ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Γιατί η Fitch υποβάθμισε τις ΗΠΑ

Δυσφορία στον Λευκό Οίκο, έκπληξη στις αγορές – Η κίνηση του οίκου δεν επηρεάζει την επικείμενη αναβάθμιση της Ελλάδας

Kathimerini.gr

Ελευθερία Κούρταλη

Ο οίκος αξιολόγησης Fitch υποβάθμισε αιφνιδιαστικά τις ΗΠΑ αργά το βράδυ της Τρίτης, αφαιρώντας την κορυφαία αξιολόγηση του τριπλού «Α» που διατηρούσαν, μια κίνηση που προκάλεσε σφοδρή αντίδραση από τον Λευκό Οίκο και εξέπληξε επενδυτές και αναλυτές.

Ειδικότερα, η Fitch υποβάθμισε τις Ηνωμένες Πολιτείες σε ΑΑ+, επικαλούμενη «την αναμενόμενη δημοσιονομική επιδείνωση τα επόμενα τρία χρόνια, το υψηλό και αυξανόμενο βάρος του χρέους της γενικής κυβέρνησης και τη διάβρωση της διακυβέρνησης», τονίζοντας πως οι επανειλημμένες διαπραγματεύσεις και τα αδιέξοδα για το ανώτατο όριο χρέους απειλούν την ικανότητα της κυβέρνησης να τηρήσει τις υποχρεώσεις της. Η Fitch είχε επισημάνει την πιθανότητα υποβάθμισης από τον περασμένο Μάιο.

Η απόφαση ευθυγραμμίζει τη βαθμολογία του οίκου με αυτήν της S&P η οποία είχε υποβαθμίσει τις ΗΠΑ από το τριπλό «Α» το 2011, ενώ οι Moody’s και DBRS διατηρούν την αξιολόγησή τους στο «ΑΑΑ».

Η κίνηση της Fitch ήρθε δύο μήνες αφότου ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν και η Βουλή των Αντιπροσώπων κατέληξαν σε συμφωνία για το ανώτατο όριο του χρέους, τερματίζοντας μήνες πολιτικών διαπραγματεύσεων. «Κατά την άποψη της Fitch, υπήρξε μια σταθερή επιδείνωση των προτύπων διακυβέρνησης τα τελευταία 20 χρόνια, συμπεριλαμβανομένων των δημοσιονομικών θεμάτων και των θεμάτων χρέους, παρά τη δικομματική συμφωνία του Ιουνίου για αναστολή του ορίου χρέους έως τον Ιανουάριο του 2025», ανέφερε στη σχετική έκθεση ο οίκος αξιολόγησης.

Η υποβάθμιση ήρθε επίσης ενώ το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ ετοιμάζεται για ένα μπαράζ εκδόσεων χρέους. Τη Δευτέρα μάλιστα ανακοίνωσε ότι αναμένεται να δανειστεί 1,007 τρισ. δολ. το γ΄ τρίμηνο.

Η αντίδραση από την υπουργό Οικονομικών των ΗΠΑ Τζάνετ Γέλεν ήταν έντονη, καθώς τόνισε πως διαφωνεί κάθετα με την υποβάθμιση της Fitch, χαρακτηρίζοντάς την «αυθαίρετη» και ότι βασίζεται σε ξεπερασμένα δεδομένα.

Παρόμοια ήταν και η αντίδραση του Λευκού Οίκου, με την εκπρόσωπο Τύπου Καρίν Ζαν-Πιερ να δηλώνει πως «η υποβάθμιση των Ηνωμένων Πολιτειών σε μια στιγμή που ο πρόεδρος Μπάιντεν έχει επιτύχει την ισχυρότερη ανάκαμψη από οποιαδήποτε άλλη μεγάλη οικονομία στον κόσμο αψηφά την πραγματικότητα».

Οικονομολόγοι, συμπεριλαμβανομένου του πρώην υπουργού Οικονομικών των ΗΠΑ, Λάρι Σάμερς, και του επικεφαλής οικονομικού συμβούλου της Allianz, Μοχάμεντ Ελ-Εριάν, επέκριναν την απόφαση της Fitch, με τον Σάμερς να την αποκαλεί «περίεργη και άστοχη» και τον Εριάν να δηλώνει «μπερδεμένος» από το timing και το σκεπτικό του οίκου.

Η υποβάθμιση προκάλεσε τριγμούς στο δολάριο και στις διεθνείς χρηματιστηριακές αγορές κατά το ξεκίνημα των συναλλαγών, με τους επενδυτές να στρέφονται στο «ασφαλές καταφύγιο» της αγοράς κρατικών ομολόγων. Οι πιέσεις ωστόσο υποχώρησαν ελαφρώς στη συνέχεια, ενώ «ψύχραιμο» ήταν το άνοιγμα της Wall Street καθώς, όπως σημείωσαν και οι αναλυτές, ο αντίκτυπος από την απόφαση της Fitch αναμένεται να είναι περιορισμένος.

Το Χρηματιστήριο Αθηνών δεν μπόρεσε να αμυνθεί στη σημαντική επιδείνωση του διεθνούς κλίματος καθώς παρά τη βελτίωση των αποτιμήσεών του παραμένει μία σχετικά ρηχή και άρα ευάλωτη αγορά. Πάντως, κατάφερε να περιορίσει τις σημαντικές ενδοσυνεδριακές απώλειες που ξεπέρασαν το 3%, με εγχώριους αναλυτές να επισημαίνουν πως δόθηκε μέσω… ΗΠΑ η ευκαιρία σε πολλά χαρτοφυλάκια να κατοχυρώσουν τα σημαντικά κέρδη που έχουν καταγράψει το τελευταίο διάστημα.

Κατά την Goldman Sachs, η υποβάθμιση θα έχει μικρό άμεσο αντίκτυπο στις αγορές, καθώς είναι απίθανο να υπάρχουν σημαντικοί κάτοχοι κρατικών τίτλων των ΗΠΑ που θα αναγκαστούν να πουλήσουν με βάση την αλλαγή της αξιολόγησης. «Οι τίτλοι του αμερικανικού Δημοσίου αποτελούν μια πολύ σημαντική κατηγορία περιουσιακών στοιχείων από μόνοι τους. Οι περισσότερες επενδυτικές εντολές αναφέρονται σε αυτούς ειδικά, και όχι στην αξιολόγησή τους», όπως τονίζει.

Η υποβάθμιση από τη Fitch έχει περιορισμένο ενδιαφέρον για τους επενδυτές, τονίζει από την πλευρά της και η DZ Bank. Η αγορά των κρατικών ομολόγων των ΗΠΑ, όπως εξηγεί, εξακολουθεί να είναι πολύ μεγαλύτερη και πιο ρευστή από τους ανταγωνιστές της, όπως η Γερμανία, η Ολλανδία, η Σουηδία ή η Αυστραλία.

Μπορεί η κίνηση της Fitch να μην αποτελεί, σύμφωνα με τους αναλυτές, κάποιο ισχυρό σοκ για τις αγορές, έστω και αν η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου πέφτει από την κορυφή των αξιολογήσεων, ωστόσο λέει πολλά για το απρόσμενο σκεπτικό των οίκων αξιολόγησης.

Οπως έχει επισημάνει η Citigroup, ο κύκλος των αξιολογήσεων των χωρών αλλάζει, με τις υποβαθμίσεις να αναμένεται πλέον να ξεπεράσουν τις αναβαθμίσεις, λόγω των επιπτώσεων της επιβράδυνσης της ανάπτυξης καθώς και του ταχύτατου κύκλου σύσφιγξης της νομισματικής πολιτικής, ο οποίος πιέζει τα δημοσιονομικά των χωρών.

Η Ελλάδα εκτιμάται ευρέως πως θα ξεχωρίσει καθώς θα συνεχίσει να βλέπει βελτίωση της βαθμολογίας της, περνώντας σύντομα το κατώφλι της επενδυτικής βαθμίδας.

Ωστόσο, με βάση και την αιφνίδια απόφαση της Fitch για τις ΗΠΑ, κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα ότι η αναβάθμιση αυτή είναι και εξασφαλισμένη. Οπως έχουν διαμηνύσει και οι αναλυτές των οίκων (Fitch, S&P), αν και σίγουρα οι πιθανότητες για αναβάθμιση της Ελλάδας έχουν ενισχυθεί μετά το αποτέλεσμα των εκλογών, υπάρχει ακόμη κάποια απόσταση που πρέπει να καλυφθεί, ενώ συνεχίζουν να υφίστανται ανησυχίες, κυρίως στο μέτωπο του εξωτερικού τομέα.

Οπως σημειώνει στην «Κ» ο Πέτρος Στεριώτης, διευθύνων σύμβουλος ΚΕΠΕΥ, «η πολυαναμενόμενη αναβάθμιση της Ελλάδας σε επενδυτική βαθμίδα, σενάριο που στήριξε το Χ.Α. το τελευταίο εξάμηνο, πιθανώς δυσκολεύει, καθώς οι αναλυτές των οίκων θα πρέπει να εξηγήσουν το πώς δικαιολογείται πλέον η θετική απόκλιση της χώρας μας σε σύγκριση με τις ΗΠΑ, την κυρίαρχη παγκόσμια εθνική οικονομία».

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Οικονομία: Τελευταία Ενημέρωση