
Kathimerini.gr
Η θέση του δολαρίου ως κυρίαρχου αποθεματικού νομίσματος του πλανήτη εδώ και δεκαετίες, μοιάζει ακλόνητη. Είναι η «σταθερά» του διεθνούς εμπορίου, των παγκόσμιων κεφαλαιαγορών και το σημείο αναφοράς για τις οικονομίες σε όλο τον κόσμο. Η πρωτοκαθεδρία του ωστόσο δεν είναι δεδομένη. Οι παγκόσμιες γεωπολιτικές εντάσεις, οι πολιτικές αποφάσεις και οι οικονομικοί κίνδυνοι θέτουν σήμερα ερωτήματα για το μέλλον του. Για να γίνει κατανοητό το σήμερα, πρέπει κανείς να κοιτάξει πίσω, σε μια εποχή όπου το δολάριο δεν ήταν παρά ένα περιφερειακό νόμισμα και έχασε την πρωτοκαθεδρία του, γράφει η Wall Street Journal.
Πριν από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η παγκόσμια οικονομία κινούνταν με τη βρετανική λίρα. Το δολάριο ήταν δευτερεύον νόμισμα και οι αμερικανικές τράπεζες είχαν περιορισμένες δυνατότητες στο εξωτερικό. Αυτό άλλαξε ριζικά με τη δημιουργία της Ομοσπονδιακής Τράπεζας (Fed) το 1913. Διορατικές προσωπικότητες, όπως ο Γερμανοαμερικανός τραπεζίτης Πολ Γουόρμπουργκ, πίεσαν για τη δημιουργία μιας αγοράς εμπορικών πιστώσεων σε δολάρια, που θα επέτρεπε στους Αμερικανούς εισαγωγείς και εξαγωγείς να χρηματοδοτούν τις συναλλαγές τους στο δικό τους νόμισμα, μειώνοντας τον πιστωτικό κίνδυνο. Βεβαίως, οι προσπάθειές του υποστηρίχθηκαν από ευνοϊκές διαρθρωτικές συνθήκες. Οι ΗΠΑ ήταν η μεγαλύτερη οικονομία από το 1880. Εγιναν ο κορυφαίος εθνικός εξαγωγέας το 1913. Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, είχαν τις μεγαλύτερες χρηματοπιστωτικές αγορές και ήταν η κύρια πηγή ξένων δανείων. Ετσι, δεν υπήρχε τίποτα το παράδοξο στην άνοδο του δολαρίου – εκτός ίσως από το πόσο καιρό χρειάστηκε για να φτάσει στην κορυφή. Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1920, το δολάριο είχε εκτοπίσει τη λίρα ως το κορυφαίο διεθνές νόμισμα.
Και πάλι όμως η κυριαρχία αυτή δεν κράτησε πολύ. Με την έναρξη της Μεγάλης Υφεσης, το 1929, η διεθνής αγορά δολαρίου κατέρρευσε. Οι εμπορικές συναλλαγές μειώθηκαν δραματικά και οι χρηματοπιστωτικές κρίσεις έπληξαν την εμπιστοσύνη στο αμερικανικό τραπεζικό σύστημα. Η Fed, υπό την πίεση πολιτικών όπως ο Κάρτερ Γκλας, ο οποίος κατηγόρησε τη χαλαρή πολιτική για την κρίση, αρνήθηκε να παρέμβει και να στηρίξει την αγορά. Ως αποτέλεσμα, η αξία του δολαρίου στις διεθνείς συναλλαγές μειώθηκε δραματικά. Ο νόμος Smoot-Hawley (1930) που αύξησε δραματικά τους δασμούς σε χιλιάδες εισαγόμενα προϊόντα, προκαλώντας αντίποινα από άλλες χώρες, επέφερε ένα ακόμη πλήγμα στο εμπόριο. Τρεις καταστροφικές χρηματοπιστωτικές κρίσεις διέκοψαν τη ροή της χρηματοδότησης και αποθάρρυναν τους εισαγωγείς και τους εξαγωγείς από το να βασίζονται στο τραπεζικό σύστημα των ΗΠΑ. Μόνο μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο το δολάριο απέκτησε ξανά την ισχύ του. Η αμερικανική οικονομία ήταν η μόνη που είχε μείνει όρθια, και το δολάριο έγινε το παγκόσμιο νόμισμα εξ ορισμού. Η Fed, έχοντας διδαχθεί από την προηγούμενη εμπειρία, ανέλαβε πλέον τον ρόλο του «δανειστή έσχατης ανάγκης», διασφαλίζοντας τη σταθερότητα και τον κυρίαρχο ρόλο του δολαρίου για τις επόμενες δεκαετίες.
Σήμερα, οι ανησυχίες για το μέλλον του δολαρίου επανέρχονται στο προσκήνιο. Η χρήση οικονομικών κυρώσεων, το αυξανόμενο χρέος των ΗΠΑ και οι δασμοί που επιβλήθηκαν από την κυβέρνηση Tραμπ έχουν κάνει ορισμένες χώρες, όπως η Ρωσία, να αναζητούν εναλλακτικές λύσεις. Το κινεζικό γουάν, για παράδειγμα, κερδίζει έδαφος στις διεθνείς συναλλαγές. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι η υπερβολική εμπλοκή της Αμερικής στην παγκόσμια οικονομία και το χρέος θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην υποτίμηση του δολαρίου. Ωστόσο, πολλοί παραμένουν αισιόδοξοι. Το τεράστιο μέγεθος της αμερικανικής οικονομίας και η ευρεία χρήση του δολαρίου παγκοσμίως καθιστούν εξαιρετικά δύσκολη την αντικατάστασή του.
Το βασικότερο μάθημα από την Ιστορία είναι ότι η διεθνής πρωτοκαθεδρία του δολαρίου δεν είναι αιώνια. Δεν είναι κάτι που απλώς υπάρχει, αλλά κάτι που πρέπει να υποστηρίζεται ενεργά. Απαιτούνται η λήψη πολιτικών αποφάσεων και η ορθή διαχείριση της Fed, μακριά από πολιτικές παρεμβάσεις, σημειώνουν οι αναλυτές. Το μέλλον του δολαρίου θα εξαρτηθεί από το αν οι σημερινοί πολιτικοί ηγέτες θα μπορέσουν να διατηρήσουν την εμπιστοσύνη που έχτισαν οι προκάτοχοί τους.