

Του Απόστολου Τομαρά
Χωρίς σημαντικές διαφοροποιήσεις στο τιμολογιακό κομμάτι κύλησαν τα πρώτα εικοσιτετράωρα της απελευθερωμένης πλέον αγοράς ενέργειας. Το νέο μοντέλο στην πράξη δεν έκανε τη διαφορά, εκτός ελαχίστων περιπτώσεων την πρώτη μέρα, τουναντίον επιβεβαίωσε τις εκτιμήσεις υπουργείου Ενέργειας και άλλων παραγόντων της αγοράς πως το ζητούμενο που είναι η μείωση της τιμής του ρεύματος θα παραμείνει προσδοκία για αδιευκρίνιστο χρονικό διάστημα. Κατά τις πρώτες τέσσερις μέρες δεν παρατηρήθηκαν εκπλήξεις μιας και οι τιμές κλεισίματος της αγοράς ενέργειας κινήθηκαν στα ίδια επίπεδα πριν από την απελευθέρωση. Μια εξέλιξη που δημιούργησε συγκρατημένη αισιοδοξία μιας και δεν παρατηρήθηκαν στρεβλώσεις με το καλημέρα, όπως επισήμαναν τεχνοκράτες από τον λειτουργό της αγοράς που είναι ο Διαχειριστής Συστήματος Μεταφοράς Κύπρου (ΔΣΜΚ). Οι ίδιες πηγές εκτιμούν πως η είσοδος στο νέο περιβάλλον παρουσιάζει στοιχεία που μπορούν να οδηγήσουν σε ομαλοποίηση, ωστόσο, όπως επισημαίνεται, θα απαιτηθεί χρόνος προκειμένου να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα. Στα θετικά των πρώτων ημερών καταγράφεται και η ομαλή λειτουργία των υποδομών της νέας αγοράς, κάτι που θα βοηθήσει το κομμάτι της προσαρμογής. Από τα στοιχεία που υπάρχουν φαίνεται ξεκάθαρα πως οι στρεβλώσεις που υπήρχαν κυρίως με τις τιμές της παραγόμενης ενέργειας από ΑΠΕ δεν θα εκλείψουν στο άμεσο μέλλον, με το ευρωπαϊκό μοντέλο «Στόχος» να διατηρεί το χάσμα που υπήρχε μεταξύ του χαμηλού κόστους παραγωγής και υψηλής τιμής πώλησης καθαρής ενέργειας που κάτω από προϋποθέσεις θα μπορούσε να σπρώξει τις λιανικές τιμές ρεύματος κάτω από τα σημερινά επίπεδα. Κάτι που φαίνεται ξεκάθαρα και από τα συμπεράσματα μελέτης που πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό του υπουργείου Ενέργειας.
Μείωση της λιανικής ρεύματος μέχρι και 20% εάν χρησιμοποιείτο σήμερα Φ.Α. για παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος δείχνει μελέτη του The Cyprus Institute
Χωρίς εκπλήξεις
Από τις πράξεις που πραγματοποιήθηκαν από τα μεσάνυχτα της περασμένης Τρίτης προς Τετάρτη μέχρι και την Παρασκευή μπορούν να εξαχθούν κάποια συμπεράσματα για την κατεύθυνση προς την οποία θα κινηθεί η απελευθερωμένη αγορά ενέργειας το επόμενο διάστημα και εν πολλοίς θα διαμορφώσει τα πακέτα των νέων προϊόντων ηλεκτρικής ενέργειας που θα προσφερθούν στην αγορά. Με βάση στοιχεία από τον ΔΣΜΚ η χονδρική αγορά ενέργειας κινήθηκε στα 17,5 σεντ η κιλοβατώρα, με μοναδική εξαίρεση κάποιες ώρες της πρώτης μέρας της απελευθερωμένης αγοράς όπου η χαμηλή ζήτηση ρεύματος, λόγω της αργίας της Ημέρας Ανεξαρτησίας, οδήγησε σε μηδενικές τιμές. Συγκεκριμένα, κατά τις ώρες 10:30 π.μ. και 2:30 μ.μ. η ζήτηση που υπήρχε καλύφθηκε στο σύνολό της από την παραγωγή ΑΠΕ. Τη συγκεκριμένη περίοδο δεν παρατηρήθηκε η ανάγκη χρήσης της συμβατικής παραγωγής της ΑΗΚ, κάτι που οδήγησε σε μηδενικές τιμές κλεισίματος ενέργειας από ΑΠΕ. Τις υπόλοιπες ώρες της πρώτης ημέρας και τις επόμενες η κάλυψη του ενεργειακού ελλείμματος από τις συμβατικές μονάδες οδήγησε τη χονδρική τιμή της κιλοβατώρας στα 17,5 σεντ. Τιμή κλεισίματος στην οποία αν προστεθούν και οι υπόλοιπες χρεώσεις των τιμολογίων δεν διαφοροποιούνται τα σημερινά τιμολόγια ρεύματος.
Τα υπέρ
Οι διακυμάνσεις που καταγράφηκαν στη χονδρική τιμή του ρεύματος ανάλογα με την ώρα και με τη μορφή της παραγόμενης ενέργειας (ΑΠΕ ή συμβατική) θα διαμορφώσουν το νέο τοπίο ενέργειας στη λιανική και χονδρική αγορά. Το χαμηλό κόστος παραγωγής καθαρής ενέργειας θα επιτρέψει στους παραγωγούς να διαμορφώσουν ολοκληρωμένα πακέτα ρεύματος ανάλογα με την περίοδο παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ. Αυτό σημαίνει πως στους καταναλωτές θα προσφερθούν ελκυστικά πακέτα με μειωμένες τιμές για τις ώρες εκείνες όπου η συμβατική παραγωγή, που σπρώχνει τη χονδρική τιμή προς τα πάνω, θα είναι μειωμένη. Αυτές οι ώρες είναι από τις 10 το πρωί έως και τις 4 το απόγευμα όπου τα συστήματα ΑΠΕ σταδιακά τίθενται εκτός λειτουργίας. Την προσφορά πακέτων με βάση την ώρα κατανάλωσης υποστηρίζουν οι έξυπνοι μετρητές η τοποθέτηση των οποίων βρίσκεται σε εξέλιξη. Το επόμενο διάστημα δεν αποκλείεται να προσφερθούν πακέτα στους καταναλωτές που μπορεί να έχουν ως κύρια χαρακτηριστικά: Τη χρονική διάρκεια του συμβολαίου, την κυμαινόμενη ή σταθερή τιμή πώλησης της κιλοβατώρας, ένα σταθερό μηνιαίο λογαριασμό και εκκαθάριση τέλος του χρόνου, ελκυστική τιμή της κιλοβατώρας για ένα σταθερό μηνιαίο όγκο κατανάλωσης, συνέπεια στην εξόφληση των λογαριασμών.
Τα κατά
Και αν στη λιανική αγορά μπορούν να διαμορφωθούν συνθήκες που μπορούν να ρίξουν τις τιμές ρεύματος, δεν συμβαίνει το ίδιο με τη χονδρική αγορά, όπου κατά το υπουργείο Ενέργειας η μεταβατική περίοδος απελευθέρωσης της αγοράς, δημιούργησε απρόσμενα κέρδη στους παραγωγούς ενέργειας χαμηλού κόστους (ηλιακά και αιολικά). Τα ποσοστά απόδοσης των επενδύσεων σε ΑΠΕ είναι ένα ζήτημα που απασχολεί την αγορά ενέργειας εδώ και 20 χρόνια. Αρχικά η τιμή πώλησης ηλιακής ενέργειας στην ΑΗΚ είχε προκαλέσει έντονες αντιδράσεις, με το αρμόδιο υπουργείο να προχωρά σε σταδιακές μειώσεις. Παρά ταύτα η εκτίμηση που συνέχισε να υπάρχει ήταν πως το χάσμα μεταξύ κόστους παραγωγής και πώλησης δεν εξαλείφθηκε με αποτέλεσμα να συνεχισθεί το απρόσμενο κέρδος για τους ανεξάρτητους παραγωγούς. Όπως διαφάνηκε κατά τις πρώτες τρεις μέρες της απελευθερωμένης αγοράς, οι παραγωγοί καθαρής ενέργειας θα συνεχίσουν τα απρόσμενα κέρδη μιας και την τιμή κλεισίματος της αγοράς ενέργειας την καθορίζει η συμβατική παραγωγή της ΑΗΚ το κόστος της οποίας είναι υψηλό λόγω του ακριβού καυσίμου που χρησιμοποιείται για την παραγωγή. Κατά τον ΔΣΜΚ αυτό σημαίνει πως η ΑΗΚ, εν αντιθέσει με τους παραγωγούς ηλιακής ενέργειας, είναι αναγκασμένη να καταθέσει προσφορά στη βάση του πραγματικού κόστους παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Σε μια τέτοια περίπτωση το μοντέλο «Στόχος» θα λαμβάνει ως τιμή κλεισίματος την υψηλότερη τιμή και όλες οι προσφορές που έχουν γίνει δεκτές, ασχέτως υποβληθείσας τιμής θα αποζημιώνονται με την τιμή κλεισίματος. Αυτό σημαίνει πως όσο χρονικό διάστημα η συμβατική παραγωγή θα διατηρεί υψηλές τις τιμές της χονδρικής, τα απρόσμενα κέρδη των ανεξάρτητων παραγωγών θα διατηρηθούν. Απλώς να αναφέρουμε πως σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες όπως η Γερμανία το κόστος παραγωγής ΑΠΕ κυμαίνεται γύρω στο 6 σεντ η κιλοβατώρα.
Οι προσδοκίες
Στην κυβέρνηση γίνεται παραδεκτό πως το άνοιγμα της αγοράς ενέργειας έγινε με ελλείψεις κριτηρίων υγιούς αγοράς που έχουν άλλες ευρωπαϊκές αγορές. Κατά τις ίδιες απόψεις η αγορά ενέργειας θα εξομαλυνθεί όταν: το ηλεκτρικό σύστημα της Κύπρου θα πάψει να είναι ένα απομονωμένο σύστημα (ηλεκτρική διασύνδεση με ευρωπαϊκά συστήματα) και η Κύπρος αποκτήσει συστήματα αποθήκευσης, εξέλιξη που θα επιτρέψει στους ανεξάρτητους παραγωγούς να διαθέτουν ενέργεια στη χονδρική αγορά τις ώρες εκείνες που τα συστήματά τους είναι εκτός παραγωγής. Αυτό σημαίνει πως η αύξηση της διαθέσιμης καθαρής ενέργειας θα μειώσει την εξάρτηση από τη συμβατική παραγωγή, τουτέστιν θα δημιουργήσει προϋποθέσεις για μείωση των τιμών. Ένα τρίτο κριτήριο το οποίο θα μπορούσε να λειτουργήσει θετικά στη τιμή του ρεύματος είναι και η χρήση Φ.Α. για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Φ.Α. το οποίο θα αντικαθιστούσε το ακριβό ντίζελ που χρησιμοποιείται σήμερα και θα μείωνε σημαντικά και το κομμάτι ρύπων που επιβαρύνεται σήμερα ο καταναλωτής.
Φ.Α. και τιμή ρεύματος
Η απουσία Φ.Α. για παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος είναι έντονη και στο νέο περιβάλλον ενέργειας. Μελέτη που πραγματοποιήθηκε τον περασμένο μήνα για λογαριασμό του υπουργείου Ενέργειας με το ερώτημα «Πόσο θα μειωνόταν η τιμή του ηλεκτρισμού αν είχαμε φυσικό αέριο στην ηλεκτροπαραγωγή;» καταλήγει στο συμπέρασμα πως η λιανική τιμή του ρεύματος θα μπορούσε να υποχωρήσει από 15% έως 20% με την επισήμανση πως η επίδρασης του Φ.Α. στη διαμόρφωση της λιανικής τιμής ηλεκτρισμού θα εξαρτηθεί και από τη λειτουργία της αγοράς ηλεκτρισμού. Η μελέτη έχει λάβει υπόψη της τρία σενάρια τιμών αγοράς ΦΑ: 8, 12, 19 $/MMBTU βάσει διακύμανσης των τιμών LNG στην Ευρώπη το 2023-2025 και πιθανών συμβολαίων αγοράς LNG (σημερινές τιμές: $11-12). Με δεδομένα την τιμή κιλοβατώρας 28,3 σεντ (09/2025) και κατανάλωση 1500 kWh η μελέτη στο σενάριο με χαμηλή τιμή ΦΑ δείχνει μείωση της κιλοβατώρας στα 22,2 σεντ, με ενδιάμεση μείωση 23,4 σεντ και υψηλή τιμή Φ.Α. μείωση 25,6 η κιλοβατώρα. Το ποσοστό μείωσης στο οποίο καταλήγει η μελέτη αφορά το 75-80% των οικιακών καταναλωτών που δεν έχουν εγκατεστημένα φωτοβολταϊκά. Όσοι έχουν Φ.Β. με net metering επηρεάζονται ελάχιστα.