ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Αυτή είναι η συμφωνία ΔΗΣΥ – ΔΗΚΟ

Θέλουν να δημιουργήσουν και «Εθνικό Οικονομικό Συμβούλιο»

Σε 17 σελίδες κατέγραψαν ΔΗΣΥ και ΔΗΚΟ τις κοινές τους θέσεις για Κυπριακό και Οικονομία. Η «Κ» εξασφάλισε τα έγγραφα των δύο κομμάτων και ακολουθούν παρακάτω αυτούσια. 

Αξίζει ωστόσο να επισημανθούν τα κύρια σημεία του πλαισίου κοινών θέσεων των δύο πολιτικών δυνάμεων.

Ως προς το κυπριακό, τα δύο κόμματα αποφάσισαν όπως:

- Τη δημιουργία Συμβουλίου Αρχηγών Κοινοβουλευτικών Κομμάτων
- Το Εθνικό Συμβούλιο αποκτά πλέον και ουσιαστικό ρόλο αφού ο Νίκος Αναστασιάδης δεσμεύεται ότι ομόφωνες αποφάσεις ή θέσεις κομμάτων που εκπροσωπούν σε ποσοστά βάσει των τελευταίων βουλευτικών εκλογών το 75% των εκλογέων, θα θεωρούνται για τον Πρόεδρο δεσμευτικές.
- Θα διοριστεί διαπραγματευτής στο κυπριακό και στο έγγραφο αναφέρεται ρητά πως «Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας παύει να είναι ο κατά αποκλειστικότητα συνομιλητής της Ελληνοκυπριακής πλευράς».
- Σύσταση Ομάδων Εργασίας με εμπειρογνώμονες για κάθε κεφάλαιο του κυπριακού.
- Καταγράφεται το Συνολικό Πλαίσιο Λύσης καθώς και τα χαρακτηριστικά λύσης, τα που παραπέμπει στην Ομόφωνη Απόφαση του Εθνικού Συμβουλίου του ’09 καθώς και στην Διακήρυξη του ενδιάμεσου χώρου.
- Νέος κύκλος συνομιλιών στο κυπριακό θα αρχίσει κατόπιν αποφάσεως του Εθνικού Συμβουλίου.

Για την Οικονομία, ΔΗΣΥ και ΔΗΚΟ αποφάσισαν όπως:

- Μεικτό Οικονομικό Μοντέλο. Τα δύο κόμματα απορρίπτουν: «τόσο το νεοφιλελεύθερο οικονομικό μοντέλο όσο και το μοντέλο του κρατισμού».
- Σύγχρονο αναπτυξιακό μοντέλο, με αναβάθμιση / ενίσχυση Τουρισμού, Χρηματοπιστωτικού Συστήματος, Εμπορικής Ναυτιλίας και ανάδειξη της Κύπρου σε κέντρο εκπαίδευσης, σύγχρονης τεχνολογίας και σε ενεργειακό κόμβο.
- Σταδιακή μείωση του μεγέθους της δημόσιας υπηρεσίας
- Κατάρτιση ενός νέου οργανογράμματος για την δημόσια υπηρεσία και τη συνένωση συναρμοδίων και ομοειδών υπηρεσιών (π.χ. πολλαπλές τεχνικές υπηρεσίες)
- Οριστική αντιμετώπιση του συνταξιοδοτικού
- Ημικρατικοί Οργανισμοί που είναι εθνικά και κοινωνικά επωφελείς, πρέπει να στηριχθούν, να εξυγιανθούν και να καταστούν πιο παραγωγικοί και ανταγωνιστικοί και όχι να ιδιωτικοποιηθούν.
- Όχι σε νέες φορολογίες
- Δημιουργία Μηχανισμού Εντόπισης και Προώθησης Επενδυτικών Ευκαιριών
- Πολεοδομικά κίνητρα για ανάπτυξη / Φορολογικά κίνητρα
- Δημιουργία ενός Εθνικού Οικονομικού Συμβουλίου

Ακολουθούν τα έγγραφα κοινών θέσεων των δύο κομμάτων:

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ

Το Κυπριακό, ως ζήτημα φυσικής και εθνικής επιβίωσης του Κυπριακού Ελληνισμού, είναι υπόθεση όλων. Και είναι καθολικά παραδεκτό και αποδεκτό πως οι ώμοι κανενός, είτε Προέδρου της Δημοκρατίας είτε πολιτικού αρχηγού και μόνον δεν είναι δυνατό να σηκώσουν το βάρος και να αντιμετωπίσουν με επιτυχία τη διαχείριση του εθνικού μας προβλήματος. Για τούτο και απαιτείται συλλογική διαχείριση του κυπριακού στη βάση μιας ολοκληρωμένης διεκδικητικής στρατηγικής. Προς τούτο εισηγούμαστε:

1. Σύσταση Συμβουλίου Αρχηγών
Να συσταθεί Συμβούλιο Αρχηγών των εν τη Βουλή Κομμάτων, που θα ευρίσκεται σε διαρκή σύνοδο και θα ενημερώνεται ανελλιπώς τόσο από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας όσο και από το συνομιλητή για την πρόοδο του εν εξελίξει διαλόγου επί του Κυπριακού Προβλήματος. Καθιερώνεται η προδιαβούλευση ώστε οποιαδήποτε πρόταση θα κατατίθεται να είναι προϊόν του διαλόγου μεταξύ του Προέδρου της Δημοκρατίας, του συνομιλητή και των Αρχηγών των κομμάτων.

2. Εθνικό Συμβούλιο εν ολομέλεια
Το Εθνικό Συμβούλιο, ως συμβουλευτικό σώμα, θα αξιοποιείται για σκοπούς σύνθεσης και σύγκλισης απόψεων, μετά από ελεύθερο προβληματισμό και συζήτηση μεταξύ των μελών του. Απαραίτητη προϋπόθεση για την αποτελεσματική λειτουργία του Εθνικού Συμβουλίου είναι η διασφάλιση της εμπιστευτικότητας.
Το Εθνικό Συμβούλιο με την παραδοσιακή του σύνθεση θα συνέρχεται κατά τακτά χρονικά διαστήματα ή εκτάκτως εάν τούτο κρίνεται αναγκαίο είτε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας είτε από το Συμβούλιο Αρχηγών. Ομόφωνες αποφάσεις του Εθνικού Συμβουλίου ή οι κοινές θέσεις κομμάτων που εκπροσωπούν την συντριπτική πλειοψηφία του εκλογικού σώματος σε ποσοστό 75% με βάση τα αποτελέσματα των τελευταίων  βουλευτικών εκλογών θα θεωρούνται δεσμευτικές για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Θα συσταθούν υποεπιτροπές του Εθνικού Συμβουλίου οι οποίες με την συμβολή και εμπειρογνωμόνων που θα πλαισιώνουν τον συνομιλητή ή/και μελών της διαπραγματευτικής ομάδας θα ετοιμάζουν εισηγήσεις προς το Εθνικό Συμβούλιο για το κάθε ένα από τα υπό διαπραγμάτευση κεφάλαια.

3. Συνομιλητής
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας παύει να είναι ο κατά αποκλειστικότητα συνομιλητής της Ελληνοκυπριακής πλευράς. Αντί τούτου και σε συνεννόηση με το Συμβούλιο Αρχηγών, ο Πρόεδρος θα διορίσει πρόσωπο εγνωσμένου πολιτικού και νομικού κύρους που θα πλαισιούται από ισχυρή διαπραγματευτική ομάδα στην οποία θα συμπεριλαμβάνονται εμπειρογνώμονες ανάλογα με το υπό διαπραγμάτευση κεφάλαιο. Ο συνομιλητής θα είναι υπόλογος στον Πρόεδρο και στο Συμβούλιο Αρχηγών ή/και στο Εθνικό Συμβούλιο και θα παρακάθεται στις συνεδριάσεις τους.
Ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας ως Αρχηγός της Ελληνοκυπριακής Κοινότητας θα συναντάται όταν τούτο κρίνεται επιβεβλημένο με τον Αρχηγό της Τουρκοκυπριακής Κοινότητας. Πριν από μια ανάλογη συνάντηση θα λαμβάνεται υπόψη η εισήγηση του συνομιλητή και η γνώμη του Συμβουλίου Αρχηγών.

4. Σύσταση ομάδων εργασίας κατά κεφάλαιο διαπραγμάτευσης
Ο συνομιλητής θα υποστηρίζεται από ομάδες εργασίας επί εκάστου διαπραγματευτικού κεφαλαίου. Τα μέλη των ομάδων εργασίας θα ορίζονται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας σε συνεννόηση με τον συνομιλητή και το Συμβούλιο Αρχηγών.
Οι ομάδες θα προεδρεύονται από ένα μέλος της διαπραγματευτικής ομάδας και σε αυτές θα συμμετέχουν εμπειρογνώμονες που είναι καθ΄ ύλην γνώστες του αντικειμένου. Ο Πρόεδρος εκάστης ομάδας θα ενημερώνει και θα διαβουλεύεται με την αντίστοιχη υποεπιτροπή του Εθνικού Συμβουλίου.

5. Συνολικό πλαίσιο προτάσεων για λύση
Προς διασφάλιση της από κοινού διαχείρισης του εθνικού μας θέματος επιβάλλεται η επεξεργασία και ο καταρτισμός με συλλογικό τρόπο ενός συνολικού πλαισίου προτάσεων για λύση λειτουργική και βιώσιμη που να απαλλάσσει την Κύπρο από την Τουρκική κατοχή και τον εποικισμό και να την επανενώνει. Ένα τέτοιο πλαίσιο θα πρέπει να βασίζεται στο γεγονός ότι το κυπριακό είναι κατ’ εξοχήν πρόβλημα ξένης εισβολής, συνεχιζόμενης κατοχής και παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου. Πρέπει επίσης να βασίζεται :
I. Στις αποφάσεις του ΟΗΕ και τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας επί του Κυπριακού.
II. Στις Συμφωνίες Κορυφής του 1977 και 1979.
III. Στην απόφαση του κυπριακού ελληνισμού για απόρριψη του σχεδίου Ανάν.
IV. Στα δεδομένα όπως διαμορφώνονται μετά την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο  Ευρωπαϊκό Δίκαιο.
V. Στην συμφωνία της 8ης Ιουλίου 2006.
VI. Στις ομόφωνες αποφάσεις  του Εθνικού Συμβουλίου της 18ης Σεπτεμβρίου 2009.
VII. Στον αναβαθμισμένο γεωστρατηγικό ρόλο της Κύπρου όπως διαμορφώθηκε μετά την ανεύρεση υδρογονανθράκων.
VIII. Στις αποφάσεις Ευρωπαϊκών Δικαστηρίων (ΕΔΑΔ, ΔΕΚ).
Η ετοιμασία ενός πλαισίου προτάσεων για λύση του κυπριακού  θα άρει οριστικά τις όποιες ανησυχίες πως είτε κάποιοι θα επαναφέρουν σχέδια ή προτάσεις που απορρίφθηκαν από  το λαό είτε πως κάποιοι άλλοι δεν επιθυμούν λύση.
Ταυτόχρονα ένα ανάλογο πλαίσιο θα δώσει τη δυνατότητα στην Ελληνοκυπριακή πλευρά να προβάλει με πειστικότητα την επιθυμία της για λύση ενώ την ίδια ώρα μέσα από τις προτάσεις θα ανακαλούνται και ανεπιθύμητες δεσμεύσεις του παρελθόντος.
Επιβάλλεται πριν από την έναρξη ενός νέου κύκλου συνομιλιών η αξιολόγηση των προτάσεων που υποβλήθηκαν μέχρι τώρα στα πλαίσια του ενδοκυπριακού διαλόγου. Προτάσεις και προσφορές που υποβλήθηκαν κατά τον τελευταίο κύκλο συνομιλιών από την πλευρά μας ή και συγκλίσεις που υπήρξαν κατά τη διάρκεια των συνομιλιών και βρίσκονται σε πλήρη δυσαρμονία με το καλώς νοούμενο συμφέρον του λαού και τις ευρωπαϊκές αρχές και αξίες και απορρίπτονται από τη συντριπτική πλειοψηφία των Ελληνοκυπρίων και της ηγεσίας τους να αποσυρθούν.  (Εκ περιτροπής προεδρία, παραμονή 50.000 εποίκων, προτάσεις για περιουσιακό, πρόταση για τις τέσσερις ελευθερίες στους Τούρκους υπηκόους που αποτυπώνονται στις συγκλίσεις και στο «Περίγραμμα Λύσης»).

6. Χαρακτηριστικά λύσης
Τα χαρακτηριστικά στοιχεία της μορφής λύσης που έχουμε αποδεχτεί ως ιστορικό και οδυνηρό συμβιβασμό θα πρέπει να συνάδουν με τις πιο κάτω αρχές:
(1) Η λύση πρέπει να συνάδει με το διεθνές δίκαιο, τις ευρωπαϊκές αρχές και αξίες, το κοινοτικό δίκαιο, καθώς και με τις διεθνείς συμβάσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες. Να επιτρέπει και να διευκολύνει την αποτελεσματική εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου σε όλη την Κύπρο, χωρίς μόνιμες παρεκκλίσεις που θα καθιστούσαν τους κύπριους πολίτες ευρωπαίους πολίτες δεύτερης κατηγορίας.

(2) Το κυπριακό κράτος πρέπει να έχει μία και μόνη κυριαρχία, διεθνή προσωπικότητα και ιθαγένεια και να είναι μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η λύση πρέπει να κατοχυρώνει την ενότητα κράτους, λαού, θεσμών και οικονομίας.

(3) Η λύση θα πρέπει να ακυρώνει τα κατοχικά δεδομένα, να ανατρέπει τη διαίρεση και να επιτρέπει στους κύπριους πολίτες, ανεξάρτητα από εθνικότητα και θρησκεία, να συμβιώσουν χωρίς φυλετικούς και ρατσιστικούς διαχωρισμούς σε μια κοινή ευημερούσα πατρίδα υπό καθεστώς ισονομίας και ισοπολιτείας.

(4) Η λύση πρέπει να προνοεί την αποχώρηση των τουρκικών κατοχικών στρατευμάτων και των εποίκων. Ο εποικισμός είναι έγκλημα πολέμου και έτσι πρέπει να αντιμετωπίζεται.

(5) Πριν από την λύση να διενεργηθεί απογραφή πληθυσμού από αξιόπιστο διεθνή οργανισμό.

(6) Η συμμετοχή της Κύπρου στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών και στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι επαρκές πλαίσιο εγγυήσεων. Οι αναχρονιστικές εγγυήσεις του 1960 θα πρέπει να καταργηθούν.

(7) Η αποκατάσταση των βασικών ελευθεριών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όλων των Κυπρίων, περιλαμβανομένου του δικαιώματος των προσφύγων για επιστροφή στα σπίτια και τις περιουσίες τους, είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη λύση. Η λύση πρέπει να αναγνωρίζει και να κατοχυρώνει το δικαίωμα επιστροφής των προσφύγων σύμφωνα με το διεθνές και το ευρωπαϊκό δίκαιο. Το ίδιο ισχύει και για το ατομικό δικαίωμα της ελεύθερης απόλαυσης της περιουσίας. Οποιαδήποτε πρακτική διευθέτηση του προσφυγικού και του περιουσιακού θα πρέπει να είναι καθόλα συμβατή με τις πρόνοιες της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Ο νόμιμος ιδιοκτήτης δυνάμει τίτλου ιδιοκτησίας πρέπει να έχει το δικαίωμα να αποφασίζει για την περιουσία του.

(8) Η παρουσία των βρετανικών βάσεων συνιστά αποικιοκρατικό κατάλοιπο με βάση τις αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ και πρέπει να καταργηθούν.

(9) Η λύση να δίνει στο κράτος την εξουσία για την άσκηση πλήρους και αποκλειστικού ελέγχου, ως απόρροια της κυριαρχίας του, στον εναέριο χώρο, τα χωρικά ύδατα, την περιοχή έρευνας και διάσωσης και στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ), χωρίς να παραχωρούνται τέτοιες εξουσίες και δικαιώματα σε ξένα κράτη.

(10) Η λύση πρέπει να είναι προϊόν συμφωνίας και όχι αποτέλεσμα επιβολής εκ των έξω. Μόνο μια τέτοια συμφωνία μπορεί να παραπεμφθεί σε δημοψήφισμα. Αποκλείεται η όποια μορφή επιδιαιτησίας, καθώς και η επιβολή χρονοδιαγραμμάτων. Απορρίπτεται και αποκλείεται επίσης η όποια μορφή λύσης που οδηγεί στη νομιμοποίηση του status quo ή σε λύση δύο χωριστών κρατών.        

Το σχέδιο Ανάν, η φιλοσοφία του, η αρχιτεκτονική του και οι αρχές του απορρίφθηκαν από τη συντριπτική πλειοψηφία του Κυπριακού Ελληνισμού, επειδή ο λαός έκρινε ότι συγκρούεται με τις αρχές μιας λειτουργικής, βιώσιμης και δίκαιης λύσης. Συνεπώς η επαναφορά του ίδιου σχεδίου στο σύνολο του ή με φραστικές ή διακοσμητικές αλλαγές είτε η διαμόρφωση ενός νέου σχεδίου που θα είναι παραλλαγή του σχεδίου Ανάν, δεν θα μπορούσε ποτέ να γίνει αποδεκτή.
Η απόρριψη του σχεδίου Ανάν από την συντριπτική πλειοψηφία του κυπριακού λαού στο δημοψήφισμα της 24ης Απριλίου 2004 δεσμεύει την ελληνοκυπριακή πολιτική ηγεσία στο σύνολό της ανεξάρτητα από οποιαδήποτε διαφορετική θέση τηρήθηκε  στο δημοψήφισμα. 

7. Νέος κύκλος συνομιλιών
Η σημερινή μορφή των συνομιλιών έχει αποτύχει. Γι’ αυτό προ της εμπλοκής στον οποιοδήποτε διάλογο προς επίλυση του κυπριακού, η ολομέλεια του Εθνικού Συμβουλίου, αφού μελετήσει όλες τις παραμέτρους, θα έχει καθοριστικό ρόλο στην απόφαση για την όποια νέα διαδικασία η οποία θα πρέπει να διασφαλίζει την ενεργό  εμπλοκή της Ε.Ε. και να καθιστά την κατοχική δύναμη υπόλογη για τις όποιες προτάσεις θα καταθέτει η άλλη πλευρά.
Οποιαδήποτε νέα διαδικασία, που οπωσδήποτε δεν θα έχει την μορφή διεθνούς ή πολυμερούς διάσκεψης, θα πρέπει να πληροί τουλάχιστον τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
 (α) Η όλη διαδικασία θα παραμείνει υπό την αιγίδα του ΟΗΕ και θα διεξάγεται με βάση τις αποφάσεις και εντολές του Συμβουλίου Ασφαλείας.
(β)    Προ της έναρξης του νέου κύκλου συνομιλιών θα πρέπει να συμφωνηθεί με σαφήνεια η βάση των διαπραγματεύσεων και πώς το καθεστώς που θα προκύψει θα διασφαλίζει πλήρως τη μια και μόνη διεθνή προσωπικότητα, τη μια και μόνη κυριαρχία και την μια και μόνη ιθαγένεια της Κυπριακής Δημοκρατίας καθώς και την μετεξέλιξη της σε ομοσπονδιακό κράτος. Πρόσθετα να διευκρινίζεται πως η πολιτική ισότητα δεν συνεπάγεται αριθμητική ισότητα ή ισότητα κατανομής πόρων, αλλά η ισότητα που προβλέπεται στα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας. Η προϋπόθεση αυτή είναι άκρως αναγκαία προς αποφυγή άσκοπων συζητήσεων και προτάσεων στα επιμέρους διαπραγματευτικά κεφάλαια.
(γ) Δεν θα τεθούν ή επιβληθούν δεσμευτικά χρονοδιαγράμματα για την κατάληξη σε λύση.
(δ) Δεν θα ασκηθεί οποιασδήποτε μορφής επιδιαιτησία.
(ε) Η εμπλοκή της Ε.Ε. θα είναι ουσιαστική με τον εκπρόσωπο της Ένωσης να θεωρείται ενεργό μέλος του διαλόγου.
(στ) Η εκπροσώπηση  της Ε.Ε. θα είναι υψηλού επιπέδου από προσωπικότητα ευρωπαϊκού κύρους, η οποία θα διορίζεται από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
(ζ) Οι διαπραγματεύσεις θα στοχεύουν στην εξεύρεση λύσης που θα οδηγεί τελικά σε ένα ισότιμο, σύγχρονο, βιώσιμο και λειτουργικό ευρωπαϊκό κράτος.
(η) Η λύση θα πρέπει να είναι προϊόν διαλόγου και όχι αποτέλεσμα  έξωθεν επιβολής και η αποδοχή της θα πρέπει να επισφραγίζεται από το λαό δια δημοψηφισμάτων.

8. Διεθνής Διάσκεψη
Διεθνής Διάσκεψη με την συμμετοχή του Γ.Γ. του ΟΗΕ, των μονίμων μελών του ΣΑ, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Κυπριακής Δημοκρατίας και των δύο κοινοτήτων που θα απασχοληθεί με τις εξωτερικές πτυχές του Κυπριακού προβλήματος, θα μπορεί να συγκληθεί μόνον μετά από σύμφωνη γνώμη της Ελληνοκυπριακής πλευράς και  εφόσον υπάρξει συμφωνία επί όλων των εσωτερικών πτυχών του προβλήματος, σύμφωνα με την απόφαση 2026/2011 του Συμβουλίου Ασφαλείας.

9. Επαναπροσδιορισμός της εξωτερικής μας πολιτικής
Προτείνουμε την χάραξη μιας αξιόπιστης και ολοκληρωμένης στρατηγικής που να λαμβάνει υπόψη το διεθνές περιβάλλον, να αξιοποιεί καλύτερα  τη συμμετοχή της Κύπρου στην Ε.Ε και να εκμεταλλεύεται το νέο γεωστρατηγικό της ρόλο. Πιο συγκεκριμένα προτείνουμε μεταξύ άλλων:
• Την αξιόπιστη, ισότιμη και συνεπή συμμετοχή της Κυπριακής Δημοκρατίας σε όλους τους πυλώνες, πολιτικές και πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης συμπεριλαμβανομένης της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Άμυνας της Ε.Ε. Επιδίωξη συμμετοχής στην ζώνη του Σέγκεν.
• Την υποβολή αίτησης για  ένταξη της Κύπρου στον Συνεταιρισμό για την Ειρήνη.
• Οικοδόμηση σχέσεων με το ΝΑΤΟ,  μη αποκλειομένης της  υποβολής αίτησης για ένταξη μας σε αυτό,  εφόσον συναινεί η πλειοψηφία των πολιτικών δυνάμεων.
• Την επιδίωξη συμμαχιών με χώρες που ασκούν επιρροή στην Τουρκία
• Την εμβάθυνση σχέσεων με γειτονικές χώρες που διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο σε σημαντικά κέντρα αποφάσεων όπως είναι πρώτιστα το Ισραήλ, αλλά και την διατήρηση και περαιτέρω ανάπτυξη των σχέσεων με άλλες γειτονικές χώρες και τον αραβικό κόσμο.
• Επιδίωξη ενεργότερης εμπλοκής της Ρωσίας, της Κίνας και της Γαλλίας στο κυπριακό ούτως ώστε και τα πέντε μόνιμα Μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας να έχουν ίδιο λόγο και ρόλο.
• Την αξιοποίηση του γεωστρατηγικού ρόλου που αποκτά η Κύπρος ως ευρωπαϊκό ενεργειακό κέντρο και όχι μόνον.
Επιπρόσθετα κατά το νέο κύκλο των συνομιλιών θα πρέπει να επιδιωχθεί μέσω του ευρωπαϊκού και διεθνούς παράγοντα η ανάληψη από την Τουρκία, ως κατοχικής δύναμης, της αποκλειστικής ευθύνης και υποχρέωσης για εξεύρεση λειτουργικής και βιώσιμης λύσης του Κυπριακού προβλήματος. Προς το σκοπό αυτό θα αξιοποιηθούν οι αποφάσεις της Ε.Ε. για αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Τουρκία και θα επιδιωχθεί η δημιουργία υψηλού πολιτικού κόστους για την Άγκυρα  καθιστώντας τον στρατηγικό της στόχο για ένταξη ή σύναψη προνομιακής σχέσης με την Ε.Ε. ανέφικτο αν δεν προηγηθεί συμφωνημένη λύση του κυπριακού.
Οι κινήσεις αυτές θα επιτρέψουν την οικοδόμηση συμμαχιών και τη διασύνδεση των συμφερόντων ισχυρών κρατών με την εξυπηρέτηση των δικών μας εθνικών συμφερόντων. Ο επαναπροσδιορισμός της εξωτερικής μας πολιτικής δεν θα παραγνωρίζει τις μέχρι σήμερα άριστες σχέσεις με σημαντικά κράτη όπως τη Ρωσία και δεν θα διαταράσσει τις σχέσεις με άλλες παραδοσιακά φιλικές χώρες.
Θεωρείται εκ των ων ουκ άνευ η ουσιαστική αξιοποίηση  της κοινοβουλευτικής διπλωματίας αλλά και των σχέσεων που διατηρούν τα κόμματα του τόπου με πολιτικές ομάδες στην Ευρώπη και όχι μόνον. Ευρύτερη επιδίωξη της νέας στρατηγικής να τεθεί η Τουρκία ενώπιον των ευθυνών της.

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Α. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ

Ο τόπος μας βιώνει σήμερα μια πρωτόγνωρη οικονομική κρίση, που θέτει σε κίνδυνο όχι μόνο το βιοτικό μας επίπεδο, αλλά και τα θεμέλια της οικονομίας μας και την κοινωνική συνοχή και κατ’ επέκταση και τον αγώνα μας για εθνική επιβίωση και δικαίωση.

Όπως και στην περίπτωση της Παγκόσμιας Οικονομίας και των οικονομιών άλλων χωρών, η παγκόσμια οικονομική κρίση σε συνδυασμό με την απραξία και την ατολμία της κυβέρνηση, ανέδειξε και διόγκωσε τα σοβαρότατα διαρθρωτικά προβλήματα της κυπριακής οικονομίας, του κράτους και της κοινωνίας.

Οι ψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης κυρίως στον τομέα των υπηρεσιών, τον τουρισμό και την οικοδομική βιομηχανία, που παρουσίαζε η Κύπρος τα προηγούμενα χρόνια, συγκάλυπταν τα διαρθρωτικά προβλήματα και εν πολλοίς δημιουργούσαν μια εικονική πραγματικότητα, όπως σήμερα αποδεικνύεται, ευμάρειας και οικονομικής άνεσης.

Τα κυριότερα διαρθρωτικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η Κύπρος είναι:

1. Η συνεχής διόγκωση του δημόσιου  τομέα, που κάθε χρόνο απορροφά όλο και μεγαλύτερο μέρος του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος.
 
2. Η αναποτελεσματικότητα της κρατικής μηχανής, η αναποφασιστικότητα και η αποφυγή  ανάληψης ευθύνης τόσο σε κυβερνητικό επίπεδο, όσο και στα πλαίσια του κρατικού μηχανισμού.

3. Η μη δίκαιη κατανομή των φορολογικών βαρών.

4. Η εκτεταμένη φοροδιαφυγή και η μη αποτελεσματική αντιμετώπιση της.

5. Η υπερβολική εξάρτηση της κυπριακής οικονομίας από μικρό αριθμό παραγωγικών τομέων.

6. Η ανάμιξη του κράτους σε τομείς καθαρά επιχειρηματικής υφής,

7. Η ύπαρξη μονοπωλιακών και ολιγοπωλιακών καταστάσεων,

8. Η διόγκωση των κοινωνικών δαπανών κατά τρόπο μη στοχευμένο και οικονομικά και κοινωνικά αποτελεσματικό,

9. Το ψηλό κόστος δανεισμού

10. Η διατήρηση αναχρονιστικών θεσμών και δομών στη λειτουργία της κρατικής μηχανής.

11. Η αντιπαράθεση συμφερόντων και επιδιώξεων μεταξύ διαφόρων ομάδων του πληθυσμού και εύκολη ικανοποίηση αιτημάτων που έκαναν οξύτερα τα διαρθρωτικά προβλήματα και επιβάρυναν αλόγιστα τις δημόσιες δαπάνες.

Η σημερινή οικονομική κρίση αποτελεί μια ευκαιρία για προβληματισμό, ρεαλιστική ανάλυση των πραγμάτων, αυτοκριτική, αλλαγή νοοτροπίας και προσεγγίσεων και πρωτίστως και κυρίως για την διαμόρφωση και εφαρμογή μιας εθνικής στρατηγικής υπέρβασης της κρίσης. Απαιτείται προς τον σκοπό αυτό ένα έκτακτο σχέδιο δράσης, που θα καταρτιστεί και θα εφαρμοστεί συλλογικά και θα εφαρμοστεί συλλογικά. Είναι η ώρα για μια νέα αρχή.

Είναι γεγονός ότι βασικοί λόγοι που οδήγησαν στην κρίση που διέρχεται η κυπριακή οικονομία είναι εξωγενείς. Όμως οφείλαμε να δράσουμε προληπτικά. Οφείλαμε να δώσουμε έμφαση στην αντιμετώπιση των διαρθρωτικών αδυναμιών μας αλλά και στον περιορισμό εξωτερικών κινδύνων, όπως, για παράδειγμα, το κούρεμα του ελληνικού χρέους, χωρίς την όποια διασφάλιση του τραπεζικού μας συστήματος,  το οποίο ήταν εκτεθειμένο σε ελληνικά κρατικά ομόλογα.

Δυστυχώς, από κυβερνητικής πλευράς τα προβλήματα δεν εκτιμήθηκαν σωστά. Υπήρξε μάλιστα η άποψη ότι η κυπριακή οικονομία θα παρέμεινε αλώβητη. Λήφθηκαν κάποια μέτρα, αλλά ήταν βραχυπρόθεσμης απόδοσης και περιστασιακά που αποσκοπούσαν μόνο στον περιορισμό του δημοσιονομικού ελλείμματος. Μέτρα που ουδεμία θετική επίπτωση είχαν είτε στον εκσυγχρονισμό της κυπριακής οικονομίας, είτε στην τόνωση της ανάπτυξης, είτε στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας, είτε στην κοινωνική συνοχή. Τα μέτρα αυτά οδήγησαν σε νέα προβλήματα: Έπληξαν ιδιαίτερα την μεσαία τάξη και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και εκτόξευσαν την ανεργία, κυρίως ανάμεσα στους νέους στα ύψη. Έπληξαν επίσης πολλούς συνταξιούχους και μικροεπενδυτές.

Η αδυναμία να προλάβουμε τις σοβαρές συνέπειες της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης στην κυπριακή οικονομία, οδηγεί σε σοβαρή εκχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων. Με την προσφυγή μας στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης, η Κυπριακή Δημοκρατία αναγκαστικά θα αποδεχθεί όρους δυσβάσταχτους, που παράλληλα πλήττουν κυριαρχικά της δικαιώματα.

Για να μην ξεφύγει πλήρως ο έλεγχος από τα χέρια μας, θα  πρέπει να πείσουμε ότι αντιλαμβανόμαστε πλήρως την ύπαρξη διαρθρωτικών προβλημάτων και ότι προχωρούμε στην εισαγωγή μέτρων για έγκαιρη και αποτελεσματική αντιμετώπισή τους, κάτι που παράλληλα θα βοηθήσει στην επίτευξη δημοσιονομικής ισορροπίας πάνω σε μόνιμη και όχι περιστασιακή βάση και που θα πείσει και τις αγορές και τους οίκους αξιολόγησης ότι είμαστε σοβαροί και δεν πρόκειται να ξαναβρεθούμε στην ίδια δύσκολη θέση.

Βεβαίως, πρέπει η στρατηγική μας να στοχεύει σε μια δυναμική πορεία ανάπτυξης, με ταυτόχρονη εξυγίανση των δημοσιονομικών μας, γιατί μόνο έτσι θα κατορθώσουμε να αντιμετωπίσουμε ριζικά τα προβλήματα της κυπριακής οικονομίας.

Οι διαπραγματεύσεις με την Τρόϊκα θα πρέπει να γίνουν από άτομα με βαθειά γνώση της Κυπριακής Οικονομίας και να στοχεύουν στη διασφάλιση επαρκούς χρονικού ορίζοντα (τουλάχιστον πέντε χρόνων), ενώ τα μέτρα δημοσιονομικής και γενικότερης προσαρμογής θα πρέπει να είναι διαρθρωτικής υφής και θα πρέπει να συζητηθούν άμεσα και χωρίς χρονοβόρες διαδικασίες με τους κοινωνικούς εταίρους. Με τον τρόπο αυτό και οι παρενέργειες, οικονομικές και κοινωνικές, θα είναι πιο περιορισμένες και τα θετικά αποτελέσματα μόνιμα.

Ευτυχώς για μας, μεσοπρόθεσμα η όλη προσπάθεια διευκολύνεται από τις δυνατότητες που δημιουργεί η ανεύρεση κοιτασμάτων υδρογονανθράκων  με την προϋπόθεση ότι θα γίνει σωστή εκμετάλλευσή τους, με στόχο τη μεγιστοποίηση του οφέλους πάνω σε μακροπρόθεσμη βάση.

Η κυριότερη πρόκληση που αντιμετωπίζουμε σήμερα είναι η εξυγίανση του τραπεζικού τομέα και η δημιουργία συνθηκών που θα επαναφέρουν τη δυνατότητα χρηματοδότησης των επιχειρήσεων με λογικό κόστος, έτσι που να μπορέσουν να επιβιώσουν στο έντονο ανταγωνιστικό περιβάλλον και να προχωρήσουν σε νέες επενδύσεις, δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας.

Ιδιαίτερη έμφαση θα πρέπει επίσης να δοθεί στην  επέκταση της παραγωγικής δραστηριότητάς μας σε νέους τομείς, στον εκσυγχρονισμό και την αναβάθμιση της κρατικής μηχανής, με την ενίσχυση των υποδομών μας, στον εκσυγχρονισμό του φορολογικού μας συστήματος και στην πάταξη της φοροδιαφυγής, στην αναβάθμιση και τον εκσυγχρονισμό της λειτουργίας των ημικρατικών οργανισμών, στη στήριξη της μεσαίας τάξης και στην ανακατανομή του εθνικού εισοδήματος κατά τρόπο στοχευμένο και δίκαιο.

Τέλος, θα πρέπει να πειστεί ο λαός ότι όσοι ευθύνονται για σκάνδαλα ή παραλείψεις που έβλαψαν ή βλάπτουν τα συμφέροντα είτε του συνόλου είτε επιμέρους ομάδων είτε αυτοί είναι κρατικοί αξιωματούχοι είτε δημόσιοι ή τραπεζικοί υπάλληλοι είτε μέλη συμβουλίων ημικρατικών οργανισμών ή τραπεζών θα τιμωρηθούν ανάλογα, για να επέλθει η κάθαρση και να αναβιώσει το αίσθημα ασφάλειας και εμπιστοσύνης προς τους θεσμούς και την οικονομία μας.

Β. ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ / ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ

Υποστηρίζουμε την ύπαρξη μιας ανθρωποκεντρικής οικονομικής πολιτικής η οποία έχει ως στόχο την ευημερία των πολιτών και ταυτόχρονα την ταχεία και ισορροπημένη ανάπτυξη μέσα σε συνθήκες σταθερότητας, κοινωνικής δικαιοσύνης και κοινωνικής συνοχής. Θεωρούμε το μεικτό οικονομικό σύστημα το οποίο συνδυάζει την ιδιωτική πρωτοβουλία με τον κρατικό παρεμβατισμό, εκεί όπου χρειάζεται, ως το πιο αποτελεσματικό στο σύγχρονο οικονομικό περιβάλλον.  Απορρίπτουμε τόσο το νεοφιλελεύθερο οικονομικό μοντέλο όσο και το μοντέλο του κρατισμού.

Βασικοί άξονες της οικονομικής μας φιλοσοφίας αποτελούν ακόμα η εξυγίανση της οικονομίας μέσω των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, η επένδυση στο ανθρώπινο δυναμικό το οποίο πρέπει να στηρίζει την ανάπτυξη, καθώς και η τεχνολογική αναβάθμιση των επιχειρήσεων και της δημόσιας υπηρεσίας με στόχο την αύξηση της παραγωγικότητας και την βελτίωση της εξυπηρέτησης του πολίτη. Υποστηρίζουμε επίσης την ανάπτυξη του τομέα της έρευνας και ανάπτυξης και της οικονομίας της γνώσης.

Το νέο μοντέλο ανάπτυξης θα πρέπει να ενθαρρύνει την επιχειρηματικότητα, να δίνει έμφαση στην έρευνα και την καινοτομία, να στηρίζει την ιδιωτική πρωτοβουλία και να ενισχύει τον ανταγωνισμό, με απλουστευμένες διαδικασίες και χωρίς γραφειοκρατικές περιπλοκές.

Η επιτάχυνση της οικονομικής ανάπτυξης μέσα σε συνθήκες δημοσιονομικής σταθερότητας, από μόνη της θα βοηθήσει στη μείωση της ανεργίας, που μαστίζει ειδικά τους νέους και θα προωθήσει την κοινωνική συνοχή. Τα δημοσιονομικά μέτρα που προτείνουμε, αλλά και η πάταξη της διαφθοράς και της αναξιοκρατίας, θα δημιουργήσουν μια πιο δίκαιη κοινωνία. Όμως υπάρχουν οικονομικά και κοινωνικά αδύναμες ομάδες που χρειάζονται ακόμα μεγαλύτερη και πιο στοχευμένη στήριξη και αυτή θα τους δίνεται κατά τρόπο δίκαιο και ανάλογο με τις ανάγκες και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν.

Γ. ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟ ΜΟΝΤΕΛΟ

Η Ευρωπαϊκή Κύπρος του 21ου αιώνα, της εποχής της παγκοσμιοποίησης και της διεθνούς οικονομικής κρίσης, θα πρέπει να αναζητήσει νέες επιλογές στην αναπτυξιακή της πορεία. Το νέο όραμα ανάπτυξης πρέπει να επικεντρώνεται στην εφαρμογή μιας σύγχρονης ενεργειακής πολιτικής, η οποία θα πυροδοτεί την ανάπτυξη της οικονομίας μας, θα δημιουργεί νέες διεθνείς συμμαχίες και θα συντελεί στη ενδυνάμωση της ασφάλειας, αλλά και της γεωστρατηγικής θέσης της Κύπρου.

Μέχρι σήμερα η ανάπτυξη της κυπριακής οικονομίας στηρίχτηκε σε μικρό αριθμό τομέων, όπως είναι ο τουρισμός, η οικοδομική βιομηχανία, οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, οι εταιρείες διεθνών δραστηριοτήτων, και οι σχετικές υποστηρικτικές υπηρεσίες (λογιστές, δικηγόροι). Σήμερα οι τομείς αυτοί δεν φαίνονται ικανοί να συνεχίσουν να στηρίζουν από μόνοι τους την ανάπτυξη, γι αυτό είναι ξεκάθαρη η ανάγκη για ένα νέο αναπτυξιακό μοντέλο που να ενθαρρύνει την επέκταση σε νέους τομείς, όπου έχουμε συγκριτικά πλεονεκτήματα.

Η εξασφάλιση πολιτικής σταθερότητας, που αποτελεί βασική προϋπόθεση για την κεφαλαιοποίηση και αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων του τόπου, είναι κύριο ζητούμενο, γιατί η πολιτική σταθερότητα αποτελεί βασική προϋπόθεση για την συλλογική συνδιαμόρφωση ενός νέου οράματος και μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής υπέρβασης της κρίσης.

Όλες οι δυνάμεις του τόπου, με συλλογικό αίσθημα ευθύνης και υπό συνθήκες εθνικής συνεννόησης, συναίνεσης και συνευθύνης, πρέπει να πιστέψουν και να εργαστούν για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση αυτού του νέου οράματος.

Του οράματος για:

 την αναβάθμιση του τουριστικού προϊόντος,
 την ενίσχυση του χρηματοπιστωτικού συστήματος,
 την ενίσχυση του τομέα της εμπορικής ναυτιλίας
 την αύξηση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων,
 την ανάδειξή της Κύπρου σε διεθνές εκπαιδευτικό, ιατρικό και ερευνητικό κέντρο.
 την μετατροπή της Κύπρου σε ενεργειακό κόμβο ευρωπαϊκής σημασίας, πρότυπο πράσινης ανάπτυξης, παράδειγμα χρήσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, πόλο έλξης νέων επενδύσεων, χώρο παραγωγής προϊόντων υψηλής ποιότητας και προστιθέμενης αξίας.

Ενός οράματος για μια πραγματικά ισχυρή και ανταγωνιστική οικονομία βασισμένη στην πρωτοβουλία και την εργασία όλων των δημιουργικών δυνάμεων του λαού, τη διαρκή καινοτομία, τις νέες τεχνολογίες και τις αξίες μιας αειφόρου ανάπτυξης.

Η Κύπρος έχει τη δυνατότητα  να εξελιχθεί σε ενεργειακό κέντρο, σε ιατρικό κέντρο, σε εκπαιδευτικό κέντρο, σε κέντρο τηλεπικοινωνιών (συμπεριλαμβανομένων και των τηλεπικοινωνιακών δορυφόρων), σε περιφερειακό εμπορικό κέντρο και σε κέντρο παροχής υπηρεσιών οιωνεί δικαστικής φύσεως (διαμεσολαβήσεις, δημοπρασίες πλοίων κ.λ.π.). Τα αεροδρόμια μας μπορούν να καταστούν διαμετακομιστικοί σταθμοί και τα λιμάνια μας κέντρο κρουαζιέρας και διαμετακομιστικού εμπορίου. Ακόμα, το τουριστικό μας προϊόν θα πρέπει να εμπλουτιστεί.

Η τεχνολογία και η παγκοσμιοποίηση ενοποιούν τις εθνικές οικονομίες, υποβοηθούν την  διακρατική κινητικότητα των κεφαλαίων  και γενικότερα διαφοροποιούν τη φύση του παγκόσμιου ανταγωνισμού. Σε αυτό το ταχύτατα εξελισσόμενο σκηνικό, χρειαζόμαστε νέες και κυρίως αποτελεσματικές πολιτικές και νέες προσεγγίσεις, προσαρμοσμένες στα νέα δεδομένα. Απαιτούνται ρήξεις με παρωχημένες πολιτικές, νέα εργαλεία παρέμβασης, ταχύτητα και ευελιξία στις διαδικασίες και αποτελεσματική αντιμετώπιση των στρεβλώσεων, που έχουν δημιουργηθεί στην οικονομία μας.

Η έμφαση πρέπει να δοθεί στην ανάπτυξη.  Στα πλαίσια βεβαίως δημοσιονομικής και νομισματικής σταθερότητας. Μόνο έτσι θα οδηγήσουμε την κυπριακή οικονομία σε επανεκκίνηση, θα δημιουργήσουμε νέες θέσεις εργασίας, θα βελτιώσουμε το βιοτικό επίπεδο του λαού μας και γενικότερα θα μπορέσουμε αντιμετωπίσουμε τις κοινωνικές επιπτώσεις της ύφεσης και της κρίσης των τελευταίων χρόνων, αλλά και να επιλύσουμε και το δημοσιονομικό μας πρόβλημα πάνω σε μόνιμη βάση.

Δ.  ΝΟΙΚΟΚΥΡΕΜΕΝΗ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Η εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών, με ταυτόχρονη αύξηση της παραγωγικότητας και βελτίωση της ανταγωνιστικότητας είναι η κινητήριος δύναμη για την ανάπτυξη.

Η Κύπρος έχει σήμερα ανάγκη από ένα κράτος που θα στηρίζει τους παραγωγικούς τομείς της οικονομίας. Που θα είναι σύμμαχος του ιδιωτικού τομέα για την ανάπτυξη. Που θα σέβεται τον πολίτη και θα τον διευκολύνει στις σχέσεις του με το κράτος και που με πνεύμα κοινωνικής αλληλεγγύης θα στηρίζει τις ευπαθείς και ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού.

Προς τον σκοπό αυτό χρειάζεται μια εκτεταμένη μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης, ένας πλήρης εκσυγχρονισμός της κρατικής μηχανής, ώστε να δημιουργηθεί ένα κράτος λειτουργικό και αποτελεσματικό αλλά ταυτόχρονα και ένα κράτος νοικοκυρεμένο. Ένα κράτος που θα ξοδεύει συνετά και στοχευμένα μέσα στα πλαίσια των δυνατοτήτων του και που δεν θα φορτώνει τις επόμενες γενιές με ελλείμματα και χρέη.

Η εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών αποτελεί βασικό πυλώνα μιας νέας σύγχρονης οικονομικής πολιτικής, γιατί μόνο με αυτό τον τρόπο θα δημιουργήσουμε τις δομές μιας βιώσιμης οικονομίας, η οποία θα μας επιτρέψει να χρηματοδοτούμε τις βασικές μας ανάγκες χωρίς να στηριζόμαστε στη κηδεμονία κανενός τρίτου και χωρίς να υποθηκεύουμε το μέλλον των παιδιών μας με τον ανεξέλεγκτο δανεισμό.  Μόνο έτσι επίσης θα αποκαταστήσουμε την οικονομία ως ισχυρό όπλο στην διεκδίκηση των εθνικών μας δικαίων.

Για να το πετύχουμε απαιτείται σειρά μέτρων όπως είναι η συνεπής τήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας με ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς όπως προβλέπει το Δημοσιονομικό Σύμφωνο, η κατάρτιση Μεσοπρόθεσμου Δημοσιονομικού Πλαισίου, όπως έχει συμφωνηθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο και η εισαγωγή του Δημοσιονομικού Κανόνα και πάλι μέσα στα πλαίσια των ευρωπαϊκών αποφάσεων.

1. Δημόσια Υπηρεσία

Απαραίτητη προϋπόθεση για την εξυγίανση των δημοσίων οικονομικών είναι η σταδιακή μείωση του μεγέθους της δημόσιας υπηρεσίας και ο εκσυγχρονισμός των δομών της. Έχουμε σήμερα αναλογικά το μεγαλύτερο σε κόστος κρατικό μισθολόγιο από ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεν θα πρέπει ποτέ να φτάσουμε στο σημείο να περικόπτουμε τις αναπτυξιακές δαπάνες ή τις δαπάνες για κοινωνική πρόνοια για να συντηρούμε μια υπέρογκη κρατική μηχανή.

Ούτε και αποτελεί λύση η συνεχής επιβάρυνση των πολιτών και της οικονομίας γενικότερα με νέους φόρους ως αποτέλεσμα της έλλειψης διάθεσης για νοικοκύρεμα και συγκράτηση των κρατικών δαπανών.

Στα πλαίσια αυτά θα προχωρήσουμε στην κατάρτιση ενός νέου οργανογράμματος για την δημόσια υπηρεσία και τη συνένωση συναρμοδίων και ομοειδών υπηρεσιών (π.χ. πολλαπλές τεχνικές υπηρεσίες). Ένα οργανόγραμμα που θα εξορθολογίζει τις δραστηριότητες των Υπουργείων, ώστε να εξυπηρετεί τις σημερινές ανάγκες του πολίτη και όχι τις ανάγκες του παρελθόντος που δεν υφίστανται πλέον. Ένα οργανόγραμμα που θα μειώνει τον διοικητικό φόρτο και την γραφειοκρατία και θα μετατρέψει το δημόσιο τομέα σε ένα αποδοτικό οργανισμό στην υπηρεσία του πολίτη. Ο ορθολογισμός αυτός θα απελευθερώσει πόρους οι οποίοι θα μπορούν να διοχετευτούν σε παραγωγικές δραστηριότητες οι οποίες θα συμβάλουν στην ανάπτυξη και στην αύξηση του ΑΕΠ.

Έμφαση θα δοθεί και στην εφαρμογή της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και νέων τεχνολογιών στο σύνολο της δημόσιας υπηρεσίας, με στόχο την πάταξη της γραφειοκρατίας και την απλοποίηση των  διαδικασιών, στην εφαρμογή της αρχής της εναλλαξιμότητας σε όλο το εύρος της δημόσιας υπηρεσίας, στον εκσυγχρονισμό και εξορθολογισμό του συστήματος της Αυτόματης Τιμαριθμικής Αναπροσαρμογής ώστε να καταστεί κοινωνικά πιο δίκαιη, στην εισαγωγή ενός σύγχρονου συστήματος αξιολόγησης  των δημοσίων υπαλλήλων και στον εξορθολογισμό των μισθολογικών κλιμάκων.

Επίσης θα προχωρήσουμε στην οριστική αντιμετώπιση του συνταξιοδοτικού, έτσι που να διασφαλιστεί η βιωσιμότητά του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων, έστω και αν αυτό θα σημαίνει σταδιακή αύξηση του ορίου αφυπηρέτησης, όταν οι συνθήκες της οικονομίας το επιτρέψουν. Η ορθολογιστική διαχείριση του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων και των διαφόρων ταμείων των κρατικών οργανισμών πρέπει επίσης να διασφαλιστεί.

Ακόμα θα ενδυναμωθούν οι μηχανισμοί ελέγχου με τη δημιουργία Επιτροπής Ελέγχου σε κάθε υπουργείο και την υποχρεωτική υλοποίηση των σχετικών συστάσεων της Υπηρεσίας Ελέγχου του κράτους, θα αναπροσαρμοστούν τα ωράρια λειτουργίας των υπηρεσιών και θα μειωθούν περαιτέρω οι λέιτουργικές δαπάνες.


2. Κοινωνικές Παροχές και Δαπάνες Υγείας

Πρώτιστος ρόλος ενός σύγχρονου κράτους με κοινωνικό πρόσωπο πρέπει να είναι η διασφάλιση βασικών αναγκών κοινωνικής προστασίας και ποιοτικής ιατρικής περίθαλψης.

Παραμένουμε δεσμευμένοι στην ανάγκη ταχείας προώθησης ενός Γενικού Σχεδίου Υγείας. Είμαστε έτοιμοι, σε συνεργασία με όλους τους εμπλεκομένους να συμβάλουμε σε ένα διάλογο για την υιοθέτηση ενός συστήματος λειτουργικού και αποδοτικού. Που να διασφαλίζει την προσβασιμότητα σε υπηρεσίες υγείας υψηλής ποιότητας σε όλους τους πολίτες, ανεξάρτητα από το εισόδημά τους.

Ένα άλλο στοιχείο νοικοκυρέματος του κράτους είναι οι κοινωνικές παροχές.

Θεωρούμε πως η αρχή της στόχευσης θα πρέπει να εφαρμόζεται στον μέγιστο δυνατό βαθμό ούτως ώστε οι κοινωνικές παροχές να καταλήγουν έγκαιρα σε αυτούς που π

Πολιτική: Τελευταία Ενημέρωση