Kathimerini.gr
Από τον Ολυμπο στα Τάρταρα, μόλις επτά χιλιόμετρα: αυτή είναι η απόσταση που χωρίζει το Μέγαρο των Ηλυσίων από τη φυλακή Σαντέ, το νέο σπίτι του Νικολά Σαρκοζί. Ο 70χρονος Σαρκοζί έγινε την περασμένη εβδομάδα ο πρώτος πρώην πρόεδρος της Πέμπτης Γαλλικής Δημοκρατίας που φυλακίζεται (έχει ασκήσει έφεση κατά της πενταετούς ποινής του). Ο τελευταίος αρχηγός του γαλλικού κράτους που είχε αντίστοιχη τύχη ήταν ο στρατάρχης Φιλίπ Πετέν, που καταδικάστηκε για προδοσία για τον ρόλο του ως επικεφαλής του καθεστώτος Βισύ κατά τη γερμανική κατοχή της Γαλλίας.
Γράφοντας στο X ενώ τον οδηγούσαν στη διαβόητη φυλακή (που κάποτε είχε φιλοξενήσει τον Κάρλος το Τσακάλι) την Τρίτη, ο Σαρκοζί έστειλε το εξής μήνυμα: «Με ακλόνητη δύναμη λέω [στον γαλλικό λαό] ότι δεν είναι ένας πρώην πρόεδρος που φυλακίζουν σήμερα το πρωί – είναι ένας αθώος άνθρωπος. Μη με λυπάστε γιατί η γυναίκα μου και τα παιδιά μου είναι δίπλα μου… αλλά σήμερα το πρωί νιώθω βαθιά θλίψη για μια Γαλλία ταπεινωμένη από τη θέληση για εκδίκηση».
Οι περιπέτειες
Πρόκειται για την τρίτη υπόθεση για την οποία καταδικάζεται στα χρόνια μετά το τέλος της προεδρικής του θητείας. Το 2021 είχε καταδικαστεί για διαφθορά, για την απόπειρα δωροδοκίας ενός ανακριτή που διερευνούσε τις κατηγορίες περί παραβίασης της νομοθεσίας για την προεκλογική χρηματοδότηση. Η ποινή τριετούς φυλάκισης που του επιβλήθηκε δεν τον οδήγησε σε εγκλεισμό: τα δύο έτη ήταν με αναστολή, ενώ του επετράπη να εκτίσει το τρίτο κατ’ οίκον, φορώντας βραχιολάκι. Του κόστισε όμως το παράσημο της Λεγεώνας της Τιμής, την υψηλότερη διάκριση που απονέμει η Γαλλική Δημοκρατία.
Τον Φεβρουάριο του 2024 καταδικάστηκε σε ένα έτος φυλάκισης (τους έξι μήνες με αναστολή) για δαπάνες πέρα από τα επιτρεπτά όρια κατά την αποτυχημένη εκστρατεία επανεκλογής του το 2012 κατά του Φρανσουά Ολάντ. Ο Σαρκοζί έχει ασκήσει και έναντι αυτής της απόφασης έφεση, η ετυμηγορία επί της οποίας αναμένεται στα τέλη Νοεμβρίου.
Η υπόθεση που τον έκλεισε τελικά πίσω από τα σίδερα της Σαντέ, όπου θα εκτίσει την ποινή του σε απομόνωση από τους υπόλοιπους φυλακισμένους (μεταξύ των οποίων μεγαλέμποροι ναρκωτικών και τρομοκράτες), θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μεταθανάτια εκδίκηση του Μουαμάρ Καντάφι. Ως πρόεδρος ο Σαρκοζί ήταν ο πιο ένθερμος υποστηρικτής της στρατιωτικής επέμβασης της δυτικής συμμαχίας για την ανατροπή του εκκεντρικού δικτάτορα επί ημερών της Αραβικής Ανοιξης, το 2011.
Στον απόηχο της επέμβασης, ο γιος του Καντάφι, Σαΐφ αλ-Ισλάμ, ισχυρίστηκε ότι η προεκλογική εκστρατεία του Σαρκοζί το 2007 έλαβε έως και 50 εκατ. ευρώ από το λιβυκό καθεστώς. Οι γαλλικές αρχές ξεκίνησαν επίσημη έρευνα για την υπόθεση το 2013 και, αφού συνέλαβαν συνεργάτες του πρώην προέδρου, μεταξύ των οποίων και τον προσωπάρχη του, άσκησαν δίωξη στον ίδιο τον Σαρκοζί το 2018.
Οι υποστηρικτές του μιλούν για υπερβολικά αυστηρή ποινή – άλλωστε αθωώθηκε για τις πιο βαριές κατηγορίες της άμεσης εμπλοκής και καταδικάστηκε μόνο για τις σχέσεις του με τα άτομα που συνωμότησαν με το περιβάλλον Καντάφι. Θεωρούν επίσης ακραίο ότι δεν υπήρξε αναστολή εκτέλεσης της ποινής έως ότου εκδικαστεί η έφεση. (Οι δικηγόροι του έχουν ζητήσει να αποφυλακιστεί, αλλά σημειώνουν ότι εν αναμονή αυτής της απόφασης, θα παραμείνει έγκλειστος για τουλάχιστον τρεις εβδομάδες με ένα μήνα.)
Σύμφωνα με την εταιρεία δημοσκοπήσεων Elabe, έξι στους δέκα Γάλλους θεωρούν την ποινή «δίκαιη». Ωστόσο, όπως αναφέρει η Le Monde, ο Σαρκοζί παραμένει δημοφιλής στις τάξεις της αποδυναμωμένης γκωλικής Δεξιάς, που έχει εκτοπιστεί από τις δυνάμεις του Λεπενισμού από τη θέση του κύριου δεξιού κόμματος στη γαλλική Εθνοσυνέλευση. Ενίοτε έχει ιδιωτικές συναντήσεις με τον Εμανουέλ Μακρόν, ακόμη έναν Γάλλο πρόεδρο που ξεκίνησε τη θητεία του με μεγάλες φιλοδοξίες για να χάσει την εμπιστοσύνη της συντριπτικής πλειονότητας του γαλλικού λαού. Ο Μακρόν μάλιστα υποδέχθηκε τον Σαρκοζί στο Μέγαρο των Ηλυσίων μόλις τέσσερις μέρες πριν αρχίσει ο εγκλεισμός του.
Η πτώση έχει υπάρξει ιλιγγιώδης για τον γιο ενός Ούγγρου μετανάστη και μιας Γαλλίδας ελληνοεβραϊκής καταγωγής, που, έχοντας παρακάμψει τους προθαλάμους της εξουσίας όπου γαλουχείται η γαλλική ελίτ (École Nationale d’ Administration), εξελέγη δήμαρχος στο εύπορο παρισινό προάστιο του Νεϊγί-συρ-Σεν σε ηλικία μόλις 28 ετών. Στη συνέχεια αναρριχήθηκε στην πρώτη γραμμή της γαλλικής πολιτικής ως σκληροπυρηνικός υπουργός Εσωτερικών επί της δεύτερης προεδρίας Ζακ Σιράκ το 2002, πριν φτάσει, σε ηλικία 52 ετών, στο ύπατο αξίωμα.
Ηταν από πολλές απόψεις ένας ανορθόδοξος Γάλλος ηγέτης: οικονομικά φιλελεύθερος, υπέρ της δημοσιονομικής πειθαρχίας και της συρρίκνωσης του κράτους δικαίου, φιλοαμερικανός και φιλοϊσραηλινός. Ασυνήθιστες ήταν και η υπερκινητικότητα και η σαγήνη του με τη διασημότητα, που οδήγησαν στον επικριτικό χαρακτηρισμό «bling-bling» για τo ηγετικό ύφος του.
Η εμπλοκή με την Ελλάδα
Οποια σχέδια είχε για την προεδρία του, γρήγορα ανατράπηκαν από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 – και ακόμη περισσότερο από την ευρωκρίση που ξέσπασε ένα χρόνο αργότερα, σε μια μικρή, συμπαθή χώρα στο νοτιοανατολικό άκρο της Ενωσης. Μέχρι την ήττα του το 2012, ο Σαρκοζί ήταν κεντρικός παίκτης, μαζί με την Ανγκελα Μέρκελ, στη διαχείριση της αναταραχής, που δεν άργησε να μεταδοθεί από την Ελλάδα σε άλλους αδύναμους κρίκους.
Υποστηρικτικός προς την Ελλάδα και την κυβέρνηση Παπανδρέου στην αρχή, ο Σαρκοζί κατέληξε να είναι σφοδρός επικριτής του Ελληνα πρωθυπουργού. Η κορύφωση της ρήξης ήλθε στη σύνοδο του G20 στις Κάννες, η ατζέντα της οποίας εκτροχιάστηκε εξαιτίας της προκήρυξης δημοψηφίσματος από την ελληνική κυβέρνηση για τη συμφωνία «κουρέματος» του χρέους που είχε συμφωνηθεί κατόπιν επίπονων διαπραγματεύσεων λίγες ημέρες νωρίτερα.
Ο Γάλλος πρόεδρος και οικοδεσπότης της συνόδου, έξαλλος που έπρεπε ξανά να ασχοληθεί με την Ελλάδα, είχε καταγραφεί σε ανοιχτό μικρόφωνο, σε συνομιλία του με τον Μπαράκ Ομπάμα, να βρίζει τον Παπανδρέου και να χαρακτηρίζει την προκήρυξη του δημοψηφίσματος «μαχαιριά στην πλάτη». Οι Ελληνες «θα πρέπει να δημιουργήσουν ξανά ένα κράτος. Θα τους πάρει 20 χρόνια. Αυτή η χώρα ζει στην παρανομία», προσέθεσε. Λίγες ημέρες νωρίτερα, σε συνέντευξή του είχε πει ότι ήταν λάθος που έγινε δεκτή η Ελλάδα ως μέλος της Ευρωζώνης το 2001, γιατί «δεν ήταν έτοιμη» και «είχε δώσει ψευδή στοιχεία».



























