
ΚΥΠΕ
Αντισυνταγματικός κρίθηκε τη Δευτέρα από το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο ο νόμος που ψηφίστηκε από την Ολομέλεια της Βουλής το 2025, μετά από πρόταση νόμου Βουλευτών, ώστε να καταστεί υποχρεωτική η τοποθέτηση χρονομέτρου αντίστροφης μέτρησης σε φώτα τροχαίας, στα οποία εγκαθίστανται συσκευές φωτοεπισήμανσης προκειμένου να καταγράφεται ο χρόνος που απομένει μέχρι να σβήσει ο πράσινος σηματοδότης και να ανάψουν, διαδοχικά, ο πορτοκαλί και ο κόκκινος σηματοδότης τροχαίας.
Συγκεκριμένα, το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο έκρινε πως ο εν λόγω Νόμος είναι «αντίθετος και ασύμφωνος» με το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας και ότι παραβιάζονται άρθρα του Συντάγματος, που αφορούν στη δημοσιονομική πολιτική του κράτους και προνοούν ότι απαγορεύεται η υποβολή πρότασης νόμου συνεπαγόμενη αύξηση των προβλεπόμενων από τον τρέχοντα ή μελλοντικό προϋπολογισμό εξόδων.
Ο περί Τροχαίων Αδικημάτων (Χρήση Συσκευών Φωτοεπισήμανσης και Άλλα Συναφή Θέματα), Tροποποιητικός Νόμος του 2025, ψηφίστηκε από τη Βουλή των Αντιπροσώπων στις 13 Μαρτίου του 2025, με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να τον αναπέμπει στις 31 του ίδιου μήνα, κατόπιν νομικής συμβουλής του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αιτήθηκε συγκεκριμένα κατά πόσον ο εν λόγω Νόμος είναι «αντίθετος και ασύμφωνος» με το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, ιδιαιτέρως τα Άρθρα 54, 61, 80.2, 167 και 179 και την Αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών, από την οποίαν το Σύνταγμα διαπνέεται.
«Γνωματεύουμε ότι ο υπό Αναφορά Νόμος είναι αντίθετος και ασύμφωνος προς τις διατάξεις του Άρθρου 80.2 του Συντάγματος και κατά προέκταση, βρίσκεται σε αντίθεση και προς το Άρθρο 179 του Συντάγματος», αναφέρει στην σημερινή απόφασή του το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο.
Η Γνωμάτευση του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου έχει ήδη κοινοποιηθεί στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και στη Βουλή των Αντιπροσώπων, σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 140.2 του Συντάγματος.
Σύμφωνα με το ΑΣΔ «η υποχρέωση του κράτους για τοποθέτηση χρονομέτρων αντίστροφης μέτρησης στα φώτα τροχαίας, όπου λειτουργούν συσκευές φωτοεπισήμανσης, θα επιφέρει αναπόδραστα, πρόσθετες δαπάνες και χρεώσεις, καθώς για να καταστεί αυτό δυνατό, όπως και αναλυτικά επεξηγήθηκε από τους καθ΄ ύλην αρμόδιους σε συνεδρία της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων, θα απαιτηθεί πρόσθετος εξοπλισμός, αλλαγή ή τοποθέτηση καλωδίων, μετατροπή του λογισμικού συστήματος και των υφιστάμενων φώτων τροχαίας».
Το αρμόδιο Δικαστήριο έκρινε ότι δεν το βρίσκει σύμφωνο η προσέγγιση της Βουλή, σύμφωνα με την οποία δεν τίθεται ζήτημα αύξησης των δαπανών, αφού όπως σημειώνει «μετά την πάροδο των έξι μηνών θα επέλθει, ως μόνη συνέπεια, η αναστολή των προνοιών του βασικού Νόμου».
«Δεν είναι ζήτημα επιλογής της Εκτελεστικής Εξουσίας», αναφέρει, «αλλά υποχρέωση συμμόρφωσής της με τον υπό αναφορά Νόμο, η δημοσίευση του οποίου, ως ήδη λέχθηκε, συνεπάγεται την αύξηση των προβλεπομένων από τον προϋπολογισμό εξόδων», αναφέρεται στην απόφαση.
Ο υπό αναφορά Νόμος αναφέρει ότι σε περίπτωση τοποθέτησης και λειτουργίας συσκευών Φωτοεπισήμανσης, με τις οποίες ελέγχεται η συμμόρφωση με τους φωτεινούς σηματοδότες τροχαίας, τοποθετείται και λειτουργεί επίσης χρονόμετρο αντίστροφης μέτρησης, με το οποίο μετράται ο χρόνος ο οποίος απομένει μέχρι να σβήσει ο πράσινος φωτεινός σηματοδότης τροχαίας και να ανάψει,διαδοχικά, ο πορτοκαλής και ο κόκκινος φωτεινός σηματοδότης τροχαίας.
Νοείται, σημειώνεται, ότι η ως άνω λειτουργία του χρονομέτρου αντίστροφης μέτρησης αφορά και στην περίπτωση της στροφής προς τα δεξιά με απεικόνιση πράσινου βέλους.
Επιπρόσθετα, ο αναφορά Νόμος αναφέρει ότι σε περίπτωση κατά την οποία δεν καταστεί δυνατή, εντός έξι μηνών από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Τροχαίων Αδικημάτων (Χρήση Συσκευών Φωτοεπισήμανσης και Άλλα Συναφή Θέματα) (Τροποποιητικού) (Αρ. 2) Νόμου του 2025, η τοποθέτηση και λειτουργία χρονομέτρων αντίστροφης μέτρησης δυνάμει των διατάξεων της πιο πάνω παραγράφου (α), η εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου (α) του άρθρου 3 για την παράλειψη συμμόρφωσης σχετικά με φώτα τροχαίας, αναστέλλεται έως την τοποθέτηση και λειτουργία των εν λόγω χρονομέτρων.
Η θέση της Νομικής Υπηρεσίας, όπως αυτή αναπτύχθηκε από την εκπρόσωπό της, έχει ως κεντρικό σημείο αναφοράς, την παραβίαση του Άρθρου 80.2 του Συντάγματος και την Αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών, με δεδομένο πως για την εγκατάσταση χρονομέτρων, χρειάζονται επιπρόσθετες πιστώσεις και δαπάνες και συνεπαγόμενη επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού.
Πέραν τούτου, προβάλλεται «κατάφωρη και αυταπόδεικτη» επέμβαση της Νομοθετικής Εξουσίας στη διοικητική λειτουργία της Εκτελεστικής Εξουσίας, καθώς αποτελεί ζήτημα για το οποίο η Εκτελεστική Εξουσία έχει τις τεχνικές γνώσεις, την αρμοδιότητα και την τεχνολογία που απαιτείται για υλοποίηση τέτοιου έργου, αναφέρει η απόφαση.