Του Αντρέα Κημήτρη
«Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της Ε.Ε. είμαστε η τελευταία ευρωπαϊκή χώρα στα μαθησιακά αποτελέσματα. Γι’ αυτό θα έπρεπε οι εκπαιδευτικές οργανώσεις να επιδιώκουν την αλλαγή στο σύστημα αξιολόγησης και όχι να ζητούν απλώς νέες διευθυντικές θέσεις». Με αυτή τη δήλωση η υπουργός Παιδείας επισημαίνει γιατί ένα νέο σύστημα αξιολόγησης των εκπαιδευτικών είναι αναγκαίο. «Η πρότασή μας είναι ισορροπημένη και ως κυβέρνηση είμαστε περήφανοι», σημειώνει, σχολιάζοντας τις αντιδράσεις των συντεχνιακών. Σχετικά με το σχόλιο του πρόεδρου της ΟΕΛΜΕΚ Δημήτρη Ταλιαδώρου ότι βρέθηκε μια γυναίκα υπουργός μετά από 50 χρόνια να αλλάξει το σύστημα αξιολόγησης, αναφέρει ότι αισθάνθηκε απογοήτευση, τονίζει ότι είναι σεξιστικό και επισημαίνει ότι τέτοιες δηλώσεις δεν έχουν θέση στον χώρο της εκπαίδευσης.
–Από τη συζήτηση για τη μεταρρύθμιση του συστήματος αξιολόγησης των εκπαιδευτικών αλλά και τις προεκτάσεις που έλαβε αυτή η συζήτηση, προκύπτουν αβίαστα δύο ερωτήματα. Σπάνε τελικά κατεστημένα μισού αιώνα;
–Με προσπάθεια και τεκμηρίωση αλλάζουν τα πράγματα, ναι. Είμαστε η τελευταία χώρα στην Ευρώπη που δεν έχει ένα σύγχρονο σύστημα αξιολόγησης των εκπαιδευτικών. Συνεπώς, δεν μπορούν να κρατούν δέσμιους εκπαιδευτικούς αναχρονιστικές απόψεις.
–Και πού βρισκόμαστε ως κοινωνία σε θέματα στερεοτύπων όπως είναι ο σεξισμός κατά των γυναικών;
–Κάναμε βήματα, όμως έχουμε ακόμη δρόμο να διανύσουμε. Η εκπαίδευση είναι ο κατεξοχήν χώρος για αλλαγή κουλτούρας και νοοτροπίας. Η πλειοψηφία των εκπαιδευτικών μας εργάζεται ακούραστα προς αυτή την κατεύθυνση.
–Πώς νιώσατε για το σχόλιο του προέδρου της ΟΕΛΜΕΚ ότι μετά από 50 χρόνια βρέθηκε μια γυναίκα υπουργός να αλλάξει το σύστημα αξιολόγησης;
–Απογοήτευση. Είναι σεξιστικό σχόλιο και δεν χωρούν τέτοιες δηλώσεις στον τομέα της εκπαίδευσης όπου παλεύουμε για να καταπολεμηθούν αυτά τα στερεότυπα και αγωνιζόμαστε για την ισότητα των φύλων.
–Ο ίδιος πάντως δεν απολογείται και δηλώνει, πως, αν ο κόσμος θεωρεί σεξιστική τη δήλωσή του, τότε την αποσύρει.
–Ο σεβασμός δεν είναι υποχρεωτικός επειδή το ζητάει ο κόσμος. Είναι αυτονόητος γιατί έτσι ορίζουν οι αξίες μας. Και όλοι βεβαίως κρινόμαστε για τις πράξεις και τα λόγια μας από την κοινωνία.
–Έγινε η στάση εργασίας της ΟΕΛΜΕΚ σε ένδειξη αντίδρασης προς το νέο σχέδιο αξιολόγησης των εκπαιδευτικών. ΟΕΛΜΕΚ και ΠΟΕΔ δηλώνουν ότι δεν μπορούν να αποδεχθούν μια ρύθμιση που δεν συμφωνήθηκε με τις οργανώσεις. Εσείς γιατί θεωρείτε ότι αντιδρούν;
–Αντιδρούν κυρίως γιατί δεν έχουν ικανοποιηθεί όλα τα αιτήματά τους, πλήρως. Εννοείται πως αυτό θα ήταν ουτοπικό. Αλίμονο αν πρέπει να ικανοποιηθούν όλα τα αιτήματα των συνδικαλιστών πριν προωθήσουμε ένα νομοσχέδιο στη Βουλή. Αντίδραση υπάρχει γιατί 50 χρόνια είναι πάρα πολλά, δημιούργησαν κατεστημένα και υπάρχει πάντα ο φόβος της αλλαγής. Γνωρίζουν με το υφιστάμενο σύστημα σχεδόν με ακρίβεια πότε θα προαχθούν και πότε περίπου θα γίνουν διευθυντές.
–Βλέπετε πολιτικές σκοπιμότητες πίσω από τη στάση των εκπαιδευτικών οργανώσεων;
–Δεν μπορώ να πω κάτι τέτοιο, αλλά σίγουρα οι εκπαιδευτικές οργανώσεις ασκούν πιέσεις σε κόμματα. Μέχρι σήμερα τα κόμματα έχουν επιδείξει υπεύθυνη στάση και αυτό αποδεικνύεται με το ότι προχωρούμε σε κατ’ άρθρο συζήτηση στη Βουλή.
–Η ΠΟΕΔ ανακοίνωσε ότι αναστέλλει την απεργία και τη μεταφέρει για όποτε συνέλθει η Ολομέλεια σε περίπτωση που η τελική μορφή του νομοθετήματος αποκλίνει από τις βασικές της θέσεις. Αυτό δεν συνιστά εκβιασμό;
–Εκφράζω ικανοποίηση για την απόφαση της ΠΟΕΔ. Καλό είναι να γνωρίζουμε πως, ό,τι κι αν γίνει στη Βουλή, δεν μπορούν να ικανοποιηθούν όλα τα αιτήματα.
–Το γεγονός ότι οι εκπαιδευτικές οργανώσεις είναι ενωμένες, δεν σας προβληματίζει;
–Τα αιτήματα των οργανώσεων δεν είναι τα ίδια, δεν ήταν από την αρχή. Η ΟΕΛΤΕΚ εξάλλου έχει θετική στάση απέναντι στη μεταρρύθμιση από την αρχή, διατηρεί κάποιους προβληματισμούς και έχει εισηγήσεις, όμως, παραμένει στη διαδικασία με εποικοδομητική στάση. Η ΠΟΕΔ, ενώ πρόσφατα ανακοίνωσε ότι είμαστε πολύ κοντά σε συγκλίσεις, εντούτοις, στο τέλος άλλαξε στάση. Η ΟΕΛΜΕΚ προτάσσει τα ίδια ακριβώς επιχειρήματα εδώ και ένα χρόνο. Το υπουργείο εισάκουσε τις ανησυχίες και τα αιτήματα όλων των οργανώσεων και προχώρησε σε ουσιαστικές συγκλίσεις που έπρεπε να ήταν αρκετές, ώστε να προχωρούμε με τη μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση. Μας προβληματίζει ότι, ακόμα και μετά από αυτά, οι οργανώσεις εμμένουν στη στάση τους. Ξέρετε, το θέμα δεν αφορά τις συνδικαλιστικές οργανώσεις και την κυβέρνηση ή το υπουργείο – αφορά πια ολόκληρη την κοινωνία.
–Πώς αξιολογούνται σήμερα οι εκπαιδευτικοί;
–Σήμερα οι εκπαιδευτικοί αξιολογούνται μέσω δύο συνήθως επισκέψεων ετησίως ενός επιθεωρητή στην τάξη τους. Τα κριτήρια είναι δεδομένα και δεν υπάρχει σημαντικός δείκτης διάκρισης στις βαθμολογίες, γι’ αυτό είναι ισοπεδωτικές. Έτσι, στην υφιστάμενη κλίμακα που αξιολογούνται 1-40, οι περισσότερες βαθμολογίες συγκεντρώνονται μεταξύ 35-40. Συνεπώς, γίνεται αντιληπτό ότι το υφιστάμενο σύστημα αξιολόγησης των εκπαιδευτικών δεν δίνει κίνητρο για την επαγγελματική ανάπτυξή τους, δεν διακρίνει τους καλούς από τους μέτριους και ουσιαστικά θυματοποιεί τους πολλούς ικανούς εκπαιδευτικούς που μάχονται καθημερινά.
–Τι προτείνει το υπουργείο Παιδείας;
–Το Σχέδιο Κανονισμών επικεντρώνεται σε περισσότερες από μία πηγές αξιολόγησης, όπως τον επιθεωρητή-σύμβουλο και τον διευθυντή, στην περίπτωση της διαμορφωτικής αξιολόγησης. Περιλαμβάνει την κλίμακα 1-100 για να διευκολύνει τη διάκριση στη βάση διάφανων, μετρήσιμων κριτηρίων με συγκεκριμένη ποσόστωση. Το υπουργείο προτείνει όπως η εξωτερική αξιολόγηση του εκπαιδευτικού γίνεται από έναν επιθεωρητή-αξιολογητή και μερικώς από τον διευθυντή, κάτι που θα αποφασιστεί μετά από την πενταετή μεταβατική περίοδο. Η έμφαση στην πρόταση του υπουργείου είναι στη συνεχή διαμορφωτική αξιολόγηση, γιατί σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία, όταν αυτή διεξάγεται συστηματικά και σωστά διακρίνει έγκαιρα τυχόν αδυναμίες, προσφέρει συνεχή ενδυνάμωση στον εκπαιδευτικό και στηρίζει ευρύτερα το έργο της σχολικής μονάδας.
–Χαρακτηρίστηκε γελοία η πρότασή σας από τον πρόεδρο της ΟΕΛΜΕΚ.
–Νόημα έχει να τοποθετούμαστε σε επιχειρήματα και όχι σε χαρακτηρισμούς. Είναι μια πρόταση ισορροπημένη για την οποία ως κυβέρνηση είμαστε περήφανοι.
–Οι συντεχνίες πού διαφωνούν, τι ζητούν;
–Αυτό είναι κάτι που πρέπει να απαντήσουν οι ίδιοι. Σύμφωνα με τις τοποθετήσεις τους στο πλαίσιο του διαλόγου, δύο από τις οργανώσεις διαφωνούν με τη συμμετοχή του διευθυντή στην αριθμητική αξιολόγησή τους, ενώ υπάρχει διαφωνία και με το εύρος της κλίμακας (1-100) και θέλουν να παραμείνουν στο υφιστάμενο (1-40), το οποίο προάγει την ισοπέδωση. Παρουσιάζονται διαφωνίες και για τα κριτήρια που έχουμε προτείνει, τα οποία θα οριστικοποιηθούν κατά τη διάρκεια της πενταετούς μεταβατικής περιόδου. Στο σχέδιο κανονισμών προνοείται ότι είναι απαραίτητη η συμμετοχή των εκπαιδευτικών οργανώσεων για την οριστικοποίηση αυτών των θεμάτων κατά τη μεταβατική περίοδο στο πλαίσιο της Επιτροπής Παρακολούθησης. Τελευταία, παρουσιάζονται αιτήματα για πρόσθετες κυρίως διευθυντικές θέσεις στα σχολεία, τα οποία το υπουργείο θα εξετάσει μόνο αφού ψηφιστεί το Σχέδιο Κανονισμών, ώστε να υπάρχει συγκεκριμένο πλαίσιο.
–Ενδεχομένως να έχουν δίκιο στο θέμα των διευθυντών.
–Θεωρούμε ότι ο διευθυντής γνωρίζει ή τουλάχιστον θα έπρεπε να γνωρίζει καλύτερα τις δυνατότητες και τις αδυναμίες του κάθε εκπαιδευτικού. Με την κατάλληλη επιμόρφωση, θα μπορούν να διαδραματίσουν ρόλο και στην αριθμητική αξιολόγηση (εκτός από τη διαμορφωτική) σε ένα μικρό ποσοστό.
–Πώς κρίνετε την απόφαση της κοινοβουλευτικής επιτροπής Παιδείας να ανοίξει νέο κύκλο επαφών με τους εμπλεκόμενους φορείς, ταυτόχρονα με την κατ’ άρθρο συζήτηση του νομοσχεδίου;
–Είμαι πολύ ικανοποιημένη που η Επιτροπή προχωρεί στην κατ’ άρθρο συζήτηση και δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα, αν ταυτόχρονα προβεί σε επαφές με τους εμπλεκόμενους. Η έγνοια μας είναι οι τροπολογίες που θα γίνουν να μην αλλοιώνουν την επιστημονικότητα και την εφαρμοσιμότητα του σχεδίου.
–Σε περίπτωση που οι αλλαγές αγγίζουν την ουσία του νομοσχεδίου, τι θα κάνετε;
–Στείλαμε το μήνυμα ότι δεν μπορεί να αλλάξει η φιλοσοφία του νομοσχεδίου. Ευελπιστώ ότι μέσω της συνεχούς διαβούλευσης με την Επιτροπή θα το διασφαλίσουμε αυτό για το καλό της Παιδείας.
–Αναλαμβάνουμε να κάνουμε τη δουλειά του υπουργείου, είπαν κάποιοι βουλευτές.
–Επιτρέψτε μου να διαφωνήσω. Ο διάλογος που προηγήθηκε ήταν εξαντλητικός, ουσιαστικός και πολυεπίπεδος. Καταθέσαμε στη Βουλή μια ολοκληρωμένη και τεκμηριωμένη πρόταση. Από εδώ και πέρα, όπως προβλέπει η διαδικασία αναλαμβάνει η Βουλή να κάνει την κατ’ άρθρο συζήτηση, να προβεί στις αλλαγές που θεωρεί αναγκαίες και να λάβει την τελική της απόφαση. Αυτό προβλέπει η λειτουργία της Δημοκρατίας και με θεσμική συνεργασία να διαμορφωθεί το πλαίσιο που θα οδηγηθεί στην Ολομέλεια.
–Υπάρχει χρονοδιάγραμμα για την ψήφιση του συγκεκριμένου νομοσχεδίου;
–Η Ε.Ε. έθεσε το χρονοδιάγραμμα. Πρέπει να ψηφιστεί μέχρι το τέλος του έτους και να αρχίσει να εφαρμόζεται από 1η Ιανουαρίου του 2026 – προβλέπεται εφαρμογή μόνο επιμορφώσεων τον πρώτο χρόνο. Σε αντίθετη περίπτωση, θα μας επιβληθεί πρόστιμο 60 εκατομμυρίων ευρώ.
–Θα πληρώσουμε ή δεν θα λάβουμε τα 60 εκατομμύρια που προβλέπονται στο ταμείο ανάκαμψης;
–Θα αποκοπούν τουλάχιστον 60 εκατομμύρια από το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας υπό μορφή προστίμου.
–Σας ανησυχεί ότι είμαστε σε προεκλογική περίοδο;
–Ευελπιστώ ότι μια τόσο σημαντική μεταρρύθμιση δεν θα καταστεί έρμαιο μικροπολιτικών και προεκλογικών σκοπιμοτήτων. Είναι μια νομοθεσία της κυβέρνησης που προκύπτει από την ανάγκη να αλλάξει το δημόσιο σχολείο. Το αξίζουν τα παιδιά και οι εκπαιδευτικοί μας.




























