ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Το διακύβευμα αυτών των εκλογών

Της Αργυρώς Νικολάου

Είναι δύσκολο να περιγράψω τη θλίψη, τον θυμό και την απελπισία που ένιωσα όταν τον προηγούμενο Οκτώβρη επισκέφτηκα το σπίτι της μάνας μου στο Βαρώσι για πρώτη φορά στη ζωή μου. Τα συντρίμμια μιας ολόκληρης ζωής τα ‘στόλιζαν’, παράδοξα, κάτι καινούριες γλάστρες με χρωματιστά λουλούδια που τοποθέτησε ο τουρκικός στρατός, μια αντίθεση γκροτέσκου χαρακτήρα που συμβολίζει την κατάσταση της Κύπρου ολόκληρης τα τελευταία 47 χρόνια.

Μεγαλώνοντας, χτίζαμε το σπίτι, τη γειτονιά, την παιδικότητα της μάνας μας στη φαντασία μας, δομούσαμε μια ολόκληρη πόλη μέσα από τις αναμνήσεις της, αυτές των θείων μου και του μακαρίτη του παππού μου. Τη γιαγιά μου δεν την γνωρίσαμε ποτέ επειδή πέθανε τρία χρόνια μετά την εισβολή. Ο καρκίνος της δεν ήταν εντελώς ασύνδετος με το άγχος και το τραύμα που πέρασε σαν Κύπρια βιώνοντας την ταραχώδη περίοδο από το 1955 μέχρι και το πραξικόπημα και την εισβολή του 1974.

Όταν επιτέλους βρέθηκα αυτοπροσώπως, απέναντι στο σπίτι στην οδό Κάστορος 2 στις 14 Οκτωβρίου 2020, και είδα με τα ίδια μου τα μάτια το σπίτι το οποίο είχε γίνει μύθος στη φαντασία μου, κατατρεγμένο από βλάστηση, τα τζάμια σπασμένα, και κάποια κομμάτια κουρτίνας ακόμα να ανεμίζουν από το ζεστό αέρα που ερχόταν από τη θάλασσα, ένιωσα τα πόδια μου να λυγίζουν. Ένιωσα την αδικία να με τσακίζει, να γίνεται κόμπος στο λαιμό. Μπροστά στο σπίτι της μάνας μου, με κατέβαλε το πένθος. Πένθος για το χαμένο παρελθόν, αλλά και για το χαμένο μας μέλλον.

Ένιωσα, εν ολίγοις, αυτό που κάποιο αποκαλούν ‘το βάρος της ιστορίας’. Δεν επικαλούμαι το βάρος αυτό με την εθνικιστική του ερμηνεία σαν πολεμοχαρής κραυγή, αλλά σαν μια πραγματικότητα την οποία ο κάθε άνθρωπος πρέπει να αναλογιστεί.

Ξαφνικά, λοιπόν, μπροστά σ’αυτό το σπίτι, το παρόν μου—αλλά και το μέλλον μου, γιατί ο χρόνος είναι ένας και πάντα ρέει—δεν έστεκε έξω από την ιστορία, αλλά ήταν μέρος της, ήταν ένα με τον τόπο, με τρόπο έντονο, αδιαμφισβήτητο, και ένα με την μοίρα του τόπου από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Ένιωσα, άμεσα και αδιαμφισβήτητα, πόσο άρρηκτα συνδεδεμένοι είμαστε ο ένας με τον άλλο, κι όλοι μας με αυτό το νησί που έχουμε την τύχη να ονομάζουμε πατρίδα μας.

Γιατί όμως βρέθηκα σ’αυτή τη θέση; Γιατί βρεθήκαμε όλοι μας, και συνεχίζουμε να βρισκόμαστε, σ’αυτή την απέλπιδα θέση, να βλέπουμε καθημερινά το ίδιο μας το σπίτι, εγκαταλελειμμένο, λεηλατημένο, και να του γυρίζουμε την πλάτη; Γιατί προτιμούμε, ως επί τω πλείστω, να αγνοούμε τα σκληρά δεδομένα μπροστά στα μάτια μας, και να ασπαζόμαστε αφηγήματα τα οποία δεν συνάδουν με την πραγματικότητα;

Είναι πολλοί οι λόγοι που μας έφεραν εδώ. Πέραν της παράνομης τουρκικής εισβολής, είναι και τα εγκλήματα, τα λάθη και οι κακοί χειρισμοί της δικής μας πλευράς, η απουσία της πραγματικής ελευθεριακής παιδείας που να προωθεί την κριτική σκέψη, οι συμμορίες του ρουσφετιού, οι συσσωρευμένες αδικίες των τελευταίων 47 χρόνων, τις οποίες συνεχίζουμε σαν κοινωνία να ανεχόμαστε. Εγκλήματα τα οποία στολίζουμε, εμείς από μόνοι μας, με τις βιτρίνες μιας βολεμένης ζωής, η οποία φαίνεται, όλο και περισσότερο, με κάθε αποκάλυψη παράτυπου διαβατηρίου, με κάθε πλαστό ή παραποιημένο πτυχίο ή απολυτήριο, με κάθε ‘μιλημένο’ διορισμό, με κάθε απόδειξη αποφυγής τραπεζικού κουρέματος, να είναι πέρα για πέρα φτιαχτή, και φτιαγμένη για να εξυπηρετεί το πολιτικό και οικονομικό κατεστημένο του τόπου.

Η Γερμανο-αμερικανίδα φιλόσοφος εβραϊκής καταγωγής Χάνα Άρεντ έγραψε λίγο πριν το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, το 1943, πως οι πρόσφυγες είναι η ‘πρωτοπορία’ των λαών τους (“the vanguard of their peoples”). Οι πρόσφυγες, δηλαδή, με τις τραυματικές εμπειρίες τους--εμπειρίες που φαντάζουν τόσο μακριά από τις ζωές των ανθρώπων που ζουν άνετα στα σπίτια τους και δεν βίωσαν ποτέ τη βία του εκτοπισμού και της εκδίωξης--συμβολίζουν την ανθρώπινη τρωτότητα στο πλαίσιο του παγκόσμιου συστήματος εθνών-κρατών. Μια τέτοια πλαισίωση των προσφύγων ως παράδειγμα ιστορικής συνείδησης προσφέρει και ένα δυνατό επιχείρημα για την ενσυναίσθηση και την αλληλεγγύη, όχι μόνο με συνανθρώπους της εποχής μας, αλλά και με τους παππούδες, τις γιαγιάδες μας, τους προγόνους μας αλλά και με άγνωστα σε μας ιστορικά πρόσωπα που δεν υπάρχουν πια.

Όταν λοιπόν κατηγορούνται οι όποιες ομάδες προσφύγων ότι με το να υψώνουν τη φωνή τους ‘τοπικίζουν’, οι κατηγορίες αυτές αφενός αποκαλύπτουν τα όρια της αλληλεγγύης αυτών που τις επικαλούνται, και αφ’ετέρου χάνουν την ουσία. Η ουσία είναι αυτό που μας έδειξε η σύγχρονη κυπριακή ιστορία: πως οι κακοί χειρισμοί, οι εθνικιστικές φαντασιώσεις, και οι λαϊκισμοί μπορούν ανα πάσα στιγμή να (ξανα)προκαλέσουν τον εκτοπισμό μας, να μας οδηγήσουν στο να χάσουμε (κι άλλα) εδάφη, ίσως και ολόκληρη την πατρίδα μας, όπως είδαμε την περίκλειστη πόλη της Αμμοχώστου να χάνεται μπροστά στα μάτια μας τον περασμένο χειμώνα, ανάμεσα στις λωρίδες ποδηλάτων και τα γκαζίμπο που στήθηκαν για την επίσκεψη του Ερντογάν. Κι αυτό γιατί η ιστορία δεν είναι κάτι που μας συμβαίνει μόνο, αλλά και κάτι στο οποίο λαμβάνουμε μέρος και μπορούμε, με τον τρόπο μας, να επηρεάσουμε, έστω και στο επίπεδο της καθημερινότητάς μας. Ας πάψουμε λοιπόν να βλέπουμε την κατάσταση στην Κύπρο με την υπεροψία και την αφέλεια αυτών που αγνοούν τη σημασία της ιστορικότητας, και τον ρόλο του κάθε ανθρώπου στο να την ορίζει, ή τουλάχιστον να την αντιλαμβάνεται. Αυτή η αντίληψη συνεπάγεται και σαν ηθική υποχρέωση.

Όσες γλάστρες κι αν βάλει ο κατοχικός στρατός, όσο και να ‘καθαρίσει’, να οδοστρώσει, όσο και να χτίσει τις πόλεις και χωριά που κρατά ομήρους, δεν μπορεί να ξεπλύνει το έγκλημα της παράνομης εισβολής και κατοχής που συνεχίζει στο βόρειο μέρος του νησιού μας. Παρομοίως, όσο και να προσποιούμαστε συλλογικά πως η κατάσταση στην οποία ζούμε είναι ‘νορμάλ’, όσο και να κανονικοποιούμε, δηλαδή, το στάτους κβο, η αλήθεια είναι άλλη: ζούμε σε μια φτιαχτή κανονικότητα-γκροτέσκο, την οποία πρέπει επιτέλους να δούμε κατάματα και να αντιμετωπίσουμε με μια σοβαρή αλλαγή πλεύσης και προοπτικής, για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε να υπάρχουμε με αξιοπρέπεια σε αυτό το νησί.

Συμπατριώτισσες και συμπατριώτες, το στάτους κβο δεν είναι στατικό. Το στάτους κβο ουσιαστικά μας οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στη διχοτόμηση. Σε αντίθεση με τις επιλογές που έδινε μια πρόσφατη δημοσκόπηση, η κατάσταση ‘ως έχει’ δεν είναι πραγματική επιλογή για τους Κύπριους. Πίσω από τα τετριμμένα συνθήματα των μεγάλων κομμάτων, που επιχειρούν να ωραιοποιήσουν την παρακμή του πολιτικού μας λόγου, βρίσκονται τα συντρίμμια ενός κράτους και η αγωνία μιας κοινωνίας η οποία σιγά σιγά αντιλαμβάνεται πως αυτοί που θα έπρεπε να την υπηρετούν και να την προστατεύουν, στην ουσία την αφαιμάσσουν και την εξαπατούν. Είναι στα χέρια μας να μην αποδεχόμαστε τις συμπεριφορές που μας έφεραν ως εδώ: ένα μίλι πριν τη διχοτόμηση, με την αξιοπιστία μας σαν κράτος στο ναδίρ.

Στις εκλογές αυτής της Κυριακής, λοιπόν, σας παρακαλώ, μην απέχετε. Το διακύβευμα δεν είναι άλλο παρά το μέλλον της χώρας μας, το μέλλον της ανεξάρτητης ύπαρξης της Κύπρου και των Κυπρίων, πάσης εθνικότητας, στο νησί. Δεν στέλνετε κανένα μήνυμα με την αποχή. Η αποχή σας, είναι συνώνυμη με την ανοχή των όσων προανέφερα. Μήνυμα στέλνετε με την ψήφο σας. Ψηφίστε. Ψηφίστε ενάντια στον παλαιοκομματισμό, ενάντια στον εθνικισμό, ενάντια στα ψέματα που μας αποτρέπουν από το να διαχειριστούμε τα προβλήματα που μαστίζουν τον τόπο με ορθολογισμό και λογική. Επιλογές υπάρχουν. Ψηφίστε! Αν όχι για εσάς, για τις επόμενες γενιές και για την Κύπρο.

Η Αργυρώ Νικολάου είναι ακαδημαϊκός και σκηνοθέτης

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ