ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...

Μενελάου: Μια λύση θα πετύχει αν οι πολίτες νιώθουν ασφάλεια

Μία νέα διαδικασία διαπραγματεύσεων θα επιτύχει αν οι πολίτες, Ε/κ και Τ/κ, νιώθουν ότι η προοπτική επίλυσης του κυπριακού ζητήματος ενισχύει το αίσθημα ασφάλειάς τους

ΚΥΠΕ

Μία νέα διαδικασία διαπραγματεύσεων θα επιτύχει αν οι πολίτες, Ε/κ και Τ/κ, νιώθουν ότι η προοπτική επίλυσης του κυπριακού ζητήματος ενισχύει το αίσθημα ασφάλειάς τους, προστατεύει την κανονικότητα των καθημερινών τους ζωών, αυξάνει την ευημερία τους, προσφέρει ένα πιο ελπιδοφόρο μέλλον και απαλείφει οποιοδήποτε έδαφος για αναβίωση της διένεξης του παρελθόντος, δήλωσε ο Ε/κ Διαπραγματευτής Μενέλαος Μενελάου, διαβεβαιώνοντας παράλληλα ότι «παραμένουμε σταθερά δεσμευμένοι στην διαμόρφωση μιας θετικής πορείας προς τα μπρος».

Ο κ. Μενελάου μιλούσε, την Πέμπτη το βράδυ, κατά τη διάρκεια συζήτησης στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας υπό τον τίτλο «Προοπτικές στη Σχέση μεταξύ της ΕΕ και της Κύπρου και το Κυπριακό Πρόβλημα», η οποία συνδιοργανώθηκε από το Κυπριακό Κέντρο Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων και το Κέντρο Ευρωπαϊκής Πολιτικής.

Αναφερόμενος στις πρόσφατες «εκλογές» στις κατεχόμενες περιοχές της Κύπρου που είχαν ως αποτέλεσμα την ανάδειξη του νέου Τ/κ ηγέτη Τουφάν Έρχιουρμαν και προειδοποιώντας κατά της υπεραπλούστευσης, είπε ότι «αν υπάρχει ωστόσο ένας κοινός παρανομαστής είναι η σαφής απόρριψη της έννοιας των δύο κρατών».

«Όχι μόνο ως μια μη βιώσιμη επιλογή», ανέφερε, «αλλά ως μια ενδεχομένως καταστροφική ακόμα και για τους ίδιους τους Τουρκοκύπριους».

Σύμφωνα με τον κ. Μενελάου, «όπως θα ήταν λάθος να υποθέσουμε ότι ο δρόμος προς μια ομοσπονδιακή λύση είναι πλήρως ανοιχτός, θα ήταν παρομοίως λάθος να θεωρήσουμε ότι δεν έχει αλλάξει τίποτε ανεξάρτητα του ποιος ηγείται της τουρκοκυπριακής κοινότητας». 

«Χωρίς να αρνούμαστε τον καθοριστικό ρόλο της Τουρκίας - το να το πράτταμε θα ήταν αφελές και μη ρεαλιστικό - πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι δεν είναι όλοι οι Τουρκοκύπριοι το ίδιο, ότι η σχέση μεταξύ Τουρκίας και τουρκοκυπριακής κοινότητας είναι πολυεπίπεδη και δεν μπορεί να περιοριστεί σε μια απλή σχέση μεταξύ ηγεμόνα και εξουσιαζόμενου», είπε.

Είναι σημαντικό να βλέπουμε τα πράγματα ως έχουν, όχι όπως θα ευχόμασταν να είναι, σημείωσε.

Ο Ε/κ Διαπραγματευτής επισήμανε ότι σημαντικό ζήτημα σε σχέση με το πιο πάνω, «το οποίο διασυνδέεται άμεσα με το Κυπριακό και την προοπτική λύσης είναι ότι πιστεύω πως η προσπάθεια των Τουρκοκυπρίων για την διατήρηση της ταυτότητάς τους και της αυτονομίας τους εμπεριέχει μια διττή απαίτηση και προσδοκία: αυτονομία από την Τουρκία αλλά επίσης και μη επιβολή μιας σχέσης πλειοψηφίας - μειοψηφίας με τους Ελληνοκύπριους».

Αυτό, είπε, «είναι ένα θέμα που έχουμε επιλύσει πειστικά εντός των συγκλίσεων που καταφέραμε στο παρελθόν κάτω από τον τίτλο της Διζωνικής, Δικοινοτικής Ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα και αποτελεσματική συμμετοχή και αυτό συνδέεται άμεσα με την αποτελεσματική λειτουργία που έχει επίσης επιτευχθεί».

Αναφερόμενος στα επόμενα βήματα, ο κ. Μενελάου σημείωσε ότι «γνωρίζουμε τις θέσεις που έχουν εκφραστεί σε σχέση με όρους και προϋποθέσεις για την επανέναρξη των συνομιλιών, οι οποίες κατά την άποψή μας έχει γίνει προσπάθεια να υλοποιηθούν στο παρελθόν χωρίς επιτυχία και γι' αυτό δεν πρέπει να επαναληφθούν».

«Στην περίοδο μπροστά μας οι προθέσεις και πολιτική θέληση όλων θα κριθούν στο πλαίσιο του διαλόγου, ο οποίος ελπίζω θα αρχίσει σύντομα», πρόσθεσε.

Διαβεβαίωσε ότι «από την πλευρά μας, ξέρουμε τι θέλουμε, τι πρέπει να κάνουμε για να φτάσουμε εκεί».

«Παραμένουμε σταθερά δεσμευμένοι στην διαμόρφωση μιας θετικής πορείας προς τα μπρος, ενός οράματος στο πλαίσιο του οποίου θα είμαστε συνέταιροι όχι αντίπαλοι, ένα νέο πρότυπο όπου τα συμφέροντα Ελληνοκύπριων και Τουρκοκύπριων δεν είναι μόνιμα αντίθετα αλλά αλληλοενισχυόμενα», τόνισε.  

«Η ΕΕ ως μόχλευση και ένας χώρος εντός του οποίου θα ευδοκιμήσει αυτό το όραμα είναι καθοριστική και καταλυτική και θα συνεχίσουμε να αναλαμβάνουμε πρωτοβουλίες και να εργαζόμαστε σκληρά γι' αυτό», πρόσθεσε. 

Ο Ελληνοκύπριος Διαπραγματευτής υπογράμμισε επίσης ότι «η εμπιστοσύνη των πολιτών θα κερδηθεί μόνο αν μια νέα προσπάθεια συνοδεύεται από μια ελπιδοφόρα προοπτική».

«Μια νέα διαδικασία διαπραγματεύσεων, η οποία είναι αναγκαία - και κατά την άποψή μου αναπόφευκτη - θα επιτύχει αν οι πολίτες, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι νιώσουν ότι η προοπτική επίλυσης του κυπριακού ζητήματος ενισχύει το αίσθημα ασφάλειάς τους, προστατεύει την κανονικότητα των καθημερινών τους ζωών, αυξάνει την ευημερία τους, προσφέρει ένα πιο ελπιδοφόρο μέλλον και απαλείφει οποιοδήποτε έδαφος για την αναβίωση της διένεξης του παρελθόντος», κατέληξε.

Στη δική του παρέμβαση, ο Καθηγητής Ανδρέας Θεοφάνους, Πρόεδρος του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων του Πανεπιστημίου Λευκωσίας αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, στην πρότασή του για μια εξελικτική πορεία προς τα μπρος, όπως αυτή περιγράφεται στο προσφάτως δημοσιευμένο βιβλίο του “What Really Happened In Cyprus: A Critical Assessment Since Independence And The Way Forward”.

Ανέφερε ότι «αυτό που θα γίνει στην Κύπρο αποτελεί καθοριστικό τεστ για την αξιοπιστία της ΕΕ καθώς και της ικανότητάς της να προχωρήσει προς τα μπρος ως μια παγκόσμια δύναμη».

«Η φιλοσοφία μου για επίλυση του κυπριακού προβλήματος εστιάζει σε μια εξελικτική διαδικασία, αυτή είναι η λογική της», σημείωσε ο Καθηγητής Θεοφάνους. Υπογράμμισε ότι υπάρχει «έλλειψη εμπιστοσύνης και βεβαρυμένο παρελθόν» μεταξύ των δύο κοινοτήτων, προσθέτοντας ότι «δεν μπορούμε να πάμε από τη μια μέρα στην άλλη, ακόμα και αν υπήρχε μια συμφωνία εντός 24 ωρών». Είπε επίσης ότι οι κατεχόμενες περιοχές της Κύπρου δεν μπορούν να λειτουργήσουν εντός της ΕΕ σήμερα, προσθέτοντας ότι παίρνει χρόνο, υπάρχουν κριτήρια και αυτό το γεγονός σε μεγάλο βαθμό δεν συζητήθηκε στις διαπραγματεύσεις.

Οπότε, ανέφερε, «κάτω από τις καλύτερες των προϋποθέσεων χρειάζεσαι μια διαδικασία». Πρότεινε μια αναθεώρηση του Συντάγματος του 1960 στη βάση ορισμένων στοιχείων που θα καταστήσουν την Κύπρο «ένα κανονικό ομόσπονδο κράτος».

Η πρότασή του, όπως είπε, προβλέπει, «μια σειρά Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης ή δράσεις που θα αφορούν όχι μόνο τις δύο κοινότητες, αλλά επίσης τις εγγυήτριες δυνάμεις, την ΕΕ και ακόμα και άλλες δυνάμεις όπως οι ΗΠΑ».

Αυτά τα βήματα, ανέφερε ο Καθηγητής Θεοφάνους, «μπορούν να δημιουργήσουν αμοιβαία οφέλη και μπορούν σταδιακά να καλλιεργήσουν μια νέα κουλτούρα». 

Σημείωσε ότι «είναι σημαντικό να επιτευχθεί μια λύση αλλά είναι ακόμα πιο σημαντικό αυτή η λύση να μην έχει την τύχη του Συντάγματος του 1960 και αυτό παίρνει χρόνο».

Ο Καθηγητής Θεοφάνους είπε ότι ο ίδιος οραματίζεται ένα κανονικό ομόσπονδο κράτος και όχι ένα προτεκτοράτου τρίτου κράτους, προσθέτοντας ότι «αυτό δεν θα έπρεπε να είναι μόνο ζήτημα που απασχολεί τους Κύπριους αλλά και την ΕΕ».

«Παρά τις δυσκολίες μπορούμε να βλέπουμε προς το μέλλον με συγκρατημένη αισιοδοξία αν ενεργήσουμε ανάλογα», σημείωσε.

Από την πλευρά του, ο πρώην Τουρκοκύπριος Διαπραγματευτής Οζντίλ Ναμί μίλησε για τις συγκλίσεις που επιτεύχθηκαν πριν τον Κραν Μοντανά, σημειώνοντας ότι ήταν σύμφωνες με τις αρχές της ΕΕ. 

Αναφερόμενος στα επόμενα βήματα, είπε ότι «έχουμε τώρα ένα νέο παράθυρο ευκαιρίας με ένα νέο ηγέτη στο βορρά, ο οποίος είναι ένας έντονα Ευρωπαϊστής ηγέτης και ισχυρός υποστηρικτής μιας ομόσπονδης διευθέτησης και έτοιμος για επανέναρξη διαπραγματεύσεων το σημείο που σταμάτησαν, κάτι που έχω ακούσει συχνά να λέει και ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης».

Ωστόσο, πρόσθεσε, «ένα βασικό σημείο που αναφέρει είναι το γιατί δεν μπορούσαμε να καταλήξουμε στο Κραν Μοντανά».

«Αυτή τη φορά ο Τουρκοκύπριος ηγέτης είναι παντελώς έτοιμος για επανέναρξη διαπραγματεύσεων εκεί που σταμάτησαν με στόχο την θεσμοθέτηση μιας Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας, σύμφωνα με τις αρχές πάνω στις οποίες εδράζεται η ΕΕ», είπε, προσθέτοντας ωστόσο ότι αυτό που θέλει είναι «μια νέα σοβαρή διαπραγματευτική διαδικασία στο πλαίσιο της οποίας δεν θα μας συζητηθεί να μπούμε σε διαπραγματεύσεις ανοιχτού τύπου και αν η κοινότητά μου πει ναι και η άλλη κοινότητα πάλι απορρίψει, πρέπει να γνωρίζω τι θα γίνει στην κοινότητά μου».

«Νομίζω ότι η κύρια πρόκληση ενώπιον μας είναι να συμφωνήσουμε σε μια νέα διαπραγματευτική διαδικασία η οποία θα έχει αυτή την προσανατολισμένη προς το αποτέλεσμα και με χρονικό περιθώριο προσέγγιση», ανέφερε. «Όταν επιτευχθεί αυτό, νομίζω ότι έχουμε ένα φωτεινό μέλλον μπροστά μας», κατέληξε ο κ. Ναμί.  

Στη δική της παρέμβαση, η Αμάντα Πολ, Ανώτερη Αναλύτρια Πολιτικής στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Πολιτικής αναφέρθηκε στην ανάγκη εμπλοκής της κοινωνίας των πολιτών με αποτελεσματικό τρόπο στη νέα διαδικασία όταν αρχίσει να έχει μομέντουμ.

Είναι σημαντικό, είπε, «γιατί πρέπει να οικοδομήσουμε εμπιστοσύνη και χρειαζόμαστε οι άνθρωποι να αρχίσουν να εμπιστεύονται ο ένας τον άλλο, κάτι που δεν υπήρχε πριν. Οπότε πρέπει να υπάρξει μια σαφής διαδικασία».

Αναφορά έκανε μεταξύ άλλων στις Δικοινοτικές Τεχνικές Επιτροπές οι οποίες ωστόσο είχαν «έλλειψη χρηματοδότησης, περιορισμένους όρους εντολής και περιορισμένο αντίκτυπο στην συμφιλίωση».

«Νομίζω ότι πρέπει να υπάρξει πολύ μεγαλύτερη εστίαση στο να εμπλέξουμε τους απλούς ανθρώπους σε αυτή τη διαδικασία, για να υπάρξει ένα πολύ ισχυρότερο κλίμα και να απομακρύνουμε ευπάθειες που υπάρχουν εδώ και πολλά χρόνια», σημείωσε η κ. Πολ.

Αυτό, κατέληξε, «δεν θα είναι εύκολο αλλά νομίζω αν υπάρχει πραγματική δέσμευση σε μια νέα διαδικασία επανένωσης της νήσου, τότε χρειάζεται να υπάρξει και αποτελεσματική πολιτική βούληση πίσω από αυτό κατά τρόπο που δεν υπήρχε στο παρελθόν». 

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

NEWSROOM

Άλλα άρθρα συγγραφέα

ΚΥΠΕ

Πολιτική: Τελευταία Ενημέρωση