τι στο παρελθόν και η μειοψηφική κυβέρνηση παραπαίουσα, γεγονός το οποίο επιτείνει την πολιτική φθορά των κυβερνώντων πριν από τις επόμενες εκλογικές αναμετρήσεις.
Οι μεγάλοι νικητές των τελευταίων βουλευτικών εκλογών του 2024 (αλλά και, σε ελαφρώς μικρότερο βαθμό, των αμέσως προηγούμενων εκλογών του 2022) ήταν κατά βάση δύο: ο ακροδεξιός Εθνικός Συναγερμός (RN) των Λεπέν και Μπαρντελά από τη μία πλευρά του πολιτικού φάσματος, και η ενωμένη γαλλική αριστερά (NUPES το 2022, NFP το 2024) από την άλλη.
Καθώς μπαίνουμε πια στο 2026, η άκρα δεξιά της Λεπέν δείχνει να παραμένει σε τροχιά ανόδου διατηρώντας τη συνοχή της. Από την άλλη πλευρά ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη αφενός το ενθαρρυντικό για την αριστερά εκλογικό αποτέλεσμα του 2024 και αφετέρου την υπονομευτική για τον Μακρόν και τους συν αυτώ κυβερνητική αστάθεια των τελευταίων μηνών, πολλοί υποστηρίζουν ότι η απάντηση στον αναδυόμενο Μπαρντελά μπορεί πια να προέλθει μόνο μέσα από τις τάξεις της γαλλικής Αριστεράς, η οποία θα πρέπει όμως, για να έχει προοπτικές επιτυχίας, να καταφέρει να συνταχθεί πίσω από έναν κοινό προεδρικό υποψήφιο που θα μπορέσει να περάσει στον δεύτερο γύρο. Ποιος μπορεί να είναι αυτός;
«Δύο εκ διαμέτρου αντίθετες προσωπικότητες, που αμφότερες προέρχονται από την κατακερματισμένη γαλλική αριστερά, αγωνίζονται να αναδειχθούν ως οι υποψήφιοι που θα εμποδίσουν την ακροδεξιά από το να κερδίσει την προεδρία το 2027», γράφει το Politico, με το βλέμμα στραμμένο στον Ζαν Λικ Μελανσόν και στον Ραφαέλ Γκλικσμάν.

Ο Μελανσόν είναι πια 74 ετών και έχει ήδη θέσει τρεις φορές υποψηφιότητα για την προεδρία της Γαλλίας: τα έτη 2012, 2017 και 2022. Ητάν άλλοτε στέλεχος του Σοσιαλιστικού κόμματος, ενώ έχει διατελέσει βουλευτής, ευρωβουλευτής και υπουργός. Από το 2017 κι έπειτα, επί της ουσίας ηγείται, τυπικώς έως το 2021 – ατύπως έκτοτε, της παράταξης Ανυπότακτη Γαλλία (La France Insoumise – LFI) της οποίας υπήρξε ιδρυτικό μέλος. Από πολιτική σκοπιά, ο Μελανσόν θεωρείται ακροαριστερός. Στο παρελθόν είχε, μεταξύ, προτείνει την έξοδο της Γαλλίας από το ΝΑΤΟ, αλλά και τη μείωση της ηλικίας συνταξιοδότησης στα 60 έτη.
Ο Ραφαέλ Γκλικσμάν (AP Photo/Thomas Padilla)
Ο Ραφαέλ Γκλικσμάν από την άλλη πλευρά, είναι 46 ετών, ευρωβουλευτής από το 2019 και ηγέτης -από το 2018- του κόμματος Place Publique, του οποίου υπήρξε και συνιδρυτής. Place Publique και Ανυπότακτη Γαλλία συνυπήρξαν το 2022 και το 2024 υπό την ομπρέλα των κομματικών/εκλογικών συνασπισμών NUPES και NFP αντίστοιχα. Το Place Publique ωστόσο, θεωρείται περισσότερο κεντρώο και ανήκει στην ευρωομάδα των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών (S&D), σε αντίθεση με την Ανυπότακτη Γαλλία (LFI) που ανήκει στην ευρωομάδα της Αριστεράς GUE/NGL. Οσο για τον ίδιο τον Γκλικσμάν, εκείνος θεωρείται «φιλονατοϊκός» και τολμά να μιλά για περικοπές δημοσίων δαπανών τις οποίες μάλιστα παρουσιάζει ως αναγκαίες καθώς και για την ανάγκη εξυγίανσηε του συνταξιοδοτικού.
Ο Γκλικσμάν δεν το κρύβει ότι θα ήθελε να πάρει με το μέρος του πολλούς από τους κεντρώους ψηφοφόρους του Μακρόν. Σύμφωνα μάλιστα με τις σφυγμομετρήσεις, ενδεχομένως να τα κατάφερνε. Σημειώνεται, άλλωστε, ότι το κόμμα του μπορεί να είναι πολύ πιο αδύναμο από την Ανυπότακτη Γαλλίας με βάση τους αριθμούς των βουλευτών στην εθνοσυνέλευση, αλλά είχε έρθει τρίτο, πάνω από την παράταξη του Μελανσόν και της Ομπρί, στις ευρωεκλογές του 2024.
Ο Μελανσόν από την άλλη πλευρά, φέρεται να παραμένει προσανατολισμένος στην εργατική τάξη των αστικών περιοχών την οποία θεωρεί προνομιακό του πεδίο πολιτικής απεύθυνσης.
Στα μάτια των επικριτών του, ο Μελανσόν είναι πολιτικά «ακραίος», «αντισημίτης», «φίλος του Κρεμλίνου» και «διχαστικός» ως προσωπικότητα. Από την άλλη πλευρά, στα μάτια των δικών του επικριτών, ο Γκλικσμάν είναι «υπερβολικά συμβιβασμένος», «άπειρος», «νατοϊκός» και σε έναν βαθμό «άγνωστος» στο ευρύ κοινό.
Ειρήσθω εν παρόδω, ο Ραφαέλ Γκλικσμάν είναι ο γιος του γνωστού Γάλλου φιλοσόφου Αντρέ Γκλικσμάν.
Σε κάθε περίπτωση, είναι προφανές ότι Μελανσόν και Γκλικσμάν διαφέρουν δραματικά και, υπό αυτήν την έννοια, διερωτάται κανείς εάν θα μπορούσαν να συμπορευθούν οι ίδιοι και οι οπαδοί τους στον δρόμο προς το 2027, διαμορφώνοντας κοινό μέτωπο ενάντια στην άκρα δεξιά.
Οι προσδοκίες της συμπόρευσης θα μπορούσαν, βέβαια, να εξελιχθούν σε εφιάλτη νέων ενδοαριστερών προεκλογικών διασπάσεων και εμφυλίων.
Ηδη, Μελανσόν και Γκλικσμάν ανταλλάσσουν «πυρά» ωσάν εχθροί. Το φαινόμενο δεν είναι νέο. «Γκλικσμάν και Μελανσόν συγκρούονται», έγραφε χαρακτηριστικά η Le Monde την άνοιξη του 2024, όταν οπαδοί του δεύτερου είχαν εκδιώξει τον πρώτο από εκδήλωση για την Πρωτομαγιά στο Σεντ Ετιέν.
«Το βάθος της εχθρότητας μεταξύ των δύο ανδρών θα μπορούσε να διχάσει περαιτέρω την αριστερά. Εάν ο ένας δεν καταφέρει να επισκιάσει εντελώς τον άλλον, η αριστερά θα βρεθεί σε εμφύλιο», γράφει το Politico, υπογραμμίζοντας ωστόσο ότι η έκβαση της κόντρας μεταξύ Μελανσόν και Γκλικσμάν πρόκειται να κρίνει σε μεγάλο βαθμό και το ίδιο το μέλλον της ευρύτερης αριστεράς στη Γαλλία, ή τουλάχιστον του κυρίαρχου ρεύματος στις τάξεις αυτής της αριστεράς, που μένει να φανεί εάν θα είναι περισσότερο κεντρώο ή περισσότερο ακραίο.
Ο ίδιος ο Γκλικσμάν πάντως, στο πλαίσιο συνέντευξης που είχε παραχωρήσει στη Le Monde τον περασμένο Μάιο, είχε παρουσιαστεί να παίρνει σαφείς αποστάσεις από «το μπλοκ του Μελανσόν» και να κοιτάει περισσότερο προς την πλευρά των Σοσιαλιστών και των Πρασίνων.
Εως τις προεδρικές του Απριλίου του 2027 θα μπορούσαν βέβαια να συμβούν πολλά, όχι μόνο εντός της αριστεράς, αλλά ακόμη και σε επίπεδο κυβέρνησης.
Σύμφωνα πάντως με τις πιο πρόσφατες δημοσκοπήσεις (Odoxa, 19-20 Νοεμβρίου), τα ποσοστά των πιθανών προεδρικών υποψηφίων διαμορφώνονται ως εξής:
- Ζορντάν Μπαρντελά 35% με 36%
- Εντουάρ Φιλίπ 17%
- Ραφαέλ Γκλικσμάν 13,5% με 14,5%
- Ζαν Λικ Μελανσόν 11% με 12%
- Μπρουνό Ρεταγιό 8% με 10%
- Μαρίν Τοντελιέ 6% με 6,5%



























